ΤΕΥΧΟΣ #16 ΙΟΥΝΙΟΣ 2021

Εκπαίδευση στις Φυλακές: Η φωνή των εκπαιδευτικών

Μαρία-Δήμητρα Μισυρλή, Νομικός-ΜΔΕ Εγκληματολογίας,
Το παρόν άρθρο αποτελεί το τελευταίο από τα τρία μέρη* της επιστημονικής μελέτης που έχει εκπονηθεί από την κυρία Μαρία-Δήμητρα Μισυρλή, Νομικό-ΜΔΕ Εγκληματολογίας, με τον τίτλο «Εκπαίδευση στις Φυλακές» στο πλαίσιο των επιστημονικών δράσεων του «Crime & Media Lab» του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος–της Ομάδας Εργασίας για το «Έγκλημα στα ΜΜΕ», με Επιστημονικά Υπεύθυνη την κυρία Αγγελική Καρδαρά, Διδάκτορα Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλόλογο, Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος. Στο μέρος αυτό το ερευνητικό ενδιαφέρον εστιάζεται στην εικόνα του δικαιώματος της εκπαίδευσης των κρατουμένων της χώρας μας, όπως αυτή παρουσιάζεται μέσα από προσωπικές μαρτυρίες εκπαιδευτικών που ασχολούνται με την εκπαιδευτική διαδικασία μέσα στις φυλακές.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ 1ο ΜΕΡΟΣ - ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ 2ο ΜΕΡΟΣ

Η εκπαίδευση στις φυλακές μέσα από τη ματιά των εκπαιδευτικών

 

Έχοντας ήδη παρουσιάσει στα προηγούμενα μέρη της μελέτης μας το κανονιστικό πλαίσιο προστασίας του δικαιώματος εκπαίδευσης των κρατουμένων και τις εξελίξεις της σωφρονιστικής πολιτικής στον ελληνικό χώρο, θα ήταν παράλειψη να μην εξεταστεί η θεματική και μέσα από προσωπικές μαρτυρίες επαγγελματιών του χώρου. Πρόκειται για τους ανθρώπους της πρώτης γραμμής που ασχολούνται πρακτικά με την εκπαίδευση των κρατουμένων και αφιερώνουν κόπο και χρόνο ώστε να βελτιώσουν την ποιότητα των εκπαιδευτικών υπηρεσιών και να αυξήσουν τους μαθητές-κρατούμενους.

Στο πλαίσιο αυτό απευθυνθήκαμε σε διάφορες εκπαιδευτικές μονάδες των ελληνικών φυλακών και ζητήσαμε τη συμμετοχή όσων εκπαιδευτικών επιθυμούσαν μέσω της συμπλήρωσης ενός ερωτηματολογίου 7 ανοιχτών ερωτήσεων που αφορούν το υπό εξέταση θέμα. Στο κάλεσμά μας ανταποκρίθηκαν οι εξής εκπαιδευτικοί: Αναστάσιος Λασπάς-Διευθυντής ΣΔΕ Νιγρίτας, Αγγελική Γραβάλου-Εκπαιδευτικός σε ΣΔΕ φυλακών, Ηρώ Γώγου-Φιλόλογος & Εκπαιδεύτρια Ενηλίκων, Μαριάννα Δουλγερίδου-Διευθύντρια Δ.Ι.Ε.Κ. αγροτικών φυλακών Κασσάνδρας, Ευαγγελία Τίγκα-Αναπληρώτρια Διευθύντρια 1ου Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας (στο εξής Σ.Δ.Ε.) Δομοκού, Νίκος Αρμένης-Σύμβουλος Συντονιστής Εκπαίδευσης στο κατάστημα κράτησης γυναικών στον Ελεώνα Θήβας και Ιωάννης Φόβος-Διευθυντής Εκπαιδευτικών Μονάδων στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Βόλου.

Το σύνολο των απαντήσεων που λάβαμε παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον και εντοπίζεται μεγάλη ποικιλία θεμάτων και προτάσεων. Παρακάτω γίνεται συνοπτική παρουσίαση και σχολιασμός των βασικότερων θέσεων και προτάσεών τους ανά ερώτηση:

«Βάσει της εμπειρίας σας, ποιο είναι το βασικότερο κίνητρο για να επιλέξει ένας/μία κρατούμενος/η να έρθει στο σχολείο;»

Μεταξύ των απαντήσεων εμφανίζονται «η αξιοποίηση του «νεκρού» χρόνου μέσω της επικοινωνίας είτε με άλλους συγκρατούμενους που βρίσκονται σε διαφορετικές πτέρυγες, είτε με τους εκπαιδευτές, που τους δημιουργούν μία αίσθηση επαφής με τον έξω κόσμο, η εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας από αλλοδαπούς, η ολοκλήρωση της βασικής εκπαίδευσης για συνέχιση των σπουδών μέσα ή έξω από τη φυλακή και η αλλαγή περιβάλλοντος.».

Ωστόσο, κοινός παρονομαστής όλων των απαντήσεων, που αναδεικνύεται ως το βασικότερο κίνητρο, είναι τα ευεργετικά ημερομίσθια που οδηγούν στη μείωση της ποινής, καθώς μία ημέρα σχολικής φοίτησης αντιστοιχεί σε 2 ημέρες έκτισης ποινής. Αν και θα μπορούσε να λειτουργήσει αποθαρρυντικά το γεγονός αυτό, οι εκπαιδευτικοί όχι απλώς κατανοούν και αποδέχονται τη φύση αυτού του κινήτρου, αλλά προσπαθούν να αξιοποιήσουν την ευκαιρία που τους δίνεται να μυήσουν τους κρατούμενους στον κόσμο της μάθησης. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται από τον κ. Αρμένη «από τα μέσα κιόλας της πρώτης σχολικής χρονιάς εμπεδώνεται από τον/την κρατούμενο/η η αξία του Σχολείου στο επίπεδο της ανάπτυξης της προσωπικότητας, της αυτοεκτίμησης και της δυνατότητας επανεκκίνησης μίας νέας σταδιοδρομίας ζωής. Μένει σε μας τους δασκάλους αυτή τη μεταστροφή στην αξιακή ιεράρχηση του Σχολείου να την μετατρέψουμε σε προσωπική δυναμική για μία καινούργια αρχή.».

Τον σημαίνοντα ρόλο του σχολείου στη ζωή του κρατούμενου περιγράφει και η κα Δουλγερίδου, η οποία αναφέρει ότι στο Αγροτικό Κατάστημα Κράτησης Κασσάνδρας, οι κρατούμενοι δεν επιλέγουν το σχολείο ως τρόπο μείωσης της ποινής τους, καθώς στις συγκεκριμένες φυλακές η μείωση αυτή χορηγείται μέσω της παροχής εργασίας. Οι κρατούμενοι «έρχονται στο Δ.Ι.Ε.Κ. ακριβώς μετά την εργασία και τη σίτισή τους στις 14.30 μ.μ., κουρασμένοι και επιλέγουν να παρακολουθούν τα μαθήματα, για να περάσουν ωφέλιμο χρόνο προκειμένου να δημιουργήσουν προϋποθέσεις για το επαγγελματικό τους μέλλον μετά την αποφυλάκιση. Αλλά όχι μόνο γι’ αυτό, έρχονται περιποιημένοι και καθαροί για να βιώσουν μία «αίσθηση κανονικότητας», … για να «αναπνεύσουν ελευθερία», όπως χαρακτηριστικά είπε κάποιος σπουδαστής.».

«Σε τι βαθμό θεωρείτε ότι μπορεί να επηρεάσει η φοίτηση του κρατούμενου στο σχολείο τη μελλοντική πορεία του; Παρατηρείτε αλλαγές στους κρατούμενους μετά την ένταξή τους στο σχολείο;»

Σύμφωνα με τους εκπαιδευτικούς η φοίτηση στο σχολείο αποτελεί για τους κρατούμενους μία «χαραμάδα ελευθερίας», τους βοηθά να ενισχύσουν τις γνώσεις τους και να αποκτήσουν τυπικά προσόντα για τη μελλοντική επαγγελματική τους πορεία, να βελτιώσουν τη ψυχολογία τους, να αισθανθούν την αποδοχή και να αποκτήσουν μεγαλύτερη άνεση επικοινωνίας. Μέσα στην τάξη οι μαθητές «αισθάνονται ότι διαφοροποιούνται σε σχέση με τους άλλους κρατούμενους ανήκοντας σε μία ξεχωριστή ομάδα η οποία λειτουργεί και λίγο σαν «οικογένειά» τους», βελτιώνουν την αυτoεικόνα τους, ενισχύεται η αυτοπεποίθησή τους, βρίσκουν «στοιχεία του χαρακτήρα τους που έχουν ξεχασμένα», αντιμετωπίζουν έως ένα βαθμό την «ιδρυματοποίησή» τους, βιώνοντας «κάποιο είδος κανονικότητας μέσα στην «ανώμαλη» κατάσταση της φυλάκισης.».

Ωστόσο, κάποιοι εκπαιδευτικοί θέτουν ορισμένες προϋποθέσεις, η πλήρωση των οποίων είναι απαραίτητη για να επέλθουν πράγματι θετικές αλλαγές στη μελλοντική πορεία των μαθητών. Ο κ. Αρμένης επισημαίνει ότι «τα σχολεία των φυλακών καλούνται να επανασχεδιάσουν έναν πιθανώς «στρεβλό αξιακό κώδικα» που διέπει τη στάση ζωής πολλών από τους μαθητές τους», υπογραμμίζοντας την ανάγκη να αφιερώνεται «περισσότερος χρόνος προετοιμασίας σε αυτήν τη βάση της αναπροσαρμογής αξιών ώστε κατόπιν η κατάκτηση των όποιων δεξιοτήτων να εδράζεται σε ένα υγιές πρώτο επίπεδο.». Από την άλλη, η κα Τίγκα περιγράφει τη φοίτηση ως μια διαδικασία αμφίδρομη μεταξύ εκπαιδευτών και εκπαιδευόμενων με το βάρος της επιτυχίας να μοιράζεται και στις δύο πλευρές και υποστηρίζει ότι «οι αλλαγές που μπορεί να παρατηρήσουμε στους κρατούμενους μετά την ένταξή τους στο σχολείο δεν είναι εύκολα μετρήσιμες ούτε πάντοτε βάσιμες. Ως εκπαιδευτές, θέλουμε να πιστεύουμε πως τους ωφελούμε, πως τους κάνουμε «καλύτερους» ανθρώπους. Ωστόσο, η πραγματικότητα που βιώνουν ως κρατούμενοι είναι – τουλάχιστον στο Δομοκό – τόσο σκληρή, που το σχολείο αποτελεί ένα μικρό διάλειμμα… Η εικόνα που εμφανίζουν στο σχολείο είναι μία από τις καλύτερες εκδοχές του εαυτού τους, γιατί, συνήθως, αισθάνονται ασφάλεια και είναι σπάνιο το αίσθημα αυτό μέσα στο κατάστημα κράτησης.».

Τέλος, η κα Γραβάλου, μεταξύ άλλων, υπογραμμίζει την απουσία ερευνών για να διαπιστωθεί ο βαθμός κοινωνικής επανένταξης αλλά και υποτροπής των αποφυλακισθέντων πρώην μαθητών-κρατουμένων, υποστηρίζοντας ότι μία τέτοια έρευνα δεν μπορεί να εκπονηθεί από την εκπαιδευτική μονάδα της φυλακής εξαιτίας αντικειμενικών κωλυμάτων, όπως είναι η έλλειψη ενημέρωσης του σχολείου περί αποφυλάκισης πρώην μαθητών του μετά την ολοκλήρωση της φοίτησής τους και η μη διαθεσιμότητα στοιχείων επικοινωνίας μαζί τους.

«Υπάρχει στήριξη από την πολιτεία ή άλλους φορείς;»

Στη συγκεκριμένη ερώτηση σχεδόν όλοι οι ερωτώμενοι αποκρίθηκαν ότι υπάρχει στήριξη έως ένα βαθμό από τα αρμόδια κρατικά όργανα, τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο, ωστόσο διατύπωσαν ελλείψεις και αδυναμίες που την αποδυναμώνουν. Ο κ. Λασπάς επεσήμανε ότι, αν και υπήρξε μία προσπάθεια ενίσχυσης της εκπαίδευσης των κρατουμένων με την ίδρυση Σ.Δ.Ε. και τη στήριξη του θεσμού των Θερινών σχολείων, έπρεπε και μπορούσαν να ληφθούν περισσότερα μέτρα, όπως ίδρυση εκπαιδευτικών μονάδων όλων των επιπέδων (δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, ΙΕΚ). Η κα Γραβάλου αναφέρει ότι τα Σ.Δ.Ε. είναι η πιο καλά οργανωμένη εκπαιδευτική δομή, ωστόσο απαριθμεί μία σειρά προβλημάτων, όπως η ανεπαρκής και καθυστερημένη πρόσληψη μόνιμων και ωρομίσθιων καθηγητών, η απουσία μέριμνας για διοργάνωση σεμιναρίων κατάρτισης των πρωτοεμπλεκόμενων στην εκπαιδευτική διαδικασία της φυλακής καθηγητών, η έλλειψη κατάλληλου χώρου και υλικοτεχνικής υποδομής για να μπορούν να διαβάζουν οι μαθητές.

Την πηγή του προβλήματος της έλλειψης κατάλληλης εκπαίδευσης και κατάρτισης του εκπαιδευτικού σωφρονιστικού προσωπικού, τουλάχιστον όσο αφορά τα Σ.Δ.Ε., εντοπίζει η κα Γραβάλου στο μη διαχωρισμό των προκηρύξεων για τις θέσεις των μόνιμων και ωρομισθίων καθηγητών για τα Σ.Δ.Ε. που λειτουργούν στην κοινωνία και σε αυτά που λειτουργούν μέσα στη φυλακή. Ως εκ τούτου «καθηγητές με μεγάλη εμπειρία στα σχολεία των φυλακών που ενδιαφέρονται να εργαστούν σ’ αυτά μένουν εκτός και προσλαμβάνονται καθηγητές χωρίς εμπειρία, επειδή έχουν δύο πτυχία ή διδακτορικό ή άλλα προσόντα τα οποία είναι ξένα προς τα προσόντα που χρειάζεται πραγματικά ένα σχολείο στην φυλακή.».

Οι επίσημοι φορείς που στηρίζουν την όλη διαδικασία σύμφωνα με τις απαντήσεις των εκπαιδευτικών είναι το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, το Τμήμα Εκπαίδευσης και Κατάρτισης σε Καταστήματα Κράτησης της Γενικής Γραμματείας Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και Δια Βίου Μάθησης στο οποίο ανήκουν οι εκπαιδευτικές μονάδες των καταστημάτων κράτησης, το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και η ίδια η διοίκηση των φυλακών. Σύμφωνα με την κα Τίγκα «τυπικά, υπάρχει στήριξη από τους επίσημους φορείς. Ωστόσο, στην πρακτική εφαρμογή των νομοθεσιών που ισχύουν πάντα υπάρχει μεγάλη απόκλιση και τελικά η λειτουργία του σχολείου επαφίεται στην εμπλοκή και τη βούληση των ανθρώπων που είναι σε συγκεκριμένες θέσεις προκειμένου να διασφαλιστούν οι απολύτως βασικές προϋποθέσεις». Παράλληλα, ο κ. Αρμένης συμπληρώνει ότι «η στήριξη υπάρχει ως ένα βαθμό, υπολείπεται ωστόσο σε χρηματοδότηση, υποδομές αλλά κυρίως… σε επίπεδο οργάνωσης και συντονισμού. Επιπλέον οι όποιες εξαγγελίες των ηγεσιών σχετικά με την εκπαίδευση των κρατουμένων, πολλές φορές παρατηρούμε να συναντούν δυσκολίες και εμπόδια από την υφιστάμενη διοίκηση της φυλακής που φαίνεται σε πολλές περιπτώσεις να λειτουργεί ημιαυτόνομα εμποδίζοντας έτσι, ηθελημένα ή άθελα, το Σχολείο να ξεδιπλώσει εντός φυλακής τη δυναμική του και το θεσμικό του οπλοστάσιο.»

Τέλος, σύμφωνα με τους ερωτώμενους εκπαιδευτικούς, συμπλήρωμα των επίσημων φορέων στην προώθηση και προστασία του δικαιώματος των κρατουμένων στην εκπαίδευση αποτελούν κοινωνικοί φορείς και οργανισμοί που εντάσσονται στο πλαίσιο της κοινωνίας των πολιτών. Δημοτικές αρχές, η Εκκλησία, εθελοντές, ΜΚΟ αναπτύσσουν συνεργασίες με τις εκπαιδευτικές μονάδες των φυλακών επιδιώκοντας τη στήριξη τους είτε οικονομικά είτε σε επίπεδο συμβουλευτικό και πρακτικό. Μεταξύ διαφόρων αναφέρονται η ΔΙΕΞΟΔΟΣ στη Λάρισα, το Δίκτυο «Γεώργιος Ζουγανέλης. Για τον Πολιτισμό και την Εκπαίδευση στις Φυλακές» και η ΑΡΣΙΣ Κοινωνική Οργάνωση Υποστήριξης Νέων. Ωστόσο η βοήθεια αυτή δεν είναι πάντα αυτονόητη, καθώς όπως υποστηρίζει ο κ. Λασπάς για να τύχουν στήριξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας μέσα στις φυλακές «χρειάζεται η κινητοποίηση η δική μας, δηλαδή να τους θυμίζουμε συνεχώς ότι υπάρχουμε».

«Η εκπαίδευση στα σχολεία των καταστημάτων κράτησης συνδέεται σε επίπεδο πρακτικό με την επανένταξη των κρατουμένων; Τι θα μπορούσε, κατά την κρίση σας, να γίνει περισσότερο ως προς τη σύνδεση με την ελεύθερη κοινωνία;»

Η γενική εικόνα των απαντήσεων των εκπαιδευτικών οδηγεί στο συμπέρασμα πως οι τελευταίοι εντοπίζουν αυτήν τη σύνδεση κυρίως σε θεωρητικό επίπεδο και επισημαίνουν την ανάγκη να εφαρμοστεί και στην πράξη το προβλεπόμενο από τον νόμο θεσμικό πλαίσιο. Ενδεικτική είναι η απάντηση του κ. Αρμένη ότι «η πρόσβαση των κρατουμένων σε όλες τις εκπαιδευτικές δομές στις οποίες έχουν πρόσβαση και οι ελεύθεροι μαθητές τουλάχιστον ως θεσμικό πλαίσιο με το άρθρο 31 του 4521/18 αποτελεί ένα πρώτο σημαντικό βήμα. Μένει η απρόσκοπτη εφαρμογή του για όλους τους κρατούμενους.».

Ως θετικό στοιχείο που προωθεί τη σύνδεση των μαθητών-πρώην κρατουμένων με την ελεύθερη κοινωνία αναφέρεται από την κα Τίγκα το γεγονός ότι «ο τίτλος σπουδών που λαμβάνει ένας εκπαιδευόμενος ολοκληρώνοντας τη φοίτησή του είναι ισότιμος με αυτόν του γενικού Γυμνασίου και δεν αναγράφεται ότι η φοίτηση έγινε σε ΣΔΕ ΚΚ. Έχει, επομένως, το τυπικό προσόν της ολοκληρωμένης υποχρεωτικής εκπαίδευσης είτε για να συνεχίσει σε λυκειακή δομή είτε για να εργαστεί. Επιπλέον, στην περίπτωση που ένας εκπαιδευόμενος αποφυλακιστεί ενώ δεν έχει ολοκληρώσει τη φοίτησή του, έχει δικαίωμα να συνεχίσει σε ΣΔΕ γενικού πληθυσμού.».

Ωστόσο, οι περισσότεροι ερωτώμενοι εστίασαν την προσοχή τους σε προτάσεις που αφορούσαν τον εμπλουτισμό της παρεχόμενης εκπαίδευσης μέσω της ίδρυσης επαγγελματικών σχολών, την ενίσχυση του εκπαιδευτικού ή άλλων ειδικοτήτων προσωπικού, ενώ η κυριότερη επισήμανσή τους ήταν η ανάγκη ουσιαστικής σύνδεσης των κρατουμένων και αποφυλακισθέντων με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Πιο συγκεκριμένα, ο κ. Λασπάς διερωτάται αν «μπορεί να υπάρξει επανένταξη όταν δεν έχουμε οργανώσει την εκπαίδευση δομικά σε συνέχεια;» και συνεχίζει υποστηρίζοντας πως κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό παρά μόνο «αν η επίσημη πολιτεία αποφασίσει να δημιουργήσει συνεχείς εκπαιδευτικές δομές (Δημοτικό, ΣΔΕ, Λύκεια, ΙΕΚ.)». Προτείνει, μάλιστα, την ίδρυση τεχνικών σχολών τύπου ΟΑΕΔ, μέσω των οποίων οι εκπαιδευόμενοι κρατούμενοι, με την εξειδίκευση που θα λαμβάνουν, θα μπορούν να καλύψουν τεχνικές ανάγκες των φυλακών, αλλά και να εξασφαλίζουν κάποιο εισόδημα παρέχοντας τις υπηρεσίες τους έμμισθα σε ιδιώτες. Την ίδια άποψη φαίνεται να υιοθετεί και η κα Γραβάλου, που επιπροσθέτως επισημαίνει τον κίνδυνο που αντιμετωπίζουν οι κρατούμενοι που εκτίουν μακροχρόνιες ποινές να αποκλειστούν από το επάγγελμα που ασκούσαν πριν τον εγκλεισμό λόγω της τεχνολογικής εξέλιξης. Τέλος, υπογραμμίζει τον σημαντικό ρόλο του κράτους στην επαγγελματική αποκατάσταση πρώην κρατουμένων, είτε με το να τους βρίσκει το ίδιο θέσεις εργασίας, είτε με το να δημιουργεί κίνητρα σε εργοδότες να τους προσλαμβάνουν, είτε τέλος με το να δίνει κίνητρα στους αποφυλακισθέντες να δημιουργούν δικές τους μικρές επιχειρήσεις που θα επιτρέψουν το βιοπορισμό τους.

Για την κα Δουλγερίδου και την κα Τίγκα σημαντική κρίνεται η οργανική στελέχωση κάθε καταστήματος κράτησης με μόνιμο εξειδικευμένο διεπιστημονικό προσωπικό (ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, κοινωνιολόγοι, ιατροί, δικηγόροι, εκπαιδευτικοί, σύμβουλοι επαγγελματικού προσανατολισμού), οι οποίοι θα προετοιμάζουν κατάλληλα για ένα ικανό διάστημα κάθε έναν κρατούμενο που πρόκειται να αποφυλακιστεί. Μάλιστα, η κα Τίγκα προτείνει «να δημιουργηθούν δομές εντός των ΚΚ που να λειτουργούν, όπως τα τμήματα υποδοχής αλλοδαπών μαθητών.». Επιπλέον, προτείνεται από την κα Δουλγερίδου η λειτουργία ενός Γραφείου Διασύνδεσης με την αγορά εργασίας για την εξασφάλιση θέσεων εργασίας πριν από την αποφυλάκιση των κρατουμένων, καθώς και την ύπαρξη ενός θεσμικού πλαισίου σε συνδυασμό με τη λειτουργία ενός ειδικού φορέα για την απασχόληση πρώην κρατουμένων ή αποφυλακισμένων που να φροντίζει για την επιβίωσή τους και τον περιορισμό των πιθανοτήτων υποτροπής τους. Να σημειωθεί ότι τα ανωτέρω κριτήρια της κας Δουλγερίδου πληροί η ΕΠΑΝΟΔΟΣ, ένα Ν.Π.Ι.Δ. μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που εποπτεύεται από το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και αποτελεί τον πρώτο και μοναδικό επίσημο φορέα μετασωφρονιστικής μέριμνας στον ελληνικό χώρο.

«Ποιες προκλήσεις και εμπόδια θεωρείτε ότι υπάρχουν σήμερα στη διαδικασία της εκπαίδευσης των κρατουμένων και τί θα ζητούσατε από τους αρμόδιους να αλλάξουν άμεσα;»

Ο κ. Λασπάς ως κυριότερη πρόκληση αναφέρει την ανάγκη να εξασφαλιστεί η επανένταξη του κρατούμενου και να μη στοχεύουμε στην κράτησή του. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «μόνο σε αυτή την περίπτωση θα έχουμε αποτέλεσμα. Όσο θεωρούμε ότι η φυλάκιση λύνει το πρόβλημα της παραβατικότητας, τότε δεν έχει νόημα. Κλασική περίπτωση είναι ότι ένα μεγάλο ποσοστό ανήλικων κρατουμένων ρέπει σε όλη την υπόλοιπη ζωή του στην παραβατικότητα αφού σωφρονισμός χωρίς επανένταξη δεν μπορεί να επιτευχθεί.». Παρόμοια θέση έχει και ο κ. Φόβος, ο οποίος μεταξύ άλλων αναφέρει ότι «τα άτομα χρειάζονται επίσης υποστήριξη και προγραμματισμό κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επανεισόδου στην κοινότητα, για να τους βοηθήσουν να μετατρέψουν την εκπαίδευση στη φυλακή σε πραγματική επιτυχία.».

Για την κα Τίγκα «ίσως, η μεγαλύτερη πρόκληση των εκπαιδευτών ενός Σ.Δ.Ε. ΚΚ είναι να (απο)δείξουν στους κρατούμενους ότι όποιο και να είναι το αρχικό τους κίνητρο που τους ώθησε να εγγραφούν στο σχολείο (τα οποία είναι απολύτως θεμιτά και σεβαστά), η διαδικασία της μάθησης και η κατάκτηση της γνώσης θα παραμένει το ισχυρότερο όπλο στα χέρια τους.». Επιπροσθέτως, αναφέρεται στην ανάγκη συγκερασμού των διαφορών που αναπόφευκτα υπάρχουν μέσα στην τάξη μεταξύ των κρατουμένων όσον αφορά τη γλώσσα, τη θρησκεία, την εθνότητα, την ηλικία, τη χώρα καταγωγής, αλλά και την πρότερη σχολική (ή μη) εμπειρία τους και όπως υπογραμμίζει «η δημιουργία ενός κλίματος ανεκτικότητας, αυτοσεβασμού και αλληλοσεβασμού και προσήλωσης στο στόχο αποτελούν καθημερινά στοιχήματα γιατί σε ένα σχολείο ΚΚ δεν υπάρχουν σταθερές, μόνο μεταβλητές.».

Η κα Δουλγερίδου, όσον αφορά στη λειτουργία του Δ.Ι.Ε.Κ. των φυλακών Κασσάνδρας, μεταξύ άλλων αναφέρεται στη μεγάλη σπουδαστική διαρροή λόγω αποφυλακίσεων, μεταγωγών ή επανεγκλεισμού μαθητών-κρατουμένων λόγω πειθαρχικής ποινής. Επίσης επισημαίνει ότι το Α.Κ.Κ. Κασσάνδρας περιλαμβάνει και 3 Παραρτήματα μακριά από το Κεντρικό Κατάστημα, γεγονός που συνεπάγεται τον αποκλεισμό όσων κρατουμένων στεγάζονται εκεί από τη σχολική φοίτηση ελλείψει δυνατότητας μετακίνησής τους. Τέλος, περιγράφει τις προσπάθειες της Διεύθυνσης του Δ.Ι.Ε.Κ. για να διατηρήσει έστω και υποτυπωδώς ζωντανή την εκπαιδευτική διαδικασία, χωρίς μάλιστα τη βοήθεια της τηλεκπαίδευσης που δεν είναι εφικτή για τους μαθητές: «Οι εκπαιδευτικοί στέλνουν ηλεκτρονικά το υλικό, η Διεύθυνση του ΔΙΕΚ τα εκτυπώνει και τα προωθεί στους συνολικά 22 σπουδαστές με τη διαμεσολάβηση του συντονιστή εκπαίδευσης του Α.Κ.Κ.Κ. Μετά την ολοκλήρωση της διανομής του εκπαιδευτικού υλικού, η διευθύντρια μεταφέρει τυχόν αντιδράσεις, απορίες ή ερωτήματα των σπουδαστών στους εκπαιδευτικούς Η διαδικασία αυτή αποτελεί πάντα μία λύση ανάγκης… Η κατάσταση της κρίσης λόγω της πανδημίας αποτελεί μία σοβαρή πρόκληση κι έναν λόγο για εξεύρεση λύσεων με θεσμοθέτηση τρόπων διδασκαλίας σε καθημερινές ή σε ανάλογες έκτακτες καταστάσεις, μέσω ασφαλούς πρόσβασης σε ειδικές ηλεκτρονικές πλατφόρμες.».

Η ελλιπής και έγκαιρη στελέχωση με έμπειρο και εξειδικευμένο προσωπικό υπογραμμίζεται ως βασικό εμπόδιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας από τους περισσότερους ερωτώμενους. Σύμφωνα με την κα Τίγκα «οι εκπαιδευτές δεν είναι απαραίτητα καταρτισμένοι και προετοιμασμένοι για το πώς πρέπει να αντιμετωπίσουν μία τάξη με κρατούμενους», ενώ ο κ. Φόβος αναφέρει ότι «δυστυχώς το σωφρονιστικό και εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν απαιτούν από το διδακτικό προσωπικό τους να είναι επίσημα εκπαιδευμένο και πιστοποιημένο» και υποστηρίζει ότι «ο εκπαιδευτικός πριν τοποθετηθεί σε σχολείο Κ.Κ., θα πρέπει να συμμετάσχει σε ένα εργαστήριο εντατικής μάθησης για να αποκτήσει τις γνώσεις, τις δεξιότητες και τις ικανότητες που απαιτούνται για να γίνει αποτελεσματικός.».

Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται και στην εκπαίδευση που απευθύνεται στους αλλοδαπούς. Η κα Γώγου προτείνει τη διεξαγωγή προγραμμάτων συστηματικής ελληνομάθειας για τη συγκεκριμένη κατηγορία μαθητών, που αποτελούν μεγάλο κομμάτι των μαθητών-κρατουμένων, ενώ η κα Τίγκα υπογραμμίζει την ανάγκη να τηρούνται οι ισχύουσες νομοθεσίες που προβλέπουν τη λειτουργία τμημάτων ελληνομάθειας για αλλοδαπούς κρατούμενους οι οποίοι θέλουν να συμμετέχουν σε απολυτήριες εξετάσεις δημοτικού, ώστε να έχουν δικαίωμα να εγγραφούν στο Σ.Δ.Ε.. Επιπροσθέτως, η κα Δουλγερίδου ζητά «η εκπαίδευση να είναι προσβάσιμη και διαθέσιμη για όλους τους κρατούμενους, Έλληνες και αλλοδαπούς, κάθε μορφωτικού επιπέδου, χωρίς αποκλεισμούς.». Γι’ αυτόν το σκοπό προτείνει τη διενέργεια σοβαρών και ενδελεχών ερευνών, οι οποίες θα λαμβάνουν υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε καταστήματος κράτησης και θα οδηγούν στη δημιουργία ενδεδειγμένων και απαραίτητων, πλήρως εξοπλισμένων, εκπαιδευτικών δομών. Παράλληλα, η κα. Τίγκα επισημαίνει ότι «είναι απολύτως αναγκαίο οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι, που περνούν έως και 12 ώρες ημερησίως μαζί με τους κρατούμενους, να επιμορφώνονται υποχρεωτικά σε ξένες γλώσσες, ανάλογα με τις χώρες προέλευσης των κρατουμένων.».

Τέλος, ο κ. Αρμένης συνοψίζοντας και παραθέτοντας σε λίγες γραμμές τις σκέψεις του μας απαντά ότι «Το Σχολείο ως θεσμός αποτελεί τη ναυαρχίδα της σωφρονιστικής πολιτικής… Ας το αφήσουμε να κάνει τη δουλειά του απευθυνόμενο σε κάθε φυλακή, σε κάθε κελί… Η παραμετροποίηση των όρων ασφαλείας αποτελεί το λειτούργημα των ιθυνόντων της κάθε φυλακής και κατ’ επέκταση του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Σε καμία περίπτωση όμως δεν επιτρέπεται η εργαλειοποίηση της ασφάλειας σε βάρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας

«Μία περίπτωση μαθητή που να σας έχει μείνει έντονα χαραγμένη μέσα σας και θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;»

«Βαρυποινίτης, με χαμηλό γραμματικό επίπεδο και συμπεριφορά άγρια, μεταμορφώθηκε πραγματικά αφού δεν είχε σχέση με εκπαιδευτική διαδικασία. Εκδήλωσε στην πορεία ιδιαίτερα στοιχεία ενδιαφέροντος για μάθηση, συμμετείχε σε θεατρική παράσταση με ιδιαίτερο ζήλο (δεν ήξερε τι θα πει θέατρο) και συνεχίζει ως κατ’ ιδίαν διδαχθείς στο Λύκειο

Αναστάσιος Λασπάς

«Εάν πρέπει να αναφερθώ σε μία περίπτωση που είναι βαθιά χαραγμένη στη μνήμη μου, είναι ενός μαθητή ο οποίος ήταν ισοβίτης και είχε διαπράξει τόσο πολλά αδικήματα που θα χρειάζονταν σελίδες για την καταγραφή τους, μου έδειξε φοβερό ενδιαφέρον και σεβασμό κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μου. Όλοι οι μαθητές, όταν έμαθαν ότι ήμουν έγκυος, μου φερθήκαν με φοβερό σεβασμό που τον ίδιο σεβασμό δεν τον δέχτηκα στην κοινωνία από τους ανθρώπους που υποτίθεται ότι δεν έχουν παραβατήσει. Το συγκεκριμένο άτομο, που προανέφερα, καθημερινά μου έφερνε από το κυλικείο της φυλακής να φάω… Σε καμιά περίπτωση δεν μου έφερνε καφέ, αλλά ούτε και με επέτρεπε να παραγγείλω εγώ. Η άποψη του ήταν ότι έχω μέσα μου μία νέα ψυχή που χρειάζεται φαγητό για να αναπτυχθεί και ο καφές ή το αναψυκτικό θα του κάνει κακό. Δεν με άφηνε να βγάζω φωτοτυπίες… Μου έλεγε «εγώ θα βγάλω τις φωτοτυπίες, εσύ ούτε που θα πλησιάζεις το μηχάνημα. Η ακτινοβολία του θα επηρεάσει αρνητικά το μωρό» … Κανείς μαθητής δεν κάπνιζε μπροστά μου … Η περίοδος εκείνη της εγκυμοσύνης μου έχει μείνει πραγματικά χαραγμένη στην μνήμη μου, γιατί τόση προσοχή και τόσο σεβασμό δεν αντιμετώπισα στους ανθρώπους έξω στην κοινωνία. Ανέφερα σε έναν μαθητή την εντύπωση που μου έκανε η συμπεριφορά τους και εκείνος μου απάντησε ότι, όσο είσαι εγκυμονούσα, θα είσαι για εμάς μία «ιέρεια», γιατί θα φέρεις μία νέα ζωή στον κόσμο.»

Αγγελική Γραβάλου

«Θα ήθελα να μοιραστώ, όχι την περίπτωση ενός ατόμου, αλλά την εξής γενικότερη εμπειρία: όταν μαθητές (τυπική εκπαίδευση) ή εκπαιδευόμενοι (ΣΔΕ) «παραδέχονται» τους διδάσκοντες (τις στάσεις, την ποσότητα και ποιότητα του έργου τους, τη σοβαρότητα/τον επαγγελματισμό τους κ.λπ.) και επιθυμούν να αξιοποιήσουν το σχολείο –πέραν των ημερομισθίων και της μείωσης της ποινής- για να μάθουν ή να βελτιωθούν, ενίοτε πετυχαίνουν μικρά αλλά απτά «θαύματα».»

Ηρώ Γώγου

«Ο [..] ισοβίτης, ολοκλήρωσε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης σε φυλακές… Παιδί μόνο κι εγκαταλειμμένο, τριγυρνούσε στους δρόμους, διωγμένο από παντού, από τα 10 του χρόνια, εγκλημάτησε στα 17 του. Όταν ήρθε με μεταγωγή στο Α.Κ.Κ.Κ. υπολείπονταν ακόμη 5 χρόνια ποινής. Με την ίδρυση του Δ.Ι.Ε.Κ. άδραξε αμέσως την ευκαιρία και φοίτησε στην πρώτη και μόνη ειδικότητα που υπήρχε τότε … αποφοίτησε από αυτήν και πήρε ΒΕΚ (Βεβαίωση Επαγγελματικής Κατάρτισης). Αμέσως γράφτηκε στην ειδικότητα … αποφοίτησε από αυτήν και όταν ήρθε η αποφυλάκισή του παρακολουθούσε επιτυχημένα το Γ΄ εξάμηνο τρίτης ειδικότητας. Ενώ περίμενε έξω από την πύλη το ταξί για να τον πάρει προς την ελευθερία του, είδε ότι έφευγα με το αυτοκίνητο. Με σταμάτησε και μου είπε «κα Μαριάννα θα μου στείλετε βεβαίωση φοίτησης για να συνεχίσω την ειδικότητα σε Δ.Ι.Ε.Κ. έξω;».. Αυτός, όχι μόνο κάνει πράξη τη δια βίου μάθηση σκέφτηκα, του έγινε δεύτερη φύση! Αλλά έχει και πολλά προσόντα… «Θα τα καταφέρεις του είπα» … Φυσικά του ευχήθηκα. «Καλή κοινωνία παλληκάρι».. τον αποχαιρέτησα και τον καθησύχασα ότι θα είμαστε σε επαφή: «..Να προσέχεις. Να αποφεύγεις τις κακοτοπιές.. να αγαπάς τον εαυτό σου.. Θα μου λείψεις. Όλα μου τα χρόνια στη φυλακή τα περάσαμε μαζί, το τηλέφωνο του σχολείου το ξέρεις!!..» του είπα και μόλις βγήκα από τη φυλακή, κι είδα τη σκιά του να απομακρύνεται πίσω μου ξέσπασα σε κλάματα.»

Μαριάννα Δουλγερίδου

«Ο μαθητής για τον οποίο θα ήθελα να σας μιλήσω είναι ο […]. Στα 24 του χρόνια είναι ήδη 8 χρόνια έγκλειστος με βαριά ποινή ακόμα. Πολύ έξυπνος και προικισμένος άνθρωπος, αλλά από μικρός έμαθε να διοχετεύει τα ταλέντα του σε παραβατικές συμπεριφορές και ανεξέλεγκτες συναναστροφές. Τα καλά στοιχεία του χαρακτήρα του, προφανώς διδάγματα και της οικογένειάς του, φαίνονταν όταν ορισμένες φορές ξεπέρασε τα όρια, ακόμα και στο προστατευτικό πλαίσιο του σχολείου, και το μετάνιωσε ζητώντας ειλικρινή συγγνώμη. Ήταν τόσο προφανές για μένα ότι είχα να κάνω όχι με έναν ενήλικο 24 ετών, αλλά με έναν έφηβο στα 14-15 του (σαν να τον έβλεπα λίγο πριν συλληφθεί) που φωνάζει για βοήθεια, για γονεϊκές φιγούρες δίπλα του και αναζητά με απελπισία κάποια στήριξη και έναν στόχο. Ελπίζω και εύχομαι η ζωή του να μη γίνει πιο δύσκολη.»

Ευαγγελία Τίγκα

«Περιπτώσεις τέτοιες υπάρχουν πολλές και αποτελούν το δικό μας «καύσιμο» στη μεγάλη διαδρομή μας. Κορυφαία θεωρώ ωστόσο περίπτωση μαθητή που εναγωνίως αιτούνταν την αναβολή (!!!) του εφετείου του, προκειμένου να ολοκληρώσει τον Κύκλο Σπουδών του ώστε να αποφοιτήσει και να λάβει το απολυτήριό του. Σήμερα 15 χρόνια μετά είναι ένας εξαίρετος οικογενειάρχης και δραστήριος ελεύθερος επαγγελματίας […].»

Νίκος Αρμένης

«Τον [..] τον γνωρίσαμε κάπου τον Οκτώβρη πριν από μία 7ετία περίπου. Διστακτικός, σκεπτικός και στεναχωρημένος. Από την πρώτη στιγμή συμμετείχε στις δραστηριότητες του σχολείου. Κατάφερε να εγγραφεί και παρακολουθούσε ανελλιπώς τα μαθήματα. Μάλιστα ξεκίνησε να γράφει και τις σκέψεις του για διάφορα θέματα με την ενθάρρυνση της φιλολόγου. Και απεδείχθη ότι ήταν πολυγραφότατος. Σε συζητήσεις μαζί του υποστήριζε ότι το μολύβι και το χαρτί ήταν οι καλύτεροί του φίλοι και το «φάρμακό» του μέσα στη φυλακή. Σε όλες τις σχολικές δραστηριότητες έβαζε τη σφραγίδα του με κείμενα και ποιήματα. Τελείωσε το Γυμνάσιο και εξακολουθούσε να έρχεται και την επόμενη χρονιά με μία προθυμία φοβερή. Την τελευταία μέρα πριν φύγει για τον Αυλώνα για να συνεχίσει στο Λύκειο ζήσαμε μία πολύ συγκινητική στιγμή. Μπαίνει στο γραφείο και αφού μας αναφέρει τη μεταγωγή του λέει χαρακτηριστικά: “κανείς δεν θα το πιστέψει όπου κι αν το πω, αλλά εγώ ένιωσα ότι με αγαπάτε. Μπήκα στη φυλακή και περίμενα τα χειρότερα, αλλά εσείς μου δείξατε τόση αγάπη που δεν υπάρχει. Σας ευχαριστώ.” Άφησε μία μεγάλη παρακαταθήκη σε ποιήματα και κείμενα τα οποία απαγγέλλονται σε γιορτές και χρησιμοποιούνται ως παράλληλα κείμενα στη λογοτεχνία. Από ό,τι μάθαμε προετοιμάζεται για να δώσει πανελλαδικές και να δώσει στον εαυτό του μία ευκαιρία

Ιωάννης Φόβος

«Ποιο είναι το δικό σας μήνυμα προς την κοινωνία;»

«Η κοινωνία δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι εκεί υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι χρήζουν βοήθειας, έτσι ώστε να επανενταχθούν κι αυτό θα αποβεί και σε όφελος εντέλει της ίδιας. Η εκκλησία είναι ο μόνος ίσως θεσμικός φορέας που συγχωρεί αλλά πέραν της θρησκευτικής στήριξης και ελεημοσύνης δεν προχωρά στο κομμάτι επανένταξη. Μόνο μέσα από το σχολειό και την εσκεμμένη εμπλοκή των τοπικών παραγόντων, τη διάχυση των δράσεων των εκπαιδευόμενων, θα εξασφαλίσουμε τόσο την ευαισθητοποίηση φορέων και την κινητοποίηση της Πολιτείας σε θέματα επανένταξης. Ο δρόμος είναι μακρύς και στρωμένος με αγκάθια…»

Αναστάσιος Λασπάς

«Ως μήνυμα στην κοινωνία θα μπορούσα να αναφέρω ότι όλοι οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη για μία δεύτερη ευκαιρία. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν παραβατήσει, έχουν πληρώσει με τη στέρηση της ελευθερίας τους για το αδίκημα τους και θέλουν να επανενταχθούν. Ας τους βοηθήσουμε να βρουν ξανά τον δρόμο τους.»

 Αγγελική Γραβάλου

«Η εκπαίδευση στις φυλακές είναι επιβεβλημένη ως απολύτως απαραίτητη

Ηρώ Γώγου

«Ο ανθρωπιστικός και δημοκρατικός χαρακτήρας μίας κοινωνίας εν πολλοίς κρίνεται και από τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφέρεται στους κρατούμενούς της. Η εκπαίδευση στις φυλακές μπορεί να ανοίξει παράθυρα στην ελευθερία της σκέψης και της έκφρασης, καθιστά τον χρόνο κράτησης δημιουργικό, ενώ ταυτόχρονα ανοίγει δρόμους για την αλλαγή στάσης ζωής και το μέλλον των κρατούμενων συμπολιτών μας. Οραματίζομαι μία κοινωνία που να συγχωρεί, να αγαπά, να ανέχεται και όχι να εκδικείται.»

Μαριάννα Δουλγερίδου

«“Ouvrir une école, c'est fermer une prison”, δηλαδή το να ανοίγει ένα σχολείο, σημαίνει ότι κλείνει μία φυλακή, είχε πει ο Victor Hugo. Κι αφού η φυλακή υπάρχει και κλείνει μέσα της ένα σχολείο, ας το διαφυλάξουμε όσο μπορούμε γιατί είναι πολύτιμο, σαν το κοχύλι που μέσα του κρύβει ένα μαργαριτάρι

Ευαγγελία Τίγκα

 «Ο διάλογος μεταξύ των μελών του προσωπικού, μεταξύ του προσωπικού και των κρατουμένων, και μεταξύ των ίδιων των κρατουμένων όταν υπάρχει και βελτιώνεται, δημιουργείται μία κοινότητα στην οποία οι κρατούμενοι και το προσωπικό μπορούν να συνυπάρξουν και να συνεργαστούν σε σημαντικά ζητήματα. Αξίζει να επενδύσουμε χρόνο και ενέργεια για να δημιουργήσουμε μία τέτοια κοινότητα όπου όλοι, εκτός από ελάχιστους, ενδεχομένως, που δεν μπορούν να προσεγγιστούν, είναι εφικτό να ευημερήσουν και ένα μέσο για να επιτευχθεί αυτό είναι η εκπαίδευση με την ευρεία έννοιά της

Ιωάννης Φόβος

«Η αλήθεια είναι πως η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας είναι δίπλα μας στον δύσκολο αγώνα μας. Αναλαμβάνουμε πλήρως τη δέσμευση ως δάσκαλοι στις φυλακές να ισχυροποιήσουμε το αποτύπωμα του Σχολείου στην καθημερινότητα όλων των κρατουμένων. Ο δρόμος είναι μακρύς, αλλά είμαστε ακόμα εδώ για να τον περπατήσουμε, όσα παπούτσια κι αν χαλάσουμε…..»

Νίκος Αρμένης

Γενικά συμπεράσματα

Είναι αδιαμφισβήτητος ο πλούτος των πληροφοριών και προτάσεων που αντλούνται από αυτές τις προσωπικές μαρτυρίες των εκπαιδευτικών για την ιδιαίτερα απαιτητική και γεμάτη προκλήσεις διαδικασία της εκπαίδευσης των κρατουμένων. Οι άνθρωποι αυτοί είναι οι πλέον αρμόδιοι να εστιάσουν στα θετικά σημεία του συστήματος και να εντοπίσουν εκείνες τις ελλείψεις και αδυναμίες της σωφρονιστικής πολιτικής που δυσχεραίνουν το έργο τους, ενώ πολλές φορές μέσα από τον λόγο τους αντανακλάται η φωνή των ίδιων των μαθητών-κρατουμένων που προσπαθούν να επικοινωνήσουν με τον έξω κόσμο. Γι’ αυτούς τους λόγους, το προσωπικό των εκπαιδευτικών μονάδων μέσα στις φυλακές θα πρέπει να αποτελεί έναν από τους πολυτιμότερους συμβούλους για τους αρμόδιους φορείς αντεγκληματικής πολιτικής στην προσπάθεια τους για εξεύρεση και εφαρμογή αποτελεσματικών μέτρων και λύσεων στα υπάρχοντα προβλήματα. Ίσως τότε να καταφέρουμε να κάνουμε μερικά βήματα προς μια κοινωνία περισσότερο δίκαιη, ελεύθερη και φωτεινή.

*Εικόνα άρθρου: joshflergant on pixobay