ΤΕΥΧΟΣ #22 ΜΑΡΤΙΟΣ 2024

Ξέρατε ότι όσα αδικήματα δεν καταγγέλλονται αποτελούν τον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας;

Αγγελική Πεπόνη, υπ. Δρ.

Η εικόνα της εγκληματικότητας διαμορφώνεται βάσει των αδικημάτων που καταγγέλλονται και ακολουθούν τη νόμιμη οδό. Τι συμβαίνει όμως με όσα αδικήματα δεν αποτελούν μέρος αυτής της φανερής εγκληματικότητας; Το παρόν άρθρο πραγματεύεται τον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας, τους παράγοντες ενίσχυσής του και τον ρόλο του στη διαμόρφωση αντεγκληματικής πολιτικής.

Η  εικόνα της εγκληματικότητας διαμορφώνεται βάσει των επίσημων δεδομένων που προκύπτουν από δικαστικές, αστυνομικές και σωφρονιστικές στατιστικές[1]. Η εικόνα αυτή αφορά τα καταγγελθέντα αδικήματα, δηλαδή όσα φθάνουν στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης με τη μορφή καταγγελιών και ακολουθούν τη νόμιμη οδό.

Η προαναφερθείσα αποτύπωση της εγκληματικότητας αποτελεί την φανερή εγκληματικότητα. Σε αυτό το σημείο, λογικά προκύπτει το ερώτημα: τι συμβαίνει με όσα αδικήματα δεν καταγράφονται, δεν καταγγέλλονται και άρα δεν αποτελούν μέρος της φανερής εγκληματικότητας; Η απάντηση βρίσκεται στον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας[2].

Ορισμός του σκοτεινού αριθμού εγκληματικότητας

Ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας (dark figure of crime/ hidden number of crime/ invisible crime) αποτελεί εκείνη την πλευρά της εγκληματικότητας που δεν γνωστοποιείται ούτε καταγράφεται, άρα δεν συμπεριλαμβάνεται στην επίσημη καταγραφή του συνόλου των εγκλημάτων. «Όσα εγκλήματα δεν δηλώνονται, με απόρροια να μην εισάγονται στο σύστημα απονομής της δικαιοσύνης, συνιστούν τον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας»[3].

Όπως συμβαίνει σε αρκετές περιπτώσεις επιστημονικών εννοιών, έτσι και στην προκειμένη περίπτωση, ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας έχει αποτελέσει αντικείμενο επιστημονικής διερεύνησης και εννοιολογικής προσέγγισης[4].  Συχνά παρομοιάζεται με παγόβουνο: η κορυφή του παγόβουνου που είναι ορατή πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας αποτελεί την φανερή εγκληματικότητα και το μέρος που βρίσκεται βυθισμένο μέσα στη θάλασσα, αποτελεί τον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας, μέρος το οποίο είναι εμφανώς μεγαλύτερο από το μέρος της φανερής εγκληματικότητας που βρίσκεται στην επιφάνεια της θάλασσας. Η εγκληματικότητα, λοιπόν, αποτελείται από την φανερή εγκληματικότητα και από τον σκοτεινό αριθμό αυτής, συνθέτοντας το σχήμα ενός παγόβουνου.

Σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας και κατηγορίες αδικημάτων

Δεν μπορεί να υποστηριχθεί η άποψη πως κάποια κατηγορία εγκλημάτων εξαιρείται από τον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας. Όπως είναι λογικό, σε όλες τις εγκληματικές κατηγορίες υπάρχει η σκοτεινή, μη φανερή πλευρά, εφόσον υπάρχουν περιστατικά που δεν έχουν εισαχθεί στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης.

Κάποιες από τις κατηγορίες αδικημάτων που ξεχωρίζουν στη συζήτηση για τον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας είναι το οικονομικό έγκλημα, το οργανωμένο έγκλημα, η διαφθορά, το ηλεκτρονικό έγκλημα, η εμπορία προσώπων (human trafficking), τα εγκλήματα μίσους, η ενδοοικογενειακή βία, τα σεξουαλικά εγκλήματα και οι γυναικοκτονίες[5].

Φωτογραφία από https://www.koutipandoras.gr/article/i-endooikogeneiaki-bia-kai-o-skoteinos-arithmos-egklimatikotitas/

Παράγοντες αύξησης/ενίσχυσης του σκοτεινού αριθμού εγκληματικότητας

Υπάρχει πλειάδα παραγόντων που επηρεάζουν την εικόνα της εγκληματικότητας και αυξάνουν τον σκοτεινό αριθμό αυτής. Οι βασικότεροι αναφέρονται και αναλύονται ακολούθως.

1. Φόβος αντιποίνων

Σε πολλές περιπτώσεις αδικημάτων, το θύμα δεν καταγγέλλει την αξιόποινη πράξη την οποία έχει υποστεί, παρότι μπορεί να του έχει προκαλέσει υλική ή ψυχική βλάβη[6]. Παρότι το θύμα μπορεί να επιθυμεί να στραφεί προς τις αρχές για να καταγγείλει το έγκλημα και να απονεμηθεί δικαιοσύνη, συχνά δεν προχωρά στην υποβολή καταγγελίας λόγω του αισθήματος του φόβου[7]. Ιδιαίτερα εξαιτίας της ευαλωτότητας που αισθάνεται, το θύμα προτιμά να μην προχωρήσει στην καταγγελία, αφού φοβάται την κλιμάκωση των ενεργειών από την πλευρά του δράστη. Με τον τρόπο αυτό, αδικήματα δεν καταγγέλλονται, δεν καταγράφονται και δεν συμπεριλαμβάνονται στην επίσημη εικόνα της εγκληματικότητας, ενισχύοντας την σκοτεινή πλευρά του αριθμού της εγκληματικότητας. Ιδιαίτερα σε περιστατικά όπως αυτά της έμφυλης βίας και της ενδοοικογενειακής κακοποίησης, ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας είναι μεγαλύτερος λόγω της διαπροσωπικής σχέσης θύματος και δράστη[8]. Η ίδια η σχέση των δύο είναι εκείνη που προκαλεί φόβο στο θύμα, το οποίο δεν τολμά να καταγγείλει το αδίκημα ώστε να μην υποστεί τις συνέπειες από την πλευρά του δράστη, όταν εκείνος το ανακαλύψει.

2. Άποψη περί αναποτελεσματικότητας της δικαιοσύνης

Πέραν του φόβου των αντιποίνων, τα θύματα συχνά δεν καταγγέλλουν τα αδικήματα που έχουν υποστεί εξαιτίας των προσωπικών πεποιθήσεων τους για τον θεσμό της δικαιοσύνης[9]. Ειδικότερα, σε ορισμένες περιπτώσεις τα θύματα θεωρούν πως το σύστημα απονομής δικαιοσύνης δεν θα αφιερώσει τον απαιτούμενο χρόνο στην υπόθεσή τους, ενώ πιστεύουν πως δεν θα προχωρήσει η νόμιμη διαδικασία στη σύλληψη του δράστη ή στην καταπολέμηση παρόμοιων περιστατικών[10]. Ως αποτέλεσμα, τα θύματα προτιμούν να αποσιωπούν τα περιστατικά που έχουν υποστεί, μη γνωρίζοντας ή μη συνειδητοποιώντας πως ενισχύουν τον σκοτεινό αριθμό εγκληματικότητας.

3. Απουσία εμπιστοσύνης προς τις επίσημες αρχές

Σε συνδυασμό με τη θέση των θυμάτων για την αναποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης, τα θύματα συχνά δεν εμπιστεύονται τις αρχές και δεν προβαίνουν στην καταγγελία ενός αδικήματος[11]. Λόγω της απουσίας εμπιστοσύνης προς τις αρχές και θεωρώντας πως δεν θα ικανοποιηθεί το αίσθημα δικαιοσύνης των ιδίων, τα θύματα προτιμούν να μην ακολουθήσουν τη νόμιμη οδό και να αποσιωπήσουν το έγκλημα, γεγονός που συνδέεται άμεσα με την εικόνα που έχουν τα θύματα για το σύστημα απονομής δικαιοσύνης.

4. Μη απόδοση σημασίας στην εγκληματική πράξη (δεν θεωρούν έγκλημα το περιστατικό ή όχι τόσο σοβαρό)

Συχνά τα άτομα που έχουν βιώσει μία εγκληματική πράξη δεν προχωρούν σε επίσημη καταγγελία σχετικά με το περιστατικό, επειδή βάσει της δικής τους αντίληψης και του αξιακού τους συστήματος η πράξη αυτή δεν υπολαμβάνεται ή δεν αξιολογείται ως έγκλημα[12]. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το θύμα δεν αντιλαμβάνεται την πράξη ως εγκληματική[13] και δεν προχωρά στην καταγγελία, είτε γιατί έχει εσωτερικεύσει την ταυτότητα του θύματος και θεωρεί πως το ίδιο ευθύνεται, είτε γιατί εσφαλμένα θεωρεί πως η εν λόγω πράξη δεν χαρακτηρίζεται ως αξιόποινη[14].

5. Δευτερογενής θυματοποίηση[15]

Δύο είδη θυματοποίησης εντοπίζονται: η πρωτογενής και η δευτερογενής θυματοποίηση. Η πρωτογενής είναι η πρώτη αλληλεπίδραση δράστη–θύματος, δηλαδή η διάπραξη του εγκλήματος. Η δευτερογενής είναι η επαναθυματοποίηση του θύματος εξαιτίας του μειωτικού τρόπου αντιμετώπισής του από τις επίσημες αρχές ή από το κοινωνικό του περιβάλλον, επιρρίπτοντας του ευθύνες ή αναβιώνοντας την εγκληματική πράξη με σχετικές συζητήσεις ή αναφορές[16]. Σημαντικό ρόλο στη διαδικασία απονομής δικαιοσύνης, αλλά και στην αντιμετώπιση των θυμάτων διαδραματίζει η δευτερογενής θυματοποίηση[17]. Το θύμα καλείται να αναβιώσει το τραύμα της θυματοποίησής του κατά την καταγγελία και κατά την εξέτασή του από τις αρχές, με αποτέλεσμα να οδηγείται στην μη καταγγελία του αδικήματος, επιθυμώντας να αποφύγει το δυσάρεστο αίσθημα της αναβίωσης της θυματοποίησής του, αλλά και το ενδεχόμενο να θυματοποιηθεί δευτερογενώς σε περίπτωση που οι αρχές αναζητήσουν ευθύνες για την θυματοποίησή του στο ίδιο το θύμα. Η άποψη του θύματος περί αναποτελεσματικότητας της δικαιοσύνης, η απουσία εμπιστοσύνης του στις επίσημες αρχές, αλλά και η ντροπή που αισθάνεται, οδηγούν το θύμα να αποκρύπτει την αξιόποινη πράξη, συμβάλλοντας στην αύξηση του σκοτεινού αριθμού εγκληματικότητας[18].

Ο ρόλος του σκοτεινού αριθμού εγκληματικότητας στη χάραξη αντεγκληματικής πολιτικής

Όπως γίνεται κατανοητό, ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τη χάραξη αντεγκληματικής πολιτικής, αλλά και την αποτελεσματικότητα αυτής. Έχοντας μία ψευδή εικόνα της εγκληματικότητας, οι στρατηγικές που χαράσσονται και τα μέτρα που σχεδιάζονται και εφαρμόζονται δεν είναι και δεν θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικά, αφού σχεδιάζονται με βάση δεδομένα τα οποία δεν ισχύουν.

Επειδή η αντεγκληματική πολιτική βασίζεται σε επίσημες στατιστικές για να διαμορφώσει τη δράση της, δηλαδή στην φανερή εγκληματικότητα, παραγνωρίζει ένα μεγάλο κομμάτι της πραγματικής εγκληματικότητας που βρίσκεται στον σκοτεινό αριθμό της. Ως συνέπεια αυτού, η αντεγκληματική πολιτική που χαράσσεται δεν επιλύει τα πραγματικά προβλήματα, παρά μόνο όσα συνδέονται με καταγγελίες στις αρχές, εξαιρώντας όλες εκείνες τις πράξεις που δεν κατόρθωσαν ποτέ να υποβληθούν ενώπιον της δικαιοσύνης.

Ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στη μελέτη, πρόληψη και αντιμετώπιση του εγκλήματος. Συγκεκριμένοι τύποι ερευνών, όπως οι θυματολογικές[19] και οι αυτοομολογούμενης ενοχής[20] από την πλευρά των δραστών[21], μπορούν να βοηθήσουν στη μείωση του σκοτεινού αριθμού εγκληματικότητας.

Συμπερασματικά

Το εγκληματικό φαινόμενο αποτελεί ένα πολυσχιδές και πολυπαραγοντικό φαινόμενο, το οποίο χρήζει συνεχούς μελέτης και διερεύνησης, στοχεύοντας στην πρόληψη εγκλημάτων και στην αντιμετώπιση τους. Ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας αποτελεί μία βασική και δύσκολα διαχειρίσιμη πλευρά της εγκληματικότητας, η οποία επηρεάζει το σύνολο της εγκληματικότητας αλλά και όλων των μέτρων που λαμβάνονται για τη διαχείρισή της.

Πέραν της εσφαλμένης ή ημιτελούς άποψης που διατηρούν οι πολίτες για την εγκληματικότητα, ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας μαρτυρά την στάση των θυμάτων να μην αποταθούν στη δικαιοσύνη και να φέρουν το βάρος της θυματοποίησης, συχνά χωρίς να έχουν επικοινωνήσει το συμβάν ούτε με το εγγύτερο κοινωνικό τους περιβάλλον. Με την καταγγελία των εγκλημάτων σημειώνεται διττή επιτυχία στην αντιμετώπιση της εγκληματικότητας: ο σκοτεινός αριθμός εγκληματικότητας μειώνεται και τα θύματα μιλούν για τη θυματοποίησή τους, γεγονός που θα αποτελέσει το έναυσμα για μία δύσκολη, αλλά λυτρωτική διαδρομή.

Αγγελική Πεπόνη, Κοινωνιολόγος – ΜΔΕ Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου – Υποψήφια διδάκτωρ τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού Παντείου Πανεπιστημίου

* Φωτογραφία από https://www.lawspot.gr/nomika-nea/teleio-egklima-o-skoteinos-arithmos-tis-egklimatikotitas

[1] Τσίγκανου Ιωάννα (2016). ‘‘Η στατιστική αποτύπωση του εγκληματικού φαινομένου στη σύγχρονη Ελλάδα’’, Ηλεκτρονικό περιοδικό ‘‘The art of crime’’, Ανακτήθηκε από https://theartofcrime.gr/%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B1%CF%80%CE%BF%CF%84%CF%8D%CF%80%CF%89%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CE%B3%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9/  - διαδικτυακά προσπελάσιμο στις 02/10/2023

[2] Βλάχου Βασιλική (2005), Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, Εκδόσεις Έλλην, σελ.76

[3] McLaughlin Εugene & Muncie John  (2001), The Sage Dictionary of Criminology – hidden crime, Sage Publications, σελ. 141-143

[4] Φαρσεδάκης Ιάκωβος (2005) Στοιχεία εγκληματολογίας, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 46

[5] Δες περισσότερα σε: Τσίγκανου Ιωάννα (2016). ‘‘Η στατιστική αποτύπωση του εγκληματικού φαινομένου στη σύγχρονη Ελλάδα’’, Ηλεκτρονικό περιοδικό ‘‘The art of crime’’, Ανακτήθηκε από https://theartofcrime.gr/%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%84%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%B1%CF%80%CE%BF%CF%84%CF%8D%CF%80%CF%89%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CE%B3%CE%BA%CE%BB%CE%B7%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9/  - διαδικτυακά προσπελάσιμο στις 02/10/2023

& Πετράκη Γεωργία -  επιμέλεια (2020), Γυναικοκτονίες: διαπιστώσεις, ερωτήματα και ερωτηματικά – Οι γυναικοκτονίες είναι αόρατοι φόνοι, Εκδόσεις Gutenberg, σελ. 24-25

[6] Βλάχου Βασιλική (2005) Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, Εκδόσεις Έλλην, σελ.76-79

[7] Βλάχου Βασιλική (2005) Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, Εκδόσεις Έλλην, σελ.87

[8] Ζαραφωνίτου Χριστίνα (2004), Εμπειρική Εγκληματολογία, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 270

[9] Βλάχου Βασιλική (2005) Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, Εκδόσεις Έλλην, σελ.79

[10] Αρτινοπούλου Βασιλική & Μαγγανάς Αντώνης (1996), Θυματολογία και όψεις θυματοποίησης, Εκδόσεις Νομικής Βιβλιοθήκη, σελ. 56-57

[11] Βλάχου Βασιλική (2005) Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, Εκδόσεις Έλλην, σελ.32

[12] Αρτινοπούλου Βασιλική & Μαγγανάς Αντώνης (1996), Θυματολογία και όψεις θυματοποίησης, Εκδόσεις Νομικής Βιβλιοθήκη, σελ. 56-57

[13] Αρντινοπούλου Βασιλική (2006), Ενδοοικογενειακή κακοποίηση γυναικών, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 112

[14] Βλάχου Βασιλική (2005) Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, Εκδόσεις Έλλην, σελ.88

[15] Βλάχου Βασιλική (2005) Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, Εκδόσεις Έλλην, σελ.32

[16] European Institute of Gender Equality, Glossary and Thesaurus, Secondary Victimisation, Ανακτήθηκε από https://eige.europa.eu/publications-resources/thesaurus/terms/1248?lang=el -  διαδικτυακά προσπελάσιμο στις 03/11/2023

[17] Βλάχου Βασιλική (2005) Η αντιμετώπιση της σωματικής βίας κατά των γυναικών από το σύστημα απονομή της ποινικής δικαιοσύνης, Εκδόσεις Έλλην, σελ.87

[18] Αρτινοπούλου Βασιλική & Μαγγανάς Αντώνης (1996), Θυματολογία και όψεις θυματοποίησης, Εκδόσεις Νομικής Βιβλιοθήκη, σελ. 57

[19] Αρτινοπούλου Βασιλική & Μαγγανάς Αντώνης (1996), Θυματολογία και όψεις θυματοποίησης, Εκδόσεις Νομικής Βιβλιοθήκη, σελ. 38-40

[20] Ζαραφωνίτου Χριστίνα (2004), Εμπειρική Εγκληματολογία, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 44-46

[21] Μπάλα Φωτεινή (επιμέλεια). (2023), ‘‘Το τέλειο έγκλημα, ο σκοτεινός αριθμός της εγκληματικότητας’’, Ιστοσελίδα ‘‘Lawspot’’, Ανακτήθηκε από  https://www.lawspot.gr/nomika-nea/teleio-egklima-o-skoteinos-arithmos-tis-egklimatikotitas - διαδικτυακά προσπελάσιμο στις 02/10/2023