Μία απόπειρα μελέτης της αξιοποίησης των δημόσιων τοιχογραφιών (“Street Art”): ένα μήνυμα προς αφύπνιση των πολιτών για την κλιματική, περιβαλλοντική κατάσταση του πλανήτη
Σε προηγούμενο άρθρο για τους μύθους που έχουν κατακλύσει σχεδόν από το 2015, τη σύγχρονη – συνεχώς εξελισσόμενη - τάση του “Graffiti”, εκείνης της “Street Art”, υπό τη μορφή συνηθισμένων προτάσεων βάσει σχετικής ξενόγλωσσης βιβλιογραφίας, η υποφαινόμενη είχε υποστηρίξει τις εναλλακτικές απαντήσεις. Ανάμεσα σε αυτές, ο 4ος μύθος αφορούσε τον εξής προβληματισμό – πρόταση που διαχέεται σήμερα όλο και περισσότερο σε σχέση με τη “Street Art” : «Η “Street Art” καταστρέφει το περιβάλλον, υποβαθμίζει την εκάστοτε περιοχή και υποβοηθά στην εμφάνιση εγκληματικών πράξεων».
Η αφορμή παραμένει: στο πολυσυζητημένο άρθρο των Wilson και Kelling[1] όπου σε συνδυασμό με τη θεωρία της «καθημερινής δραστηριότητας» του Eck[2] υποστηρίζεται, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η “Street Art” από την αρχή πρέπει να αντιμετωπίζεται και να τίθεται σε συζήτηση υπό δεδομένη βάση: μόνο ως κοινωνική συμπεριφορά που καταστρέφει, μη ανεκτή από την κοινωνία και την πόλη που ως χώρος (επι)βίωσης των κοινωνών σχηματοποιεί την οπτική της καθημερινότητάς τους. Δυστυχώς, δεν πρόκειται μόνο γι’ αυτά τα άρθρα που θέλουν τη Street Art να ταυτίζεται με την καταστροφή και να υπολογίζεται, κατ’ επέκταση, ως παράγων ώθησης άλλων εγκληματικών ενεργειών.
Η Επιστήμη της Εγκληματολογίας από τη θεμελίωσή της ως Επιστήμη, είχε και έχει αποδείξει μέχρι σήμερα ότι για κάθε εσωτερικό ή εξωτερικό παράγοντα, που, εν δυνάμει, μπορεί να ασκήσει έντονη συνειδητή ή και υποσυνείδητη επίδραση στην ανθρώπινη υπόσταση, αντιστοιχεί ένα επιμέρους επιστημονικό ρεύμα, όπως για παράδειγμα, οι ψυχολογικοί παράγοντες (συναισθήματα) που παίζουν κομβικό ρόλο στην απόφαση ή μη απόφαση εγκληματικής ενέργειας αντιστοιχούν στον κλάδο της (Κλινικής) Ψυχολογίας. Ταυτοχρόνως, με την πάροδο των εποχών και των αιώνων, οι παράγοντες αυτοί μελετήθηκαν με τόσο μοναδικό ή αλλιώς εξειδικευμένο τρόπο από επιστήμονες με διανοητική ματιά προοπτικής όπου έφτασαν στο σημείο να εξελιχθούν σε απαραίτητα «Παραδείγματα» (με την έννοια που έχει αποδώσει ο Kuhnσε αυτή τη λέξη)[3] για την ίδια τη διεπιστημονική σύνθεση της Εγκληματολογίας.
Κάτω υπό αυτό το πρίσμα συλλογιστικής πορείας, όπως η κατηγοριοποίηση των ψυχολογικών παραγόντων από επιστήμονες έπαιξαν κομβικό ρόλο στην κατανόηση, και ανάλυση της ανθρώπινης συμπεριφοράς σε καταστάσεις της καθημερινής ζωής, έτσι και η συνεχόμενη εναλλαγή και επέκταση του σχήματος της πόλης με την ανάπτυξη δικτύων (συγκοινωνίας και ανθρώπινων δικτύων) - παραμερίζοντας το φυσικό περιβάλλον με την κατασκευή όλων και περισσότερων κτιρίων - έπαιξε κομβικό για την έκφραση των καλλιτεχνών επί τοίχου: λεκτικής και μη επικοινωνίας μέσω της Ζωγραφικής.
Η μελέτη της επίδρασης που ασκεί το αστικό τοπίο στον άνθρωπο προσδιόρισαν πιο συγκεκριμένα τη δημιουργία ενός επιστημονικού ρεύματος: της λεγόμενης «Περιβαλλοντικής Εγκληματολογίας»[4], η οποία μπορεί να μας δώσει ένα αρχικό πλαίσιο μελέτης αλλά όχι αρκετό και σύγχρονο. Η δημιουργία αυτού του κλάδου έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι η ύπαρξη κτιρίων εντός φυσικών, πράσινων ορίων περιόρισε την ανάπτυξη και τη ζωή άλλων, μη ανθρώπινων, οργανισμών.
Βέβαια, η Περιβαλλοντική Εγκληματολογία επικεντρώνεται ειδικότερα στον συνδυασμό του εγκληματία με τον χωρικό παράγοντα, τον τόπο προετοιμασίας, πορείας και τέλεσης εγκληματικής πράξης. Όπως έχει αναφερθεί και στο προηγούμενο άρθρο, δεν υπάρχει διαχωρισμός στο ελληνικό Ποινικό Δίκαιο αλλά και νόμων άλλων χωρών μεταξύ του βανδαλισμού με την έννοια της καταστροφής όπου και τιμωρείται ποινικώς και της Street Art, της οποίας η ταυτότητα είναι πολυσύνθετη. Αυτό σημαίνει ότι εφ’ όσον δεν υφίσταται άλλο πλαίσιο ή τροποποίηση αυτού, η Street Art περιλαμβάνεται στα προς μελέτη φαινόμενα της Εγκληματολογίας.
Όμως, υπό το πλαίσιο της Περιβαλλοντικής Εγκληματολογίας και της Οπτικής Κοινωνιολογίας, μπορεί να αντιστραφεί αυτό το αρνητικό πρόσημο και να ληφθούν οι δημόσιες τοιχογραφίες όχι ως καταστρεπτικές για το περιβάλλον και τη φύση αλλά υποβοηθητικές για την αφύπνιση των πολιτών και των κατάλληλων θεσμών με σκοπό τη μεταβίβαση μηνύματος που αφορά την κλιματική αλλαγή. Όχι ως «έγκλημα».
Ο όρος και η έννοια της «απόκλισης» που τείνει προς την κοινωνική ενσωμάτωση ή δρα από μόνη της, πλησιάζει σε αυτήν τη πολυσύνθετη ταυτότητα των καλλιτεχνών της Street Art. Η απόκλιση από τους κανόνες της κοινωνικής ζωής δεν μπορεί να ερμηνεύεται συνεχώς με αρνητικό πρόσημο και με προκαθορισμένη, δεδομένη κατεύθυνση, προς την τέλεση κάποιου εγκλήματος. Ούτως ή άλλως, στον άξονα μελέτης της Περιβαλλοντικής Εγκληματολογίας συμπεριλαμβάνεται ο τρόπος βάσει του οποίου τα άτομα και οι κοινωνικές ομάδες σχηματίζουν – οργανώνουν τις καθημερινές δραστηριότητές τους χωρικά[5]. Συνεπώς, η δημόσια επιλογή – ο δημόσιος χώρος εκ μέρους των καλλιτεχνών μπορεί να συμβολίσει και να στιγματίσει με θετική χροιά χωρικά σημεία των πόλεων, των τόπων όπου τελούνται, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, ευρύτατα.
Παρά ταύτα, δεν έχει πραγματοποιηθεί σχετική έρευνα που να αποδεικνύει πως οι καλλιτέχνες ζουν αποκλειστικά και μόνο από τη Street Art, δηλαδή, έρευνα για το προφίλ τους. Ενέχει ρίσκο μία τέτοια έρευνα ως προς τους ίδιους. Επομένως, δεν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε αυτήν την επιλογή ως μόνιμη καθημερινή δραστηριότητα. Πολλές και γνωστές εγκληματολογικές έρευνες[6] έχουν πραγματοποιηθεί για την ανάδειξη συσχέτισης μεταξύ τόπου και εγκληματικότητας, τόσες - όσες είναι και οι κατηγορίες της.
Σε σχέση και σε αντίθεση με την προηγούμενη αναφορά, προσδιορίζουν ως σημαντική μεταβλητή, σχεδόν όλες, την κοντινή απόσταση μεταξύ του τόπου όπου διαμένουν οι ενδεχόμενοι «δράστες» και του τόπου τέλεσης της «ενέργειάς» τους βάσει της εξής ερευνητικής υπόθεσης: παρακολούθηση γειτονιάς[7] και εκμετάλλευση κάθε δυνατής ευκαιρίας[8] εφ’ όσον και μόνο όταν η επιλογή αυτής της «ενέργειας» αποτελεί μόνιμη δραστηριότητα για αυτούς (που έχει επαναληφθεί αρκετές φορές)[9].
Εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς τις διαφορές μεταξύ των καλλιτεχνών και των παραπάνω «ενδεχόμενων δραστών». Έκτοτε, η Περιβαλλοντική Εγκληματολογία διευρύνθηκε ακόμη περισσότερο, με την εμφάνιση ενός νέου (;) ή εξελικτικού θεωρητικού ρεύματός της που ολοκλήρωσε την παραπάνω εικόνα του ορισμού συμπεριλαμβάνοντας στον ίδιο, εκτός των άλλων, και τη διατύπωση / άσκηση πολιτικών αντιμετώπισης των εγκλημάτων που βλάπτουν το περιβάλλον: η ονομαζόμενη «Πράσινη Εγκληματολογία», όρος που διατυπώθηκε από τον Lynchτο 1990[10], ουσιαστικά, διευρύνει περισσότερο την Περιβαλλοντική διότι εμπλέκει και τα επιχειρηματικά εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος[11].
Στο σημείο αυτό, υπεισέρχεται και ο τομέας του Τουρισμού. Οι τουριστικές επιχειρήσεις, όπως οι μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες τείνουν όλο και πιο συχνά να ενεργούν κατά του περιβάλλοντος με συμβολικό τρόπο αν όχι μόνο με ρεαλιστικό, με την ίδρυση αυτών σε περιοχές που είναι άγονες, παραθαλάσσιες και μη, ανεκμετάλλευτες. Σε ένα μεταγενέστερο επίπεδο, οι τελευταίες μολύνονται από την ανθρώπινη παρέμβαση και πιο συγκεκριμένα από την ανθρώπινη κατανάλωση διαφόρων πλαστικών προϊόντων που συχνά ρίχνονται απερίσκεπτα στις θάλασσες. Ένα από τα πολλά αποτελέσματα αυτής της κατάστασης είναι ο θάνατος αρκετών σπάνιων ειδών ζώων που ζουν εντός της θαλάσσης. Σαφώς, η κατανάλωση και η ρύπανση πλαστικών ειδών δεν περιορίζεται μόνο στη θάλασσα αλλά και σε ορεινές περιοχές όπου εκεί εκτός από αυτά, υφίσταται και το κυνήγι σπάνιων ζώων. Βάσει αυτού του σκεπτικού, η Οικο - λογία ως τρόπος ζωής επιβεβαιώνει τη σημασία της ύπαρξής της.
Υπό αυτό το πνεύμα, μία υποκατηγορία έργων murals (μεγάλων τοιχογραφιών σε δημόσιο χώρο) της Street Art, τα τελευταία χρόνια, επικεντρώνεται όλο και περισσότερο στη γενική πρόληψη μέσω της έμμεσης ενημέρωσης – πληροφορίας (κοινωνικού – οικολογικού μηνύματος διά τοίχου) και ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης σχετικά με τα ζώα υπό εξαφάνιση. Όμως, δεν αρκείται μόνο στην τοιχογραφία. Τα μέρη που επιλέγουν οι καλλιτέχνες να δημιουργήσουν και οι τοίχοι που βάφουν δεν αποτελούν διόλου τυχαία επιλογή, αν και απομακρυσμένη από τον τόπο μόνιμης κατοικίας τους.
Τα μέρη που συνηθίζουν να επιλέγουν έχουν να κάνουν με παλαιότερα ερείπια – κτίρια ή κλειστές επιχειρήσεις όπως π.χ. ξενοδοχεία που σχετίζονται με την προστασία (και μη) του περιβάλλοντος και του πλανήτη και που είχαν κάποια σημασία για την κοινωνία εποχής. Εδώ, η χρήση της φωτογραφικής τεχνικής ως επιστημονικής κάλυψης αυτών των γεγονότων (Οπτική Κοινωνιολογία) μπορεί να επιβεβαιώσει τα ίδια τα γεγονότα[12] τα οποία κάθε άλλο παρά περιβαλλοντικά εγκλήματα δεν μπορούν να χαρακτηριστούν.
Ειδικότερα, καλλιτέχνες της Street Art και όχι της Graffiti σκηνής, όπως ο “WD (WildDrawing)”[13] από το Μπαλί και ο διεθνούς φήμης “BordalloII” από την Πορτογαλία, αφυπνίζουν με τις μεγάλες τοιχογραφίες τους την κοινή συνείδηση για την οικολογία του πλανήτη. Ο πρώτος, το φετινό καλοκαίρι όπως και το 2015, οργάνωσε στο νησί της Νάξου, ένα δικό του Projectπου το ονόμασε «Απείθαρχες Ημέρες» υπό το πλαίσιο του 18ου Φεστιβάλ Νάξου και της εικαστικής έκθεσης “Around and About” που αναπτύσσεται με επίκεντρο τον Πύργο Μπαζαίου. Όπως αναφέρεται, «ο πειραματικός χαρακτήρας τους, η ελεύθερη δημιουργία του καλλιτέχνη και η συνομιλία του με το χώρο [ … ]. Μια επιτόπια εικαστική εγκατάσταση, που για πρώτη φορά παρουσιάζεται στην Ελλάδα σε αυτή τη μορφή: ένας καλλιτέχνης δημιουργεί πολλαπλές τοιχογραφίες σε ένα σημείο μετατρέποντάς το σε μια open gallery»[14].
Μπορεί ο WD να δημιουργεί θεματολογικά, δηλαδή, με θέμα το περιβάλλον, αλλά ο καλλιτέχνης “BordalloII”[15] δημιουργεί αλλιώς: (επανα)χρησιμοποιώντας απορρίμματα δημιουργεί έργα μεγάλης κλίμακας σε όλο τον κόσμο και μεταξύ άλλων θεμάτων, κατασκευάζει ενώνοντας παλαιά ή και βλαβερά για τον ίδιο αντικείμενα με αποτέλεσμα τη σχηματοποίηση, ζώα υπό εξαφάνιση ή που τείνουν προς εξαφάνιση[16]. Συνεπώς, η τεχνο – τροπία του συγκεκριμένου καλλιτέχνη αγγίζει τα όρια του οικολογικού τρόπου ζωής. Ο ίδιος είναι ακτιβιστής, όπως έχει υποστηρίξει.
Όπως αντιλαμβάνεται κανείς, το αντικείμενο μελέτης της Περιβαλλοντικής Εγκληματολογίας, το οποίο έχει διευρυνθεί σήμερα με την Πράσινη Εγκληματολογία, είναι το έγκλημα που προσβάλλει το περιβάλλον και τους οργανισμούς που ζουν εντός του, σύμφωνα πάντα με τον νόμο του 1650/1986[17] που το ορίζει με τις έννοιες «υποβάθμιση» και «ρύπανση». Έγκλημα είναι και ο βανδαλισμός που καταστρέφει, όπως η συνθηματογραφία όπου και αυτή ανά εποχές λειτουργούσε απελευθερωτικά.
Έγκλημα, αντίθετα, δεν είναι η Street Art η οποία προσπαθεί να μεταδώσει τα στίγματα της εποχής, τα κοινωνικά μηνύματα που δεν μπορούν να λεχθούν αλλά να σχεδιαστούν με έναν τρόπο που να είναι οικείος στα βλέμματα των περαστικών του κόσμου. Δηλαδή, δεν υπάρχει μία κοινή γραμμή ως προς την κοινωνική αντίδραση που εγείρει, χαρακτηρίζεται για τον συμβολισμό της και μόνο, συνήθως πραγματώνονται τα μεγάλα έργα της υπό νόμιμο πλαίσιο π.χ. Φεστιβάλ και λόγω ταύτισής της με το Graffitiσήμερα εμπερικλείεται στον ποινικό όρο του βανδαλισμού και στον περιβαλλοντικό όρο της «βρωμιάς». Αντιστρόφως, λοιπόν: πρόκειται για πολιτιστικό αποτύπωμα της πόλης που «γεννά» την εποχή.
* Η Κωνσταντίνα - Μαρία Κωνσταντίνου είναι Κοινωνιολόγος, ΜΔΕ Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου.
[1]https://www.theatlantic.com/magazine/archive/1982/03/broken-windows/304465/, Kelling G. L. & Wilson J. Q., “Broken Windows. Thepoliceandneighborhoodsafety”, TheAtlantic, March, 1982.
[2]Sampson R., Eck E., Dunham J., “Super controllers and crime prevention: A routine activity explanation of crime prevention success and failure”, Security Journal, Macmillan Publishers Ltd., 23, 1, 2010, σελ. 37 – 51.
[3]Kuhn T. S., “The Structure Of Scientific Revolutions”, The University Of Chicago Press, Chicago, 1970.
[4]Όπως την όρισαν τη δεκαετία του 1980 και όπως αναφέρεται σχετικά.
BrantinghamP. J. & BrantinghamP. L., EnvironmentalCriminology, Beverly Hills, CA:Sage Publications, 1981.
[5]Maguire M., Morgan R. & Reiner R., The Oxford Handbook of Criminology, 2ndEdition, Oxford, Clarendon Press, 1997, σελ. 305.
[6]Με χρονική αφετηρία και θεωρητική και εμπειρική σχολή, τη ΓαλλοΒελγική Χαρτογραφική των Guerry& Queteletκαι ύστερα με τους Shaw& McKay, με τους «ομόκεντρους κύκλους», ως συνέχεια των μεθόδων και τεχνικών των πρώτων. Αργότερα, από το 1950 και έπειτα, η διεξαγωγή ανάλογων ερευνών σε αστικές περιοχές παρατηρείται στις χώρες Αγγλία, Σουηδία και Η.Π.Α.
Park R. E., Burgess E., McKenzie R., “The City Chicago”, University of Chicago Press, 1925.
Guerry E., Essai sur la statistique morale de la France, Paris, 1833.
Quetelet A., Essai de physique sociale, Paris, 1835.
[7]Ο Newmanήταν, ουσιαστικά, ο πρώτος που έθεσε μέσω της θεωρίας του τον απαραίτητο έλεγχο αυτής της παραμέτρου ως προς την αποφυγή ή εμφάνιση εγκλήματος σε επίπεδο, κυρίως, γειτονιάς (μέσο – ανάλυση): την ενίσχυση του ανεπίσημου κοινωνικού ελέγχου. Διατύπωσε τέσσερις βασικές έννοιες που είχαν στόχο τη συγκρότηση της θεωρίας του: «εδαφικότητα», «επιτήρηση», «εικόνες» και «ασφαλείς ζώνες».
Newman Ο., Defensible Space: Crime Prevention Through Urban Design, London, MacMillan, 1973.
[8]Σύμφωνα με τη θεωρία της «λογικής επιλογής», ο υποψήφιος δράστης ζυγίζει λογικά τις πιθανότητες διανοητικώς, το ρίσκο της πιθανής επιλογής του, τα πιθανά κέρδη, εκμεταλλεύεται όταν εντοπίσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του στόχου του.
Wilson J. & Boland B., “Crime” στοGorhan & Glaser, The Urban Predicament, Washington, DC, The Urban Institut, 1976.
[9]Το 1979 οι Cohenκαι Felsonδιατύπωσαν τη θεωρία της «καθημερινής δραστηριότητας», η οποία βασίζεται σε τρεις εσωτερικούς παράγοντες του υποψήφιου δράστη που λειτουργούν ωθητικά προς την τέλεση παράνομης πράξης: αποφασιστικότητα, κατάλληλος στόχος και απουσία φύλαξης του τελευταίου.
Έτσι, κατόπιν τέλεσης της πράξης, αποκτά, βάσει της θεωρίας περί εγκληματικού προτύπου των Brantingham, μία συνηθισμένη τακτική. Η τελευταία θα χαρακτηρίζει τον τρόπο (τόπος, μέσο, χρόνος κτλ.) που δρα ο συγκεκριμένος υπαίτιος.
Βλ. και Brantingham, P. J., & Brantingham, P. L., Patterns in crime, New York, Macmillan, 1984.
Brantingham, P. L., & Brantigham, P. J., “Environment, routine and situation: Toward a pattern theory of crime” in Clarke R. V. & Felson M., Routine activity and rational choice, New Brunswick, NJ: Transaction, 1993, σελ. 259 – 294.
Βλ. καιMaguire M., Morgan R. & Reiner R., The Oxford Handbook of Criminology, 2ndEdition, Oxford, Clarendon Press, 1997.
[10]Lynch F., N., M., J., Corporate Crime, Corporate Violence, New York, Harrow and Heston, 1992.
[11]White R. & Heckenberg, D., Green Criminology: An Introduction to the Study of Environmental Harm, London, Routledge. 2014.
White, R., & Graham, H., “Greening Justice: Examining the Interfaces of Criminal, Social and Ecological Justice”, British Journal of Criminology, 2015, σελ. 1 - 21.
Βλ. και εδώ http://greencriminology.org/, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
[12]Grady J., “The Scope of Visual Sociology”, International Visual Sociology Association, 11, 2, 1996, σελ. 10 – 24.
[13]http://wdstreetart.com/, Επίσημη ιστοσελίδα του καλλιτέχνη “WD (Wild Drawing)”, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
[14]https://www.culturenow.gr/apeitharxes-meres-solo-project-se-ena-egkataleimmeno-xenodoxeio-stin-naxo/, CultureNow, 22/06/2018, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
https://www.inexarchia.gr/street-art/no-place-home-gkrafiti-toy-wd-stin-naxo, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
https://www.naxospress.gr/arthro/istories/naxos-third-eye-toy-wd-sto-alyko-ena-apo-ta-epta-thaymata-gia-ton-ioylio-toy-2018, Λιανός Ν., 16/08/2018, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
https://www.news247.gr/politismos/o-wd-metatrepei-to-xenodocheio-fantasma-tis-naxoy-se-ergo-technis.6638525.html, Δεμέτης Χ., 4/08/2018, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
[15]http://www.bordaloii.com/, Επίσημη ιστοσελίδα του καλλιτέχνη “Bordallo II”, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
[16]http://www.isupportstreetart.com/interview/bordalo-ii-the-man-behind-trash-animals/, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
https://www.art-trope.com/art-news/street-artist-bordalo-ii-mural-paris/, 7/12/2017, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.
[17]http://www.elinyae.gr/el/lib_file_upload/160-86.1111230803158.pdf, τελευταία πρόσβαση: 6/10/2018.