ΤΕΥΧΟΣ #16 ΙΟΥΝΙΟΣ 2021

Το αδίκημα της δημόσιας υποκίνησης βίας ή μίσους στα social media και η ελευθερία της έκφρασης: Αλληλοσυγκρουόμενα ή αλληλοριοθετούμενα μεγέθη;

Αθανασία Λιονάτου, LL.M.

1. Εισαγωγή

Απόψεις, αντιλήψεις, προτροπές που μοιράζονται οι χρήστες στα social media - είτε νηφάλια εκφερόμενες είτε υπό το κράτος συναισθηματικής φόρτισης του υποκειμένου που τις δημοσιεύει -, μπορούν να καθορίσουν τρόπους σκέψεις, να διαμορφώσουν συνειδήσεις, και δυνητικά να λάβουν μια τέτοια δυναμική ικανή να πυροδοτήσει ακόμη και οργανωμένες αντιδράσεις και εξεγέρσεις.[1]

Λαμβανομένης, ιδίως, υπόψη της ιδιάζουσας φύσης της δημόσιας τοποθέτησης στο διαδίκτυο, όπου ο καθένας μπορεί να είναι ταυτόχρονα αναγνώστης ακροατής ή χρήστης ειδήσεων, αλλά και να λαμβάνει την ιδιότητα του παραγωγού ειδήσεων, του δημοσιογράφου, του σχολιαστή και του εκδότη[2], μπορούμε να συλλάβουμε το μέγεθος της επιρροής που μπορεί να ασκηθεί από τα social media.

Ωστόσο, όπως αποκαλύπτει πρόσφατη πανευρωπαϊκή έρευνα, οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης επιτρέπουν την εύκολη διάδοση αναξιόπιστων πληροφοριών αλλά και πολωτικών μηνυμάτων με σαφή και επικίνδυνο αντίκτυπο στις δημοκρατικές κοινωνίες.[3]

Εκκινώντας από το πόρισμα αυτό και σε συνδυασμό με την παραδοχή ότι το επίπεδο των συζητήσεων στα social media, πολλές φορές, - αν δεν τείνει να γίνει ο κανόνας - μοιάζει να μην έχει όρια, με αποτέλεσμα παγκοσμίως οι χρήστες να γίνονται δέκτες ή μάρτυρες προσβολών, επιθέσεων, υβριστικών μηνυμάτων και συχνά μηνυμάτων οργής και μίσους που στοχοποιούν συνήθως ομάδες ατόμων, βάλλοντας λεκτικά κατά των μελών τους αδιακρίτως[4], ανακύπτει το εύλογο ερώτημα τι γίνεται στην περίπτωση που οι θέσεις που δημοσιεύονται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης παρακινούν άλλους, είτε άμεσα είτε έμμεσα, στη διάπραξη αξιόποινων πράξεων; Μήπως ένα τέτοιο φαινόμενο θα μπορούσε να  αναχαιτιστεί με την επεμβατική δράση των εταιριών - παρόχων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης[5]; Από την άλλη, μήπως ο περιορισμός των όσων επιτρέπονται να δημοσιευτούν στα social media θα συνιστούσε μια μορφή λογοκρισίας που θα προσέκρουε στη συνταγματικά κατοχυρωμένη ελευθερία της έκφρασης;

2. Νομοθετικές Προβλέψεις

Σε σχέση με αυτά τα αλληλένδετα ερωτήματα δύο είναι οι σχετικές προβλέψεις της ελληνικής έννομης τάξης που μπορούν να μας βοηθήσουν να δώσουμε μια απάντηση.

Καταρχάς, το άρθρο 14 §1 του Συντάγματος το οποίο ορίζει ότι: «Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του Κράτους» κατοχυρώνει την εν γένει ελευθερία της έκφρασης, στην οποία συμπεριλαμβάνεται και η ελευθερία της έκφρασης στα social media όπου κυριαρχεί ως επί το πλείστον ο γραπτός λόγος. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας μπορεί να αναπτύσσει ελεύθερα την γνώμη του και να τη διαδίδει στο χρόνο και το χώρο επιλογής του στο διαδίκτυο, χωρίς να υπάρχουν για αυτόν επιπτώσεις. Άρα, καταρχήν δεν νομιμοποιείται κανείς, ούτε ο ίδιος ο πάροχος των υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης να θέσει φραγμό σε όσα επιθυμεί κάποιος να μοιραστεί δημοσίως. Ωστόσο, όπως προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου, η ελευθερία της έκφρασης όπως θεμελιώνεται στο άρθρο 14 §1 Σ, δεν είναι απόλυτη αλλά τελεί υπό τη γενική επιφύλαξη του νόμου (‘τηρώντας τους νόμους του Κράτους’).

Εν συνεχεία, το άρθρο 1 του Ν. 927/1979 , όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 4285/2014 προβλέπει ότι: «Όποιος με πρόθεση, δημόσια, προφορικά ή δια του τύπου, μέσω του διαδικτύου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο ή τρόπο, υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου ή την αναπηρία, κατά τρόπο που εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή ενέχει απειλή για τη ζωή, την ελευθερία ή τη σωματική ακεραιότητα των ως άνω προσώπων, τιμωρείται με φυλάκιση τριών (3) μηνών έως τριών (3) ετών και με χρηματική ποινή, πέντε έως είκοσι χιλιάδων (5.000 – 20.000) ευρώ».

Όπως προκύπτει από το παραπάνω άρθρο, το αδίκημα δημόσιας υποκίνησης βίας ή μίσους είναι υπαλλακτικώς μικτό. Αυτό σημαίνει ότι τελείται με λόγο ή με γραπτό κείμενο με οποιοδήποτε τρόπο, επομένως και μέσω διαδικτύου. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι, να έχει γίνει δημόσια και με πρόθεση του δράστη. Επιπρόσθετα, αναγκαίο απαιτούμενο για να συντελεστεί το αδίκημα είναι η υποκίνηση να μπορεί να προκαλέσει, διεγείρει, υποκινήσει άλλους, ώστε και αυτοί να μπορούν εν συνεχεία με τις ενέργειες τους να προκαλέσουν διακρίσεις σε βάρος άλλων προσώπων.[6]

Επιπλέον, το αδίκημα είναι δυνητικής διακινδύνευσης, αφού οι εκδηλώσεις του υπαιτίου, θα πρέπει να είναι τέτοιας βαρύτητας (δυνατότητας διείσδυσης στο κοινό), που να είναι ικανές να δημιουργήσουν συνθήκες, ώστε άλλο πρόσωπο να μπορεί να προχωρήσει σε πράξεις που έχουν το στοιχείο της διάκρισης (μεροληψίας), μίσους (κακεντρέχειας), βίας (άσκησης σωματικής ή ψυχικής κακοποίησης) κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, τα οποία όμως έχουν κοινό χαρακτηριστικό τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τη γενεαλογική καταγωγή, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, το φύλο ή την αναπηρία.[7]

Από το συνδυασμό των παραπάνω δύο νομοθετικών προβλέψεων, συνάγεται ότι η διαγραφή μηνυμάτων και δημοσιεύσεων που θα μπορούσαν να υποκινήσουν και υποδαυλίσουν εκδηλώσεις βίας και να οδηγήσουν στη διάπραξη αδικημάτων κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως αντίθετη στη συνταγματικά προστατευόμενη ελευθερία της έκφρασης, αλλά τουναντίον η διαγραφή τους υπαγορεύεται από την ίδια την ελληνική έννομη τάξη.

3. Καταληκτικές σκέψεις

Επομένως κατά την άποψη της γράφουσας, στις περιπτώσεις που κάποιο ψηφιακά δημοσιευμένο σχόλιο, άποψη, θέση, εικόνα, εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παραπάνω άρθρου, είναι ορθό να αφαιρείται από τα social media λόγω της αντίκρουσής του στην ελληνική νομοθεσία, η οποία είναι εφαρμοστέα και στον ψηφιακό κόσμο. Οι εταιρίες παροχής υπηρεσιών κοινωνικής δικτύωσης, παρόλο που διαθέτουν και δικούς τους μηχανισμούς αυτορρύθμισης, αναμένεται να σέβονται τους νόμους, όπως ισχύουν στην έννομη τάξη που αυτές δραστηριοποιούνται. Βέβαια εδώ ανακύπτουν τα εξής δύο κομβικά ζητήματα: για να εφαρμοστούν οι νόμοι της έννομης τάξης από τους παρόχους των social media απαιτείται αφενός η ενδελεχής κατάρτιση και ενημέρωση των εταιριών ως προς την τρέχουσα νομοθεσία -κάτι που συνεπάγεται αυξημένο κόστος (resources) για τις εταιρίες-, αφετέρου λόγω της παγκοσμιότητας του διαδικτύου και της ανταλλαγής μηνυμάτων μεταξύ χρηστών που κατοικούν σε όλο τον κόσμο, θα είναι δυσχερές να προσδιορισθεί πότε κάτι που είναι ανεκτό να λέγεται και να γράφεται σε μια έννομη τάξη αλλά δεν είναι ανεκτό σε μια άλλη, θα πρέπει εν τέλει να διαγράφεται όταν η ανταλλαγή των επίμαχων μηνυμάτων είναι μεταξύ χρηστών που κατοικούν σε διαφορετικές έννομες τάξεις. Tα ζητήματα αυτά βέβαια θα μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο μιας έτερης διερεύνησης.

Αθανασία Λιονάτου, Δικηγόρος ΔΣΑ, LLM International Law & Globalization

*Εικόνα άρθρου: camilo jimenez on Unsplash

[1] Βλ. Huang, C. (2011) Facebook and Twitter key to Arab Spring uprisings: report, διαθέσιμο στο https://www.thenationalnews.com/uae/facebook-and-twitter-key-to-arab-spring-uprisings-report-1.428773

[2] Βλ. Παρέμβαση Ε. Βενιζέλου  στην εκδήλωση του Κύκλου Ιδεών, «Διαδίκτυο και Δημοκρατία. Fake news & Post Truth πολιτική», 17-1-2017. Διαθέσιμη για παρακολούθηση στο: https://vimeo.com/200148592

[3] Βλ. Lewandowsky, S. et al (2020) Technology and Democracy: Understanding the influence of online technologies on political behaviour and decision-making

Διαθέσιμο στο: http://ec.europa.eu/jrc/en/publication/eur-scientific-and-technical-research-reports/technology-and-democracy

[4] Βλ. Laub, Ζ. (2019) Hate Speech on Social Media: Global Comparisons, Council on Foreign Relationships, διαθέσιμο στο     : https://www.cfr.org/backgrounder/hate-speech-social-media-global-comparisons

[5] Ακριβώς για να καταπολεμήσουν το ολοένα αυξανόμενο πρόβλημα της ρητορικής μίσους, η  Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τέσσερις μεγάλες επιχειρήσεις ( Facebook, Twitter, Microsoft και Youtube) παρουσίασαν το Μάιο του 2016 τον κώδικα δεοντολογίας για την καταπολέμηση της παράνομης ρητορικής μίσους στο διαδίκτυο. Διαθέσιμος στο http://ec.europa.eu/justice/fundamental-rights/files/hate_speech_code_of_conduct_en.pdf

[6] Βλ.  Τσόγκας Λ.,  Εισαγγελέας Πρωτοδικών, Μελέτη,  Τα εγκλήματα Μίσους. Διαλέξεις στην ΕΣΔΙ. Διαθέσιμη στον ιστότοπο http://www.esdi.gr/nex/images/stories/pdf/epimorfosi/2016/Hate%20Crimes%20.pdf

[7] Βλ. ανωτέρω υπ. 6.