Η Ευγονική Εγκληματολογία: μια δυσάρεστη παρένθεση
Ο όρος "ευγονική" (ευ + γένεση) χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Άγγλο στατιστικολόγο και ανθρωπολόγο, Sir Francis Galton (1822 - 1911) στο έργο του "Hereditary Genius" που εκδόθηκε το 1883. Tην προσδιόρισε δε ως τη "μελέτη των συνθηκών κάτω από τις οποίες οι άνθρωποι επιζητούν να αναπαραχθούν" (Galton, 1909). Στο ιατρικό λεξικό προσδιορίζεται ως "Η μελέτη για τη βελτίωση ενός πληθυσμού μέσω επιλεγμένης αναπαραγωγής με την πεποίθηση ότι τα επιθυμητά χαρακτηριστικά θα επικρατήσουν και τα ανεπιθύμητα θα εξαλειφθούν".
Από τους Έλληνες συγγραφείς, ο Σαρειδάκης χρησιμοποιεί τον όρο "ευγονισμός" με τον οποίο "...μπορεί να ορισθεί κάθε προσπάθεια, μέθοδος ή επιστήμη, που έχει ως στόχο την απόκτηση απογόνων με ΄καλά΄ - σωματικά, διανοητικά, ψυχικά ή και ηθικά - χαρακτηριστικά..." (Σαρειδάκης, 2005 : 171). Τέλος, πιο πρόσφατη άποψη αναφέρει πως "Ευγονική είναι η επιστήμη της βελτίωσης του ανθρώπινου είδους μέσα από επιλεγμένες διασταυρώσεις, προκειμένου να επιτευχθούν τα επιθυμητά χαρακτηριστικά ή να αντιμετωπιστούν κάποια άλλα." (Παπαδοπούλου, 2015 : 45). |
Με βάση και τα σχετικά σημερινά επιστημονικά δεδομένα γνωρίζουμε πως η ευγονική αποτελεί κλάδο της Βιολογίας που συνεργάζεται με τη Γενετική και μελετά τις μεθόδους βελτίωσης του ανθρώπινου είδους. Οι οπαδοί της υποστηρίζουν την απαγόρευση του πολλαπλασιασμού ανθρώπων που παρουσιάζουν βασικές νοητικές και ψυχικές ανωμαλίες καθώς και την εν γένει βελτίωση του ανθρώπινου είδους, με την παραγωγή υγιών απογόνων.
Πού αποσκοπεί η ευγονική
Οι παραδοσιακά εξάλλου εκφρασθέντες σκοποί της ευγονικής ήσαν οι εξής δύο: Πρώτον, η απομόνωση ή η παρεμπόδιση της αναπαραγωγής (με στείρωση) γενετικά ελαττωματικών ατόμων και η ενθάρρυνση της αναπαραγωγής σωματικά και διανοητικά άρτιων ατόμων.
Ο πρώτος σκοπός έχει χαρακτηρισθεί ως αρνητική ευγονική, αλλά είναι βασικά η επικρατούσα άποψη στις περισσότερες, αν όχι σε όλες τις ευγονικές κινήσεις. Ένα παράδειγμα ευγονικής από την ελληνική αρχαιότητα θα μπορούσαμε να πούμε πως αποτελούσε η ρίψη στον Καιάδα των παιδιών που οι Σπαρτιάτες θεωρούσαν ως μη υγιή. Οι κανόνες της ευγονικής διατρέχουν και τις ιδιαίτερα ρατσιστικές ή ταξικές σημερινές κοινωνίες. Παράδειγμα η Ινδία με το σύστημα της κάστας. Η επιμειξία ανάμεσα στις κάστες και η σεξουαλική σχέση ανάμεσα σε άτομα της ανώτερης κάστας με άτομα της κατώτερης θεωρείται έγκλημα και τιμωρείται με θανατική ποινή.
Τον όρο "Ευγονική Εγκληματολογία" (Εugenic Criminology) χρησιμοποιεί η πρόσφατα εκλιπούσα, πρώην καθηγήτρια του College of Criminal Justice, του Northeastern University των ΗΠΑ, Νicole Rafter (1939 - 2016) στο 8ο τμήμα του έργου της "The Origins of Criminology - A Reader" (Rafter 2009 : 235 - 66).
Η Rafter εισάγοντας τους αναγνώστες της στη σχέση της Εγκληματολογίας με την ευγονική αναφέρει τα παρακάτω: "Σε όλη τη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα, οι κοινωνικοί επιστήμονες συζήτησαν για την εξάλειψη των προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας και μάλιστα για την μείωση των γεννήσεων ως μέσου μείωσης του μεγέθους των προβληματικών πληθυσμών. Η συγκεκριμένη ιδέα της πρόληψης της εγκληματικότητας μέσω της μείωσης των γεννήσεων παιδιών από εγκληματικές οικογένειες υποστηρίχθηκε από επιστήμονες που αποδεχόντουσαν τη θεωρία των εκφυλισμού και άλλες παρόμοιες θεωρίες που σχετιζόντουσαν με την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους καθώς και με το ρόλο της κληρονομικότητας σε αυτή.
Πρωτοπόρες οι ΗΠΑ
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το πρώτο βήμα προς μια ευγονική λύση για την αντιμετώπιση του εγκλήματος έγινε στις αρχές της δεκαετίας του 1880, όταν η Josephine Shaw Lowell δημιούργησε ένα "άσυλο" για τις διανοητικά καθυστερημένες γυναίκες στηριζόμενη στην άποψη πως αν αυτές δεν ήταν περιορισμένες, θα γεννούσαν παράνομα, αδύναμα και με εγκληματικές τάσεις παιδιά. (Η ίδια είχε εμπνευστεί από την μελέτη του Richard Dugdale για την οικογένεια "Jukes"). Οι ευγονικές αυτές προτάσεις της έγιναν αποδεκτές και εφαρμόσθηκαν πριν από το 1883, όταν ο Sir Francis Galton χρησιμοποίησε το όρο ευγονική αναφερόμενος στις προσπάθειες για την αναπαραγωγή καλύτερων ανθρώπων και για την αποτροπή της αναπαραγωγής από τους ακατάλληλους. Οι ευγονικές ιδέες εξαπλώθηκαν ταχέως στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Δυτική Ευρώπη, διαμορφώνοντας την σχετική εγκληματολογική θεωρία." (Rafter 2009 : 235). |
Οι πρώτες ευγονικές ιδέες
Ευγονικές απόψεις για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας εξέφρασαν κι άλλοι επιστήμονες αρκετά προτού ο Galton καθιερώσει το συγκεκριμένο όρο. Έτσι, ο Johann Gaspar Spurzheim στο έργο του "A View of the Elementary Principles of Education" υποστήριξε την άποψη ότι η κυβέρνηση κάθε χώρας θα πρέπει να λαμβάνει μέτρα περιορισμού των γεννήσεων παιδιών οικογενειών που θεωρούνται εγκληματικές ή φτωχές. (Rafter 2009 : 241).
O Δαρβίνος επίσης στο έργο του "The Descent of Man" (Κεφ. 18) κάνει μια νύξη που θα μπορούσε να εκληφθεί ότι απηχεί ευγονικές απόψεις. Με τον τρόπο αυτό υποστηρίζει ότι, εφόσον οι εγκληματίες δεν είναι προϊόν αταβισμού, θα πρέπει να θεωρηθούν "αδύνατα και κατώτερα" μέλη της κοινωνίας, η οποία για να αντιμετωπίσει επαρκώς τα προβλήματά τους οφείλει να περιορίσει την αύξηση του αριθμού των γεννήσεών τους, (Rafter 2009 : 244).
Ανάλογες απόψεις εξέφρασε και η Josephine Shaw Lowell (1843-1905), η οποία ήταν μια από τις κορυφαίες Αμερικανίδες κοινωνικές μεταρρυθμίστριες του τέλους του 19ου αιώνα. Στην περίοδο της δράσης της και συγκεκριμένα το 1876, η χρόνια φτώχεια (pauperism) επαναπροσδιορίστηκε ως κληρονομική αναπηρία. Δεδομένου, δε, ότι οι φτωχοί είχαν εγκληματικές τάσεις θεωρήθηκε πως, όπως θα ήταν φυσικό, το ίδιο θα ίσχυε και για τα παιδιά τους.
Γι' αυτό θα έπρεπε να περιορισθούν τα κονδύλια για τα μέτρα κοινωνικής πρόνοιας που προοριζόντουσαν γι αυτούς, με σκοπό τη μείωση των γεννήσεων. Αυτό θα σήμαινε και την μελλοντική μείωση της εγκληματικότητας. Τις θέσεις αυτές τις υποστήριξε θερμά η Lowell. Έτσι, συμμετέχοντας σε εθνικό συνέδριο κοινωνικών λειτουργών διετύπωσε το καταφανώς διαπνεόμενο από ευγονικές απόψεις ερώτημά της: "Έχουμε σήμερα το δικαίωμα να επιτρέπουμε σε άνδρες και γυναίκες που είναι άρρωστοι και κακοί (μοχθηροί) να αναπαράγουν το είδος τους;" (Rafter 2009: 249).
Ωστόσο, "πατέρας" της ευγονικής θεωρείται ο Sir Francis Galton, στον οποίο έχουμε ήδη κάνει μια πρώτη αναφορά. Όπως, δε, εύστοχα παρατηρείται, ο Galton, "πεπεισμένος ότι όχι μόνο τα εξωτερικά αλλά και τα εσωτερικά χαρακτηριστικά, όπως η εξυπνάδα, η προσωπικότητα ή τα διάφορα ταλέντα, είναι κληρονομικά και ότι ο ανθρώπινος πολιτισμός, προστατεύοντας τους αδυνάτους, έρχεται σε αντίθεση με τη φυσική επιλογή και εμποδίζει το ανθρώπινο είδος να εξελιχθεί με τον καλύτερο τρόπο, διατύπωσε για πρώτη φορά τις θεωρίες του για τη βελτίωση της φυλής στα τέλη της δεκαετίας του 1860.
Αρχικά, δεν πρότεινε μεθόδους επιλογής ελπίζοντας σε μια αλλαγή της νοοτροπίας από τη στιγμή που ο κόσμος θα συνειδητοποιούσε πόσο μεγάλη σημασία έχει το «ζευγάρωμα» για την καλύτερη εξέλιξη των απογόνων. Αργότερα χώρισε τον πληθυσμό σε ομάδες ανάλογα με τη «γενετική» αξία της καθεμιάς, σε μια ταξινόμηση που ουσιαστικά αντιστοιχούσε στις υπάρχουσες κοινωνικές τάξεις. Πρότεινε την ενθάρρυνση των γάμων μεταξύ της «ανώτερης ομάδας» και απεφάνθη ότι η «αρνητική ευγονική»- όπως η απαγόρευση απόκτησης απογόνων- θα έπρεπε να περιοριστεί μόνο στην κατώτερη ομάδα, στους «Ανεπιθύμητους», όπως τους ονόμαζε. Η προσέγγισή του ήταν κυρίως στατιστική και ταξική, αυτό όμως δεν την εμπόδισε, σε συνδυασμό με τις άλλες θεωρίες ευγονικής που αναπτύχθηκαν την ίδια περίοδο, να αποτελέσει το έναυσμα για την υιοθέτηση εγκληματικών πρακτικών, όπως η υποχρεωτική στείρωση σε αρκετά κράτη." (TO BHMA, 02/08/2009).
Νόμοι επηρεασμένοι από την ευγονική
Ανάλογες απόψεις για την αντιμετώπιση της εγκληματικότητας που απηχούσαν τις θέσεις της ευγονικής ανέπτυξαν κατά την Rafter (2009 : 267 επ.) και οι :
Henry Boies (1838 - 1927), μέλος του Συμβουλίου Δημόσιων Φιλανθρωπικών Οργανώσεων της πολιτείας της Πενσυλβάνια των ΗΠΑ και μέλος επίσης της επιτροπής για την αναμόρφωση του σωφρονιστικού συστήματος της πολιτείας αυτής, στο βιβλίο του "Prisoners and Paupers", το οποίο κυκλοφόρησε το 1901 και ο W. Duncan McKim (1855–1935), Αμερικανός ιατρός, στο έργο του "Heredity and Human Progress" που εκδόθηκε για πρώτη φορά - επακολούθησαν πολλές ανατυπώσεις - το 1900. O ΜcKim μάλιστα πρότεινε τη θανάτωση του μεγαλύτερου μέρους των εγκληματιών με τη χρήση θανατηφόρων αερίων, ιδέα "πρωτοποριακή" για την εποχή του.
Οι παραπάνω θεωρίες είναι αναμφισβήτητα ρατσιστικές, εφόσον διακρίνουν τους ανθρώπους σε διάφορες κατηγορίες με κριτήριο τα φυσικά, κατά κύριο λόγο, χαρακτηριστικά τους. Εκμετάλλευσή τους έγινε, όπως ήταν φυσικό, κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου από το γερμανικό, ναζιστικό Γ΄ Ράιχ που διαπνεόταν από ανάλογες πολιτικές ιδέες για την "καθαρότητα της φυλής". Έτσι το 1933 στη Γερμανία ψηφίστηκε ο Νόμος για την "Πρόληψη των Γενετικά Ασθενών Απογόνων". Μέχρι το 1941, 700.000 άτομα αναφέρεται ότι θανατώθηκαν στο όνομα της «υγείας», της κοινωνίας και της φυλής (Haller, 1984).
Σημειώνουμε ότι προγράμματα ευγονικής με στείρωση, που αφορούσαν και εγκληματίες, έχουν εφαρμοσθεί μετά την ψήφιση σχετικών νόμων και σε άλλες χώρες και μάλιστα μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Ειδικότερα ο πρώτος νόμος για την στείρωση των σκληρών εγκληματιών και των διανοητικά ασθενών ψηφίσθηκε το 1907 στις ΗΠΑ. Με τροποποίησή του το 1914 προστέθηκαν σε αυτούς οι υπότροποι εγκληματίες και οι αλκοολικοί. Το 1910 οι Αμερικανοί δημιούργησαν το "Γραφείο Στατιστικών Δεδομένων της Ευγονικής" (Eugenics Record Office) με ιδρυτή του τον Charles Davenport (1866 - 1944) και ισόβιο διευθυντή του τον Harry Hamilton Laughlin,(1880-1943) εμπνευστή της νομοθετικής ρύθμισης για την υποχρεωτική στείρωση. Το 1922 ο τελευταίος έστειλε στην κυβέρνηση έναν κατάλογο των κοινωνικά απροσάρμοστων που έπρεπε να στειρωθούν προς όφελος της διατήρησης μιας "ισορροπημένης κοινωνίας".
Ο κατάλογος αυτός περιελάμβανε: τους αλήτες, τους ψυχοπαθείς γενικά και τους ψυχοπαθείς εγκληματίες ειδικά, τις πόρνες, τους ομοφυλόφιλους, τους συφιλιδικούς, τους τοξικομανείς, τους αλκοολικούς όπως και αυτούς στους οποίους προσφέρονταν κοινωνική υποστήριξη, δηλαδή τους πολίτες που ήταν άστεγοι ή αυτούς που έπαιρναν ανεπαρκή μισθό, καθώς και τους πολίτες που είχαν κάποια σοβαρή αναπηρία όρασης ή ακοής και τέλος τους φυματικούς ή τους επιληπτικούς! (Laughlin, 1922).
Στις ΗΠΑ τελικά, οι πιο πολλές Πολιτείες δεν εφάρμοσαν ευρέως αυτά τα ακραία μέτρα και ο αριθμός των στειρώσεων σπάνια ξεπερνούσε τις 100 το χρόνο. Η εξαίρεση ήταν η Καλιφόρνια, όπου ο μέσος όρος των στειρώσεων ήταν περισσότεροι από 350 το χρόνο με ένα σύνολο 9.931 κατά το 1935 και μερικές από τις Πολιτείες του Νότου, που είχαν αρκετά υψηλά ποσοστά στείρωσης σχετικά με τον αριθμό των μονίμων κατοίκων τους.
Όσον αφορά τον Ευρωπαϊκό χώρο - εκτός από τη Γερμανία - βλέπουμε ότι το 1929 υιοθετήθηκε νόμος για την στείρωση στην Ελβετία και τη Δανία, το 1934 στην Νορβηγία και το 1935 στη Φινλανδία και στην Σουηδία, όπου ίσχυσε μέχρι το 1975. 13.820 Σουηδοί και 48.955 Σουηδές μάλιστα, υποβλήθηκαν σε στείρωση για λόγους ευγονικής μετά από δικαστική απόφαση.
Βλέποντας ειδικότερα τα πράγματα θα μπορούσαμε να υποθέσουμε ότι οι οπαδοί της ευγονικής δέχθηκαν την επικρατούσα άποψη των πρώτων δεκαετιών του εικοστού αιώνα ότι "ο πολιτισμός δεν κάνει τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος κάνει τον πολιτισμό", που σήμαινε ότι οι φτωχοί άνθρωποι συμβάλλουν στη δημιουργία ενός δικού τους φτωχού περιβάλλοντος, στο οποίο επικρατούν οι δικές τους "εκφυλισμένες" συνθήκες. Έτσι, αν και δεν αρνούνταν ότι το κακό κοινωνικό και πολιτισμικό υπόβαθρο μπορεί να συμβάλει στην εγκληματικότητα, οι ευγονιστές ισχυρίστηκαν ότι η εγκληματικότητα, όπως και πολλά άλλα κοινωνικά χαρακτηριστικά, είχε βιολογική βάση, στηριζόταν δηλαδή μόνο στην ανθρώπινη φύση.
Οι εγκληματίες της... ανατολικής Ευρώπης
Οι ευγονιστές ανησυχούσαν για την αισθητή αύξηση των ποσοστών εγκληματικότητας, ιδιαίτερα στις ταχέως αναπτυσσόμενες αστικές περιοχές των Ηνωμένων Πολιτειών. Έτσι διεξήγαγαν έρευνες για να δείξουν ότι η εγκληματικότητα είχε φθάσει σε υψηλά επίπεδα σε ορισμένες οικογένειες και κοινωνικές ομάδες. Οι γενεαλογικές αναλύσεις του Cyril Burt στην Αγγλία (σχετικά με την παραβατικότητα των ανηλίκων) υποστήριξαν τις απόψεις των ευγονιστών που έλεγαν ότι υπήρχε ένα γενετικό χαρακτηριστικό κοινό σε όλες αυτές τις οικογένειες και τις κοινωνικές ομάδες και το οποίο ήταν υπεύθυνο για την εγκληματική συμπεριφορά τους.
Ο Η. Laughlin επίσης συγκέντρωσε στοιχεία σχετικά με τα ποσοστά φυλάκισης ανά χώρα προέλευσης για να δείξει ότι οι μετανάστες στις ΗΠΑ από την ανατολική και τη νότια Ευρώπη και τις μεσογειακές χώρες εκπροσωπούνταν δυσανάλογα στις φυλακές σε σχέση με τους Αμερικανούς ή τους πρόσφατους μετανάστες από τη Γερμανία και άλλες σκανδιναβικές χώρες ή αγγλοσαξονικές χώρες. Τα δεδομένα του Laughlin είχαν τόσο σοβαρά στατιστικά λάθη που, σύμφωνα με μια κριτική που του ασκήθηκε εκείνη την εποχή, καθιστούσαν άκυρα τα συμπεράσματα στα οποία είχε καταλήξει.
Ωστόσο, αυτά τα στοιχεία αποτελούσαν τον ακρογωνιαίο λίθο του επιχειρήματος του Laughlin που υποβλήθηκε στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη "Μετανάστευση και την Πολιτογράφηση" των ΗΠΑ, για τη συγκράτηση της μετανάστευσης από τη Νότια και Ανατολική Ευρώπη και τις Μεσογειακές χώρες. Παράλληλα αναμενόταν να βοηθήσουν τους ευγονιστές στο αίτημά τους για τη θέσπιση νόμων αποστείρωσης που θα εμπόδιζαν τους εγκλεισμένους εγκληματίες να γεννήσουν «εγκληματικούς» απογόνους. Εάν ο αριθμός των εγκληματιών θα μπορούσε να μειωθεί μέσω αυτών των βιολογικών μέτρων που υποστήριζαν οι ευγονιστές, το κράτος κατά τη γνώμη τους, θα εξοικονομούσε εκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο. Τελικά όμως, η απήχησή τους στο ευρύ κοινό δεν ήταν η αναμενόμενη ούτε από τους ίδιους.
Οι ευγονιστές μάλιστα, δεν ήταν τόσο αφελείς ώστε να ισχυρισθούν ότι οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες δεν είχαν καμιά επίδραση στην εκδήλωση της εγκληματικής συμπεριφοράς. Το 1928 μάλιστα, ο Charles B. Davenport στο Cold Spring Harbor έγραψε ένα άρθρο με τίτλο «Εγκλήματα, κληρονομικότητα και περιβάλλον», στο οποίο αναγνώρισε ότι οι νόμοι αλλάζουν κατά καιρούς και διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Αυτό που θα αποτελούσε εγκληματική πράξη σε μια χώρα για κάποιο χρονικό διάστημα δεν θα ήταν απαραιτήτως εγκληματική πράξη σε μια άλλη χώρα ή σε άλλο χρονικό σημείο. Ο Davenport υποστήριξε ότι η εγκληματικότητα είναι το αποτέλεσμα ενός γενικότερου γενετικού ελαττώματος γνωστού ως "αδύναμη αναστολή" (feeble-inhibition), δηλαδή ότι οι εγκληματίες ήταν άνθρωποι που δεν μπορούσαν να ελέγξουν (αναστέλλουν) τις παρορμήσεις τους εξαιτίας του γενετικού τους αυτού ελαττώματος.
Ανακεφαλαιώνοντας θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι ευγονιστές όσον αφορά την αντιμετώπιση της εγκληματικής συμπεριφοράς εκμεταλλεύτηκαν τις βιολογικές εγκληματολογικές θεωρίες προκειμένου να επιβάλλουν τις ρατσιστικές τους πεποιθήσεις που ταυτίζονταν με τα πολιτικά τους "πιστεύω". Με τον τρόπο αυτό η εγκληματολογική έρευνα, πάνω στην οποία αυτές οι θεωρίες στηρίχθηκαν, "βοήθησε" χωρίς τη θέλησή της τη θεωρητική "τεκμηρίωση" των ναζιστικών, κατά κύριο λόγο, φρικαλεοτήτων που διεπράχθησαν στο Β' Παγκόσμιο πόλεμο. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε μια δυσάρεστη παρένθεση για την επιστημονική αξία τόσο των θεωριών όσο και των ερευνών αυτών.
Με τη σημερινή όμως, αλματώδη πρόοδο στις επιστήμες της ιατρικής, της βιολογίας, της βιοτεχνολογίας, της χημείας κλπ. το θέμα της ευγονικής έχει τεθεί πλέον σε άλλη βάση. Το ερώτημα που τίθεται πια είναι το εάν και κατά πόσο η πρόοδος αυτή θα χρησιμοποιηθεί ή όχι για τη βελτίωση της ποιότητας της ανθρώπινης ζωής ή θα οδηγήσει σε μια βιολογικά προκαθορισμένη κοινωνία σαν κι αυτή που περιγράφει ο Aldus Haxley στο έργο του "Θαυμαστός Καινούριος Κόσμος" (Brave New World) και η οποία - μην ξεχνάμε - θεωρείται απαλλαγμένη από το έγκλημα (crime-free society)! Αυτό, όμως, είναι ένα από τα ερωτήματα για τα οποία θα πρέπει να πάρουμε τις κατάλληλες απαντήσεις από την επιστήμη της Βιοηθικής (Αλαχιώτης, 2006 : 61 - 3, Παπαδοπούλου, 2015 : 46επ.) αλλά και της Βιοτεχνολογίας (Rifkin, 1998 : 235 - 91).
____________________________________________________________________________
*Ο Χρήστος Τσουραμάνης είναι Εγκληματολόγος, Ομότιμος Καθηγητής ΑΤΕΙ Δυτικής Ελλάδας.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
α.- Ελληνική
Αλαχιώτης Στ., (2006), Βιοηθική - Αναφορά στους γενετικούς και τεχνολογικούς νεωτερισμούς, Αθήνα, Α. Α. Λιβάνη
Παπαδοπούλου Θ., (2015), Ειδικά Θέματα Βιοηθικής, Αθήνα, Κάλλιπος
Σαρειδάκης Εμ., (2008), Βιοηθική - Ηθικά προβλήματα των βιοιατρικών τεχνολογιών, Αθήνα, Παπαζήση.
β.- Ξένη
Galton, F. (1909). Essays in Eugenics. Honolulu: University Press of the Pacific.
Haller, M. (1984). Eugenics; Hereditarian Attitudes in American Thought. New Jersey: Rutgers University Press.
Laughlin H.H. (1922), Eugenical Sterilization in U.S, Chicago, Psych.Lab. Municipal Court of Chicago.
Rafter N., (2009), "The Origins of Criminology - A Reader", N.Y., Routledge., p. 235 - 266.
Rafter et al., (2016), The Criminal Brain - Understanding Biological Theories of Crime, NY, NY University Press.
Rifkin J., (1998), Ο αιώνας της βιοτεχνολογίας, μτφρ. Αλαβάνου Α., Αθήνα, Α.Α. Λιβάνη.
WEBSITES (Μη χρησιμοποιηθέντα αλλά χρήσιμα για γενικές πληροφορίες)
Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής : www.bioethics.gr
A blog post on Designer Babies including information on IVF and PGD
http://theness.com/neurologicablog/index.php/designer-babies/
A CBS Report on Designer Babies
http://www.youtube.com/watch?v=2ixEDLa3Jlc
A Ted Talk video: Gregory Stock: To upgrade is human
http://www.ted.com/talks/lang/en/gregory_stock_to_upgrade_is_human.html/a>;;;
NY Times Opinion Page: “Eugenics, Past and Future
http://www.nytimes.com/2012/06/10/opinion/sunday/douthat-eugenics-past-and-future.html/
The New Eugenics: Genetic Engineering
www.ulm.edu/~palmer/NewEugenics.htm