ΤΕΥΧΟΣ #19 ΙΟΥΝΙΟΣ 2022

«Στην Ελλάδα ήταν η πρώτη υπόθεση στην οποία ένας δράστης με καυστικό υγρό τιμωρήθηκε για απόπειρα ανθρωποκτονίας.»

Απόστολος Λύτρας, ποινικολόγος

Εγκληματολογική και ποινική προσέγγιση της δίκης για την επίθεση με οξύ: Συνέντευξη με τον ποινικολόγο Απόστολο Λύτρα

 

Στο πλαίσιο των επιστημονικών δράσεων του «Crime & Media Lab» – της Ομάδας Εργασίας για το Έγκλημα και την Απεικόνισή του στα ΜΜΕ, του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.), με Επιστημονικά Υπεύθυνη την Αγγελική Καρδαρά, Δρα Τμήματος ΕΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλόλογο, Συγγραφέα-Εισηγήτρια & Εκπαιδεύτρια E-Learning ΕΚΠΑ και Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα ΚΕ.Μ.Ε., διερευνήσαμε σε βάθος την υπόθεση επίθεσης με οξύ, η οποία έλαβε χώρα τον Μάιο του 2020, σε βάρος μίας νεαρής γυναίκας. Το θύμα της επίθεσης, Ιωάννα Παλιοσπύρου, επιβίωσε της επίθεσης έχοντας υποστεί βαρύτατους τραυματισμούς, στο σώμα αλλά και την ψυχή της. Κατάφερε όμως, παρά τη βιαιότητα της επίθεσης, να σταθεί ξανά στα πόδια της και να καταστεί σύμβολο δύναμης, αποτελώντας πλέον πρότυπο για την κοινωνία μας, με τον αγώνα ζωής και τα πολύτιμα μηνύματα που περνάει στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο με τις δράσεις της. 

Η δράστις είχε σκοπό την αφαίρεση της ζωής της συγκεκριμένης κοπέλας. Ωστόσο, η εγκληματική της ενέργεια οδήγησε το θύμα στο να χάσει το πρόσωπό του, άρα την ταυτότητά του.

Το μέλος της Ομάδας του Lab μας, Δανάη Πάλμου, δημοσιογράφος και πτυχιούχος του Τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του ΕΚΠΑ, εξασφάλισε συνέντευξη με τον ποινικολόγο Απόστολο Λύτρα που ανέλαβε την υπεράσπιση της κ. Παλιοσπύρου. Μέσω της συνέντευξης επιχειρείται η καταγραφή της εγκληματολογικής και ποινικής αποτίμησης της υπόθεσης και παράλληλα της μιντιακής προσέγγισής της. 

Ειδικότερα, πρωταρχικός στόχος που ετέθη είναι να εξετασθούν τα μοναδικά χαρακτηριστικά της εγκληματικής ενέργειας σε βάρος της Ιωάννας Παλιοσπύρου, τα οποία οδήγησαν τόσο σε ισχυρότατες κοινωνικές αντιδράσεις -καταδίκης της ειδεχθούς επίθεσης-, όσο και σε μία πολύ σημαντική τροποποίηση στον Νόμο, δεδομένου ότι για πρώτη φορά στη χώρα μας σε μία υπόθεση επίθεσης με οξύ η κατηγορία αφορούσε απόπειρα ανθρωποκτονίας και όχι βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη. Να σημειωθεί ότι η κατηγορούμενη καταδικάστηκε πρωτοδίκως σε απόπειρα ανθρωποκτονίας σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, με ποινή καθείρξεως 15 ετών και 3 μηνών. Εστιάζουμε επίσης στα κομβικά σημεία στα οποία οφείλουν να δώσουν βαρύτητα οι δημοσιογράφοι του αστυνομικού και δικαστικού ρεπορτάζ προκειμένου να μη θυματοποιούν δευτερογενώς τα θύματα εγκληματικών ενεργειών και να παρουσιάζουν με τρόπο ολοκληρωμένο και με την απαιτούμενη τεκμηρίωση κάθε υπόθεση μεγάλου εγκληματολογικού ενδιαφέροντος που απεικονίζεται στα ΜΜΕ.

Να τονίσουμε ότι, ως προς τη δημοσιογραφική κάλυψη της υπόθεσης, που αποτελεί και κεντρική θεματική του Lab μας, πολλά είναι τα σημεία τα οποία κρίνεται σκόπιμο να αναδειχθούν, με κυριότερο την προστασία από τον «μιντιακό κανιβαλισμό» των θυμάτων εγκληματικών ενεργειών, ειδικά όταν αυτές είναι τόσο βάναυσες και έχουν πολύ σοβαρές επιπτώσεις για τη ζωή του θύματος. Ο δημοσιογραφικός κόσμος με κοινωνική ευαισθησία και παράλληλα με γνώση και τεκμηρίωση οφείλει να φωτίζει τις καίριες πτυχές και διαστάσεις κάθε εγκλήματος και του εγκληματικού φαινομένου στο σύνολό του, χωρίς να στιγματίζει είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο τα θύματα και ταυτόχρονα τηρώντας τη δημοσιογραφική δεοντολογία και σεβόμενος το τεκμήριο της αθωότητας, γιατί ρόλος του δημοσιογράφου είναι η ενημέρωση του κοινού και όχι η έκδοση δικαστικών αποφάσεων που είναι αρμοδιότητα των δικαστηρίων τα οποία επιλαμβάνονται κάθε υπόθεσης και έχουν στα χέρια τους όλα τα στοιχεία αλλά και τη γνώση να αξιολογήσουν νομικά, με απόλυτη ακρίβεια, τα εν λόγω στοιχεία. Οι ρόλοι πρέπει να είναι διακριτοί και να μη συγχέονται. Σε διαφορετική περίπτωση διακυβεύονται θεμελιώδη, συνταγματικά κατοχυρωμένα, ανθρώπινα δικαιώματα και τελικά η δημοσιογραφική έρευνα χάνει τη βαθύτερη ουσία της, όπως έχει διαπιστωθεί κατά την ανάλυση σε ερευνητικό επίπεδο πολύ σοβαρών ποινικών υποθέσεων. 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Κ. Λύτρα, σας ευχαριστούμε θερμά για την παραχώρηση αυτής της συνέντευξης, με στόχο μας να εμβαθύνουμε στην υπόθεση επίθεσης με βιτριόλι σε βάρος της Ιωάννας που έλαβε χώρα τον Μάιο του 2020 και εκδικάστηκε σε πρώτο βαθμό τον Οκτώβριο του 2021. Με την ολοκλήρωση της πολύκροτης δίκης, σε πρώτο βαθμό, τι κρατάτε, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε ανθρώπινο επίπεδο;

Κρατάω περισσότερο το συναισθηματικό κομμάτι, γιατί με αυτό το κορίτσι δέθηκα από την πρώτη στιγμή, από την περίοδο που βρισκόταν μέσα στο νοσοκομείο και έδινε μάχη για τη ζωή της. Ήμουν δίπλα της σε όλη την πορεία μέχρι και το δικαστήριο, μέχρι και τώρα που συνεχίζει την προσπάθειά της, όσο μπορεί να είναι καλά μετά από αυτό που της έχει συμβεί. Αυτό που πρωτίστως κρατάω είναι η δύναμη που επιδεικνύει, την οποία δεν βλέπουμε συχνά.

Τι πιστεύετε ότι καθιστά την υπόθεση ύψιστης αξίας για τα ελληνικά και διεθνή ποινικά δεδομένα;

Αποτελεί μία μορφή εγκληματικής ενέργειας με σκοπό την αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής, κάτι το οποίο μέχρι πρότινος δεν μπορούμε να πούμε ότι είχαμε σκεφτεί. Με βάση τη δικογραφία προέκυπτε, δηλαδή, ότι η συγκεκριμένη κατηγορούμενη δεν είχε σκοπό απλώς να βλάψει την Ιωάννα, αλλά να της αφαιρέσει τη ζωή. Μάλιστα, για αυτό τον λόγο ασκήθηκε η συγκεκριμένη ποινική δίωξη για απόπειρα ανθρωποκτονίας και όχι για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη. Ο εισαγγελέας που άσκησε την ποινική δίωξη και το δικαστήριο με την απόφασή του δέχθηκαν ότι η πρόθεση της κατηγορουμένης ήταν να της αφαιρέσει τη ζωή.

Η δικαστική απόφαση, σε πρώτο βαθμό, έχει ανοίξει τον δρόμο και για άλλες επιθέσεις με οξύ να αντιμετωπίζονται ως απόπειρες ανθρωποκτονίας και μπορεί τελικά να λειτουργήσει αποτρεπτικά;

Με την υπόθεση της Ιωάννας έγινε ευρέως γνωστό ότι το βιτριόλι μπορεί να σκοτώσει, γεγονός που επιβεβαίωσαν όλοι οι Επιστήμονες που κατέθεσαν στο δικαστήριο. Είναι φονικό όπλο και ως τέτοιο αντιμετωπίστηκε από το Δικαστήριο ορθώς. Έκτοτε σε κάποιες επιθέσεις που έγιναν με καυστικό υγρό ασκήθηκε δίωξη για απόπειρα ανθρωποκτονίας. 

Σημαντικό σε κάθε περίπτωση είναι τα μέσα να προστατεύουν το τεκμήριο της αθωότητας. Πολλές φορές έχουμε δει έναν κατηγορούμενο να έχει δικαστεί πρώτα από τα μέσα ή και από τα social media κι αργότερα να βγαίνουν απαλλακτικές αποφάσεις από τα δικαστήρια.

Ποια επιπλέον μέτρα πρόληψης πρέπει, κατά την άποψή σας, να λάβει η Πολιτεία για να μην υπάρχουν πράξεις μιμητισμού;

Θα πρέπει το συγκεκριμένο καυστικό υγρό, δηλαδή το βιτριόλι, να μπει στον Νόμο περί όπλου. Επίσης, η προμήθειά του δεν θα έπρεπε να είναι εύκολη, όπως συμβαίνει και με την προμήθεια όπλων. Θα πρέπει να τεθούν κριτήρια για το ποιος το χρησιμοποιεί, παρότι πολλοί το χρειάζονται σε αρκετές  επαγγελματικές δραστηριότητες. Δεν θα είναι απλό το ποιος θα μπορεί να το χρησιμοποιεί. Θα πρέπει με τα συγκεκριμένα πρωτόκολλα που ορίζει ο Νόμος να προκύπτει ποιος το παίρνει και για ποιον λόγο.

Στο παρελθόν έχουν διαπραχθεί αντίστοιχα εγκλήματα στη χώρα μας, τα οποία όμως δεν προκάλεσαν την ίδια κοινωνική αντίδραση. Ποια ήταν η τιμωρία αυτών των επιθέσεων;

Τιμωρήθηκαν με την κατηγορία της βαριάς σκοπούμενης βλάβης, όπως στην υπόθεση ενός συναδέλφου (δικηγόρου), ο οποίος έχασε το μάτι του. Στο συγκεκριμένο αδίκημα είναι πολύ  σημαντικό το ποια ήταν η πρόθεση του δράστη, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας. Αυτό είναι που ενδιαφέρει και τον νομοθέτη. Αν προκύπτει ότι η πρόθεση ήταν να τραυματίσει και να προκαλέσει σωματική βλάβη, μιλάμε για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη. Στην περίπτωση που ο δράστης με το καυστικό υγρό σκοπεύει να αφαιρέσει τη ζωή κάποιου, τότε μιλάμε για μία διαφορετική ποινική αντιμετώπιση. Μάλιστα, παίζει ρόλο και η ποσότητα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, της Ιωάννας, η ποσότητα που χρησιμοποιήθηκε ήταν υπερβολική, σχεδόν ένα λίτρο με βάση την δικαστική απόφαση. Πρόκειται για μία τεράστια ποσότητα. Αν μία μικρή ποσότητα μπορεί να προκαλέσει μία βαριά βλάβη, τότε η εισπνοή, ή η κατάποση του εν λόγω καυστικού υγρού, μπορεί να οδηγήσει κατά πάσα πιθανότητα σε θάνατο.

Ποια η άποψη σας σχετικά με τη συζήτηση που διεξάγεται το τελευταίο χρονικό διάστημα για την ισόβια κάθειρξη; Κατά την γνώμη σας πρέπει να αυξηθεί η έκτιση της ποινής για τόσο ειδεχθή εγκλήματα, κυρίως κατά της ζωής και κατά της γενετήσιας ελευθερίας; Θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά η πιο σκληρή τιμωρία, γιατί οφείλουμε να αναφέρουμε ότι οι απόψεις των επιστημόνων για το θέμα διίστανται;

Θα πρέπει να υπάρχει σωφρονιστικό σύστημα, δηλαδή ο κρατούμενος να μπορεί βγαίνοντας από την φυλακή να ενταχθεί στην κοινωνική ζωή, που δεν συμβαίνει μέχρι στιγμής λόγω των δομών που έχουμε. Υπάρχει πάντα και ο κοινωνικός στιγματισμός, ο οποίος μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στη μετέπειτα πορεία ενός κρατούμενου.

Η ισόβια κάθειρξη, όπως είναι αυτήν την στιγμή μετά την τελευταία αύξηση από τα 16 χρόνια που ήταν προηγουμένως, νομίζω βρίσκεται σε έναν σωστό δρόμο. Δεν είμαι υπέρ των αυστηροποιήσεων των ποινών, γιατί το έγκλημα δεν προλαμβάνεται με αυτόν τον τρόπο. Υπάρχουν κι άλλες αντεγκληματικές πολιτικές, πιστεύω ότι οι υπερβολικά μεγάλες ποινές από μόνες τους δεν μπορούν να αποτρέψουν το έγκλημα. Μάλιστα, τον τελευταίο καιρό βλέπουμε  τον Υπουργό Δικαιοσύνης να αλλάζει Νόμους με βάση την κοινή γνώμη, κάτι που θεωρώ ότι δεν είναι σωστό. Τα θέματα αυτά θα έπρεπε να μας απασχολούν, πριν συμβεί κάτι, και όχι σε μεταγενέστερο επίπεδο. Γενικά έχει αποδειχθεί ότι η βαριά τιμωρία δεν λειτουργεί αποτρεπτικά. Ως κράτος έχουμε καταργήσει τη θανατική ποινή και, όταν κάποιος διαπράττει ένα αδίκημα, αυτό που θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει, και δυστυχώς δεν γίνεται ακόμα στην Ελλάδα, είναι να υπάρχει ένας σωφρονισμός. Θα πρέπει να υπάρχει σωφρονιστικό σύστημα, δηλαδή ο κρατούμενος να μπορεί βγαίνοντας από την φυλακή να ενταχθεί στην κοινωνική ζωή, που δεν συμβαίνει μέχρι στιγμής λόγω των δομών που έχουμε. Υπάρχει πάντα και ο κοινωνικός στιγματισμός, ο οποίος μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στη μετέπειτα πορεία ενός κρατούμενου.

Πώς τιμωρούνται ανάλογα εγκλήματα σε διεθνές επίπεδο; Λαμβάνουν την ίδια διάσταση αυτές οι υποθέσεις ως προς τις κοινωνικές αντιδράσεις;

Στην Ελλάδα ήταν η πρώτη υπόθεση στην οποία ένας δράστης με καυστικό υγρό τιμωρήθηκε για απόπειρα ανθρωποκτονίας. Στο εξωτερικό υπάρχουν αντίστοιχες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα σε μία υπόθεση στην Αγγλία, όπου ο δράστης τιμωρήθηκε επίσης με απόπειρα ανθρωποκτονίας.

Tα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media), με την απήχηση που έχουν, βοήθησαν στο να μάθει ο κόσμος την αλήθεια για την υπόθεση; Μπορούν τελικά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να επιδράσουν στη διαμόρφωση αντιλήψεων αλλά και στην αναπαραγωγή στερεοτύπων για μία υπόθεση υψηλού εγκληματολογικού ενδιαφέροντος σε σημείο που να επηρεάσουν την δικαστική έκβαση;

Σίγουρα, η κοινή γνώμη και η περιρρέουσα ατμόσφαιρα πάντα παίζουν έναν ρόλο. Με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πλέον ο καθένας έχει πρόσβαση στην είδηση. Δεν επηρέασαν όμως στην απόφαση, καθώς οι δικαστές δεν ασχολούνται με τα social media.  Τα μέσα δεν θα έπρεπε να επηρεάζουν τη δικαστική απόφαση, ωστόσο οι δικαστές είναι κι αυτοί άνθρωποι και τα παρακολουθούν. Ένας δικαστής δεν επηρεάζεται, ωστόσο, από αυτά. Οφείλει να πορευτεί με βάση τα στοιχεία που υπάρχουν στη δικογραφία, και συνήθως αυτό κάνει.

Γιατί πιστεύετε ότι η συγκεκριμένη υπόθεση προκάλεσε τόσο μεγάλη κοινωνική αντίδραση; Έχει να κάνει με την σύγχρονη εποχή μιας και χαρακτηρίστηκε ως «έγκλημα της εικόνας»;

Είναι αναμφισβήτητα ένα έγκλημα που προκάλεσε μεγάλη κοινωνική αντίδραση. Η δράστις είχε σκοπό την αφαίρεση της ζωής της συγκεκριμένης κοπέλας. Ωστόσο, η εγκληματική της ενέργεια οδήγησε το θύμα στο να χάσει το πρόσωπό του, άρα την ταυτότητά του.

Κατά τη γνώμη σας θα έπρεπε στα αρχικά στάδια της υπόθεσης να έχει προστατευτεί η ταυτότητα του θύματος; Πόσο μπορούν τα σκανδαλοθηρικά δημοσιεύματα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του θύματος, διότι δυστυχώς και στη συγκεκριμένη και σε άλλες υποθέσεις, κυρίως με θύματα γυναίκες, βλέπουμε και αυτή την πολύ σοβαρή διάσταση του θέματος;

Σίγουρα, από την αρχή το είχα τονίσει. Μέχρι να αποκαλυφθεί τι ακριβώς έχει συμβεί και για ποια κοπέλα πρόκειται, είχαν ακουστεί πάρα πολλές ανακρίβειες, με αποτέλεσμα να υποστεί βλάβη από το πώς τα μέσα χειρίζονται την υπόθεση. Και σε άλλες υποθέσεις το έχουμε δει να συμβαίνει. Σε ορισμένες υποθέσεις δεν θα έπρεπε να μας απασχολούν τα προσωπικά του θύματος ενός εγκλήματος/ αδικήματος. Επειδή, όμως, η κοινή γνώμη ενδιαφέρεται για τέτοιου είδους λεπτομέρειες αντιμετωπίζουμε αυτό το φαινόμενο.

Κατά τη διερεύνηση της υπόθεσης σε επιστημονικό επίπεδο διαπιστώθηκε ότι ένα μέρος των ΜΜΕ με άμεσο ή έμμεσο τρόπο επέρριψαν ευθύνες στο ίδιο το θύμα (victim blaming) ή έδωσαν τροφή σε σκανδαλοθηρικά δημοσιεύματα (π.χ. ποια η σχέση με την Ιωάννα και τον σύντροφο της δράστιδας). Αυτό θα μπορούσε να είχε επιπτώσεις; Πώς αντιμετωπίσατε επομένως ενδεχόμενους κινδύνους και πώς το θύμα μίας εγκληματικής ενέργειας πρέπει να αντιδράσει σε τέτοιου είδους πρακτικές που υιοθετούνται από μέρος των ΜΜΕ αλλά και από χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης;

Σημαντικό σε κάθε περίπτωση είναι τα μέσα να προστατεύουν το τεκμήριο της αθωότητας. Πολλές φορές έχουμε δει έναν κατηγορούμενο να έχει δικαστεί πρώτα από τα μέσα ή και από τα social media κι αργότερα να βγαίνουν απαλλακτικές αποφάσεις από τα δικαστήρια. Η βλάβη που θα έχει υποστεί η τιμή και η υπόληψή του μπορεί να τον στιγματίσει. 

Στις τελευταίες υποθέσεις στην Ελλάδα το victim blaming είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται έντονα. Στο εξωτερικό, για παράδειγμα, γίνεται χρόνια. Πολλές φορές το έχουμε δει και σε περιπτώσεις με το MeΤoo. Υπάρχουν γυναίκες που καταγγέλλουν έναν βιασμό και υπάρχει μία μερίδα ανθρώπων, που στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εκφράζουν την άποψή τους και συχνά κατηγορούν την γυναίκα ότι «προκάλεσε». Αυτό μπορεί να επιφέρει αντίθετα αποτελέσματα. Δεν θα έπρεπε, λοιπόν, να διαρρέουν στοιχεία των δικογραφιών, όταν βρίσκονται στο στάδιο της ανάκρισης. Ωστόσο, αυτό είναι πραγματικά αδύνατο να συμβεί, γιατί τα μέσα ενημέρωσης και ο κόσμος ενδιαφέρεται, με αποτέλεσμα οι δημοσιογράφοι να μπορούν να βρουν στοιχεία για τις υποθέσεις. Σημαντικό σε κάθε περίπτωση είναι τα μέσα να προστατεύουν το τεκμήριο της αθωότητας. Πολλές φορές έχουμε δει έναν κατηγορούμενο να έχει δικαστεί πρώτα από τα μέσα ή και από τα social media κι αργότερα να βγαίνουν απαλλακτικές αποφάσεις από τα δικαστήρια. Η βλάβη που θα έχει υποστεί η τιμή και η υπόληψή του μπορεί να τον στιγματίσει. 

Ολοκληρώνοντας την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή μας, κ. Λύτρα, θα θέλαμε να σας ρωτήσουμε ποιες είναι οι δικές σας κατευθυντήριες γραμμές προς τους αστυνομικούς και δικαστικούς συντάκτες για την κάλυψη τόσο σοβαρών υποθέσεων, ώστε να ενημερώσουν σε βάθος το κοινό από τη μία, τηρώντας όμως τη δημοσιογραφική δεοντολογία και με σεβασμό στην ισχύουσα νομοθεσία από την άλλη πλευρά;

Θεωρώ ότι πολλοί αστυνομικοί συντάκτες προκειμένου να κάνουν μία δημοσιογραφική επιτυχία δημιουργούν προβλήματα στις έρευνες. Μπορεί ένας δημοσιογράφος να έχει μία πληροφορία και, αντί να την μεταφέρει στον αρμόδιο εισαγγελέα, την δημοσιεύει στα μέσα. Υπάρχει και το φαινόμενο να βλέπουμε σοβαρούς δημοσιογράφους να βγαίνουν σε εκπομπές «ψυχαγωγικού περιεχομένου» για να κάνουν αναλύσεις περί εγκλημάτων, κάτι που δεν με βρίσκει σύμφωνο. Σίγουρα είναι η φύση της δουλειάς ενός δημοσιογράφου και υπάρχει πίεση προκειμένου να βγει μία είδηση, γεγονός που αντιλαμβάνομαι, ωστόσο μπορεί αυτό να παρεμποδίζει μία έρευνα.