Παροχή κοινοφωλούς εργασίας αντί φυλάκισης, Φωτεινή Ντούρα ΤΕΥΧΟΣ #6 ΙΟΥΝΙΟΣ 2018

Παροχή κοινωφελούς εργασίας αντί φυλάκισης

Φωτεινή Κ. Ντούρα
H παροχή κοινωφελούς εργασίας στην Ελλάδα έχει χαρακτήρα εναλλακτικού τρόπου έκτισης της ποινής, σε αντίθεση με το αγγλοσαξονικό δικαιϊκό σύστημα, όπου αποτελεί αυτοτελή ποινή[i]. Συγκεκριμένα στην χώρα μας η παροχή κοινωφελούς εργασίας αποτελεί εναλλακτικό τρόπο έκτισης της στερητικής της ελευθερίας ποινής από τον οικονομικά ασθενή μετά την μετατροπή της σε χρήμα, δηλαδή αφού αποδειχθεί ότι ο καταδικασθείς δεν έχει την δυνατότητα να καταβάλει το ποσό της μετατροπής. Έτσι στο άρθρο 82 ΠΚ προβλέπεται ότι αν εκείνος που καταδικάστηκε δηλώσει ότι δεν θα μπορέσει να καταβάλει το ποσό της μετατροπής, το δικαστήριο μετατρέπει περαιτέρω τη χρηματική ποινή, εν όλω ή εν μέρει, σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, εφόσον συμφωνεί ή το ζητά εκείνος που καταδικάστηκε.

Στην περίπτωση αυτή, το δικαστήριο ορίζει και τον αριθμό των ωρών κοινωφελούς εργασίας που κυμαίνονται από 100 έως 240 ώρες για ποινή ως ένα έτος, 241 έως 480 ώρες για ποινή από ένα έως δύο έτη, 481 έως 720 ώρες για ποινή από δύο έως τρία έτη, 721 έως 960 ώρες για ποινή από τρία έως τέσσερα έτη και 961 έως 1.200 ώρες για ποινή από τέσσερα έως πέντε έτη, ενώ προσδιορίζει και προθεσμία όχι μεγαλύτερη από πέντε έτη για την εκτέλεσή τους. Η εργασία, σύμφωνα με την πρόβλεψη του νόμου, παρέχεται χωρίς αμοιβή σε υπηρεσίες του κράτους, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, των νομικών προσώπων του δημόσιου τομέα ή σε μη κερδοσκοπικά κοινωφελή νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου ή και άλλα, τα οποία ορίζονται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τυχόν συναρμόδιων Υπουργών. Μπορεί επίσης να αφορά και σε παροχή υπηρεσιών προς τον παθόντα, αν υπάρχει η σύμφωνη γνώμη του. Την εκτέλεση της κοινωφελούς εργασίας επιβλέπει ο επιμελητής κοινωνικής αρωγής, εκτός αν το δικαστήριο διατάξει διαφορετικά.

Σε θεωρητικό επίπεδο, μπορεί να ειπωθεί ότι η παροχή κοινωφελούς εργασίας αποτελεί ποινικό θεσμό που αποτυπώνει την ελαστικότητα της ποινής στο στάδιο της επιβολής της και με την εφαρμογή του η δικαιοσύνη καλείται να συνδιάσει την ανταποδοτική με την επανορθωτική ή αποκαταστατική δικαιοσύνη, δίνοντας το δικαίωμα στον καταδικασθέντα να εκτίσει την ποινή του όχι στην φυλακή αλλά στην κοινωνία[ii].

Στην πράξη, χρήση της δυνατότητας για παροχή κοινωφελούς εργασίας κάνουν κυρίως οι έχοντες συσσωρεύσει πολλές πλημμεληματικές ποινές που δεν δικαιούνται το ευεργέτημα της αναστολής λόγω ύψους ποινών και λόγω της οικονομικής τους κατάστασης δεν μπορούν να ανταποκριθούν στην καταβολή των χρηματικών ποινών έστω και μετά από δοσοποίηση τους. Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα της κρίσης πρόκειται κυρίως για πρώην επαγγελματίες υπεύθυνους μικρών επιχειρήσεων που καταδικάστηκαν για χρέη προς το δημόσιο, αγορανομικά αδικήματα, έκδοση ακάλυπτων επιταγών κλπ.

Το σκεπτικό και την διαδικασία περαιτέρω μετατροπής της στερητικής της ελευθερίας ποινής σε κοινωφελή εργασία μπορούμε να προσεγγίσουμε μέσα από την μελέτη της απόφασης του Αρείου Πάγου με αριθμ. 1426/2016[iii], με την οποία μάλιστα γίνεται έμμεσα δεκτό  ότι το Δικαστήριο μπορεί να προβεί σε καθορισμό παροχής κοινωφελούς εργασίας για συνολική ποινή έστω και εάν αυτήν μετά τον σχηματισμό της υπερβαίνει τα πέντε έτη (εφόσον η ποινή βάσης είναι μικρότερη), αρκεί να καθοριστούν αντίστοιχες ώρες εργασίας και για το χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα πέντε έτη, καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα μένει ανεπίτρεπτα ανεκτέλεστο μέρος της ποινής[iv].

Στην συγκεκριμένη περίπτωση, με απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης καθορίστηκε -σε βάρος του καταδικασθέντος συνολική ποινή φυλάκισης τριών ετών και πενήντα τριών μηνών. Ακολούθως με άλλη απόφαση του ίδιου δικαστηρίου, ορίστηκε προθεσμία δύο ετών ώστε μέσα σε αυτήν ο κατάδικος να καταβάλει το ποσό στο οποίο είχε αυτοδίκαια μετατραπεί η ως άνω συνολική ποινή (ήτοι προς 4,40 ευρώ ημερησίως, παρότι υπερέβαινε το όριο μετατρεψιμότητας των πέντε ετών, δυνάμει της διάταξης του άρθρου 2 παρ. 4 του Ν. 1240/1982, καθώς η ποινή βάσης είχε ήδη μετατραπεί σε χρηματική από το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης).

Όμως, στη συνέχεια, ο καταδικασθείς δεν κατέβαλε εμπρόθεσμα το ποσό στο οποίο μετατράπηκε η προαναφερθείσα συνολική ποινή, και άρα θα έπρεπε να εκτελεστεί εις βάρος του η συνολική στερητική της ελευθερίας ποινή. Ενόψει αυτού του ενδεχόμενου υποβλήθηκε αίτηση από αυτόν με την οποία:

  1. επικαλέστηκε ότι μετά τη μετατροπή της επίμαχης (στερητικής της ελευθερίας) ποινής σε χρηματική επήλθε ουσιώδης αλλαγή των όρων της προσωπικής και οικονομικής του κατάστασης, καθότι στο μεσοδιάστημα απολύθηκε από την εργασία του και έκτοτε παρέμεινε άνεργος, λαμβάνοντας επίδομα ανεργίας για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που είχε πια παρέλθει και
  2. ζήτησε την περαιτέρω μετατροπή της ίδιας ποινής σε προσφορά κοινωφελούς εργασίας.

Το Μονομελές Πλημμελειοδικείο Θεσσαλονίκης έκρινε την αίτηση αυτή ουσιαστικά βάσιμη, στο μέτρο που τα πραγματικά περιστατικά που επικαλέστηκε ο αιτών αφ’ ενός μεν συνιστούσαν ουσιώδη αλλαγή των όρων της προσωπικής και οικονομικής κατάστασης του και πράγματι αποδείχθηκαν από τα έγγραφα που αυτός προσκόμισε  και την έκανε δεκτή.

Στη συνέχεια, μετέτρεψε την επιβληθείσα συνολική ποινή φυλακίσεως των τριών ετών και πενήντα τριών μηνών, που καθορίστηκε με την υπ’ αριθμό 48067/12-12-2013 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, σε παροχή κοινωφελούς εργασίας στον Δήμο Θερμαϊκού, όρισε σε πέντε έτη την προθεσμία που πρέπει να παρασχεθεί η κοινωφελής εργασία και σε 1.200 τις ώρες παροχής αυτής,  ενώ σε περίπτωση μη εκπλήρωσης της παραπάνω υποχρέωσης από τον αιτούντα, διέταξε την άμεση έκτιση από αυτόν της προαναφερόμενης ποινής φυλακίσεως.

Η ανωτέρω απόφαση αναιρέθηκε από τον Άρειο Πάγο εξαιτίας του μη καθορισμού ωρών εργασίας για το διάστημα της συνολικής ποινής που υπερβαίνει τα πέντε έτη καθώς κρίθηκε ότι το Δικαστήριο υπερέβη την εξουσία του, καθόσον: 1) Ενώ με την προσβαλλόμενη απόφαση του μετετράπη η συνολική ποινή φυλάκισης των επτά ετών και πέντε μηνών (ή άλλως η ποινή των 3 ετών και 53 μηνών), που επιβλήθηκε στον αιτούντα με την σχετική με αριθμό 48067/2013 απόφαση του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης, σε παροχή κοινωφελούς εργασίας, εν τούτοις, καθορίσθηκε ο αριθμός των ωρών εργασίας αυτού σε 1.200, κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 5 του άρθρου 82 του ΠΚ, στην οποία ορίζεται ότι οι εν λόγω ώρες εργασίας αντιστοιχούν σε ποινή από τέσσερα έως πέντε έτη. Παρέλειψε, δηλαδή, το δικαστήριο στην απόφαση του, να ορίσει τις ώρες κοινωφελούς εργασίας οι οποίες αντιστοιχούν, αναλογικά, από τον προσδιοριζόμενο στο άρθρο 82 παρ. 5 ΠΚ αριθμό των 481 έως 720 ωρών, στην ποινή των δύο ετών και πέντε μηνών, που υπερβαίνει την ποινή των πέντε ετών, από την μετατραπείσα σε κοινωφελή εργασία, ποινή των 7 ετών και 5 μηνών κατά τα ανωτέρω προαναφερθέντα.

Συνοπτικά θα λέγαμε ότι για να επιτευχθεί η μετατροπή της ποινής σε παροχή κοινωφελούς εργασίας θα πρέπει στην σχετική δικάσιμο (αφού προηγηθεί η μετατροπή της ποινής σε χρήμα):

  • Να αποδειχθεί ότι ο καταδικασθείς δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να καταβάλει το ποσό της μετατροπής ή - λόγω μεταβολής των οικονομικών του δεδομένων – δεν έχει πλέον την δυνατότητα να καταβάλει το ποσό της μετατροπής και λόγω της ένδειας του, εάν δεν του παρασχεθεί δυνατότητα εναλλακτικού τρόπου έκτισης της ποινής - θα πρέπει να εκτίσει την στερητική της ελευθερίας ποινή οδηγούμενος στη φυλακή,
  • Να έχει ανευρεθεί ο φορέας που θα τον απασχολήσει και να έχει χορηγηθεί σχετική προς τούτο βεβαίωση (έγγραφη αποδοχή από τον φορέα για απασχόληση σε συγεκριμένη θέση).

Επιπλέον, εξαιτίας των συνθηκών κάτω από τις οποίες παρέχεται η κοινωφελής εργασία στην Ελλάδα, κατά την διάρκεια παροχής της κοινωφελούς εργασίας θα πρέπει:

  • Να υπάρχουν διαθέσιμοι (προσωπικοί ή οικογενειακοί) πόροι για κάλυψη των καθημερινών αναγκών του καταδικασθέντα, καθώς δεν προβλέπεται παροχή της κοινωφελούς εργασίας στον ελεύθερο χρόνο και άρα εκ των πραγμάτων η ποινή εκτίεται σε βάρος της κύριας εργασιακής του απασχόλησης και περιορίζεται υπέρμετρα – ή και αποκλείεται εντελώς - η δυνατότητα βιοπορισμού. Ειδικά σε περιπτώσεις μετατροπής μεγαλύτερων ποινών, που αντίστοιχα είναι ιδιαίτερα μεγάλο και το διάστημα παροχής κοινωφελούς εργασίας, η εφαρμογή του μέτρου οδηγεί σε οικονομικό αδιέξοδο τους καταδικασθέντες που δεν μπορούν τελικά να είναι συνεπείς ούτε σε αυτόν τον τρόπο έκτισης της ποινής τους, και συνακόλουθα εξαφανίζεται κάθε ευεργετικό αποτέλεσμα που μπορούσε να έχει ο θεσμός[v],
  • Να είναι ο καταδικασθείς υγιής όλο το οριζόμενο με την απόφαση της μετατροπής χρονικό διάστημα και να μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες που θα ορισθούν με συνέπεια. Είναι καθοριστικό ότι στις περισσότερες περιπτώσεις - ανεξαρτήτως γνώσεων, ειδικών δεξιοτήτων, ηλικίας, σπουδών κλπ - η απασχόληση γίνεται σε χειρονακτικές εργασίες, υπηρεσίες καθαριότητας, κήπων κλπ.

__________________________________________________________________

*Η Φωτεινή Κ. Ντούρα είναι δικηγορός παρ' Αρείω Πάγω, ΜΔΕ Ποινικού Δικαίου.

[i] Με τους όρους «Community payback order», «Community Service order»

[ii] Άγγ. Ν. Μπουρόπουλος, Η μετατροπή της ποινής, ΠοινΧρον τόμος Δ΄ 1954, σελ.389

[iii] Ολόκληρο το κείμενο της απόφασης εδώ: http://www.areiospagos.gr/nomologia/apofaseis_DISPLAY.asp?cd=7EQK47ZX564LWVGQI5EMP9EZV6HGOC&apof=1426_2016&info=%D0%CF%C9%CD%C9%CA%C5%D3%20-%20%20%C1%20%D0%EF%E9%ED.%20%C4%E9%E1%EA.

[iv] Έτσι και οι ΑΠ 840/2015, ΑΠ 849/2017

[v] Αναλυτική κριτική και έρευνα σχετικά με τον θεσμό σε: Μαρία Αναγνωστάκη, H Παροχή Κοινωφελούς Εργασίας: Κριτική αποτίμηση και πορίσματα έρευνας πεδίου, Τιμητικός Τόμος Καθηγήτριας Καλλιόπης Δ Σπινέλλη. Εγκληματολογικές Διεπιστημονικές Προσεγγίσεις, Αθήνα – Κομοτηνή: Αντ. Σάκκουλας, 2010, σ. 495-544.