ΤΕΥΧΟΣ #17 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2021

«Όπως όλα εξελίσσονται, έτσι εξελίσσεται και το έγκλημα, σχεδόν σε όλες τις μορφές του. Θεωρώ ότι, τα επόμενα χρόνια, το ηλεκτρονικό έγκλημα, θα απασχολεί σε μεγάλο βαθμό τις αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες. Αλλά και η λεγόμενη παραδοσιακή εγκληματικότητα δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσει».

Πάνος Σόμπολος

O δημοσιογράφος και πρώην Πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, «πρύτανης» του αστυνομικού ρεπορτάζ όπως επάξια αποκαλείται τόσο από τους συναδέλφους του δημοσιογράφους όσο και από την επιστημονική κοινότητα, κ. Πάνος Σόμπολος σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη στην Επιστημονικά Υπεύθυνη του Crime & Media Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος, Διδάκτορα Αγγελική Καρδαρά, Συγγραφέα-Εισηγήτρια και Εκπαιδεύτρια Ε-Learning ΕΚΠΑ.  

Ο κ. Σόμπολος στη συνέντευξη που ακολουθεί μας καταθέτει την πολύτιμη δημοσιογραφική του πείρα από το αστυνομικό ρεπορτάζ, δίνει κατευθυντήριες γραμμές στους νέους συναδέλφους του και υπογραμμίζει τις διαφορές ανάμεσα στο αστυνομικό ρεπορτάζ του χθες με το σήμερα, προχωρώντας και σε έναν  σχολιασμό για το πώς διαμορφώνεται το δημοσιογραφικό τοπίο σήμερα. 

Πολύ ενδιαφέρουσες επίσης οι αναφορές του κ. Σόμπολου σε εγκλήματα που έχουν απασχολήσει με εκτενή ρεπορτάζ τα ΜΜΕ, έχουν συγκλονίσει την ελληνική κοινωνία και έχουν αποτελέσει κορυφαίες στιγμές στην καριέρα του. Παράλληλα, μέσα από αφηγήσεις του σκιαγραφεί το προφίλ δραστών ειδεχθών εγκλημάτων και αποκαλύπτει την ψυχολογία θυμάτων που επιβίωσαν της εγκληματικής πράξης ή των οικογενειών τους με τις οποίες ήρθε σε επαφή στο πλαίσιο της δημοσιογραφικής του έρευνας. Αξιοσημείωτες όμως είναι και οι επισημάνσεις του για τη βία σε βάρος γυναικών, ένα φαινόμενο που τον προβληματίζει εντόνως με τις διαστάσεις που λαμβάνει στη σύγχρονη εποχή. 

Η συζήτηση ολοκληρώνεται με την αναφορά σε μία ακόμα μεγάλη αγάπη του «πρύτανη» του αστυνομικού ρεπορτάζ, που είναι η συγγραφή, με τα βιβλία που έχει εκδώσει να έχουν κερδίσει μία σημαντική θέση στις βιβλιοθήκες μας, ενώ μας αποκαλύπτει ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία για το νέο συγγραφικό του εγχείρημα το οποίο αφορά την ιστορία της βεντέτας στην Ελλάδα. 

Αξίζει να κρατήσουμε και να τηρήσουμε τα λόγια του Πάνου Σόμπολου για τα στοιχεία εκείνα που είναι αναγκαία για έναν δημοσιογράφο -και γενικότερα για κάθε επαγγελματία στον χώρο του- ώστε να διακριθεί, να έχει διάρκεια και να χαίρει της εκτίμησης και του σεβασμού των συναδέλφων του και του κοινού στο οποίο απευθύνεται «Το ήθος και η εργατικότητα θα πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα. Αυτές οι δύο λέξεις ισχύουν όχι μόνο για μας τους δημοσιογράφους, αλλά για όλα τα επαγγέλματα». 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ 

Κύριε Σόμπολε, σας ευχαριστώ θερμά για την παραχώρηση της συνέντευξης για το Crime Times, στην οποία θα θέλαμε να μας καταθέσετε την πολύτιμη δημοσιογραφική πείρα σας από το πεδίο του αστυνομικού ρεπορτάζ. Ξεκινώντας με μία αναδρομή στη σταδιοδρομία σας, πώς και γιατί επιλέξατε την ενασχόληση με το αστυνομικό ρεπορτάζ;

Στη δημοσιογραφία μπήκα στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Με ενέταξαν βοηθό (μαθητευόμενο) στο αστυνομικό ρεπορτάζ, επειδή εκεί υπήρχε ανάγκη. Εκεί «αγκυροβόλησα» για πάνω από 41 χρόνια που συνταξιοδοτήθηκα. Ασχολήθηκα παράλληλα για έντεκα χρόνια και με το δικαστικό ρεπορτάζ. Δεν επέλεξα το αστυνομικό ρεπορτάζ. Μου έτυχε. Όταν μπήκα στη δημοσιογραφία, τα πράγματα δεν ήταν καθόλου εύκολα. Τότε ψάχναμε με κάθε τρόπο πώς θα μπορέσουμε να «βάλλουμε πόδι» σε μία εφημερίδα και δεν μας ενδιέφερε σε ποιον τομέα θα εργασθούμε. 

Ποια ήταν η πρώτη υπόθεση με την οποία ασχοληθήκατε στο αστυνομικό ρεπορτάζ; Έχετε καταγράψει τον αριθμό των εγκλημάτων που έχετε καλύψει δημοσιογραφικά στη μακρά επαγγελματική πορεία σας; 

Θυμάμαι ότι ήταν ένα πολύνεκρο τροχαίο δυστύχημα που είχε συμβεί στην εθνική οδό Αθηνών – Κορίνθου με τέσσερις νεκρούς και αρκετούς τραυματίες. Στο νεκροτομείο που κατέληξαν, ήταν ο τότε ιατροδικαστής Δημήτρης Καψάσκης. Μπήκα φοβισμένος μέσα κι έβλεπα τις σορούς των θυμάτων σε διαφορετικά σημεία. Ενώ τις περιεργαζόμουνα, παρατήρησα ότι ένα από τα θύματα είχε ανοιχτά τα μάτια και πραγματικά τρομοκρατήθηκα και ο αείμνηστος Καψάσκης, μου έπιασε τα χέρια και μαζί του κλείσαμε τα μάτια. Αντιλαμβάνεσθε ότι το βράδυ δεν κοιμήθηκα καθόλου από τον φόβο και τον τρόμο που με είχαν κυριεύσει.

Ως προς το δεύτερο σκέλος του ερωτήματός σας για τον αριθμό των εγκλημάτων που έχω καλύψει δημοσιογραφικά, αυτά ανέρχονται σε πολλές δεκάδες χιλιάδες στην Αττική και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Ήταν αδύνατο να κάνω τέτοια καταγραφή. Εκείνο που θα ήθελα να επισημάνω είναι το γεγονός ότι πάντοτε πήγαινα στον τόπο όπου διαπράττονταν αυτά. Εκεί έβλεπα θύματα και δράστες, αυτόπτες μάρτυρες, αστυνομικούς, πυροσβέστες, λιμενικούς κι έπαιρνα με τη βοήθεια των τεχνικών (οπερατέρ και φωτορεπόρτερ) συνεντεύξεις απ’ όλους, πλάνα και φωτογραφίες.

Πώς θα περιγράφετε τον χώρο των ΜΜΕ, όπως τον βιώσατε όλα αυτά τα χρόνια της καριέρας σας; Ποια ήταν τα θετικά και ποια τα αρνητικά σημεία ενός χώρου δύσκολου και απαιτητικού, όπως του δικού σας;

Παλαιότερα τα πράγματα ήταν πολύ πιο δύσκολα. Φοβερή ταλαιπωρία, πολύ τρέξιμο, αγωνία και συνεχές άγχος σε εικοσιτετράωρη βάση. Επίσης παλαιότερα ό,τι υλικό (συνεντεύξεις, πλάνα) συγκεντρώναμε από τον τόπο π.χ. ενός εγκλήματος, μίας δασικής πυρκαγιάς, ενός σεισμού κ.λπ., έπρεπε να πάμε στις κεραίες του ΟΤΕ στα βουνά για να τα στείλουμε στην Αθήνα και να προβληθούν. Τώρα το βανάκι του καναλιού σηκώνει την κεραία και τα μεταδίδει απευθείας. Τηλέφωνα κινητά δεν υπήρχαν. Για να βγούμε τηλεφωνικά και να δώσουμε στο δελτίο ειδήσεων τις εξελίξεις όταν ήμασταν π.χ. σε μεγάλες πυρκαγιές στα βουνά, έπρεπε να πάμε στο κοντινότερο χωριό, να ψάξουμε μέσα στη νύχτα, ποιο σπίτι έχει τηλέφωνο για να επικοινωνήσουμε με το κανάλι. Τώρα τα πράγματα είναι πιο εύκολα.

Ποια είναι η συμβουλή σας στους νέους δημοσιογράφους, που εκπαιδεύουμε κι εμείς στο Κέντρο Μελέτης του Εγκλήματος και θέλουν να ειδικευτούν στο αστυνομικό ρεπορτάζ; Τι πρέπει να προσέξουν περισσότερο και ποιες «παγίδες» να προσπαθήσουν να αποφύγουν;

Ο νέος συνάδελφος, σε όποιον χώρο ταχθεί να υπηρετήσει το δημοσιογραφικό λειτούργημα, θα πρέπει να αγαπήσει πολύ αυτό που κάνει, να επιδίδεται εξ ολοκλήρου σ’ αυτό και να ενημερώνει σωστά κι αντικειμενικά τον κόσμο που τον διαβάζει, που τον ακούει και τον βλέπει (εφημερίδα, site, ραδιόφωνο, τηλεόραση). Να μην επηρεάζεται από κομματικές, παραταξιακές, θρησκευτικές ή άλλες πεποιθήσεις. Να λέει με ακρίβεια αυτά που βλέπει, ακούει και βιώνει, χωρίς πάθη και φανατισμούς. Αυτές τις αρχές πρέσβευα σ’ όλη τη δημοσιογραφική μου πορεία και δεν μετάνιωσα. 

 

Στηριζόμενος στην πολύχρονη επαγγελματική ενασχόλησή σας με το έγκλημα, πώς βλέπετε να εξελίσσεται το εγκληματικό φαινόμενο στην Ελλάδα της σύγχρονης εποχής;  Ποιες μορφές εγκληματικότητας σας προβληματίζουν πιο έντονα και γιατί;

Εμείς κάθε πρωί πηγαίναμε στην Αστυνομική Διεύθυνση και στο αρχηγείο της Αστυνομίας και ενημερωνόμασταν για τα γεγονότα της νύχτας κι όλου του εικοσιτετραώρου στην Αττική και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Αυτό δεν γίνεται σήμερα.

Όπως όλα εξελίσσονται, έτσι εξελίσσεται και το έγκλημα, σχεδόν σε όλες τις μορφές του. Θεωρώ ότι, τα επόμενα χρόνια, το ηλεκτρονικό έγκλημα, θα απασχολεί σε μεγάλο βαθμό τις αρμόδιες αστυνομικές υπηρεσίες. Αλλά και η λεγόμενη παραδοσιακή εγκληματικότητα δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσει. Διαρρήξεις, κλοπές, ληστείες, απάτες, όπως και οι ανθρωποκτονίες και οι απόπειρες, θα διαιωνίζονται στην Ελλάδα και γενικότερα στην ανθρωπότητα. Οι εγκληματολόγοι και οι άλλοι ειδικοί γνωρίζουν καλύτερα απ’ όλους μας ότι ο άνθρωπος έχει μέσα του άγρια ένστικτα, τα οποία δεν τιθασεύονται εύκολα και χωρίς αγώνα. Η φύση γενικότερα του ανθρώπου είναι περίεργη και ανώμαλη κι ο άνθρωπος έχει ροπή προς το κακό. Άρα το έγκλημα δεν πρόκειται να σταματήσει. Αυτό που με προβλημάτισε ήταν οι αλλεπάλληλες δολοφονίες γυναικών, καθώς μέσα στο τελευταίο δεκάμηνο, διαπράχτηκαν στη χώρα μας συνολικά δώδεκα. Δεν θυμάμαι να είχαμε στο παρελθόν τόσο μεγάλο αριθμό δολοφονιών με θύματα γυναίκες. Ίσως να οφείλεται στον εγκλεισμό λόγω της πανδημίας, του κορωνοϊού. Αυτά οι εγκληματολόγοι μπορούν να τα εξηγήσουν. 

Το αστυνομικό ρεπορτάζ σήμερα. Πώς έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με το παρελθόν; 

Εμείς κάθε πρωί πηγαίναμε στην Αστυνομική Διεύθυνση και στο αρχηγείο της Αστυνομίας και ενημερωνόμασταν για τα γεγονότα της νύχτας κι όλου του εικοσιτετραώρου στην Αττική και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Αυτό δεν γίνεται σήμερα. Επίσης καθημερινά πηγαίναμε στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης και είχαμε στις 10 το πρωί Συνέντευξη Τύπου με τον Υπουργό. Αυτή η συνέντευξη γινόταν μέχρι τη δεκαετία του ΄80, ενώ στη συνέχεια καθιερώθηκε τρεις φορές τη βδομάδα, μετά δύο και τα τελευταία χρόνια καμία. Σήμερα οι συνεντεύξεις του Υπουργού γίνονται σε πολύ αραιά χρονικά διαστήματα. Όλα αυτά δεν είναι προς το καλό της σωστής κι έγκαιρης ενημέρωσης.

Έχοντας κερδίσει τόσο από τους συναδέλφους σας δημοσιογράφους, όσο και από την επιστημονική κοινότητα τον τίτλο του «πρύτανη του αστυνομικού ρεπορτάζ», ποια θεωρείτε ότι είναι τα χαρακτηριστικά ενός επιτυχημένου αστυνομικού συντάκτη και κατ’ επέκταση ενός επιτυχημένου αστυνομικού ρεπορτάζ;

Δεν θέλω να επεκταθώ περισσότερο, μόνο δύο πράγματα θα πω:  

Το ήθος και η εργατικότητα θα πρέπει να είναι πάνω απ’ όλα. Αυτές οι δύο λέξεις ισχύουν όχι μόνο για μας τους δημοσιογράφους, αλλά για όλα τα επαγγέλματα. Επομένως ΗΘΟΣ και ΕΡΓΑΤΙΚΟΤΗΤΑ.

Πιστεύετε ότι η συνεργασία μεταξύ αστυνομικών συντακτών και εγκληματολόγων μπορεί να γίνει πιο εποικοδομητική στη σύγχρονη εποχή, προς όφελος του αστυνομικού ρεπορτάζ, και με ποιον τρόπο; 

Εμείς οι παλιότεροι πάντα συνεργαζόμασταν με τους εγκληματολόγους και τους άλλους ειδικούς. Σε κάθε μεγάλη υπόθεση που χειριζόμουν, σχεδόν πάντα έπαιρνα και την άποψη ενός εγκληματολόγου, ενός ψυχιάτρου. Όλοι αυτοί, ως ειδικοί στο είδος τους, δίνουν την άποψή τους και την εξήγησή τους για το όποιο συμβάν καλούνται να μιλήσουν. Έτσι συμβάλλουν στην πληρέστερη και ολοκληρωμένη ενημέρωση του κοινού, αλλά παράλληλα περνούν και θετικά μηνύματα στο κοινωνικό σύνολο. Άρα, λοιπόν, είναι αναγκαία κι επιβεβλημένη η συνεργασία αστυνομικών συντακτών και εγκληματολόγων. 

Θα είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον στο σημείο αυτό να μας μιλήσετε για τα χαρακτηριστικά κάποιων υποθέσεων που κρατάτε χαραγμένες στη μνήμη σας μέχρι σήμερα. Μπορείτε ενδεικτικά να μας αναφέρετε κάποιες υποθέσεις «σταθμούς» στην καριέρα σας;

Στις ανθρωποκτονίες, δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω την υπόθεση Φρατζή. Ήταν τότε 27 χρόνων όταν μέσα στο διαμέρισμά του στραγγάλισε τη νεαρή σύζυγό του, τεμάχισε το πτώμα της, το τοποθέτησε σε σακούλες και τις έριξε σε κάδους απορριμμάτων όπου  και βρέθηκαν. Θυμάμαι στη συνέντευξη που του είχα πάρει μετά τη σύλληψή του, τον ρώτησα πώς μπορούσες κι έκοβες κομμάτια το σώμα της γυναίκας σου, κι εκείνος μου απάντησε: Είναι πολύ εύκολο. Μπορείς κι εσύ να πάρεις ένα κοφτερό μαχαίρι και να το κάνεις…

Στις ανθρωποκτονίες, δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω την υπόθεση Φρατζή

Στις πυρκαγιές, με συγκλόνισε η υπόθεση της μάνας με τα τέσσερα παιδιά που κάηκαν όλοι ζωντανοί έξω από το χωριό Αρτέμιδα της Ηλείας. Βρήκαμε τότε τη μάνα να κρατάει στην αγκαλιά της τα τρία παιδάκια της και το άλλο, το μεγαλύτερο, είχε απομακρυνθεί σε κάποια απόσταση για να σωθεί. Και οι τέσσερις νεκροί!

Είναι αμέτρητα τα περιστατικά που με είχαν συγκλονίσει και θα τα θυμάμαι σ’ όλη τη ζωή μου. Περιλαμβάνονται και στα βιβλία μου που κυκλοφορούν σε όλα τα βιβλιοπωλεία το ένα με τον τίτλο «Τα εγκλήματα που συγκλόνισαν την Ελλάδα όπως τα έζησα» και το άλλο «Εγκλήματα γένους θηλυκού στην Ελλάδα» από τις εκδόσεις Πατάκη.

Λόγω  της δημοσιογραφικής σας ιδιότητας, είχατε επικοινωνία με δράστες ειδεχθών εγκλημάτων κατά της ζωής και κατά της γενετήσιας ελευθέριας, που κυρίως απασχολούν το αστυνομικό ρεπορτάζ. Υπάρχουν κάποια σημεία σε όσα σας κατέθεταν στις συνεντεύξεις τους, που σας έκαναν μεγαλύτερη εντύπωση, για παράδειγμα ως προς τον τρόπο εγκληματικής δράσης τους, ως προς το «μετά» της πράξης τους κ.λπ.; 

Είχα κι έχω σχέσεις με εγκληματίες όλων των μορφών εγκληματικότητας. Πολλούς από αυτούς τους έχω βοηθήσει οικονομικά και επαγγελματικά. Η μακαρίτισσα η γυναίκα μου η Τζένη έλεγε και ξανάλεγε: «Ο μισός μισθός του άντρα μου πάει στους κακοποιούς…». Από τις συνεντεύξεις που τους έπαιρνα μετά τη σύλληψή τους, πολλοί απ’ αυτούς ήταν εριστικοί, άλλοι μετανιωμένοι γι’ αυτό που είχαν διαπράξει.

Θυμάμαι έναν παιδεραστή, που είχε συλληφθεί, γιατί επιτέθηκε σε κοριτσάκι τη στιγμή που επέστρεφε από το σχολείο κι  έμπαινε στο ασανσέρ. Μου έλεγε στη συνέντευξη που του είχα πάρει: «Όταν βλέπω μικρό παιδί, ανεβαίνει το αίμα μου στο κεφάλι και θέλω να το αγκαλιάσω και να το χαϊδέψω και να ικανοποιηθώ». 

Είχα κι έχω σχέσεις με εγκληματίες όλων των μορφών εγκληματικότητας. Πολλούς από αυτούς τους έχω βοηθήσει οικονομικά και επαγγελματικά. Η μακαρίτισσα η γυναίκα μου η Τζένη έλεγε και ξανάλεγε: «Ο μισός μισθός του άντρα μου πάει στους κακοποιούς…».

Άλλο περιστατικό. Θυμάμαι έναν σαραντάχρονο ταξιτζή ο οποίος ήταν κοντός, αδύνατος και καχεκτικός που είχε διαπράξει πέντε δολοφονίες και εννέα απόπειρες ανθρωποκτονιών μέσα σε μία δεκαετία. Σκότωνε για το τίποτα. Μεταξύ των άλλων είχε σκοτώσει (την έκαψε ζωντανή) και μια πελάτισσά του επειδή δεν ήθελε να πάνε στο ξενοδοχείο που της πρότεινε. Θυμάμαι τον είχα ρωτήσει: «Όταν άκουγες τα ουρλιαχτά της που την έκαιγες καθώς και τις κραυγές απελπισίας, εσύ τι σκεπτόσουνα, τι έλεγες μέσα σου;» Απάντησε:

«Τίποτα. Ήθελε και τα έπαθε…».

Πολλοί όμως από τους παράνομους, δεν συνεχίζουν την κακοποιό δράση τους. Ένας από τους γνωστούς ληστές, μετά την αποφυλάκισή του, γύρισε σελίδα στη ζωή του. Έγραψε και βιβλίο το οποίο πήγα και παρουσίασα στα Τρίκαλα και τώρα ζει μία κανονική ζωή. Μου λέει: «Έκανα ό,τι έκανα και πλήρωσα με πολυετείς ποινές φυλάκισης. Τέρμα η παρανομία». 

Ως προς τα θύματα που επιβίωσαν ή τις οικογένειες των θυμάτων με τις οποίες έχετε όλα αυτά τα χρόνια έρθει σε επαφή, ποια ήταν τα συναισθήματα και οι σκέψεις που κυριαρχούσαν στις συνεντεύξεις τους, ως προς τους δράστες, την απονομή της δικαιοσύνης, την ευρύτερη κοινωνία; 

Όλοι ζητούσαν την παραδειγματική τιμωρία του δράστη ή των δραστών. Κάποιοι παραπονούνταν ότι οι εγκληματίες δεν πρόκειται να τιμωρηθούν με βαριές ποινές κι ότι  θα τους επιβληθούν  ποινές χάδια και σε λίγα χρόνια θα είναι έξω. Άλλοι έλεγαν ότι δεν έπρεπε να καταργηθεί η θανατική ποινή κι ότι οι δράστες κάποιων εγκλημάτων θα πρέπει να μένουν σ’ όλη τη ζωή τους μέσα στη φυλακή!

Ένα πολύ μεγάλο κεφάλαιο που σχετίζεται με το έγκλημα αφορά τις φυλακές. Έχετε επίσης εκτενή επαγγελματική εμπειρία από τον χώρο των φυλακών. Μπορεί να αντιμετωπιστεί το έγκλημα, χωρίς να μας ενδιαφέρει το τι γίνεται μέσα στις φυλακές και πώς αυτοί οι άνθρωποι επιστρέφουν στην κοινωνία; 

Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο θέμα και δεν έχει προσεχθεί ιδιαίτερα από τις αρμόδιες αρχές. Πάντα πρέπει να μας ενδιαφέρει το τι γίνεται μέσα στις φυλακές και πώς αυτοί οι φυλακισμένοι θα επιστρέψουν στην κοινωνία. Δεν είμαι ο ειδικός γι’ αυτό το θέμα, ωστόσο όμως νομίζω ότι απαιτείται φροντίδα και πολύπλευρη βοήθεια.

Μία ακόμα σημαντική ιδιότητά σας είναι αυτή του συγγραφέα. Μιλήστε μας για τα βιβλία που έχετε εκδώσει μέχρι σήμερα και εάν μεταξύ αυτών ξεχωρίζετε κάποιο ως λίγο πιο αγαπημένο σας;

Μέχρι τώρα έχω γράψει πέντε βιβλία τα οποία κυκλοφορούν (τα τέσσερα) από τις εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ. 

  1. Μια ζωή ρεπορτάζ (Αυτό μόνο είναι εκδόσεων Κυριακίδη).
  2. Τα εγκλήματα που συγκλόνισαν την Ελλάδα. Όπως τα έζησα.
  3. Τα τραγικά γεγονότα της τελευταίας τριακονταπενταετίας. Όπως τα έζησα.
  4. Οι αστέρες του εγκληματικού πανθέου. Όπως τους έζησα.
  5. Εγκλήματα γένους θηλυκού στην Ελλάδα.

Γνωρίζετε πολύ καλά ότι η μάνα  δεν μπορεί να ξεχωρίσει τα παιδιά της. Όλα τα αγαπά εξ ίσου. Ωστόσο από τις κριτικές που ακούω από τους αναγνώστες μου, οι περισσότεροι κλείνουν προς το τελευταίο που έχει σχέση με τις δολοφονίες με δράστιδες γυναίκες. Τους αρέσει η φόνισσα γυναίκα… 

Ολοκληρώνοντας την πολύ ενδιαφέρουσα συζήτησή μας, θα μας αποκαλύψετε στοιχεία για το νέο συγγραφικό σας εγχείρημα και τα επόμενα σχέδια σας;

Είχα αρχίσει από πέρσι, προ κορωνοϊού, να ασχολούμαι με τις βεντέτες, δηλαδή εγκλήματα βεντέτας και η ιστορία της στην Ελλάδα. Προχώρησα αρκετά στο γράψιμο. Δυστυχώς η πανδημία μου τα ανέτρεψε όλα. Είχα κλείσει ραντεβού με ανθρώπους που είχαν πολλά να μου πουν για τις βεντέτες στην Κρήτη και στη Μάνη. Με ανθρώπους που έζησε η οικογένειά τους τη βεντέτα είτε από πλευράς θυμάτων είτε δραστών. Έχω αναβάλλει αυτά τα ταξίδια και περιμένω να αποκατασταθεί η κανονικότητα. Αν όλα πάνε καλύτερα, πιστεύω ως το ερχόμενο καλοκαίρι, να το έχω ολοκληρώσει και να κυκλοφορήσει.

Λόγω του εγκλεισμού με τον κορωνοϊό, άρχισα να τακτοποιώ το αρχείο μου, το οποίο  αντιλαμβάνεσθε ότι είναι μεγάλο. Κατά το ψάξιμο βρήκα κάτι διαφορετικό από τα εγκλήματα και τα τραγικά γεγονότα. Βρήκα πολλούς φακέλους με μικρά περιστατικά ευτράπελα και περίεργα της Άμεσης Δράσης, που έχουν πολύ ενδιαφέρον και διαβάζονται ευχάριστα. Αυτά αναμορφώνω τώρα και σύντομα οι εκδόσεις Πατάκη θα τα εκδώσουν. Έτσι αυτά θα αποτελέσουν το έκτο κατά σειράν βιβλίο μου.

Σας ευχαριστώ πολύ.