ΤΕΥΧΟΣ #20 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2022

Μύθοι για το sex trafficking: Η γυναίκα ως δράστης του εγκλήματος

Παναγιώτα Βλάχου, υπ. Δρ.

 

Αρκετά διαδεδομένες είναι ορισμένες στερεοτυπικές αντιλήψεις για τη γυναικεία εγκληματικότητα, όπως για παράδειγμα ότι οι γυναίκες δεν διαπράττουν το αδίκημα της εμπορίας ανθρώπων με σκοπό τη γενετήσια εκμετάλλευσή τους (αλλιώς sex trafficking ή σωματεμπορία), μύθος ο οποίος επιχειρείται στο παρόν άρθρο να καταρριφθεί προκειμένου να τεθεί στις σωστές βάσεις και να καταστεί αποτελεσματικότερη η πρόληψη και η καταστολή του εγκλήματος.

Εισαγωγικά

Αρκετά διαδεδομένος είναι ο μύθος ότι δράστες του sex trafficking[1] είναι μόνο άντρες, διότι οι γυναίκες, ως αθώες και αδύναμες, αποτελούν τα «ιδανικά» θύματα του εγκλήματος[2]. Ειδικότερα, τόσο στην κοινωνία όσο και στη βιβλιογραφία επικρατεί η άποψη ότι η γυναικεία ενσυναίσθηση και αλληλεγγύη αποτρέπει την εμπλοκή των γυναικών σε επιχειρήσεις που εκμεταλλεύονται γυναίκες, ενώ η διάπραξη του εγκλήματος της σωματεμπορίας έρχεται σε αντίθεση με τις αντιλήψεις ότι οι γυναίκες δεν είναι βίαιες, ότι είναι στοργικές και χαρακτηρίζονται από αλτρουισμό, αν και έρευνες δείχνουν ότι μεγάλο ποσοστό των γυναικών δεν έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά[3].

Από την άλλη πλευρά, επικρατεί η αντίληψη ότι όσες τυχόν γυναίκες εμπλέκονται ως δράστες στο έγκλημα της σωματεμπορίας έχουν υποταχθεί σε άντρες, μέσω εκμετάλλευσης, βίας ή δρουν λόγω φόβου, και ότι δεν γίνεται οι ίδιες να είναι τόσο σκληρές, πράγμα που δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις[4].

Πιστεύεται γενικότερα ότι η βία και η επιθετικότητα είναι ανδρικά χαρακτηριστικά και ότι η γυναίκα χρησιμοποιεί βία μόνο ως αποτέλεσμα κάποιας πνευματικής ή ψυχολογικής ασθένειας, ότι οι γυναίκες είναι εκ φύσεως παθητικές και ότι, όταν δρουν ως δράστες εγκλημάτων, είτε δεν καταλαβαίνουν τι κάνουν είτε έχουν εξαναγκαστεί στην εγκληματική πράξη από κάποιον άντρα συνεργό, δεν έχουν τον έλεγχο των όσων πράττουν και στερούνται εναλλακτικών επιλογών και άρα δεν είναι ηθικά αυτόνομες[5]. Με άλλα λόγια, η χρήση βίας από τις γυναίκες συχνά θεωρείται δικαιολογημένη ή συγχωρείται[6]. Έτσι, οι γυναίκες είναι πιθανότερο να θεωρηθούν ως θύματα παρά ως δράστες εγκλημάτων[7].

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι γυναίκες που διαπράττουν ένα ποινικό αδίκημα να θεωρούνται διπλά αποκλίνουσες, έχοντας παραβεί τόσο το νόμο όσο και τις κοινωνικές προσδοκίες για τη γυναικεία συμπεριφορά, δηλαδή ότι οι γυναίκες δεν είναι βίαιες και έχουν χαρακτηριστικά αθωότητας και στοργικής μητέρας[8].

Παρά, ωστόσο, τις ανωτέρω αντιλήψεις, οι γυναίκες καταλαμβάνουν ποσοστό 38% μεταξύ των καταδικασθέντων δραστών εμπορίας ανθρώπων[9], ενώ στο πλαίσιο της σωματεμπορίας αναλαμβάνουν ποικίλους ρόλους, όπως θα δούμε πιο κάτω.

Γυναίκα – δράστης και οργανωμένο έγκλημα

Το έγκλημα της σωματεμπορίας συνδέεται στενά με το οργανωμένο έγκλημα, καθώς συνήθως τελείται στο πλαίσιο της οργανωμένης εγκληματικότητας, και επομένως το προφίλ της γυναίκας - σωματεμπόρου ομοιάζει με αυτό της γυναίκας - μέλους εγκληματικής οργάνωσης.

Η εγκληματολογική έρευνα για πολλά χρόνια ήταν περιορισμένη όσον αφορά στην γυναικεία εγκληματικότητα, καθώς αυτή θεωρείτο ότι έρχεται σε αντίθεση με τις κοινωνικές νόρμες που αφορούν το γυναικείο φύλο[10]. Όσον αφορά στην ανάλυση της γυναικείας συμμετοχής στο οργανωμένο έγκλημα, αυτή επικεντρωνόταν κυρίως στον ρόλο των γυναικών ως θυμάτων και παθητικών συμμετόχων στο έγκλημα ή στη σχέση τους – ερωτική ή συγγενική – με τους δράστες συμμοριών[11].

Οι γυναίκες γενικά θεωρείται ότι είναι στοργικές και ότι στερούνται των χαρακτηριστικών και των προϋποθέσεων για να είναι μέλη εγκληματικών οργανώσεων[12]. Κυρίως θεωρούνται ως υποτακτικές και ο ρόλος τους απέναντι στους άντρες ότι είναι δευτερεύων, ενώ η εγκληματικότητα έχει συνδεθεί με την αρρενωπότητα[13].

Ωστόσο, ο μύθος ότι η γυναικεία φύση είναι ασύμβατη με την εγκληματική συμπεριφορά και ότι οι γυναίκες δεν διαθέτουν τις δεξιότητες και τα χαρακτηριστικά για να συμμετέχουν σε εγκληματικές οργανώσεις δεν επιβεβαιώνεται[14]. Η συμπεριφορά των αντρών και των γυναικών δεν είναι φυσική ή βιολογική αλλά κοινωνικά κατασκευασμένη[15].

Ειδικότερα, υποστηρίζεται[16] ότι οι εγκληματικές οργανώσεις παρουσιάζουν ορισμένα χαρακτηριστικά των νόμιμων επιχειρήσεων, αφού το οργανωμένο έγκλημα θεωρείται ότι λειτουργεί όπως μια νόμιμη οργάνωση με σκοπό όμως το κέρδος μέσα από παράνομες δραστηριότητες. Έτσι, οι γυναίκες μπορεί να υιοθετήσουν αντρικές συμπεριφορές και να παίξουν σύμφωνα με τους κανόνες του πατριαρχικού παιχνιδιού, όπως κάνουν και στις νόμιμες επιχειρήσεις[17].

Μάλιστα, οι γυναίκες εντός του οργανωμένου εγκλήματος αντιμετωπίζουν τις ίδιες ανισότητες που αντιμετωπίζουν και στην νόμιμη εργασιακή απασχόληση και αυτός είναι ο λόγος που η συμμετοχή των γυναικών είναι περιορισμένη στις εγκληματικές οργανώσεις[18]. Από την άλλη πλευρά όμως, οι γυναίκες έχουν ως πλεονέκτημα τις κοινωνικές τους δεξιότητες, οι οποίες είναι απαραίτητες στις παράνομες επιχειρήσεις οι οποίες στηρίζονται στις κοινωνικές σχέσεις, ενώ έρευνες επισημαίνουν ότι μπορούν να υιοθετούν ανδρικές συμπεριφορές, όπως το σεξ, η επιθετικότητα και η χρήση βίας προς όφελός τους[19]. Έτσι, εμφανίζουν τόσο γυναικεία όσο και αντρικά χαρακτηριστικά[20].

Παλαιότερα υποστηριζόταν, επίσης, ότι οι γυναίκες είχαν κυρίως δευτερεύοντες ρόλους στις εγκληματικές οργανώσεις, το οποίο όμως δεν επιβεβαιώνεται από νεότερες έρευνες που επισημαίνουν ότι οι γυναίκες παίζουν ποικίλους ρόλους σε διάφορα ιεραρχικά επίπεδα των εγκληματικών οργανώσεων[21]. Έτσι, μπορεί να έχουν από κατώτερους ή περιφερειακούς ρόλους μέχρι ανώτερους ρόλους ή να δρουν ως ανεξάρτητοι «επιχειρηματίες»[22], ανάλογα με το οργανωτικό και κοινωνικό πλαίσιο[23].

Η συμμετοχή των γυναικών σε εγκληματικές δραστηριότητες τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί[24]. Μάλιστα, σε κάποιες συγκεκριμένες δραστηριότητες της οργανωμένης εγκληματικότητας οι γυναίκες φαίνεται να είναι πιο κατάλληλοι δράστες από τους άντρες. Για παράδειγμα, στη λαθραία μεταφορά μεταναστών η περιορισμένη χρήση βίας και η αυξημένη σημασία των διαπροσωπικών σχέσεων στην εκτέλεση του εγκλήματος, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι γυναίκες αποπνέουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους «πελάτες»-λαθρομετανάστες για την ασφάλειά τους, αφού θεωρούνται ως μητρικές φιγούρες και ότι θα είναι πιο προσεκτικές με τις συνθήκες της μεταφοράς (ασφάλεια, υγιεινή και υγεία των λαθρομεταναστών) σε σχέση με τους άντρες ομόλογούς τους, ευνοούν τη συμμετοχή των γυναικών στον τομέα αυτό της εγκληματικότητας, οι οποίες έχουν μάλιστα κεντρικό ρόλο ή λειτουργούν ακόμη και ως ανεξάρτητοι δράστες[25].

Η γυναίκα ως δράστης του εγκλήματος της εμπορίας ανθρώπων με σκοπό την γενετήσια εκμετάλλευση

Οι Siegel και de Blank[26] διαχώρισαν τις γυναίκες-σωματεμπόρους σε τρεις κατηγορίες, ανάλογα με τα καθήκοντά τους και τον βαθμό ισότητας και εξάρτησής τους από τους άνδρες σωματεμπόρους.

Στην πρώτη και πιο πολυπληθή κατηγορία ανήκουν οι «υποστηρίκτριες» (supporters), οι οποίες είναι υφιστάμενες του / της αρχηγού σωματεμπόρου και εκτελούν εντολές από τον αρχηγό ή άλλα μέλη του δικτύου σωματεμπορίας είτε λόγω απειλών είτε με την θέλησή τους. Εδώ συγκαταλέγονται τόσο θύματα του sex trafficking που αναγκάζονται από τους δράστες ή «επιλέγουν», προκειμένου να ανέβουν στην ιεραρχία και να απεγκλωβιστούν από την κατάσταση ομηρίας τους, να συνδράμουν τους δράστες, όσο και γυναίκες που διατηρούν συναισθηματικούς δεσμούς με τους δράστες. Τα καθήκοντα των υποστηρικτριών περιορίζονται κυρίως στο να ελέγχουν ή να συμβουλεύουν τα θύματα σωματεμπορίας. Στην κατηγορία αυτή είναι πολύ δύσκολος ο διαχωρισμός μεταξύ θύματος και δράστη.

Η δεύτερη κατηγορία είναι οι «συνεργάτες στο έγκλημα» (partners-in-crime), οι οποίες λειτουργούν κατά βάση επί ίσοις όροις με τους άντρες-δράστες, οι οποίοι είναι σύζυγοί τους, σύντροφοί τους ή συνέταιροι. Οι γυναίκες αυτές συμμετέχουν με τη θέλησή τους στο έγκλημα και μπορεί να έχουν είτε κυρίαρχο και ενεργητικό ρόλο είτε απλώς παθητικό ρόλο, αναλαμβάνοντας την στρατολόγηση ή την επίβλεψη των θυμάτων, η διανομή δε των καθηκόντων και του κέρδους μεταξύ των συνεργατών ποικίλλει· μπορεί να είναι είτε 50-50 είτε η γυναίκα να έχει ηγετικό ρόλο και η μόνη δουλειά του άντρα-δράστη να είναι η άσκηση βίας. Στην κατηγορία αυτή συναντάμε γυναίκες διαφορετικής εθνικότητας, κυρίως από την Ανατολική Ευρώπη, την πρώην Σοβιετική Ένωση, την Ταϊλάνδη και την Λατινική Αμερική.

Η τρίτη, τέλος, κατηγορία γυναικών είναι οι «μάνταμ» (madams), οι οποίες παίζουν κεντρικό ρόλο, ηγούνται εγκληματικών οργανώσεων και συντονίζουν τις εγκληματικές δραστηριότητες, δίνουν εντολές στους υφιστάμενούς τους, διαχειρίζονται τα θύματα και έχουν τον έλεγχο των οικονομικών. Το δίκτυο, του οποίου ηγούνται, μπορεί να ποικίλλει από μια μικρή ομάδα ενός ή δύο μελών μέχρι μια μεγάλη, διεθνή εγκληματική οργάνωση. Οι περισσότερες γυναίκες αυτής της κατηγορίας είναι από την Αφρική, κυρίως τη Νιγηρία και την Γκανά[27].

Η τελευταία αυτή κατηγορία μπορεί περαιτέρω να διαιρεθεί σε δύο υποκατηγορίες: τις «μάνταμ» που έχουν κεντρικό ρόλο στην όλη εγκληματική οργάνωση και λαμβάνουν τις αποφάσεις για όλες τις φάσεις του sex trafficking λόγω των γνωριμιών τους, της δυνατότητάς τους να μετακινούνται από χώρα σε χώρα και των οικονομικών τους πόρων, και τις «μάνταμ» που λαμβάνουν αποφάσεις μόνο σχετικά με την εκμετάλλευση των θυμάτων στην χώρα προορισμού[28].

Ο ρόλος των γυναικών στη σωματεμπορία διαφέρει, επίσης, ανάλογα με τις γεωγραφικές και πολιτισμικές διαφορές[29]. Για παράδειγμα, οι «μάνταμ» από τη Νιγηρία παίζουν ποικίλους ρόλους στα διεθνή δίκτυα σωματεμπορίας, διότι οι γυναίκες στην Δυτική Αφρική έχουν ενεργό ρόλο στη δημόσια σφαίρα, ενώ στα Βαλκάνια οι γυναίκες-σωματέμποροι έχουν πιο παθητικούς και δευτερεύοντες ρόλους (υποστηρίκτριες και συνεργάτες στο έγκλημα) λόγω της κυριαρχίας της πατριαρχίας και της υποτακτικής θέσης της γυναίκας στην περιοχή[30].

Το φαινόμενο της γυναίκας ως δράστη σωματεμπορίας μπορεί να εξηγηθεί από τις κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις στη θέση της γυναίκας στην χώρα καταγωγής της και στην πιθανότητα γρήγορου κέρδους[31]. Η οικονομική ανάγκη αναγκάζει τις γυναίκες από διάφορες χώρες να αναζητήσουν καλύτερες ευκαιρίες στην Ευρώπη[32], ενώ το χαμηλό μορφωτικό τους επίπεδο, οι μειωμένες ευκαιρίες εισόδου στην νόμιμη αγορά εργασίας, η φτώχεια και γενικότερα τα κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά μειονεκτήματα των γυναικών είτε τις ωθούν στο να αναζητήσουν εγκληματικές ευκαιρίες είτε βοηθούν στη στρατολόγησή τους από άλλους για την τέλεση εγκλημάτων[33].

Συχνό φαινόμενο αποτελεί η γυναίκα-θύμα σωματεμπορίας να γίνεται δράστης, κυρίως προκειμένου να ξεφύγει από την κατάσταση εκμετάλλευσης στην οποία βρίσκεται[34] ή λόγω πίεσης και απειλών από τον άντρα-σωματέμπορο[35]. Σε αρκετές περιπτώσεις υπάρχει συναισθηματικός δεσμός της γυναίκας-σωματεμπόρου με έναν άνδρα σωματέμπορο[36]. Σε άλλες περιπτώσεις, η γυναίκα δουλεύει στον χώρο της πορνείας και παίρνει την απόφαση να στρατολογήσει γυναίκες[37].

Οι γυναίκες-σωματέμποροι εμπλέκονται συνήθως στη διαδικασία στρατολόγησης των θυμάτων, αναλαμβάνουν καθήκοντα διαχείρισης των λογιστικών και των κερδών της επιχείρησης, μεταφοράς των θυμάτων στη χώρα προορισμού, ελέγχου/παρακολούθησής τους, πλαστογραφίας και παρακράτησης των διαβατηρίων τους[38], εκπαίδευσης των θυμάτων στις παρεχόμενες από αυτά σεξουαλικές υπηρεσίες, την είσπραξη των χρημάτων[39], κ.ά.

Το sex trafficking παρουσιάζει ορισμένα πλεονεκτήματα για την εμπλοκή των γυναικών ως δραστών. Κατ’ αρχάς η σωματεμπορία λειτουργεί σε συνθήκες ανοικτής αγοράς και παρέχει ευελιξία, ευκαιριακή εμπλοκή και συμμετοχή σε μια μόνο συναλλαγή, χαρακτηριστικά που διευκολύνουν την πρόσβαση των γυναικών[40]. Επίσης, υπάρχουν διάφοροι, ακόμα και ευκαιριακοί, ρόλοι στην αλυσίδα της σωματεμπορίας που μπορεί να αναλάβει μια γυναίκα ως ανεξάρτητο μέλος της οργάνωσης, ενώ για το συγκεκριμένο έγκλημα δεν απαιτείται απαραίτητα η χρήση βίας, αλλά μπορεί αυτό να τελεστεί και με εξαπάτηση, εκμετάλλευση της ευάλωτης θέσης του θύματος και απειλές[41]. Επίσης, οι γυναίκες μπορούν να εκμεταλλευτούν τις προσδοκίες για το φύλο τους και τις αντιλήψεις της ευρύτερης κοινωνίας ότι οι γυναίκες δεν διαπράττουν σωματεμπορία και να μείνουν αόρατες στις αρχές[42].

Οι γυναίκες-σωματέμποροι μπορούν, επίσης, να δημιουργήσουν ευκολότερα σχέσεις εμπιστοσύνης με τα θύματά τους, εκμεταλλευόμενες τις εσφαλμένες αντιλήψεις των θυμάτων για την θηλυκότητα (ότι είναι στοργικές και μη βίαιες) για να εμπνεύσουν εμπιστοσύνη σε αυτά, ενώ δεν γεννούν εύκολα υποψίες στα θύματα[43]. Η εμπιστοσύνη του θύματος είναι απαραίτητη όχι μόνο κατά τη στιγμή της στρατολόγησης αλλά και της μεταφοράς και της παραμονής του στη χώρα προορισμού, ώστε να μειωθεί η πιθανότητα απόδρασής του[44]. Το γεγονός μάλιστα ότι οι ορισμένες γυναίκες-σωματέμποροι είναι πρώην ιερόδουλες τις διευκολύνει να εκμεταλλευτούν την ευαλωτότητα και τις φιλοδοξίες των νέων ανυποψίαστων θυμάτων ώστε να τις παγιδεύσουν σε καθεστώς δουλείας[45].

Εκτός αυτών, οι γυναίκες-σωματέμποροι χρησιμοποιούν διάφορες απειλές για να πετύχουν την εκμετάλλευση των θυμάτων τους, ενώ σπάνια χρησιμοποιούν βία[46]. Για παράδειγμα, υπάρχουν μαρτυρίες ότι γυναίκες στρατολόγησαν τα έφηβα θύματά τους υποσχόμενες ότι είναι καλύτερα να δουλεύουν για αυτές παρά για τους άντρες ομολόγους τους, γιατί δεν θα τις χτυπούν[47]. Σε άλλες περιπτώσεις, οι γυναίκες σωματέμποροι ενεργούν ως μητρικές φιγούρες για τα θύματά τους με αποτέλεσμα τα τελευταία να προσκολλώνται συναισθηματικά σε αυτές και να τους είναι συναισθηματικά αδύνατον να ελευθερωθούν από τον έλεγχό τους[48].

Δυστυχώς, οι αρχές κατατάσσουν τις εμπλεκόμενες στη σωματεμπορία γυναίκες, είτε ως θύματα είτε ως δράστες, δυσκολευόμενοι να δεχτούν ότι ορισμένες φορές οι ιδιότητες αυτές μπορεί να συνυπάρχουν και ότι η γραμμή που τις διαχωρίζει είναι ιδιαίτερα λεπτή[49]. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, από τη μια πλευρά, να μην θεωρούνται οι γυναίκες ως δράστες αλλά μόνο ως θύματα του συγκεκριμένου εγκλήματος, αφήνοντας ατιμώρητη τη σχετική γυναικεία εγκληματικότητα, ενώ, από την άλλη πλευρά, σε ορισμένες περιπτώσεις το γεγονός ότι η δράστης-σωματέμπορος ήταν προηγουμένως η ίδια θύμα σωματεμπορίας οδηγεί στην αυστηρότερη τιμώρησή της αντί στην επιεικέστερη αντιμετώπισή της, διότι δεν λαμβάνεται υπόψη η επίδραση της θυματοποίησής της στη διάπραξη του εγκλήματος[50].

Η γυναίκα – δράστης σωματεμπορίας στην ελληνική νομολογία

Στην ελληνική νομολογία εμπλέκονται ορισμένες φορές γυναίκες στο έγκλημα της σωματεμπορίας ως δράστες από κοινού με κάποιον «συνεργάτη στο έγκλημα».

Η γυναίκα-σωματέμπορος μερικές φορές είναι σύζυγος ενός εκ των λοιπών δραστών, όπως συμβαίνει στην υπ’ αριθμόν 250/2013 Απόφαση του Αρείου Πάγου[51], όπου μία γυναίκα μαζί με τον σύζυγό της, οι οποίοι διέμεναν στη Ρουμανία, στρατολογούσαν νεαρές αλλοδαπές, υποσχόμενοι σε άλλες δωρεάν διακοπές στην Ελλάδα και σε άλλες εξασφάλιση εργασίας στην Ελλάδα ως χορεύτριες, αποσπώντας έτσι απατηλώς τη συναίνεσή τους, προκειμένου να προβούν οι λοιποί δράστες στη γενετήσια εκμετάλλευσή τους στην Ελλάδα.

Επίσης, στην απόφαση του Αρείου Πάγου με αριθμό 1326/2014[52] η δράστης συζούσε με τον έτερο συγκατηγορούμενό της και διέπραξαν από κοινού το έγκλημα της σωματεμπορίας. Συγκεκριμένα, η εν λόγω δράστης, υπήκοος Βουλγαρίας, κατά την επίσκεψή της στη Βουλγαρία έπεισε δύο ομοεθνείς της να την ακολουθήσουν στην Ελλάδα με την υπόσχεση ότι θα τους βρει εργασία στον αγροτικό τομέα και, αφού τις μετέφερε στην Καλαμάτα, εκεί μαζί με απειλές και επιβολή εξουσίας μαζί με τον σύντροφό της και έτερο συγκατηγορούμενό της τις κρατούσαν περιορισμένες στην οικία τους με σκοπό να προβούν στην γενετήσια εκμετάλλευσή τους.

Άλλοτε, η γυναίκα-σωματέμπορος δρα ως «συνεργάτης στο έγκλημα» με έναν άντρα συγκατηγορούμενό της, χωρίς να αναφέρεται η μεταξύ τους σχέση, όπως στην υπ’ αριθμόν 1979/2019 απόφαση του Αρείου Πάγου[53], όπου μία γυναίκα και ένας άντρας από κοινού παρέσυραν με την υπόσχεση παροχής εργασίας και έφεραν στην Ελλάδα μια υπήκοο Ρουμανίας ευρισκόμενη σε κατάσταση ένδειας και έχουσα απόλυτη ανάγκη για εργασία με σκοπό τη γενετήσια εκμετάλλευσή της.

Τέλος, αξίζει να αναφερθεί η τέλεση του εγκλήματος της σωματεμπορίας από μια μητέρα εις βάρος της ανήλικης κόρης της από κοινού με τον σύντροφό της και άλλο ένα άτομο, οι οποίοι εκμεταλλευόμενοι την ευάλωτη λόγω ηλικίας και χαρακτήρα θέση της ανήλικης, με υποσχέσεις για οικονομικά άνετη ζωή και παροχή άλλων ωφελημάτων, την μετέφεραν στην Ελλάδα από την Αλβανία και την παρακρατούσαν με σκοπό να προβούν στη γενετήσια εκμετάλλευσή της[54].

Αντί επιλόγου

Από την άλλη πλευρά, είθισται να επικρατεί και ο μύθος ότι θύματα του sex trafficking είναι μόνο ετεροφυλόφιλες γυναίκες, παραβλέποντας το γεγονός ότι και άντρες (ιδίως νεαρά αγόρια[55]), καθώς και άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, πέφτουν θύματα εμπορίας ανθρώπων με σκοπό την γενετήσια εκμετάλλευσή τους[56]. Και ναι μεν οι γυναίκες καταλαμβάνουν τα υψηλότερα ποσοστά μεταξύ των θυμάτων του sex trafficking, ωστόσο ποσοστό 5% των θυμάτων είναι άντρες και 3% ανήλικα αγόρια[57].

Τα ποσοστά αυτά δικαιολογούνται από το γεγονός ότι η εμπορία ανθρώπων είναι έγκλημα που ρυθμίζεται από τους κανόνες της αγοράς και ειδικότερα εξαρτάται από την προσφορά και τη ζήτηση[58], γενετήσιες δε υπηρεσίες αντρών αναζητούν όχι μόνο ομοφυλόφιλοι αλλά και ετεροφυλόφιλοι άντρες[59].

Ωστόσο, τόσο στην βιβλιογραφία και αρθρογραφία όσο και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όταν γίνεται αναφορά σε θύματα του sex trafficking εννοούνται συνήθως μόνο άτομα του γυναικείου φύλου και σπάνια του ανδρικού, δημιουργώντας την εσφαλμένη εντύπωση ότι θύματα αποτελούν μόνο οι αθώες και ευάλωτες γυναίκες και ότι οι άντρες εμφανιζόμενοι ως επικίνδυνοι είναι είτε δράστες του εγκλήματος είτε αποδέκτες-πελάτες των παρεχόμενων από τα θύματα-γυναίκες υπηρεσιών, με αποτέλεσμα να υφίσταται μια ελλιπή κατανόηση του φαινομένου, να δυσχεραίνονται οι προσπάθειες πρόληψης και καταστολής του εγκλήματος εις βάρος θυμάτων του ανδρικού φύλου, ευνοώντας έτσι την εκμετάλλευσή τους, και να μένει απροστάτευτη μια μεγάλη μερίδα αυτών[60].

Αυτό οφείλεται κυρίως στην αντίληψη ότι οι γυναίκες είναι ευάλωτες και οι άνδρες έχουν προνομιακή και κυρίαρχη θέση μεταξύ των φύλων και δεν αποτελούν ευάλωτα σε εκμετάλλευση και εξαναγκασμό άτομα[61], ενώ οι άντρες συχνά δεν καταγγέλλουν την θυματοποίησή τους στο πλαίσιο σεξουαλικών εγκλημάτων λόγω του στιγματισμού και του ενδεχομένου να μην γίνουν πιστευτοί, διότι επικρατεί η γενικότερη αντίληψη στην κοινωνία ότι οι άντρες επιθυμούν το σεξ και έχουν τον έλεγχο των σχέσεών τους[62].

Έτσι, προβάλλετε η ανάγκη, η έρευνα, η πρόληψη και η καταστολή του εγκλήματος να μην επικεντρώνονται μόνο στις στερεοτυπικές αντιλήψεις για το sex trafficking που θέλουν τους άνδρες μόνο ως δράστες του εγκλήματος και τις γυναίκες πάντοτε ως θύματα αυτού, αλλά να επεκτείνεται σε όλες τις πλευρές και εκφάνσεις του, ώστε να είναι αποτελεσματικότερη η καταπολέμησή του και να μην μένει απροστάτευτη μερίδα θυμάτων και ατιμώρητο ένα μέρος των δραστών λόγω του φύλου τους.

Παναγιώτα Βλάχου, Δικηγόρος, Υποψήφια Διδάκτωρ Νομικής Σχολής ΑΠΘ

 

*photo by artisticoperation on pixabey
[1] Με τον όρο sex trafficking ή σωματεμπορία εννοούμε την εμπορία ανθρώπων με σκοπό την γενετήσια εκμετάλλευσή τους, όπως το αδίκημα αυτό προβλεπόταν στο άρθρο 351 του προϊσχύσαντος Ποινικού Κώδικα και ήδη στο άρθρο 323Α του νέου Ποινικού Κώδικα.
[2] Βλ. Rodríguez-López, Silvia. “Getting to Know Women Convicted of Human Trafficking in Spain: Personal Profiles and Involvement in Crime.” Women & Criminal Justice, Vol. 32, No. 3, October 2020, pp. 242-256, https://doi.org/10.1080/08974454.2020.1835791
[3] Βλ. McCarthy, Lauren. “A Gendered Perspective on Human Trafficking Perpetrators: Evidence from Russia.” Journal of Human Trafficking, Vol. 6 No. 1, February 2019, pp. 79-94, https://doi.org/10.1080/23322705.2019.1571302
[4] Αντιθέτως, υπάρχουν γυναίκες-σωματέμποροι που έχουν οικονομικά κίνητρα και διευθύνουν ολόκληρη την οργάνωση της εκμετάλλευσης των γυναικών. Βλ. McCarthy, Lauren. Ibid.
[5] Βλ. Jones, Samuel Vincent. “The Invisible Women: Have Conceptions About Femininity Led to the Global Dominance of the Female Human Trafficker?” Albany Government Law Review, Vol. 7, No. 143, Spring 2014, pp. 143-165, https://repository.law.uic.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1467&context=facpubs&httpsredir=1&referer=
[6] Βλ. Jones, Samuel Vincent. Ibid.
[7] Βλ. Jones, Samuel Vincent. Ibid.
[8] Βλ. Treguna, Alice. Women Godfathers of Organised Crime: As presented by Twenty-Three Auto/Biographies. A thesis submitted in fulfilment of the requirements for the degree of Doctor of
Philosophy in Criminology. The University of Auckland, 2017 · Zhang, Sheldon, et al. “Women's participation in chinese transnational human muggling: A gendered market perspective.” Criminology, Vol. 45, No. 3, August 2007, pp. 699 – 733, https://doi.org/10.1111/j.1745-9125.2007.00085.x · Broad, Rose. “A Vile and Violent Thing’: Female Traffickers and the Criminal Justice Response.” The British Journal of Criminology, Vol. 55, No. 6, November 2015, pp. 1058–1075, https://doi.org/10.1093/bjc/azv072 · Wijkman, Miriam, and Kleemans, Edward. “Female offenders of human trafficking and sexual exploitation.” Crime, Law and Social Change, Vol. 72, August 2019, pp. 53–72, https://doi.org/10.1007/s10611-019-09840-x
[9] Βλ. United Nations Office on Drugs and Crime. Global Report on Trafficking in Persons, Edition 2020, United Nations, March 2021, https://doi.org/10.18356/9789210051958
[10] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[11] Βλ. Τhe Colombian Organized Crime Observatory. Women and Organized Crime in Latin America: beyond victims or victimizers. Observatorio Colombiano de Crimen Organizado – Universidad del Rosario – InSight Crime, 2020. https://insightcrime.org/wp-content/uploads/2020/04/Women-and-Organized-Crime-in-Latin-America-beyond-victims-or-victimizers_InSight-Crime.pdf
[12] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[13] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[14] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[15] Βλ. Τhe Colombian Organized Crime Observatory. Ibid.
[16] Βλ. Treguna, Alice. Ibid. · Zhang, Sheldon, et al. Ibid.
[17] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[18] Βλ. Treguna, Alice. Ibid. · Zhang, Sheldon, et al. Ibid.
[19] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[20] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[21] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[22] Βλ. Treguna, Alice. Ibid.
[23] Βλ. Zhang, Sheldon, et al. Ibid.
[24] Βλ. Τhe Colombian Organized Crime Observatory. Ibid.
[25] Βλ. Zhang, Sheldon, et al. Ibid.
[26] Βλ. Siegel, Dina, and de Blank, Sylvia. “Women who traffic women: the role of women in human trafficking networks – Dutch cases.” Global Crime, Vol. 11, No.4, November 2010, pp. 436-447, https://doi.org/10.1080/17440572.2010.519528
[27] Η εξήγηση για αυτήν την υπερεκπροσώπηση των γυναικών της Αφρικής μεταξύ των γυναικών σωματεμπόρων είναι ότι είχαν έρθει στην Ευρώπη να εργαστούν στην πορνεία και διαπίστωσαν ότι υπήρχε μεγάλη ζήτηση για κορίτσια από την Αφρική. Έτσι, εργαζόμενες παράλληλα οι ίδιες στην πορνεία, στρατολόγησαν ομοεθνείς τους. Βλ. Siegel, Dina, and de Blank, Sylvia. Ibid.
[28] Βλ. Mancuso, Marina. “Not all madams have a central role: analysis of a Nigerian sex trafficking network.” Trends in Organized Crime, Vol. 17, June 2013, pp. 66–88, https://doi.org/10.1007/s12117-013-9199-z
[29] Βλ. Rodríguez-López, Silvia. Ibid. · Shen, Anqi. “Female Perpetrators in Internal Child Trafficking in China: An Empirical Study.” Journal of Human Trafficking, Vol. 2, No. 1, pp. 63-77, https://doi.org/10.1080/23322705.2016.1136537
[30] Βλ. Shen, Anqi. Ibid.
[31] Βλ. Siegel, Dina, and de Blank, Sylvia. Ibid.
[32] Βλ. Siegel, Dina, and de Blank, Sylvia. Ibid.
[33] Βλ. Rodríguez-López, Silvia. Ibid. · McCarthy, Lauren. Ibid.
[34] Βλ. Wijkman, Miriam, and Kleemans, Edward. Ibid.
[35] Βλ. Broad, Rose. Ibid.
[36] Βλ. Wijkman, Miriam, and Kleemans, Edward. Ibid.
[37] Βλ. McCarthy, Lauren. Ibid.
[38] Βλ. Wijkman, Miriam, and Kleemans, Edward. “Ibid.
[39] Βλ. Rodríguez-López, Silvia. Ibid.
[40] Βλ. McCarthy, Lauren. Ibid.
[41] Βλ. McCarthy, Lauren. Ibid.
[42] Βλ. McCarthy, Lauren. Ibid.
[43] Βλ. Jones, Samuel Vincent. Ibid. · Wijkman, Miriam, and Kleemans, Edward. Ibid. · Broad, Rose. Ibid. · Rodríguez-López, Silvia. Ibid. · McCarthy, Lauren. Ibid.
[44] Βλ. Hübschle, Annette. “Of bogus hunters, queenpins and mules: the varied roles of women in transnational organized crime in Southern Africa.” Trends in Organized Crime, Vol. 17, June 2013, pp. 31–51, https://doi.org/10.1007/s12117-013-9202-8
[45] Βλ. Jones, Samuel Vincent. Ibid.
[46] Βλ. Rodríguez-López, Silvia. Ibid.
[47] Βλ. Jones, Samuel Vincent. Ibid.
[48] Βλ. Jones, Samuel Vincent. Ibid. · Rodríguez-López, Silvia. Ibid.
[49] Βλ. Broad, Rose. Ibid. · Baxter, Alexandra. “When the Line between Victimization and Criminalization Blurs: The Victim-Offender Overlap Observed in Female Offenders in Cases of Trafficking in Persons for Sexual Exploitation in Australia.” Journal of Human Trafficking, Vol. 6, No. 3, March 2019, pp. 327-338, https://doi.org/10.1080/23322705.2019.1578579
[50] Βλ. Baxter, Alexandra. Ibid.
[51] ΑΠ 250/2013, http://www.areiospagos.gr/
[52] ΑΠ 1326/2014, http://www.areiospagos.gr/
[53] ΑΠ 1979/2019, http://www.areiospagos.gr/
[54] ΑΠ 1568/2009, http://www.areiospagos.gr/
[55] Υπολογίζεται ότι στις δυτικές χώρες θύματα γενετήσιας εκμετάλλευσης είναι περισσότερα ανήλικα αγόρια σε σχέση με τα ανήλικα κορίτσια.  Βλ. Dennis, Jeffery. “Women are Victims, Men Make Choices: The Invisibility of Men and Boys In the Global Sex Trade.” Gender Issues, Vol. 25, No. 11, May 2008, pp. 11-25, DOI: 10.1007/s12147-008-9051-y · Jones, Samuel Vincent. “The Invisible Man: The Conscious Neglect of Men and Boys in the War on Human Trafficking.” Utah Law Review, No. 4, January 2010, pp. 1143-1188, https://repository.law.uic.edu/cgi/viewcontent.cgi?article=1029&context=facpubs
[56] Βλ. Hebert, Laura. “Always Victimizers, Never Victims: Engaging Men and Boys in Human Trafficking Scholarship.” Journal of Human Trafficking, Vol. 2, No. 4, October 2016, pp. 281-296, https://doi.org/10.1080/23322705.2016.1144165 · Μάλιστα, τα άτομα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας είναι πιο ευάλωτα να πέσουν θύματα σωματεμπορίας λόγω του νεαρού της ηλικίας τους και της κοινωνικής τους περιθωριοποίησης. Βλ. United Nations Office on Drugs and Crime. Ibid.
[57] Βλ. United Nations Office on Drugs and Crime. Ibid.
[58] Βλ. Hughes, Donna. “Combating Sex Trafficking: A Perpetrator-Focused Approach.” University of St. Thomas Law Journal, Vol. 6, No. 1, Fall 2008, pp. 28-53.
[59] Οι ετεροφυλόφιλοι άντρες αναζητούν τις σεξουαλικές υπηρεσίες αντρών είτε λόγω των σεξουαλικών πρακτικών που επικρατούν στη χώρα τους, βάσει των οποίων σημασία έχει ο ρόλος που παίζει το κάθε μέρος (παθητικό/ ενεργητικό ή θηλυπρέπεια/ αρρενωπότητα) και όχι το φύλο, είτε λόγω της πεποίθησής τους ότι η ερωτική συνεύρεση με ένα άτομο του ιδίου φίλου δεν θεωρείται απιστία προς τη γυναίκα τους ή τη σύντροφό τους. Βλ. Dennis, Jeffery. Ibid.
[60] Βλ. Hebert, Laura. Ibid.
[61] Βλ. Hebert, Laura. Ibid. · Jones, Samuel Vincent. Ibid. Ωστόσο, οι περισσότεροι άντρες εισέρχονται στο χώρο της σεξεργασίας λόγω απελπισίας και απουσίας εναλλακτικών επιλογών. Βλ. Dennis, Jeffery. Ibid. · Tien, Michael. “Human Trafficking: the Missing Male Victim.” Public Interest Law Reporter, Vol. 18, No. 3, Summer 2013, pp. 207-214. https://lawecommons.luc.edu/pilr/vol18/iss3/6
[62] Βλ. Jones, Samuel Vincent. Ibid.