Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κρατουμένων: Νομολογία ΕΔΔΑ. Ιωάννης Δερβίση ΤΕΥΧΟΣ #6 ΙΟΥΝΙΟΣ 2018

Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κρατουμένων: Νομολογία ΕΔΔΑ

Ιωάννα Δερβίση

Στις 02 Φεβρουαρίου 2018 στις φυλακές της Λάρισας έχασε τη ζωή του ένας 26χρονος κρατούμενος. Είχε πρόβλημα με ένα δόντι που τον πονούσε αρκετό καιρό, με αποτέλεσμα να μαζέψει πύον και να πρηστεί σχεδόν σε όλο το πρόσωπο. Ο ίδιος επανειλημμένα ζητούσε να μεταφερθεί σε νοσοκομείο, διότι η φυλακή του Μαλαδρίνου όπου βρισκόταν, δεν είχε οδοντίατρο. Καθώς το πρόβλημα του χειροτέρεψε, στις 31 Ιανουαρίου τον μετάφεραν στις φυλακές της Λάρισας, όπου βρέθηκε νεκρός από τους συγκρατούμενούς του Η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ)  βασιζόμενη κυρίως στα άρθρα 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ)[1], βρίθει περιπτώσεων, όπου η έλλειψη της απαιτούμενης ιατρικής φροντίδας ή η πλημμελής παροχή αυτής είχε ως αποτέλεσμα είτε την επιδείνωση της κατάστασης της υγείας του εγκλείστου είτε και το θάνατο αυτού, όπως στις υποθέσεις που ενδεικτικά αναφέρονται παρακάτω:

Το 2000 με την απόφαση Kudla κατά Πολωνίας το ΕΔΔΑ, επισημαίνοντας ότι το άρθρο 3 της ΕΣΔΑ, το οποίο προβλέπει την απαγόρευση των βασανιστηρίων, καθιερώνει μια από τις πιο θεμελιώδεις αξίες που προστατεύονται στην εν λόγω Σύμβαση, προέβη στην «οριοθέτηση» της έννοιας της «κακής μεταχείρισης» αναφέροντας συγκεκριμένα ότι αυτή εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παραπάνω άρθρου μόνο σε περίπτωση κατά την οποία έχει επιτευχθεί ένα ελάχιστο όριο έντασης, το οποίο εξετάζεται βάσει της φύσης των πραγμάτων, όπως οι περιστάσεις κάθε υπόθεσης, ο τρόπος εκτέλεσης της συγκεκριμένης μεταχείρισης, η διάρκειά της, οι σωματικές και ψυχικές επιπτώσεις αυτής, καθώς και το φύλο, η ηλικία και η κατάσταση της υγείας του θύματος.[2]

Συνεχίζοντας στην ίδια απόφαση το Δικαστήριο διατύπωσε ότι υπό το πρίσμα της διάταξης αυτής, το κράτος οφείλει να διασφαλίζει ότι ένα πρόσωπο κρατείται υπό συνθήκες, οι οποίες δεν υποβαθμίζουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ότι επίσης ο τρόπος εκτέλεσης των εκάστοτε μέτρων δεν τον υποβάλλουν σε ταλαιπωρία, η οποία να υπερβαίνει την ενυπάρχουσα στην έννοια της κράτησης, καθώς και ότι η υγεία και η ευημερία του προσώπου που κρατείται προστατεύονται επαρκώς με την παροχή μεταξύ άλλων και της απαιτούμενης ιατρικής βοήθειας.[3]

Το ΕΔΔΑ έχουν απασχολήσει επίσης και ελληνικές υποθέσεις που αφορούν την έλλειψη παροχής της απαραίτητης κατά περίσταση ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των εγκλείστων.

Τον Νοέμβριο του 2006 το Δικαστήριο έκρινε ότι τα πραγματικά περιστατικά στην υπόθεση Σερίφης κατά Ελλάδας εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ. Ειδικότερα, ο προσφεύγων στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν παράλυτος στο αριστερό του χέρι λόγω αυτοκινητιστικού ατυχήματος, κατάσταση η οποία εντάθηκε, όταν μερικά χρόνια αργότερα διαγνώσθηκε με σκλήρυνση κατά πλάκας επιφέροντας κυρίως νευρολογικά προβλήματα, καθώς και όρασης.[4] Στην απόφασή του το Δικαστήριο αναφέρει ότι οι κρατικές αρχές καθυστέρησαν την παροχή ιατρικής βοήθειας στον έγκλειστο ασθενή παρά τη σοβαρότητα της κατάστασής του με αποτέλεσμα να έχει υποστεί ταλαιπωρία τέτοιου βαθμού, ώστε να υπερβαίνει το όριο της αναπόφευκτης δυσαρέσκειας που νιώθει κανείς ως κρατούμενος στερούμενος της ελευθερίας του.[5]

Με παρόμοιο τρόπο, το 2008 στην απόφαση Κοτσαύτης κατά Ελλάδας το Δικαστήριο στην προσπάθειά του να εξακριβώσει, αν οι εθνικές αρχές έπραξαν τα οφειλόμενα βάσει της κατάστασης της υγείας του κρατούμενου, ο οποίος έπασχε από κίρρωση του ήπατος προκληθείσα από χρόνια ηπατίτιδα Β, έκρινε ότι υπάρχει παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ και συγκεκριμένα ότι οι αρχές παρέβησαν το καθήκον τους να διαφυλάξουν τη σωματική ακεραιότητα του προσφεύγοντος.[6] Μάλιστα, παρά τις ιατρικές εκθέσεις των ειδικών για την κατάσταση της υγείας του ασθενούς δεν του χορηγήθηκε η απαιτούμενη ιατροφαρμακευτική αγωγή ούτε το ειδικό διαιτολόγιο που του είχε συστηθεί για τη μη χειροτέρευση της υγείας του, ενώ παρέμενε κρατούμενος σε ένα κελί 24 τ.μ. μαζί με άλλους 10 εγκλείστους.[7]

Υποθέσεις Dzieciak και Jasinskis

Η ελλιπής ή πλημμελής παροχή ιατρικής βοήθειας σε κρατούμενο μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης της υγείας του να έχει ως αποτέλεσμα το θάνατό του. Στη νομολογιακή πρακτική του ΕΔΔΑ υπάρχουν αντίστοιχα παραδείγματα άξια ανάγνωσης, όπως οι ενδεικτικά αναφερόμενες υποθέσεις Dzieciak κατά Πολωνίας και Jasinskis κατά Λετονίας που ακολουθούν, στις οποίες αναφέρεται θάνατος κρατουμένου και το Δικαστήριο εξετάζει, πλέον, την παραβίαση του άρθρου 2 της Σύμβασης, το οποίο διασφαλίζει το δικαίωμα στη ζωή, τονίζοντας τη θεμελιώδη σημασία του, από τη στιγμή που κατοχυρώνει μια από τις βασικότερες αξίες των δημοκρατικών κοινωνιών, μελών του Συμβουλίου της Ευρώπης και κατά τον τρόπο αυτό αντανακλά μια από τις σπουδαιότερες αξίες που τυγχάνουν προστασίας στο πλαίσιο της ΕΣΔΑ.[8]

Η υπόθεση Dzieciak κατά Πολωνίας αφορά έναν προσφεύγοντα κρατούμενο που έπασχε από σοβαρή καρδιακή νόσο, η οποία χειροτέρεψε μετά τη σύλληψή του το 1997 αλλά παρόλα αυτά οι εθνικές αρχές έκριναν σκόπιμη τη συνέχιση της κράτησής του παρά την πληροφόρησή τους από τους ειδικούς ως προς την ανάγκη διεξαγωγής εγχείρησης καρδιάς, γεγονός που οδήγησε στον θάνατό του το 2001.[9]

Η σύζυγος του θανόντος ζήτησε από το Δικαστήριο να συνεχίσει τη διαδικασία της προσφυγής για την υπόθεση του πρώην κρατουμένου, το οποίο απεφάνθη για την παραβίαση του άρθρου 2 περί της προστασίας του δικαιώματος της ζωής τόσο ως προς την υποχρέωση διαφύλαξης αυτού όσο και ως προς τη διαδικαστική προϋπόθεση της αποτελεσματικής έρευνας των συνθηκών θανάτου και των συνεπαγόμενων ευθυνών των τοπικών αρχών που ήταν υπεύθυνες για αυτόν.[10] Αυτό που αξίζει να σημειωθεί είναι πως το ΕΔΔΑ υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι η Σύμβαση δεν μπορεί να ερμηνευθεί υπό το πρίσμα ότι θέτει μια γενικότερη υποχρέωση στα κράτη να αφήνουν ελεύθερους τους εγκλείστους λόγω προβλημάτων υγείας, ωστόσο επιβάλλει την υποχρέωση σε αυτά να εξασφαλίζουν τη σωματική ακεραιότητα όσων βρίσκονται υπό καθεστώς κράτησης, παρέχοντας σε κάθε περίπτωση την απαιτούμενη ιατρική βοήθεια και φροντίδα.[11]

Παρόμοια κρίση διατύπωσε το Δικαστήριο και στην απόφασή του για την υπόθεση Jasinskis κατά Λετονίας. Ειδικότερα, το ΕΔΔΑ αναγνωρίζει ότι στο πλαίσιο του άρθρου 2 τίθεται η υποχρέωση στο κράτος τόσο να απέχει από κάθε σκοπούμενη ενέργεια επικίνδυνη για τη ζωή ενός προσώπου όσο και να λαμβάνει τα αντίστοιχα μέτρα για τη διαφύλαξη του υπέρτατου αγαθού της ζωής εντός των ορίων της δικαιοδοσίας του.[12] Εν προκειμένω, ο πατέρας του θανόντος κρατούμενου προσέφυγε στο ΕΔΔΑ, το οποίο απεφάνθη για την παραβίαση του άρθρου 2 της Σύμβασης, αναλυόμενο τόσο στο ουσιαστικό όσο και στο διαδικαστικό του μέρος.[13] Ο θανών, εκ γενετής κωφάλαλος, προτού συλληφθεί, έφερε σοβαρά τραύματα στο κεφάλι ύστερα από πτώση του από σκάλες, γεγονός που παραγνώρισαν οι αστυνομικές αρχές θέτοντάς τον υπό κράτηση χωρίς να αναμείνουν το ασθενοφόρο προκειμένου να μεταφερθεί στο νοσοκομείο με αποτέλεσμα τον θάνατό του.[14] Στο ευαίσθητο αυτό ζήτημα, το Δικαστήριο υποστήριξε ότι τα κράτη έχουν την υποχρέωση να προστατεύουν τα υπό κράτηση άτομα, ενώ η υποχρέωση αυτή στο πλαίσιο του άρθρου 2 συνεπάγεται και την παροχή της απαιτούμενης ιατρικής βοήθειας και περίθαλψης.[15] Το διαδικαστικό μέρος του άρθρου αυτού προϋποθέτει τη διεξαγωγή αποτελεσματικής έρευνας εκ μέρους των αρχών που είναι υπεύθυνες για τη διασφάλιση του δικαιώματος της ζωής του εκάστοτε προσώπου, με την έννοια ότι η έρευνα αυτή θα αποσκοπεί στην εφαρμογή της εσωτερικής νομοθεσίας περί προστασίας της ζωής, ενώ όταν εμπλέκονται κρατικοί φορείς θα πρέπει να διασφαλίζεται η ευθύνη τους για τον θάνατο ενός προσώπου, ο οποίος συμβαίνει υπό τη δική τους εποπτεία.[16]

Καθίσταται σαφές, επομένως, από νομολογιακής πλευράς καθώς και κοινωνικής ηθικής ότι σε άτομα, στα οποία έχουν επιβληθεί ποινές στερητικές της ελευθερίας, θα πρέπει η παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, όπου απαιτείται, να γίνεται άμεσα από τις αρμόδιες αρχές, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την επίβλεψή τους εξασφαλίζοντας με τον τρόπο αυτόν τη διατήρηση του υπέρτατου αγαθού της ζωής.

_______________________________________________________________________________________________

*Η Ιωάννα Δερβίση είναι δικηγόρος με μεταπτυχιακό «Forensics, Criminology and Law».

[1] Άρθρα 2 και 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, διαθέσιμη εδώ: https://www.coe.int/en/web/conventions/full-list/-/conventions/rms/0900001680063765 (τελευταία πρόσβαση στις 30-04-2018).

[2] Kudla κατά Πολωνίας, Αρ. προσφυγής: 30210/96 (ΕΔΔΑ, 26 Οκτωβρίου 2000), παρ. 90-91, διαθέσιμη εδώ: http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-58920 (τελευταία πρόσβαση στις 30-04-2018).

[3] Kudla (αρ.3), παρ. 94.

[4] Σερίφης κατά Ελλάδας, Αρ. προσφυγής: 27695/03 (ΕΔΔΑ, 02 Νοεμβρίου 2006), παρ.6, διαθέσιμη εδώ: http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-166587 (τελευταία πρόσβαση στις 30-04-2018).

[5] Σερίφης (αρ. 5), παρ. 34 και 36.

[6]Κοτσαύτης κατά Ελλάδας, Αρ. προσφυγής: 39780/06 (ΕΔΔΑ, 12 Ιουνίου 2008), παρ. 11, 60 και 61, διαθέσιμη εδώ: http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-166079 (τελευταία πρόσβαση στις 30-04-2018).

[7] Κοτσαύτης (αρ. 7), παρ. 51 και 57.

[8] Jasinskis κατά Λετονίας, Αρ. προσφυγής: 45744/08 (ΕΔΔΑ, 21 Δεκεμβρίου 2010), παρ. 58, διαθέσιμη εδώ: http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-102393 (τελευταία πρόσβαση στις 30-04-2018).

[9] Dzieciak κατά Πολωνίας, Αρ. προσφυγής: 77766/01 (ΕΔΔΑ, 09 Δεκεμβρίου 2008), παρ. 6-7, 9, 28 και 46, διαθέσιμη εδώ: http://hudoc.echr.coe.int/eng?i=001-90165  (τελευταία πρόσβαση στις 30-04-2018).

[10] Dzieciak (αρ.10), παρ. 1, 101 και 111.

[11] Dzieciak (αρ.10), παρ. 91.

[12] Jasinskis (αρ. 9), παρ. 58.

[13] Jasinskis (αρ.9), παρ. 68 και 83.

[14] Jasinskis (αρ. 9), παρ. 7-10 και 16.

[15] Jasinskis (αρ. 9), παρ. 59-60.

[16] Jasinskis (αρ. 9), παρ. 71-72.