Η των παίδων (εγκληματολογική) αγωγή;
Εισαγωγικά
Είναι λίγο–πολύ γνωστό ότι οι απόψεις της κοινής γνώμης διαμορφώνονται ή και καθοδηγούνται από διάφορες πηγές και αιτίες. Εκτός από τα ΜΜΕ[1], η πολιτική προπαγάνδα, οι κοινωνικές αναπαραστάσεις, τα προσωπικά βιώματα, οι επιστημονικές ορολογικές ή και θεωρητικές διαφωνίες [2] έχουν τη δική τους επιρροή. Σημαντικό όμως ρόλο παίζουν κατά τη γνώμη μου και η Λογοτεχνία [3] και η Λαϊκή σοφία (παροιμίες, αποφθέγματα κλπ). Η λαϊκή θυμοσοφία επηρεάζει ιδιαίτερα τις απόψεις (στερεότυπα, προκαταλήψεις, ηθικούς πανικούς) [4] των νέων (κυρίως μαθητών), αφού σ’ εκείνους κατά κύριο λόγο απευθύνονται. [5]
Για την επίρρωση ή απόρριψη της παραπάνω υπόθεσης εργασίας χρησιμοποίησα τρία Λεξικά Γνωμικών [6] προκειμένου να ελέγξω ποιές παραπομπές και σε ποιούς συγγραφείς γίνονται αυτές οι αναφορές στα λήμματα: έγκλημα και εγκληματίας.
Α. Κοινές αναφορές και στα τρία Λεξικά[*]
[1] Ένας άγριος που παραπλανήθηκε μέσα στον πολιτισμό μας είναι ο εγκληματίας (Λομπρόζο/Cesare Lombroso)... άρα ο μαθητής προσλαμβάνει τον εγκληματία σαν ένα είδος αταβιστικά γεννημένου ανήμερου είδους. [7]
[2] Το έγκλημα ακολουθεί φόβος κι αυτή είναι η ποινή του (Βολταίρος/Voltaire)... άρα ο μαθητής υιοθετεί την άποψη ότι όλοι οι εγκληματίες έχουν τύψεις. [8]
[3] Κανείς δεν είναι κακούργος μονομιάς, βαθαίνει το έγκλημα το ίδιο βαθμιαία, όσο και στην αρετή (Σαίν-Ρεάλ/César Vichard de Saint-Réal)... άρα ο μαθητής ενημερώνεται ότι το έγκλημα έχει τη δική του διαδρομή (iter criminis). [9]
[4] Το μεγαλύτερο από τα εγκλήματα είναι η αυτοκτονία, γιατί είναι το μόνο στο οποίο δεν χωρεί μετάνοια (Αλέξανδρος Δουμάς)... άρα ο μαθητής διδάσκεται ότι η αυτοκτονία ισοδυναμεί με έγκλημα. [10]
[5] Οι άνθρωποι κοκκινίζουν λιγότερο για τα εγκλήματά τους παρά για τις αδυναμίες και τη ματαιοδοξία τους (Mπόυερ/μάλλον πρόκειται για τον Alexis Boyer)... άρα ο μαθητής –σε αντίθεση με την παραπάνω περίπτωση[2]- καλείται να δεχτεί ότι η κουλτούρα της ντροπής (culture of shame) δεν ισχύει για τους εγκληματίες. [11]
[6] Ποιός είναι ο μεγαλύτερος εγκληματίας, αυτός που πωλεί όπλα για να σκορπίσουν το θάνατο ή αυτός που τα χρησιμοποιεί; (Σέργουντ/Robert Emmet Sherwood)... άρα ο μαθητής διατρέχει τον κίνδυνο να πιστέψει ότι ο εγκληματίας χάνει (συμψηφίζει;) ένα μέρος του αισθήματος προσωπικής ευθύνης λόγω ‘του κακού συστήματος. [12]
[7] Το έγκλημα δεν πρέπει να τιμωρείται σαν μία προσβολή προς το Θεό αλλά σαν μία κοινωνική απειλή (Φρόυντ)... άρα ο μαθητής αντιλαμβάνεται ότι το έγκλημα δεν σχετίζεται με κάποια ηθική απόκλιση αλλά μόνο με τις –συχνά ασταθείς-κοινωνικές αντιλήψεις. [13]
Β. Κοινές αναφορές των δύο (Θησαυρός και Παπαθανασίου)
[1] Η φτώχεια, η κακή ανατροφή και η αμάθεια οδηγούν τους ανθρώπους του λαού στο έγκλημα (Ξενοφών)... άρα ο μαθητής πείθεται ότι ο φτωχός κι αμόρφωτος θα οδηγηθεί -σχεδόν νομοτελειακά- στο έγκλημα. [14]
[2] Αν η φτώχεια είναι η μητέρα του εγκλήματος, η σκληρή ανάγκη είναι ο πατέρας (Λα Μπρυγέρ/Jean de la Bruyère) [ισχύει η ίδια διαπίστωση με το παραπάνω-1].
[3] Η κοινωνία προπαρασκευάζει το έγκλημα και ο εγκληματίας το εκτελεί (Αλφιέρι/Vittorio Amedeo Alfieri) [ισχύει το ίδιο με τα παραπάνω 1 και 2].
[4] Όποιος δεν προλαβαίνει το έγκλημα, όταν μπορεί, ενθαρρύνει τη διάπραξή του (Σενέκας)... άρα στο μυαλό του μαθητή μπορεί να ταυτίζεται ή να ισοδυναμεί η πρόληψη με τη διάπραξη ενός εγκλήματος. [15]
[5] Δεν επιτρέπεται στον άνθρωπο να διασφαλίζει την επιτυχία του με το έγκλημα (Αλφιέρι)... άρα στη συνείδηση του μαθητή μπορεί να ταυτίζεται η [οικονομική κυρίως] επιτυχία ενός επιχειρηματία με την εγκληματική δραστηριότητα του "λευκού κολλάρου". [16]
[6] Το έγκλημα δεν πρέπει να μετριέται από τις συνέπειές του αλλά από την κακή πρόθεση με την οποία εκτελείται {Κικέρων)... άρα ο μαθητής νομίζει ότι τιμωρείται η σκέψη, το φρόνημα ή η "επικινδυνότητα". [17]
[7] Ξεχνούμε εύκολα τα εγκλήματα που εμείς μονάχα τα ξέρουμε (Λα Ροσφουκώ/François de la Rochefoucauld)... άρα –σε αντίθεση με την περίπτωση Α2- ο μαθητής μπορεί να πέσει στην πλάνη ότι ένα έγκλημα είναι "έγκλημα" μόνον όταν ανακαλυφθεί (ομολογήσει;) ο δράστης. [18]
[8] Υπάρχουν τέσσερα είδη εγκλημάτων: τα εγκλήματα του πρώτου είδους προσβάλλουν τη Θρησκεία... τα εγκλήματα του δεύτερου είδους τα Ήθη... τα εγκλήματα του τρίτου είδους την Ησυχία... τα εγκλήματα του τέταρτου είδους την Ασφάλεια των πολιτών (Μοντεσκιέ)... άρα ο μαθητής περιορίζει το εύρος [και το βάθος;] της εγκληματικότητας μόνο σε "ιστορικού" πλέον τύπου διακρίσεις. [19]
[9] Και το πιο μυστικό έγκλημα δεν μπορεί να μείνει κρυμμένο από το διαπεραστικό βλέμμα του Βασιλέως του Σύμπαντος. Αυτός ξέρει να το ξεσκεπάζει στα βάθη της καρδιάς. Άλλοτε το τιμωρεί αμέσως, άλλοτε αναβάλλει την τιμωρία. Αν κάποιος εγκληματίας μας φαίνεται στην αρχή ότι ξέφυγε από την τιμωρία του, αυτή θα φθάσει οπωσδήποτε. Η ποινή του εγκλήματος που άξιζε στους Πατέρες πέφτει πάνω στα παιδιά τους και τους απογόνους τους (Σόλων)... άρα ο μαθητής μπορεί να τρομοκρατηθεί αφού διατρέχει τον κίνδυνο να ‘πληρώσει’, να τιμωρηθεί από το Θεό για τα εγκλήματα των γονιών του. [20]
Γ. Μη-κοινές αναφορές
Θησαυρός
[1] Το έγκλημα δεν πρέπει να κρίνεται με τις καθιερωμένες θεωρίες. Η φιλοσοφία του είναι κάπως περισσότερο περίπλοκη απ’ ό,τι νομίζεται. Έχει αναγνωρισθεί πως ούτε η φυλακή, ούτε η απειλή της κρεμάλας, ούτε οποιοσδήποτε άλλος τρόπος εξαναγκασμού μπορούν να θεραπεύσουν τον εγκληματία (Ντοστογιέφσκι)... άρα ο μαθητής εκ-παιδεύεται στην ιδέα ότι ο "αθεράπευτος" εγκληματίας πρέπει να εξαλειφθεί (οριστικά;) με κάποιον τρόπο. [21]
[2] Ένας αρκετά μεγάλος αριθμός εγκλημάτων ξεφεύγουν από την τιμωρία της κοινωνίας. Πρόκειται, γενικά, για τα εγκλήματα που διαπράττονται χωρίς τις τρομερές αποδείξεις μιάς οποιασδήποτε βίας... το αίμα που χύθηκε, ο στραγγαλισμός, τα χτυπήματα, τέλος οι αδέξιοι τρόποι, αλλά προ πάντων, όταν ο φόνος είναι χωρίς φανερό κίνητρο, και διεπράχθη μέσα στις ανώτερες τάξεις. Το έγκλημα πάντοτε καταγγέλλεται απ’ την εμπροσθοφυλακή του, τα μίση, τις φανερές πλεονεξίες, με τα οποία είναι εκπαιδευμένοι οι άνθρωποι στα μάτια των οποίων τα βλέπουμε (Μπαλζάκ)... ο μαθητής –πέραν των φυσιογνωμικών παρατηρήσεων και της αναφοράς σ’ εγκλήματα του παραλόγου- οφείλει να δια-κρίνει τη διαφορά ανάμεσα στα εγκλήματα των ελίτ και σε εκείνα του πάθους. [22]
[3] Θα γινόντουσαν λιγότερα εγκλήματα, αν οι μάρτυρες κατηγορίας δεν ήταν λιγότερο αγαναχτισμένοι από τα δυστυχισμένα θύματα (Σόλων)... άρα ο μαθητής διδάσκεται την περίπτωση [ενδεχόμενης] συμβολής του θύματος στην εγκληματογένεση. [23]
[4] Υπάρχουν εγκλήματα που γίνονται κι ακόμα ένδοξα με τη λάμψη τους, τον αριθμό τους και την υπερβολή τους. Από δω προέρχεται, το ότι οι δημόσιες κλοπές αποτελούν επιδεξιότητες και το να αρπάζεις παράνομα επαρχίες ονομάζεται: κάνω κατακτήσεις (Λα Ροσφουκώ) [24] ... άρα ο μαθητής θεωρεί την πολιτική ισοδύναμη με το έγκλημα.
Συμπερασματικά
Αν κάποιος μαθητής δεν είχε ποτέ διαβάσει κάποιο Εγχειρίδιον Εγκληματολογίας κι είχε στη διάθεσή του μόνον αυτά τα τρία βιβλία, ποιά άραγε ιδέα θ’ αποκτούσε για το έγκλημα και τον εγκληματία;
Από την παραπάνω καταχώρηση αυτούσιων των κειμένων προκύπτει (συχνά με απλοϊκά επιχειρήματα):
- ότι ο εγκληματίας είναι γεννημένος πρωτόγονος [Α1], άλλοτε αισθάνεται τύψεις [Α2] κι άλλοτε όχι [Β7], άλλοτε δεν ντρέπεται [Α5] κι άλλοτε δεν αιθάνεται ότι αμάρτησε [Α7], ότι ο φτωχός είναι περίπου καταδικασμένος να εγκληματίσει [Β1,2,3] και ότι η εγκληματική σκέψη/πρόθεση βαραίνει περισσότερο από την τελική πράξη [Β6], ενώ ο "αθεράπευτος" εγκληματίας πρέπει να εξουδετερωθεί [Γ1].
- ότι το έγκλημα έχει ένα χρονικό διάστημα ''ωρίμανσης'' [Α3], ότι προετοιμάζεται από τους εμπόρους των όπλων [Α6], ότι ο αδιαφορών για την πρόληψη εξ-ισούται με τον δράστη[Β4], ότι το θύμα έχει τη δική του ευθύνη[Γ3] και ότι το έγκλημα συνιστά [απαραίτητο κι αναγκαίο;] εργαλείο [οικονομικής] επιτυχίας[Β5].
-ότι η αυτοκτονία[Α4], τα εγκλήματα πολέμου[Γ4] και εξουσίας[Γ2] δεν χαρακτηρίζονται ούτε αντιμετωπίζονται ως ‘εγκλήματα’ του κοινού ποινικού δικαίου.
-ότι ο Θεός τα πανθ’ορά και τιμωρεί, όταν κι όποιους θεωρεί ένοχους. [Β9]
Το αν τα προαναφερθέντα γενικά συμπεράσματα [25] αντιστοιχούν ή όχι με την εγκληματολογικοποινική [Β8] θεωρία και τα ερευνητικά δεδομένα της επιστήμης αυτής [26], ας το κρίνει ο κάθε αναγνώστης του άρθρου, πάντοτε σε συνάρτηση με την [ενδεχόμενη] επιρροή που μπορούν να ασκήσουν στους μαθητές.
*εικόνα αρθρου: prateek katyol on unslpash
Παραπομπές-Υποσημειώσεις
*Τα ονόματα των συγγραφέων κατα-γράφονται όπως ακριβώς τα παραπέμουν οι εκδότες, οι οποίο δεν αναγράφουν τις ακριβείς πηγές (βιβλίο,κείμενο,σελίδα,έκδοση κλπ) των παραπεμπόμενων γνωμικών,που για λόγους οικονομίας του άρθρου τα θεωρούμε ακριβή. Όπου οι αναφερόμενοι δεν είναι ευρέως γνωστοί αναγράφονται τα πλήρη ονόματά τους.
[1] βλ. αντί άλλων Γ. Πανούσης, Καθ’ υπερβολήν, Νομική Βιβλιοθήκη 2008, 108 επ.
[2] Χρ. Ζαραφωνίτου, Περί όρων και ορολογίας στην Εγκληματολογία, Εγκληματολογία 1-2/2014, 117
[3] πρβλ. Γ. Πανούσης, Λογοτεχνία του παλαιού Καλού ή του νέου Κακού;, Πόρφυρας 167/2018, 113-123
[4] Β. Καρύδης-Αθ. Χουλιάρας [επιμ. ]Ηθικοί πανικοί, Εξουσία και Δικαιώματα, Σάκκουλας, Θεσσαλονίκη 2015
[5] Γ. Πανούσης, Το εγκόλπιον του καλού δασκάλου, σε ίδιου, Το χρονολόγιο ενός εγκληματολόγου, Νομική Βιβλιοθήκη 2014, 104επ.
[6] βλ. Θησαυρός Γνωμικών και Αποφθεγμάτων, προλ. /επιμ. Νικηφόρος Βρεττάκος, Άτλας, χ. χρ, σελ. 119-122 -Κ. Παπαθανασίου, Απάνθισμα Σοφίας-συλλογή γνωμικών από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα, Πύρινος κόσμος 1987, σελ. 115-116 -Γ. Σμυρνιωτάκης, Παγκόσμια Σοφία, Ρητά-Γνωμικά, εκδ. Σμυρνιωτάκης, χ. χρ., σελ. 74
[7] Καίσαρ Λομπρόζο, Ο εγκληματίας άνθρωπος, μτφ. Μπ. Άννινου, εισαγ. Γ. Πανούσης, Κάκτος 2002
[8] για τις τύψεις του Ρασκόλικωφ βλ. Γ. Πανούσης, Ο εγκληματίας στο έργο του Ντοστογιέφσκι, Νομική Βιβλιοθήκη 2012, 55,88- βλ. και Maurice Cusson, Le phénomène criminel à la lumière de Psychologie de la Peur, σε Τιμητικός τόμος Α. Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου, Νομική Βιβλιοθήκη –Bruylant 2003, τόμος 1, 275-287
[9] για το πέρασμα στην πράξη [passage à l’acte]βλ. P. Bouzat-J. Pinatel,Traité de Droit pénal et de Criminologie, tome III, Dalloz, Paris 1975, 532 επ.
[10] Emile Durkheim, Suicide, Routledge, NY/London 1952[1897]
[11] John Braithwaite, Crime, Shame and Reintegration, Cambridge university press 2012
[12] για τις σχετικές απόψεις της Ριζοσπαστικής/Κριτικής Εγκληματολογίας βλ. αντί άλλων Σοφία Βιδάλη, Εισαγωγή στην Εγκληματολογία, Νομική Βιβλιοθήκη 2013, 235 επ.
[13] βλ. Françoise Digneffe, Ηθική και Εγκληματικότητα, μτφ. Ηρώ Σαγκουνίδου-Δασκαλάκη, Νομική Βιβλιοθήκη 2000
[14] Γ. Πανούσης, Το έγκλημα του φτωχού και η φτώχεια ως έγκλημα, Α. Σάκκουλας 2002
[15] Κ. Δ. Σπινέλλη, Η γενική πρόληψη των εγκλημάτων, Ποινικά-11, Α. Σάκκουλας 1982
[16] για τα white collar crimes βλ. αντί άλλων Στ. Αλεξιάδης, Εγκληματολογία, Ε’ εκδ. Σάκκουλας, Θεσσαλονίκη 2011, 153
[17] βλ. αντί άλλων Χ. Δημόπουλος, Η προεγκληματική επικινδυνότητα και τα μέτρα για την αντιμετώπισή της, Α. Σάκκουλας 1988
[18] για τον υποσυνείδητο εγκληματία βλ. H. Staub, Ψυχανάλυσις και Εγκληματολογία, μτφ. Κ. Μεραναίου, 1938
[19] για σύγχρονη διάκριση των εγκλημάτων βλ. αντί άλλων Κ. Δ. Σπινέλλη, Εγκληματολογία-σύγχρονες και παλαιότερες κατευθύνσεις, Νομική Βιβλιοθήκη 2014, 72επ. -ή τις διατάξεις του νέου Ποινικό Κώδικα
[20] βλ. Αγλαΐα Tρωιάννου-Λουλά, Έγκλημα και Μεταφυσική, Α. Σάκκουλας 2004
[21] για την ποινή του θανάτου βλ. αντί άλλων Β. Καλαματιανού-Πανούση, Η ποινή του θανάτου στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, διπλωματική εργασία, Νομική σχολή ΕΚΠΑ 2001
[22] για τα εγκλήματα των ελίτ βλ. James William Coleman, The criminal elite, 5th ed. , Worth publ. 2002-για τα εγκλήματα πάθους βλ. Etienne de Greeff, Έρωτας και εγκλήματα από έρωτα, μτφ. Ηρώ Σαγκουνίδη-Δασκαλάκη, Νομική Βιβλιοθήκη, χ. χρ
[23] για το ρόλο του θύματος βλ. αντί άλλων Εμμ. Ανδριανάκης, Θυματολογία, 1972
[24] βλ. Penny Green and Tony Ward, State crime,Pluto press, London 2004, 147, 167
[25] Θυμίζω ότι παρατίθενται γνώμες: 1 εγκληματολόγου, 4 φιλοσόφων, 6 λογοτεχνών κ. ά [άπαντες . . παρελθόντων ετών]
[26] βλ. αντί άλλων Στρ. Γεωργούλας [επιμ.] Η Εγκληματολογία στην Ελλάδα σήμερα-τιμητικός τόμος για τον Στέργιο Αλεξιάδη, εκδ. ΚΨΜ 2007