ΤΕΥΧΟΣ #6 ΙΟΥΝΙΟΣ 2018

Ένας μύθος για τους Suicide Bombers

Δημήτρης Τσιατσιάνης
Ζωσμένοι με πυρομαχικά, αναμειγνύονται σε άμαχα πλήθη αλλά και σε στρατιωτικές βάσεις, επιδιώκοντας με την αυτοκτονική τους πράξη να   συμπαρασύρουν στον θάνατο με αιφνίδιο, βίαιο τρόπο και άλλους ανθρώπους. Ο λόγος για τους suicide bombers. Οι βομβιστές αυτοκτονίας, ήτοι ο συνηθέστερος ελληνικός όρος απόδοσης των suicide bombers, δρουν κατά κύριο λόγο στο πλαίσιο ομάδων που χαρακτηρίζονται τρομοκρατικές και οι οποίες υπάγονται σύμφωνα με την μελέτη του David Rapoport σχετικά με την εξέλιξη των μορφών της τρομοκρατικής δράσης εν γένει, στο «τέταρτο, θρησκευτικό κύμα της τρομοκρατίας»[1].

Τα ηνία στην διάπραξη αυτού του ιδιόμορφου εγκλήματος κρατά το ανδρικό φύλο, με αρκετές ωστόσο ενδείξεις αυξανόμενης και επιτυχούς εκτέλεσης αυτού από γυναίκες,[2] αλλά και  από παιδιά,[3] τα οποία μάλιστα προωθήθηκαν στην τρομοκρατική αυτή πρακτική ήδη από τα σπάργανα της Ιρανινής Επανάστασης, υπό το καθεστώς του Αγιατολάχ Ρουχολάχ Χομεϊνί.

Αν το σοκ των ανθρώπινων κοινωνιών στο βασικό μοτίβο τρομοκρατικής επίθεσης, το οποίο θέλει τον δράστη στη ζωή, είναι τέτοιο, που τις επιτρέπει να αμφιβάλλουν για την ψυχική υγεία αλλά και την δαιμονοποίηση  των τρομοκρατών, η αμφιβολία μετατρέπεται σε βεβαιότητα μπροστά στη φρίκη της εικόνας ενός ανθρώπου που θέλει να αυτοπυρποληθεί υπό τον απαραίτητο όρο να πάρει μαζί του και άλλες ανύποπτες ζωές. Πόση αλήθεια κρύβει μέσα του αυτός ο ισχυρισμός όμως; Δρουν όλοι οι suicide bombers σε ένα κοινό πλαίσιο παρανοϊκής προτεραιότητας της θρησκευτικής τους ιδεολογίας; Μπορεί δηλαδή το στοιχείο της ψυχολογικής διαταραχής να γίνει απαραίτητο εννοιολογικό στοιχείο του suicide bomber;

Η κρίση και επιχειρηματολογία γύρω από τον ψυχισμό των suicide bombers είναι κρίση και επιχειρηματολογία γύρω από το φαινόμενο της θρησκευτικής τρομοκρατίας ως έννοιας και φαινομένου δίπλα στον πολιτικό ή  καλύτερα εκκοσμικευμένο τύπο της τρομοκρατικής δράσης. Πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, ερευνητές, εκπρόσωποι του νόμου και της ποινικής καταστολής έχουν ασχοληθεί εκτενώς με την βασική έννοια της τρομοκρατίας.[4] Η πιο συχνή αναγωγή γίνεται στον ορισμό που διαμορφώθηκε από το US State Department: «Τρομοκρατία είναι κάθε προσχεδιασμένη, πολιτικά παρακινούμενη βία, διενεργούμενη εναντίον αμάχων από υποεθνικές ομάδες ή μυστικούς πράκτορες, προκειμένου συνήθως να επηρεάσουν ένα κοινό».

Εξίσου περιεκτική και η θέση του FBI, που περιγράφει την τρομοκρατία ως «την παράνομη χρήση δύναμης ή βίας εναντίον προσώπων ή περιουσίας προκειμένου να φοβίσει ή εξαναγκάσει μια Κυβέρνηση, τον πληθυσμό των πολιτών ή οποιοδήποτε τμήμα αυτών, με σκοπό την προώθηση πολιτικών ή κοινωνικών στόχων». Οι απώτεροι στόχοι του «βασικού τύπου» τρομοκρατικής δράσης υποστηρίζεται ότι είναι πολιτικής φύσεως και έχουν συνδεθεί ιστορικά με την  αυτοδιάθεση των λαών, με εθνικιστικές, αποσχιστικές τάσεις, αλλά και με την αντίδραση στον οικονομικό και πολιτικό ιμπεριαλισμό αποικιοκρατικής φύσεως.

Το μέσο της τρομοκρατικής επίθεσης για την επίτευξη των ως άνω στόχων δεν μπορεί ποτέ να δικαιολογηθεί ηθικά, ο στόχος όμως κατανοείται και πολλές φορές εμπνέει την συμπαράσταση των λαών απέναντι στον τρομοκράτη. Η φράση «Another man's terrorist is another man' freedom fighter» εξελίχθηκε και αξιοποιήθηκε κυρίως από τρομοκρατικές οργανώσεις που έδρασαν στο «Νέο Αριστερό τρομοκρατικό ρεύμα». [5]

Θρησκευτική τρομοκρατία

Με την θρησκευτική τρομοκρατία ωστόσο τα πράγματα φαίνεται να διαφέρουν. Πιο δύσκολα ορίζεται, διότι οι στόχοι της είναι πιο αφηρημένοι και τα θεμέλια τους έξω από τις αρχές της ορθολογικής συνέπειας. Ενδεικτικά, ένας ορισμός του Fernando Reinares[6] προορισμένος να περιγράψει τον βασικό τύπο τρομοκρατικής δράσης φαίνεται περισσότερο κατάλληλος για το context της θρησκευτικής τρομοκρατίας:

  • «Πρώτον, είναι μία πράξη βίας, η οποία παράγει εκτεταμένες, δυσανάλογες, συναισθηματικές αντιδράσεις, όπως φόβος και αναστάτωση, τα οποία είναι πιθανόν να επηρεάσουν στάσεις και συμπεριφορές.
  • Δεύτερον, η βία είναι συστημική και σχετικά απρόβλεπτη και συνήθως κατευθύνεται απέναντι σε συμβολικούς στόχους.
  • Τρίτον, η βία αποκαλύπτει μηνύματα και απειλές έτσι ώστε να επικοινωνήσει και να αποκτήσει κοινωνικό έλεγχο».

Η ιδιαιτερότητα της θρησκευτικής τρομοκρατίας σχετίζεται με τη θρησκευτική ιδεολογία και τον άπιαστο, ατιθάσευτο ορθολογικά χαρακτήρα που μπορεί να έχει γενικά μια θρησκευτικής φύσεως ιδιότητα. Ενώ οι στόχοι της πολιτικής τρομοκρατίας, όχι σπάνια μαξιμαλιστικοί, έχουν συχνά πιο συγκεκριμένα αιτήματα, διαπραγματεύσιμα μεταξύ των κυβερνήσεων και των τρομοκρατικών οργανώσεων, η θρησκεία «ξεπερνά τον δεσμό του κράτους» [7]  προωθώντας την αποκαλυπτική έλευση ενός «Νέου Κόσμου».

Σε ένα τέτοιο θρησκευτικό, άπιαστο ορθολογικά πλαίσιο, ιδίως για τα δεδομένα της Δύσης, αναπτύσσεται και λειτουργεί το suicide-bombing, μία εκδήλωση-επιτομή της ισλαμικής θρησκευτικής τρομοκρατίας. Η θρησκευτική ιδεολογική βάση του πραγματευόμενου εγκλήματος είναι η «μαρτυροποίηση» του suicide bomber με το πέρας της πράξης του. Η ιερή πρακτική της αυτοθανάτωσης, με παράλληλο σκοπό τον θάνατο άλλων ανθρώπων εντοπίζεται στις σιιτικές κοιτίδες του Ισλάμ, με βασικό εκτροφέα το Ιράν. Δεδομένου ότι η αυτοκτονία απαγορεύεται στο Ισλάμ οι πνευματικοί πατέρες του Ιράν δημιούργησαν τον χώρο της εξαίρεσης: η αυτοθανάτωση πρέπει να κρίνεται υπό το πρίσμα της πρόθεσης του δράστη.

Αν αυτός επιλέγει την αυτοθανάτωσή του, επειδή επιθυμεί αυτή αποκλειστικά στο πλαίσιο άμυνας υπέρ της θρησκευτικής κοινότητας της Σία από αλλότριες δυνάμεις, στο όνομα του Προφήτη Χουσείν, τότε η αυτοθανάτωση είναι πράγματι ιερή. Η πρόθεση βέβαια συνδιαμορφώνεται με την θέληση του Αλλάχ, εκπρόσωποι του οποίου επί της Γης είναι οι πνευματικοί πατέρες. Μία πράγματι ιερή αυτοκτονία επιφέρει τη μαρτυροποίηση υπέρ της θρησκευτικής ομάδας, κράτους και θρησκείας, απότοκο της οποίας είναι το άνοιγμα των πυλών του Παραδείσου και τα ανταλλάγματά του για τον πιστό. Το ιδεολογικό αυτό μοτίβο δανείστηκαν αλλότρια ισλαμικά ρεύματα είτε φιλικά είτε εχθρικά κείμενα στο ρεύμα των Σιιτών, αντικαθιστώντας την άμυνα υπέρ της Σία με την προάσπιση άλλων ιδεωδών. Κάποια από αυτά είναι το «watq», όρος που προσιδιάζει στην αντίστοιχη Γη της Επαγγελίας για τους Μουσουλμάνους και βασικός πυλώνας του suicide bombing στην Παλαιστίνη, το «Χαλιφάτο», ήτοι η πανισλαμική κορανική υποχρέωση όλων των Μουσουλμάνων να επιβάλλουν το Ισλάμ σε συγκεκριμένη διευρυμένη γεωγραφική επικράτεια και το «Τζιχάντ», ήτοι ο τριμερής πόλεμος εναντίον του ακάθαρτου εαυτού, του Σατανά και των απίστων. [8]

Μεμονωμένα στοιχεία της ως άνω ανάλυσης είναι γνωστά στους πολίτες ανά τον κόσμο, πλην όμως η επεξεργασία φτάνει έως το σημείο που της επιτρέπει ο φόβος. Με βάση τα παραπάνω ο πιο αναμενόμενος ισχυρισμός για τους suicide bombers θα μπορούσε διατυπωθεί ως εξής:

«Από την στιγμή που υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι πολεμούν αυτοκτονώντας και ταυτόχρονα δολοφονώντας άλλους ανύποπτους συνανθρώπους τους στο όνομα υπέργειων, αποκαλυπτικών και άρα ανύπαρκτων για πολλούς προταγμάτων, ο ψυχικός τους κόσμος δεν μπορεί παρά να νοσεί».

Η αποδόμηση

Παρόλο που σε κάθε περίπτωση suicide bombing, η θρησκευτική ιδεολογική κατασκευή της μαρτυροποίησης είναι δεδομένη, δεν δρουν όλοι οι suicide bombers στο ίδιο πλαίσιο. Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από την ιστορική και πολιτική αλήθεια ότι το Ισλάμ δεν εφαρμόζεται με ενιαίο τρόπο μεταξύ των διαφορετικών ισλαμικών τρομοκρατικών οργανώσεων, κάτι που επαληθεύεται τόσο από το διαφορετικό επίπεδο επικινδυνότητας που θέτει η κάθε οργάνωση, αλλά και από τους τυχόν έτερους σκοπούς που αναπτύσσει μια ισλαμική τρομοκρατική οργάνωση δίπλα στους καθαρά θρησκευτικούς.

Ο James Piazza[9] καθηγητής του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνα διακρίνει τις ισλαμικές τρομοκρατικές οργανώσεις ανάλογα με την οργάνωση και τον σκοπό τους στις εθνικές-απελευθερωτικές και στις αφηρημένες-καθολικές. Στην πρώτη κατηγορία θα μπορούσαν να ενταχθούν η οργάνωση της Hamas στην Παλαιστίνη και της Hezbollah στο Λίβανο. Η Jessica Stern[10] ερμηνεύοντας τα κίνητρα των suicide-bombers στο πολυετές πλαίσιο της διαμάχης μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης δίνει αρκετές ορθολογικές βάσεις στην επιλογή τους. Η Γάζα σήμερα είναι τριτοκοσμική.

Οι Παλαιστίνιοι για δεκαετίες δέχονται ανήμποροι την εποικιστική έξαρση του Ισραήλ στο «watq» τους, ήτοι στην δική τους Γη της Επαγγελίας, όπου είχαν τα σπίτια και της περιουσίες τους, ενώ σήμερα είναι στο έλεος της Ισραηλιτικής Δημόσιας Διοίκησης όσον αφορά την συμμετοχή στην οικονομική ζωή. Αν εξαιρεθεί ο μεγάλος αριθμός των ανέργων και δη των νέων, οι περισσότεροι είναι ανασφάλιστοι εργάτες των Ισραηλιτών, δικαιούμενοι την ελάχιστη δυνατή κατανάλωση πόσιμου νερού και αποκλεισμένοι από την πρόσβαση σε εθνικό οδικό δίκτυο.

Λόγω απουσίας στρατού η πρακτική του suicide bombing  συνιστά ίσως την πιο στρατηγικά αποδοτική μορφή αντίστασης και προσφέρει μια ψευδεπίγραφη αίσθηση εξουσίας σε έναν λαό που αναβιώνει από γενιά σε γενιά ένα βαθύ αίσθημα εξευτελισμού. Το κοινωνικό δίκτυο της Hamas  είναι εξίσου ανεπτυγμένο με παροχή μεγάλων χρηματικών ποσών στις άπορες οικογένειες των suicide bombers μετά την «μαρτυροποίησή» τους, θετική ηθική και κοινωνική προβολή του μέλλοντος δράστη και τέλος την ενίσχυση της πίστης στην ιδέα ότι η μετάβαση στον Παράδεισο συνοδεύεται από οφέλη υπέρ του δράστη, κατά βάση σεξουαλικά.

Όλα τα παραπάνω συνηγορούν ότι δίπλα στα θρησκευτικά συνυπάρχουν αρκετά λογικά κίνητρα για να γίνει κάποιος suicide bomber. Αλλά και τα μέλη της σιιτικών καταβολών οργάνωσης της Hezbollah υιοθέτησαν την πρακτική του suicide bombing, όχι γιατί είχαν διαταραγμένες προσωπικότητες, αλλά για στρατιωτικούς αμυντικούς σκοπούς δίπλα στους θρησκευτικούς, προς απομάκρυνση ισραηλιτικών, γαλλικών και αμερικανικών στρατευμάτων από σιιτικά εδάφη του Λιβάνου. [11]

Πιο δικαιολογημένη φαντάζει η απόδοση του διαταραγμένου ψυχισμού στους suicide bombers του αφηρημένου-καθολικού τύπου ισλαμικής θρησκευτικής οργάνωσης. Τέτοιες οργανώσεις έχουν φιλόδοξους, πανισλαμικούς στόχους σχεδόν αποκλειστικά εμποτισμένους από την θρησκευτική ιδεολογία.[12] Υπευθύνουν καλέσματα στρατολόγησης και αυτόνομης δράσης σε αφηρημένες πληθυσμιακές βάσεις Μουσουλμάνων ανά τον κόσμο, ενώ ο εχθρός μπορεί να μην συνίσταται μόνο σε ένα κράτος, αλλά σε έναν κυρίαρχο τρόπο ζωής, τον οποίον οι οργανώσεις αυτές βάλλουν, επιτιθέμενες σε συμβολικές αποτυπώσεις του, π.χ. πολίτες που ψωνίζουν σε μεγάλο εμπορικό κέντρο, ως σύμβολα του καπιταλιστικού, υλιστικού τρόπου ζωής.

Σε αυτήν την κατηγορία υπάγονται οι τρομοκρατικές οργανώσεις της Αλ- Κάιντα, άλλες φιλικά προσκείμενες σε αυτήν, αλλά και το Ισλαμικό Κράτος. Οι αφηρημένοι και καθολικοί σκοποί της κατηγορίας αυτής καθιστούν τις ομάδες της ως τις πιο επικίνδυνες και απρόβλεπτες στην δράση τους, ενώ οι περισσότερες επιθέσεις αυτοκτονίας που σοκάρουν το παγκόσμιο κοινό με το αιφνίδιο και πολύνεκρο αποτέλεσμά τους με αποτέλεσμα να δημιουργούν αμφιβολίες για την ψυχική υγεία των δραστών, ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία.

Ακόμη όμως και σε αυτή την πιο ακραία περίπτωση τρομοκρατικής δράσης, σχεδόν αποκλειστικά εμποτισμένης με την θρησκευτική ιδεολογία, το συμπέρασμα της τυχόν ψυχολογικής διαταραχής των suicide bombers ενέχει προκατάληψη, τα αίτια της οποίας είναι βαθιά πολιτισμικά. Η σύγχρονη δυτική σκέψη κινείται σταθερά στον άξονα που χάραξε ο Διαφωτισμός, κατά τον οποίο η συντριπτική πλειονότητα των φιλοσοφικών, επιστημονικών, ηθικών και θεολογικών επιχειρημάτων προϋποθέτουν λογικά την υποστήριξή τους από απόδειξη ή επιχείρημα και δη απόδειξη διυποκειμενικά ελέγξιμη και αποδεκτή.[13]

Συνεπώς, στο πλαίσιο της σύγχρονης ιστορίας παρατηρείται η ολοένα αυξανόμενη σε απήχηση άποψη ότι η πίστη στο Θεό είναι καταφύγιο για τους ψυχολογικά αδύναμους και τους πνευματικά ασταθείς [14], ακριβώς διότι τα θέματα που πραγματεύεται δεν επιδέχονται απόδειξη. Σύμφωνα, ωστόσο με τον William Cavanaugh[15], η θρησκεία συνιστά υπό ιστορικό πρίσμα μία τεχνητή έννοια και ταυτίζεται εννοιολογικά με το σημερινό «δόγμα». Το «δόγμα» συνίσταται σε ένα αυστηρά οριοθετημένο σύνολο πεποιθήσεων και διδαχών, οι οποίες επιτάσσουν μία συγκεκριμένη ακολουθία σκέψης και δράσης, αντιληπτή και ερμηνεύσιμη από τους τρίτους – όχι απαραίτητα ειδικούς -, αν οι τελευταίοι επιχειρήσουν να την μελετήσουν. Με αυτό το εύστοχο επιχείρημα όμως εξασφαλίζεται αν όχι μια αυστηρά ορθολογική, σίγουρα μία διυποκειμενική αντίληψη ως προς τα χαρακτηριστικά της εκάστοτε θρησκευτικής ιδεολογίας, άρα και αυτής που ακολουθούν οι suicide bombers της οποιασδήποτε θρησκευτικής τρομοκρατικής οργάνωσης, με αποτέλεσμα η συμπεριφορά τους να είναι αντικειμενικά ερμηνεύσιμη όχι μόνο από τους ίδιους ή από επιστήμονες ψυχική υγείας αλλά και από τρίτους, μορφωμένους πολίτες.

Τέλος, προτείνεται από θεωρητικούς η άποψη ότι το ποιόν του ορθολογισμού βασίζεται στο πλαίσιο και την συγκεκριμένη συνθήκη που περιστοιχίζουν το άτομο, με την έννοια ότι αυτό που θεωρείται ορθολογικό για ένα πρόσωπο σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο και τοποθεσία ίσως να μην είναι ορθολογικό για ένα πρόσωπο σε διαφορετικό χρόνο και τόπο.[16] Αρκεί εδώ να υπομνησθεί ότι, σε αντίθεση με την αντίληψη της Δύσης ότι το δίκαιο βασίζεται σε ηθικούς κανόνες θεμελιωμένους σε διυποκειμενικά ελέγξιμα επιχειρήματα, σε κράτη όπου το ιερό κείμενο αποτελεί την πυρηνική πηγή δικαίου, μία αυστηρά ορθολογική θεσμική παράδοση δεν είναι εφικτή εγγενώς[17]. Επομένως, οι suicide bombers της ισλαμικής τρομοκρατίας έχουν συνήθως γαλουχηθεί και εκπαιδευτεί σε ένα θεσμικό πλαίσιο με εγγενώς θρησκευτικό πρόσημο, δεκτικό εντονότερων θρησκευτικών ενισχύσεων.

Συμπερασματικά, η ετοιμότητα των ανθρώπων να πιστέψουν τόσο εύκολα σε έναν υποτιθέμενο διαταραγμένο ψυχισμό ως την κύρια οδό ερμηνείας της συμπεριφοράς του suicide bomber είναι κατανοητή, ωστόσο ευνοεί μία ενιαία και αντιεπιστημονική κατασκευή ριζοσπαστικοποιημένου εγκληματία, η οποία έχει αποπροσανατολιστικό ρόλο στην πορεία εύρεσης κατάλληλων αντιτρομοκρατικών μέτρων.

_______________________________________________________________

*Ο Δημήτρης Τσιατσιάνης είναι ασκούμενος δικηγόρος.

[1] Rapoport, David, C., «Four Waves or Rebel Terror and September 11», Antropoethics, vol. 8, no. 1 (Spring/Summer 2002)

[2] Meytal Grimland, Alan Apter, and Ad Kerkhof, «The Phenomenon of Suicide Bombing - A Review of Psychological and Nonpsychological Factors», Research Trends, Feinberg Child Study Center, Schneider’s Children’s Medical Center of Israel, Sackler School of Medicine, University of Tel Aviv, Israel, Vrije Universiteit Amsterdam, The Netherlands

[3]Hans G. Kippenberg, «Gewalt als Gottesdienst: Religionskriege im Zeitalter der Globalisierung», Verlag C.H. Beck ohG, Muenchen 2008

[4] Bruce, Gregor, «Definition of Terrorism – Social and Political Effects», Journal of Military and Veterans' Health, vol. 21, no. 2. (May 2013)

[5] Βλ. υποσημείωση υπ’ αριθμόν [1].

[6] Βλ. υποσημείωση υπ’ αριθμόν [4].

[7] Βλ. υποσημείωση υπ’ αριθμόν [1].

[8] Βλ. υποσημείωση υπ’ αριθμόν [3].

[9] Piazza, James A., «Is Islamist Terrorism More Dangerous?: An Empirical Study of Group Ideology, Organization, and Goal Structure», Terrorism and Political Violence vol. 21, no.1 (2009), pp. 62-88

[10] Jessica Stern, « TERROR IN THE NAME OF GOD-WHY RELIGIOUS MILITANTS KILL», Harper Perennial, August 2004

[11] Βλ. υποσημείωση υπ’ αριθμόν [3].

[12] Βλ. υποσημείωση υπ’ αριθμόν [9].

[13] Bryan Frances, «The Irrationality of Religious Beliefs», Think 15, p. 15-33

[14] Michael Carino, «The Rationality of Religious Beliefs»

[15] William T. Cavanaugh, «The myth of religious violence», Oxford University Press, Inc., New York 2009

[16] Βλ. υποσημείωση υπ’ αριθμόν [14].

[17] Ebrahim Afsah, «Contested Universalities of International Law. Islam’s Struggle with Modernity», Heidelberg, Germany