ΤΕΥΧΟΣ #16 ΙΟΥΝΙΟΣ 2021

«Εγκληματολογία & Δημοσιογραφία στη Σύγχρονη Ψηφιακή Εποχή»: η πρώτη διαδικτυακή εκδήλωση του Crime & Media Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος

Ελληκαίτη Κουρτάκη- Βάσω Ταυρή

Το Σάββατο 03 Απριλίου 2021 η Επιστημονική Ομάδα του Crime & Media Lab Crime&ΜediaLabArchives - KE.M.E. (e-keme.gr) του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (e-keme.gr) διοργάνωσε την πρώτη δίωρη διαδικτυακή εκδήλωση με θέμα : «Εγκληματολογία και Δημοσιογραφία στη σύγχρονη ψηφιακή εποχή». Κεντρικοί/κές καλεσμένοι/ες ομιλητές/τριες ήταν ο Γιάννης Πανούσης, Ομ. Καθηγητής Εγκληματολογίας ΕΚΠΑ, η Λίνα Παπαδάκη, Δημοσιογράφος, ο Αλέξανδρος Καλαφάτης, Αστυνομικός Συντάκτης στην ΕΡΤ και στο newsbomb, ενώ στο δεύτερο μέρος της εκδηλώσεως τα μέλη της Ομάδας Εργασίας για το Έγκλημα και την Απεικόνισή του στα ΜΜΕ Παναγιώτα Γιάγκου, Έλενα Φώτου και Μαρία Μωραΐτη παρουσίασαν την ερευνητική τους εργασία. Την εκδήλωση συντόνισε η Διευθύντρια του ΚΕ.Μ.Ε. Μάρθα Λεμπέση, την οποία πλαισίωσε με τις καίριες επισημάνσεις και παρατηρήσεις της η Αγγελική Καρδαρά, Διδάκτωρ του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλόλογος, Επιστημονική Υπεύθυνη του Crime & Media Lab και Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΚΕ.Μ.Ε.

Κεντρικό άξονα των υπό εξέταση θεμάτων αποτέλεσαν οι «νέες προκλήσεις» με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπο το αστυνομικό ρεπορτάζ σε μια αενάως εξελισσόμενη εποχή, η «μεταστροφή» του πολίτη σε «δημοσιογράφο» και η δύναμη που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (social media) προσδίδουν στον σύγχρονο «citizen journalist», η αναζήτηση των σημείων σύνδεσης εγκληματολογίας-δημοσιογραφίας, οι λεπτές γραμμές ανάμεσα στη διατήρηση, από τον δημοσιογράφο, της ισορροπίας μεταξύ έρευνας και ενημέρωσης αφενός και τήρησης των νομοθεσιών και της δημοσιογραφικής δεοντολογίας αφετέρου κατά την ανάδειξη  ζητημάτων με εγκληματολογικές και κοινωνικές προεκτάσεις και διαστάσεις (όπως το έγκλημα της παιδοκτονίας και η νεανική παραβατικότητα), καθώς και το κοινωνικό κίνημα #MeToo και η δύναμη που φαίνεται να αποκτά στη χώρα μας μετά την πληθώρα καταγγελιών περί σεξουαλικής κακοποίησης και παρενόχλησης, αφορώσες, κυρίως, τον χώρο του αθλητισμού και του θεάτρου, οι οποίες κατά τους τελευταίους μήνες έχουν απασχολήσει τόσο τον δικαιικό κόσμο όσο και την κοινή γνώμη.

Την έναρξη της συζήτησης σήμανε η κα Λεμπέση, καλωσορίζοντας τους ακροατές και, αφού παρουσίασε τους καλεσμένους, έκανε μια σύντομη εισαγωγή στα προς συζήτηση θέματα, εστιάζοντας, κυρίως, στη σχέση της εγκληματολογίας με την δημοσιογραφία και στις προκλήσεις με τις οποίες έρχεται αντιμέτωπο το αστυνομικό ρεπορτάζ στη σύγχρονη, διαρκώς μεταβαλλόμενη, εποχή. Μετά την ολοκλήρωση της σύντομης εισήγησής της τον λόγο έλαβε η κα Καρδάρα, η οποία παρουσίασε το επιστημονικό και ερευνητικό έργο του Crime & Media Lab.

Το Lab δημιουργήθηκε τον Φεβρουάριο του 2020 σε μία δύσκολη, όπως η ίδια επεσήμανε, εποχή, με την υγειονομική κρίση να έχει ήδη ξεσπάσει και τις απορρέουσες από αυτή δυσχέρειες να είναι αισθητές τόσο για την χώρα μας όσο για την ανθρωπότητα. Μέσα από την αξιοποίηση κάθε διαθέσιμου τεχνολογικού εργαλείου, το ΚΕ.Μ.Ε υλοποίησε ένα σημαντικό επιστημονικό στόχο, τη συνένωση εγκληματολογίας και δημοσιογραφίας ακολουθώντας τον επιστημονικό δρόμο που χάραξε ο Καθηγητής κος Πανούσης. Λόγος δημιουργίας και κεντρικός άξονας του Lab είναι η σύνδεση μεταξύ ερευνητικής δημοσιογραφίας και εγκληματολογίας. Αίτιο πίσω από την δημιουργία του καθίσταται η ποιοτική διαφοροποίηση  και διεθνοποίηση του εγκλήματος, η ανάγκη αναγνώρισης αυτής της αλλαγής από τον δημοσιογράφο και κυρίως η ανάδειξη της αξίας της εγκληματολογικής ορολογίας και των μεθόδων μιντιακής έρευνας ως αναπόσπαστα κομμάτια του δικαστικού και αστυνομικού ρεπορτάζ.

To Crime & Media Lab, μέσα από την επιστημονική προσέγγιση του εγκληματικού φαινομένου σε συσχετισμό με την απεικόνισή τους στα μίντια, τη διοργάνωση επιστημονικών εκδηλώσεων, εκπαιδευτικών σεμιναρίων και ημερίδων, την αρθρογραφία, τις εκστρατείες ευαισθητοποίησης, την πολύτιμη συνεργασία και επικοινωνία με επαγγελματίες δημοσιογράφους επιθυμεί να μεταλαμπαδεύσει μια στέρεα θεωρητική γνώση στα μέλη του, βοηθώντας τα, παράλληλα, να διευρύνουν τους δικούς τους ορίζοντες αλλά και να ενημερώσει το κοινό, κάνοντας ένα νέο άνοιγμα στην κοινωνία μέσα από μια ολοκληρωμένη και επιστημονικώς τεκμηριωμένη παρουσίαση του εγκληματικού φαινομένου.

Αναφερόμενη, εν συνεχεία, στα μέλη του Lab, η κα Καρδαρά επεσήμανε την αρχή της διεπιστημονικής συνύπαρξης και συνεργασίας που διέπει το ΚΕ.Μ.Ε, υπογραμμίζοντας ότι δικαίωμα συμμετοχής έχουν -ενδεικτικά- επαγγελματίες και φοιτητές δημοσιογραφίας, ψυχολογίας, νομικής, εγκληματολογίας, κοινωνιολογίας και εν γένει Ανθρωπιστικών Σχολών με ειδικό ενδιαφέρον για τη θεματική «Έγκλημα και ΜΜΕ». Ολοκληρώνοντας την ομιλία της, παρέθεσε ένα απόσπασμα από τον πρόλογο του βιβλίου της Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας για τον Αστυνομικό και Δικαστικό Συντάκτη (2017, εκδόσεις Παπαζήση) του Ομ. Καθηγητή -ή, όπως η ίδια αποκαλεί, μέντορά της- κ. Πανούση, τον οποίο και ευχαρίστησε για τα πολύτιμα επιστημονικά εφόδια και τη συνεχή υποστήριξή του.

Στο σημείο αυτό τη δική του εισήγηση ξεκίνησε ο Καθηγητής Γιάννης Πανούσης. Οι τοποθετήσεις του αφορούσαν κυρίως τη σχέση ανάμεσα στο αστυνομικό ρεπορτάζ και την εγκληματολογία σήμερα, τις αλλαγές που εντοπίζουμε σε σχέση με το παρελθόν καθώς και τα σημεία που ενώνουν ή/και χωρίζουν τα δυο αντικείμενα. Εκκινώντας από τις προκαταρκτικές παρατηρήσεις, ο Καθηγητής χαρακτήρισε τα ΜΜΕ ως «διαμεσολαβητή αναπαραστάσεων και εικόνων», καθώς δημιουργούν ένα συλλογικό ασυνείδητο, όμως τόνισε ότι ο κάθε άνθρωπος «κουβαλάει» στερεότυπα και προκαλύψεις, ήδη από την προ-μιντιακή εποχή. Επομένως, σκοπός είναι να κρατήσουμε τον πολίτη ενημερωμένο αλλά και ενεργό, αποφεύγοντας τον συνεχή βομβαρδισμό με μια πληροφορία προερχόμενη από συγκεκριμένες κατευθύνσεις, καθώς κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε μια εικονική δημοσιογραφία, μια εικονική δικαιοσύνη και, τέλος, μια εικονική δημοκρατία. Όσον αφορά την ειδησεογραφική εγκληματολογία, αυτό που πάντα εντοπίζουμε είναι υπερβολή, συμβολοποίηση και γενίκευση, κρίσιμο, όμως, για τον Καθηγητή είναι κατά πόσο μπορούμε να συνταιριάσουμε αυτές με τις αρχές της εγκληματολογίας και της δημοσιογραφικής δεοντολογίας χωρίς να λειτουργήσουμε με προκρούστια λογική.

Περνώντας στη διερεύνηση των υπό εξέταση τομέων, αναφέρθηκε στην φύση της Εγκληματολογίας ως νομικό, μη δικαιικό αλλά επιστημονικό κλάδο, κύριο ενδιαφέρον του οποίου είναι το φαινόμενο του εγκλήματος. Μέσα από την θεωρία, την φιλοσοφία, την ιστορία, τη μεθοδολογία και τα δικά της εργαλεία, η Εγκληματολογία έχει, κατά βάση, ως αντικείμενο ενασχόλησης την «κατανόηση», ενώ, αντιθέτως, το αστυνομικό και δικαστικό ρεπορτάζ αποτυπώνει το γεγονός της στιγμής ως «φωτογραφία». Το ρεπορτάζ, κατά τον ίδιο, δεν είναι σχόλιο αλλά γεγονός, δεν είναι λέξεις, δεν είναι το προσωπικό λεξιλόγιο του ρεπόρτερ, δεν είναι υποθέσεις ή προσωπικές προκαταλήψεις, δεν είναι γνώμη, δεν είναι θόρυβος και θέαμα. Ο δημοσιογράφος που θέλει να ασχοληθεί με την ερευνητική δημοσιογραφία, κάνοντας μια έρευνα που εκφεύγει της περιγραφής, θα πρέπει να διασταυρώνει τα στοιχεία, ενσαρκώνοντας ρόλο εγκληματολόγου, κοινωνιολόγου ή/και πολιτικού επιστήμονα και προβαίνοντας, παράλληλα, σε μια κοινωνική έρευνα, ιδίως σε περιπτώσεις όπου το θύμα ή ο δράστης ανήκουν σε συγκεκριμένες ομάδες ή έχουν συγκεκριμένες ιδιότητες. Απατώντας στο τελικό ερώτημα σχετικά με τους «ιδιωτικούς δημοσιογράφους», δηλαδή με δημοσιογράφους που αυθαίρετα προσλαμβάνουν ρόλο εισαγγελέα, ανακριτή ή καταγγέλλοντα μέσα από τα social media, ο κος Πανούσης υποστήριξε ότι προβαίνουν σε μια προσωπική ερμηνεία του γεγονότος δημιουργώντας σύγχυση ρόλων και λειτουργιών, με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε σε μια προσπάθεια διατήρησης της ελευθερίας της έκφρασης αφενός και χαλιναγώγησης της ευκολίας της καταγγελίας, της σπίλωσης και της αμαύρωσης αφετέρου.

Στην συνέχεια, απαντώντας στα ερωτήματα της κας Καρδαρά, τον λόγο έλαβε η κα Παπαδάκη. Η πρώτη εκ των ερωτήσεων αφορούσε την «ερευνητική δημοσιογραφία», χαρακτηριστικό παράδειγμα της οποίας αποτελεί η εκπομπή «Πρωταγωνιστές» του Σταύρου Θεοδωράκη, στην οποία η κα Παπαδάκη αποτέλεσε επικεφαλής της δημοσιογραφικής ομάδας, τα χαρακτηριστικά της και τον τρόπο με τον οποίο τα ΜΜΕ θα μπορέσουν να επενδύσουν σε αυτού του είδους τη δημοσιογραφία σήμερα. Μέσα από μια σύντομη αναφορά στην «ερευνητική δημοσιογραφία» του χθες, υποστήριξε ότι η κρίση διαδραμάτισε καταλυτικό ρόλο και επηρέασε την δημοσιογραφία, καθώς η έρευνα, όπως ορθά επεσήμανε, είναι «ακριβό προϊόν» που απαιτεί χρήματα και χρόνο. Ταυτόχρονα, η δημοσιογραφία συμπορεύεται και με την κοινωνία, με αποτέλεσμα τα Μέσα να επενδύουν περισσότερο στην ψυχαγωγία και στην μυθοπλασία, ώστε πλέον η έρευνα, αν και υφίσταται, να χρήζει ιδιαίτερης προστασίας και ενίσχυσης τόσο από τον καθένα ξεχωριστά όσο και από τα μίντια, τα σάιτ, τις εφημερίδες αλλά και από τους ίδιους τους δημοσιογράφους. Τοποθετούμενη σχετικά με το φαινόμενο του «πολίτη-δημοσιογράφου» και τις νέες «σκληρές» εκφάνσεις του εγκλήματος, υποστήριξε ότι η επανάσταση των social media, αν και πανθομολογουμένως αποδεκτή, ενέχει τον κίνδυνο της «μεταμόρφωσης» των πολιτών σε Εισαγγελείς και δημοσιογράφους. Κρίνεται, λοιπόν, σκόπιμος και επιβεβλημένος ο έλεγχος από τα ίδια τα μίντια και το «φιλτράρισμα» των όσων οι απλοί πολίτες στέλνουν σε αυτά, ώστε να αποφευχθεί η δημοσιοποίηση σκηνοθετημένων ειδήσεων.

Αναφορικά με την επίτευξη μιας πιο ουσιαστικής συνεργασίας μεταξύ αστυνομικών συντακτών και εγκληματολόγων- μελών της επιστημονικής κοινότητας, υποστήριξε ότι ο δημοσιογράφος οφείλει να μένει στο γεγονός και, πριν φτάσει στο σχόλιο, να έχει προβεί σε μια σωστή έρευνα συνομιλώντας με μάρτυρες και, κυρίως, με ανθρώπους- ειδικούς επιστήμονες, οι οποίοι είναι γνώστες του προς εξέταση αντικειμένου. Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή της, η κα Παπαδάκη σχολίασε τις ραγδαίες εξελίξεις των τελευταίων μηνών και την έκρηξη των καταγγελιών στον χώρο του αθλητισμού και του θεάτρου, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στον ορθό, κατά την προσωπική της άποψη, δημοσιογραφικό χειρισμό του κινήματος #MeToo.

Με τη σειρά του, ο κος Καλαφάτης κατέθεσε την προσωπική επαγγελματική του πείρα από το πεδίο του αστυνομικού ρεπορτάζ, μοιράστηκε μαζί μας τις δυσκολίες και τις προκλήσεις του επαγγέλματος αλλά και τις παγίδες, τις οποίες καλείται να αντιμετωπίσει ο σύγχρονος αστυνομικός ρεπόρτερ. Αρχικώς αναφέρθηκε στις διαφορές του χθες και του σήμερα, τονίζοντας ότι στο παρελθόν, κυρίως κατά την δεκαετία του ’90, ο αστυνομικός συντάκτης, ακούγοντας τα σήματα της αστυνομίας μέσα από τους αναλογικούς ασυρμάτους, πήγαινε στο σημείο του εγκλήματος και μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, πριν ακόμα προλάβει να φτάσει ή/και να ερευνήσει τον χώρο η αστυνομία, με αποτέλεσμα να έχει μια πολύ καλή εικόνα της σκηνής του εγκλήματος. Πρόκειται για μια πάγια πρακτική, η οποία χρονικά σταμάτησε το 2004, όταν επί Ολυμπιακών Αγώνων, πέρασαν οι επικοινωνίες της αστυνομίας στην ψηφιακή εποχή. Σήμερα τα πρωτόκολλα σχετικά με τον αποκλεισμό του χώρου/ της σκηνής του εγκλήματος τηρούνται με μεγαλύτερη αυστηρότητα, με αποτέλεσμα ο ρεπόρτερ να μην έχει οπτική επαφή με τον τόπο του εγκλήματος πριν την συλλογή των πειστηρίων. Μια εξίσου σημαντική διαφορά αφορά τον κατηγορούμενο και την θέση στην οποία βρισκόταν στο παρελθόν. Οι αστυνομικοί συντάκτες είχαν τη δυνατότητα, καλώντας τον στην αίθουσα παρουσίασης, να κάνουν ερωτήσεις απευθείας στον ίδιο χωρίς τη διαμεσολάβηση των αξιωματικών της αστυνομίας ή του δικηγόρου (ενν. του κατηγορουμένου), διαμορφώνοντας, κατ’ αυτόν τον τρόπο, έναν νέο χώρο «ανάκρισης» και προσλαμβάνοντας μια νέα «αφιλτράριστη» εικόνα του δράστη, ενώ η τρίτη διαφορά εντοπίζεται στην επίσκεψη του νεκροτομείου, απ’ όπου και λάμβαναν κρίσιμες πληροφορίες από τον ιατροδικαστή αλλά και από την ιατροδικαστική εξέταση.

 Περνώντας στο κομμάτι των fake news, ο κος Καλαφάτης αναφέρθηκε στις αρχές διασταύρωσης της είδησης και υποστήριξε ότι τρόπος αποφυγής τους είναι, κυρίως, η απόδοση της πηγής της πληροφορίας, η αποφυγή ταύτισης του συντάκτη με αστυνομικό, η σφαιρική κάλυψη της υποθέσεως και η πλαισίωση του ρεπορτάζ του και με προσωπική επιτόπια έρευνα στο πεδίο. Ολοκληρώνοντας τον λόγο του, ο κος Καλαφάτης μοιράστηκε μαζί μας την υπόθεση του Βαγγέλη Γιακουμάκη, του φοιτητή της Γαλακτοκομικής Σχολής Ιωαννίνων, ο οποίος βρέθηκε νεκρός λίγες μέρες μετά την εξαφάνισή του, επισημαίνοντας τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ως συντάκτης Αθηνών καθώς και τον καταλυτικό ρόλο που διαδραμάτισε στην έρευνά του η σχέση εμπιστοσύνης που «έχτισε» έναν μάρτυρα-κλειδί και το βίντεο που ο ίδιος του προσκόμισε, το οποίο και συμπεριλήφθη στη δικογραφία.

Εν συνεχεία των παραπάνω, παρουσιάστηκε συνοπτικά το επιστημονικό έργο των μελών της Ομάδας Εργασίας του Crime & Media Lab. Στις τρεις παρακάτω ομιλίες, τα μέλη επικεντρώθηκαν στη μέχρι τώρα εκπαιδευτική τους πορεία στο Lab, καθώς και στη διαδικασία πραγματοποίησης των δράσεών τους.

Συγκεκριμένα, η πρώτη ομιλία πραγματοποιήθηκε από την Παναγιώτα Γιάγκου, Εγκληματολόγο και Αστυνομικό στην Κυπριακή Αστυνομία, η οποία έχει δουλέψει στο Lab «Το Έργο Του Διαπραγματευτή Ομηριών και Κρίσεων & Ο Ρόλος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης στην Παρουσίαση των Συγκεκριμένων Υποθέσεων στο Ευρύ Κοινό - Συνέντευξη με τον Υπεύθυνο της Ομάδας Διαπραγματευτών και Χειρισμού Κρίσεων της Αστυνομίας Κύπρου, κ. Κώστα Κωνσταντίνου». Στην παρουσίασή της, ανέφερε ότι, ούσα μέλος της Ομάδας Διαπραγματεύσεων και Κρίσεων της Κυπριακής Αστυνομίας, διαπίστωσε πως τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης επηρεάζουν τη δράση των Διαπραγματεύσεων. Για τον λόγο αυτό, στην εργασία της ανέδειξε τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και στις Διαπραγματεύσεις. Έπειτα, προχώρησε με επιτυχία σε συνέντευξη με τον Υπεύθυνο της Ομάδας Διαπραγματευτών και Κρίσεων της Κυπριακής Αστυνομίας και, στη συνέχεια, συνέγραψε ένα θεωρητικό κείμενο, στο οποίο έκανε αναφορά, από την μία μεριά, στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και την προσέγγιση υποθέσεων ομηριών και κρίσεων, από την άλλη μεριά, ασχολήθηκε με τη σχέση αυτών και των διαπραγματεύσεων.

Η δεύτερη ομιλία πραγματοποιήθηκε από την Έλενα Φώτου, πτυχιούχο του Τμήματος Δημοσιογραφίας & ΜΜΕ ΑΠΘ, μεταπτυχιακή φοιτήτρια Τμήματος Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου, η οποία έχει δουλέψει στο Lab το θέμα «Θέατρο και Φυλακή». Όπως ανέφερε στην παρουσίασή της, έναυσμα της εργασίας της στάθηκαν οι έντονες αναμνήσεις που απέκτησε παρακολουθώντας μία θεατρική παράσταση από εγκλείστους τον Ιούνιο του 2019. Έχοντας προσεγγίσει το θέμα του θεάτρου στα καταστήματα κράτησης, επιχείρησε να αναδείξει τη θετική του συμβολή  μέσα στη φυλακή, τις δυσκολίες που υπάρχουν, διάφορες λύσεις προς αντιμετώπιση αυτών, καθώς και τον αντίκτυπο του θεάτρου μετά την αποφυλάκισή τους. Η παρουσίαση των παραπάνω έγινε μέσω συνεντεύξεων όπου αναδείχθηκαν πολύ σημαντικές πτυχές του θεάτρου και της θετικής συμβολής του στον έγκλειστο πληθυσμό. Η μελέτη του θέματος, εκτός από τις συνεντεύξεις, συνοδεύτηκε και από ένα μακροσκελές θεωρητικό κείμενο, το οποίο αφορά τη διεξαγωγή θεατρικών δράσεων σε καταστήματα κράτησης.

Η τελευταία ομιλήτρια ήταν η Μαρία Μωραΐτη, κοινωνική λειτουργός, μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Διϊδρυματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών του ΑΠΘ Ποινικό Δίκαιο και Εξαρτήσεις, η οποία έχει εκπονήσει στο Lab εργασία με θέμα «Εξάρτηση, HIV και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Ανάλυση Μελέτης Περίπτωσης: Η υπόθεση των οροθετικών εκδιδόμενων γυναικών το 2012». Αντικείμενο διερεύνησης αποτέλεσε ο τρόπος προβολής των συγκεκριμένων γεγονότων από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης αλλά και η συσχέτιση τους με τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν το 2012. Στο ερευνητικό μέρος της εργασίας αξιοποιήθηκε ο συνδυασμός ποιοτικής και ποσοτικής μεθοδολογίας και, βασιζόμενη σε αυτό, αναφέρθηκε αναλυτικά στα πλεονεκτήματα που παρουσιάζει η μελέτη περίπτωσης (case study) ως ερευνητικό εργαλείο για τη διερεύνηση και ανάλυση μιας υπόθεσης που απασχόλησε εκτενώς τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Από την ενασχόλησή της με τη μελέτη περίπτωσης των οροθετικών εκδιδόμενων γυναικών, αντιλήφθηκε τη χρησιμότητα του συγκεκριμένου ερευνητικού εργαλείου και τον εξέχοντα ρόλο που διαδραματίζει στην πολύπτυχη διερεύνηση του θέματος.

Κλείνοντας τη διαδικτυακή μας συνάντηση, ο κος Πανούσης έκανε τις τελευταίες επισημάνσεις και παρατηρήσεις σχετικά με όσα συζητήθηκαν και οι κεντρικοί μας ομιλητές, κα Παπαδάκη και κος Καλαφάτης απάντησαν στα ερωτήματα που έθεσαν τα μέλη του Lab αλλά και οι «διαδικτυακοί μας φίλοι». Ανάμεσα σε αυτά ήταν το πώς καθοδηγείται ένας δημοσιογράφος και από ποιον, τι εξυπηρετούν τα social media, πως κρίνεται η αναπαραγωγή όμοιων δημοσιευμάτων στα Μέσα, και τέλος, αν έχει επηρεαστεί η δημοσιογραφική έρευνα εν μέσω πανδημίας και αν ναι, γιατί.

Πρόκειται για ένα πολύ ενδιαφέρον εγχείρημα από το Crime & MediaLab που σκοπό είχε να αναδείξει φλέγοντα και πολυσήμαντα ζητήματα μέσα από μία συζήτηση με πλήρως καταρτισμένους στο αντικείμενό τους ανθρώπους. Αυτό που πραγματικά αξίζει να κρατήσουμε είναι πως η Εγκληματολογία και το Αστυνομικό Ρεπορτάζ ακολουθούν μέν διαφορετικό «σημείο εκκίνησης» αλλά, μέσα από τις κατάλληλες συνθήκες συνεργασίας, μπορούν και πρέπει να «αλληλοβοηθούν», ώστε να φτάσουν στο κοινό τους «τέρμα», το οποίο δεν είναι άλλο από την αλήθεια.

Video: https://www.youtube.com/watch?v=RWS-32RgGBw

Ελληκαίτη Κουρτάκη, Προπτυχιακή Φοιτήτρια Νομικής ΔΠΘ και

Βάσω Ταυρή, Προπτυχιακή Φοιτήτρια Κοινωνιολογίας Παντείου Πανεπιστημίου