ΤΕΥΧΟΣ #18 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2022

Digital Vigilantism

Γρηγορία Πανταζοπούλου, ΜΔΕ

 

Οι ψηφιακοί τιμωροί – Μια σύγχρονη μορφή αυτοδικίας

 

Εισαγωγικά

Προσφάτως, και στα πλαίσια του παγκοσμίου φαινομένου καταγγελιών σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης #metoo από δράστες, διάσημους με την ευρεία έννοια του όρου, χρήστες των κοινωνικών δικτύων στη χώρα μας, ανέδειξαν σωρεία καταγγελιών θυμάτων, συγχρόνως ή και νωρίτερα από την υποβολή εγκλήσεων εις βάρος των φερομένων δραστών, κατονομάζοντας μάλιστα τους τελευταίους και ζητώντας, όταν συνέτρεχε περίπτωση, πέρα από την τιμωρία τους, και την απομάκρυνσή τους από τυχόν θέσεις, αξιώματα, συνεργασίες κ.ο.κ.

Τον Φεβρουάριο του 2021 με μια λιτή ανακοίνωση, η ομάδα Dark Justice ανακοίνωσε το τέλος της δράσης της. Επί επτά περίπου έτη, η συγκεκριμένη ομάδα έφερνε ενώπιον της δικαιοσύνης άτομα ύποπτα για κακοποίηση ανηλίκων και διακίνηση υλικού παιδικής πορνογραφίας[1].

«Είμαι γάιδαρος, παρκάρω όπου γουστάρω» αναγράφουν τα κίτρινα αυτοκόλλητα που μπορεί κανείς να παραγγείλει και παραλάβει από ιστοσελίδα του ελληνικού διαδικτύου, προκειμένου να τα κολλά σε οχήματα που έχουν, κατά την κρίση του «αυτοκολλητή» παρκάρει αντικοινωνικά και παράνομα[2]. Στο Facebook υπάρχουν σελίδες και ομάδες που μπορεί κανείς να αναρτήσει και φωτογραφίες ή βίντεο των παρανόμως σταθμευμένων οχημάτων[3].

Όλες οι παραπάνω περιπτώσεις, αν και διαφέρουν ουσιωδώς μεταξύ τους, εντάσσονται, ως επιμέρους μορφές εμφάνισης, στο φαινόμενο που η θεωρία όλως προσφάτως βάφτισε με τον όρο digital vigilantism ή, κατά την πλέον δόκιμη στην ελληνική μετάφραση, κατά την κρίση της γράφουσας, ψηφιακή αυτοδικία.

Ορισμός και τυπολογία του φαινομένου

Σύμφωνα με το άρθρο 331 ΠΚ «Όποιος ασκεί αυθαίρετα αξίωση σχετική με δικαίωμα που ή το έχει πραγματικά ή από πεποίθηση το οικειοποιείται τιμωρείται με χρηματική ποινή ή παροχή κοινωφελούς εργασίας. Για την ποινική δίωξη απαιτείται έγκληση

Η παραπάνω διάταξη ορίζει τι συνιστά για το ελληνικό ποινικό δίκαιο αυτοδικία. Σε μια προσπάθεια ευρύτερου ορισμού, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αυτοδικία η παράκαμψη των εννόμων μέσων και οι αυθαίρετες ενέργειες (ακόμα και με τη χρήση βίας), προκειμένου ο αυτοδικών να αποκαταστήσει την καταπάτηση κάποιου δικαιώματος που είτε πραγματικά έχει, είτε ο ίδιος πιστεύει ότι έχει[4].

Όταν φαινόμενα αυτοδικίας λαμβάνουν χώρα στο διαδίκτυο, μέσω πληροφοριακών συστημάτων και μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ο ανωτέρω ορισμός χρήζει προσαρμογής, προκειμένου να περιλαμβάνει παραμέτρους όπως η συλλογικότητα των ενεργειών και η μαζικότητα των «αντιποίνων», που, όπως έχει παρατηρηθεί, χαρακτηρίζουν τις σχετικές δράσεις[5].

Με τον όρο digital vigilantism ή ψηφιακή αυτοδικία χαρακτηρίζεται η διαδικασία όπου οι πολίτες προσβάλλονται συλλογικά από άλλες δραστηριότητες πολιτών και απαντούν μέσω συντονισμένων αντιποίνων σε πλατφόρμες ψηφιακών μέσων, συμπεριλαμβανομένων των φορητών συσκευών και των πλατφορμών κοινωνικής δικτύωσης[6].

Φαινόμενο των τελευταίων ετών, εμφανίζεται με διαφορετικές μορφές, που μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τέσσερις κατηγορίες: 1. flagging (επισήμανση), 2. investigating (έρευνα), 3. hounding (δίωξη), και 4. organised leaking (οργανωμένη αποκάλυψη)[7].

Flagging

Το flagging (επισήμανση) καλύπτει μια μεγάλη ποικιλία περιπτώσεων, γενικά χαμηλής έντασης συνιστάμενες στην αποδοκιμασία μιας συμπεριφοράς. Αξιοποιεί τις δυνατότητες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης για να προειδοποιεί τους χρήστες σχετικά με διαφορετικές κατηγορίες ενεργειών ή συμπεριφορών που θεωρούνται αθέμιτες και παραβιάζουν τους κοινωνικούς κανόνες. Αυτό συνήθως λαμβάνει τη μορφή δημόσιας αποδοκιμασίας, συχνά με τη διακίνηση εικόνων μι

ας συμπεριφοράς που θεωρείται απαράδεκτη – αποφεύγοντας όμως να στοχοποιηθούν τα συγκεκριμένα πρόσωπα που εμπλέκονται. Οι ενέργειες είναι γενικά χαλαρά συντονισμένες, αν και μπορούν να συγκεντρωθούν και να συντονιστούν μέσω συγκεκριμένων hashtag, και μερικές φορές ιστοσελίδων ή σελίδων κοινωνικών μέσων[8].

Χαρακτηριστικό παράδειγμα flagging, και μάλιστα οργανωμένου, αποτελούν ομάδες όπως οι Street Panthers, που αναφέρθηκαν στην αρχή του κειμένου. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα τους, πρόκειται για μια ομάδα «καθημερινών ανθρώπων, μαμάδων και μπαμπάδων, εργαζόμενων,

επαγγελματιών, ανθρώπων που ασχολούνται με τα κοινά. Είναι άνθρωποι που έρχονται συνεχώς αντιμέτωποι με την αγενή και αντικοινωνική στάθμευση στην καθημερινή κίνησή τους στην πόλη, κι έχουν αποφασίσει να κάνουν κάτι γι’ αυτό»[9]. Η δράση της ομάδας, που ξεκίνησε το 2003,

 περιλαμβάνει κυρίως τα διάσημα αυτοκόλλητα με την εικόνα ενός γάιδαρου και την επιγραφή «Είμαι γάιδαρος, παρκάρω όπου γουστάρω» ή «Ενοχλώ; Σκασίλα μου! Παρκάρω όπου γουστάρω». Κάθε επισκέπτης της ιστοσελίδας έχει τη δυνατότητα να παραγγείλει τα αυτοκόλλητα, τα οποία εν συνεχεία μπορεί να κολλήσει πάνω σε οχήματα, των οποίων οι οδηγοί τα έχουν σταθμεύσει παράνομα και εν γένει αντικοινωνικά. Η ίδια η ομάδα θεωρεί τη δράση της νόμιμη, υποστηρίζοντας ότι οι ενέργειές τους υπερασπίζονται ένα κοινωνικό αγαθό και προτάσσουν το κοινό καλό έναντι του ατομικού, δηλώνουν δε διατεθειμένοι να αγωνιστούν –και δικαστικά- για το δίκαιο του σκοπού τους, αναμένοντας την απάντηση της δικαιοσύνης στο ερώτημα ποιο δικαίωμα είναι σημαντικότερο, του πεζού που θέλει να μετακινηθεί, ή του οδηγού που θέλησε να παρκάρει πάνω στο πεζοδρόμιο[10].

Στην ίδια κατηγορία μπορεί να ενταχθεί και η συστηματική προσπάθεια χρηστών του Twitter στη χώρα μας, οι οποίοι τον Δεκέμβριο του 2020 ξεκίνησαν εκστρατεία με το hashtag #cancelchatpicorg για να παρέμβει η Δίωξη Ηλεκτρονικού Εγκλήματος της ΕΛ.ΑΣ. προκειμένου να διερευνηθεί η δραστηριότητα του ιστότοπου chatpic.org και να προστατευτούν οι γυναίκες που εμφανίζονταν σε αυτόν, καθώς είχε αποκαλυφθεί ότι η συγκεκριμένη πλατφόρμα αποτελούσε μέσο διαμοιρασμού, μεταξύ των χρηστών, υλικού εκδικητικής πορνογραφίας[11]. Η προσπάθεια απέδωσε και ο ιστότοπος ετέθη εκτός λειτουργίας, ενώ όλως προσφάτως τον Νοέμβριο του 2021 η Ελληνική Αστυνομία ανακοίνωσε ότι σχηματίστηκε δικογραφία αυτόφωρης διαδικασίας σε βάρος υπόπτου, καθώς και τακτικής διαδικασίας σε βάρος ενός ακόμη ατόμου, για πορνογραφία ανηλίκων μέσω διαδικτύου και παραβάσεις της νομοθεσίας για τα προσωπικά δεδομένα[12],[13].

Investigating

Η έρευνα (investigating) στοχεύει στην υπόδειξη ενός υπόπτου, στο να κατονομαστεί συγκεκριμένο άτομο. Πρόκειται για συλλογική προσπάθεια εντοπισμού ατόμων που είναι ύποπτα για αδικήματα, τα οποία μπορεί να κυμαίνονται από μικροαδικήματα, όπως κλοπή, μέχρι εγκλήματα και τρομοκρατικές δραστηριότητες. Συνήθως περιλαμβάνει μια πρόσκληση προς το κοινό μετά το συμβάν και ενίοτε εξελίσσεται σε συλλογή προσωπικών ψηφιακών ιχνών και αρχείων (όπως φωτογραφίες ενός υπόπτου ή σκηνής εγκλήματος, στιγμιότυπα οθόνης από λογαριασμούς μέσων κοινωνικής δικτύωσης ή συνεισφορές σε φόρουμ και συνομιλίες) ως αποδεικτικά στοιχεία. Στη συνέχεια, το υλικό μοιράζεται απευθείας μέσω αποκλειστικών πλατφορμών ή μέσων κοινωνικής δικτύωσης, προκειμένου να αξιοποιηθεί η «συλλογική νοημοσύνη». Στόχος είναι η επίλυση ενός γρίφου, αλλά και η αναγνώριση των προσώπων που εμπλέκονται. Η πρωτοβουλία μπορεί να προέλθει από ανήσυχους πολίτες, που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να μοιραστούν τα ευρήματά τους με τις αρχές – αλλά μπορεί επίσης να προκληθεί από τις ίδιες τις αρχές (πχ δημόσια πρόσκληση για αναζήτηση μαρτύρων). Οι διαδικτυακές έρευνες είναι εγγενώς διφορούμενες επειδή η δημόσια έκθεση από μόνη της αποτελεί ήδη μια μορφή τιμωρίας – το ερευνούμενο άτομο εκτίθεται, κάτι που δυνητικά μπορεί να προκαλέσει παρενόχληση ή και αντίποινα[14].

Πρόσφατο περιστατικό που εμπίπτει στην ανωτέρω κατηγορία συνέβη στη χώρα μας τον Μάιο του 2021, όταν οι χρήστες του Facebook κλήθηκαν να συνδράμουν μία γυναίκα, η οποία δημοσίευσε στο λογαριασμό της βίντεο από την κάμερα ασφαλείας της πολυκατοικίας όπου κατοικούσε, στο οποίο απεικονιζόταν άνδρας που την παρακολουθούσε με τα γεννητικά του όργανα φαινομενικά εκτεθειμένα. Η γυναίκα κατήγγειλε το περιστατικό στο οικείο αστυνομικό τμήμα, οι χρήστες του Facebook ανταποκρίθηκαν και ο άντρας αναγνωρίστηκε σε ελάχιστο χρόνο, με αποτέλεσμα να συλληφθεί και να του ασκηθεί ποινική δίωξη[15].

Hounding

Το Hounding (δίωξη) προχωρά ακόμα παραπέρα και αντιπροσωπεύει ίσως την επιτομή της ψηφιακής αυτοδικίας. Όχι μόνο συνδυάζει μια ερευνητική διάσταση με μια τιμωρητική πρόθεση, αλλά περιλαμβάνει επέμβαση και κινητοποίηση εναντίον ενός συγκεκριμένου στόχου, που προκαλείται από έντονη οργή. Ο στόχος εδώ δεν είναι πλέον η καταγγελία μιας συμπεριφοράς, η επίλυση ενός γρίφου ή η ταυτοποίηση ενός υπόπτου, αλλά η δημόσια κατηγορία ενός ατόμου και η απαξίωση ή η ταπείνωση του. Στις πιο ακραίες εκφάνσεις του, στηρίζεται στις υπάρχουσες πρακτικές διαδικτυακού εκφοβισμού, παρενόχλησης και μερικές φορές ψηφιακής δολιοφθοράς, οι οποίες, ωστόσο, χρησιμοποιούνται εδώ στο όνομα της δικαιοσύνης, της τάξης ή της ασφάλειας (και όχι ατομικής κακίας ή εκδίκησης)[16].

Κύριες τακτικές του αποτελούν το doxing, ήτοι η σκόπιμη αναζήτηση προσωπικών πληροφοριών των δραστών (όπως αριθμούς τηλεφώνου, διευθύνσεις, φωτογραφίες ή στοιχεία κοινωνικής ασφάλισης) προκειμένου να διαδοθούν στο διαδίκτυο[17], που μπορεί να λάβει τη μορφή συλλογικής καταδίωξης ή κυνηγιού, με επαναλαμβανόμενες μορφές παρενόχλησης που διεξάγονται ομαδικά, οδηγώντας σε έντονη έκθεση σε προσβολές, ταπεινώσεις και απειλές[18], το hactivism, μια μορφή hacking με έντονα κοινωνικοπολιτικούς σκοπούς, όπου η πράξη του hacking είναι και η μορφή και η ουσία του ακτιβισμού, προκειμένου οι ακτιβιστές να εκφράσουν την κοινωνική και πολιτική τους δυσαρέσκεια για τις ενέργειες των στόχων τους, που είναι συνήθως κυβερνητικές υπηρεσίες και εταιρείες (παράδειγμα οι ομάδες των Anonymous και LulzSec)[19], το scambaiting, η εκδικητική δηλαδή απάντηση σε διαδικτυακές απάτες, με τη χειραγώγηση των δραστών τους, την εμπλοκή τους σε μακροχρόνιες αλληλεπιδράσεις με σκοπό να τους αποπροσανατολίσουν, να τους γελοιοποιήσουν και τελικά να τους εξαπατήσουν ώστε να αποκαλύψουν προσωπικές πληροφορίες[20], και το crowdourcing, ήτοι η συντονισμένη έρευνα για την αποκάλυψη και διαπόμπευση δραστών που η παράνομη δραστηριότητά τους έχει αποτυπωθεί σε βίντεο και έχει διαρρεύσει στο ίντερνετ[21].

Στην κατηγορία του hounding μπορεί να υπαχθεί η δράση του Θ.Β., μηχανικού υπολογιστών, ο οποίος, τον Δεκέμβριο του 2020, ύστερα από την κατακραυγή στα κοινωνικά δίκτυα για το chatpic.org, που αναφέρθηκε ανωτέρω, και έως ότου επέμβουν οι αρχές, δημιούργησε ένα bot, δηλαδή ένα πρόγραμμα που είναι γραμμένο έτσι ώστε να συμπεριφέρεται ως εκατοντάδες χρήστες του ιστότοπου, του οποίου ο σκοπός ήταν να γεμίσει την πλατφόρμα με άσχετο υλικό (συγκεκριμένα «ανέβηκαν» εκατοντάδες φωτογραφίες από γάτες), τόσο που να μη μπορεί κανείς να βρει τις φωτογραφίες εκδικητικής πορνογραφίας[22].

Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα hounding αποτέλεσε η δράση της ομάδας Dark Justice στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 2014 έως το 2021. Η συγκεκριμένη ομάδα είχε ως στόχο τον εντοπισμό και αποκάλυψη ατόμων ύποπτων για σεξουαλική κακοποίηση ανηλίκων. Οι ίδιοι περιέγραφαν τη δράση τους, εξηγώντας πως «κατασκεύαζαν» προφίλ ανήλικων χρηστών σε διάφορες πλατφόρμες επικοινωνίας και περίμεναν μηνύματα από άλλους χρήστες. Μόλις λάμβαναν κάποιο μήνυμα, απαντούσαν αμέσως διευκρινίζοντας ότι ήταν ανήλικοι και απόφευγαν την σεξουαλικού περιεχομένου συζήτηση και συμπεριφορά, αντιδρώντας ως παιδιά που δεν είχαν ιδιαίτερες σχετικές γνώσεις. Όταν η συζήτηση έφτανε στο ζήτημα της συνάντησης, επιλέγαν μέρος που έκριναν ασφαλές, επιβεβαίωναν το ραντεβού και εν συνεχεία ειδοποιούσαν τις αρχές, προσέρχονταν δε στο ραντεβού με κάμερες και μαγνητοσκοπούσαν τον υποψήφιο δράστη, στον οποίο έθεταν ερωτήσεις σχετικά με τις πράξεις και τις προθέσεις του. Όλο το υλικό των συνομιλιών παραδιδόταν στην αστυνομία, ανεξάρτητα μάλιστα από το εάν η συνομιλία κατέληγε σε ραντεβού[23]. Η ομάδα αρνιόταν τον τίτλο των «τιμωρών», υποστηρίζοντας ότι δεν έπαιρνε το νόμο στα χέρια της και δεν τιμωρούσε τους δράστες, αλλά τους παρέδιδε στις αρμόδιες αρχές[24]. Η νομιμότητα της δράσης των Dark Justice αναγνωρίστηκε έμμεσα δικαστικά, καθώς με απόφαση δικαστηρίου του Νιουκαστλ τον Απρίλιο του 2017, κρίθηκε ότι η χρήση από την αστυνομία αποδεικτικών στοιχείων που συγκεντρώθηκαν και δόθηκαν στις αρχές από την ομάδα των Dark Justice δεν προσέβαλε την νομιμότητα και την ακεραιότητα της ανάκρισης, καθώς η δράση της ομάδας δεν ενέπιπτε στο ρυθμιστικό πλαίσιο των διατάξεων για την νομιμότητα των ανακριτικών πράξεων[25]. Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα μέλη των Dark Justice είχαν δράσει ως ιδιώτες σε όλη τη διάρκεια των ερευνών, και, ως εκ τούτου, δεν απαιτούνταν από το νόμο να λάβουν έγκριση για να ενεργήσουν ως πληροφοριοδότες[26].

Organised leaking (οργανωμένη αποκάλυψη)

Η μορφή αυτή ψηφιακής αυτοδικίας στρέφεται κατά θεσμών και οργανισμών, χαρακτηρίζεται από υψηλότερο βαθμό διάρθρωσης, πιο μακροπρόθεσμη προετοιμασία και δημιουργία συγκεκριμένων διαδικασιών και τεχνολογικών εργαλείων που αποσκοπούν στην ενίσχυση και διαχείριση της απόδειξης προβληματικών καταστάσεων ή της αποκάλυψης εμπιστευτικών – και δυνητικά ενοχοποιητικών – πληροφοριών. Διαφοροποιείται από τις μεμονωμένες εκ των έσω μαρτυρίες (whistleblowers) και, σε αντίθεση με άλλες μορφές ψηφιακής αυτοδικίας, εκκινεί συνήθως για λόγους γενικής ηθικής τάξης απέναντι σε συστημικά προβλήματα και όχι ατομικά[27].

Αρχέτυπο της συγκεκριμένης μορφής αυτοδικίας είναι η οργάνωση Wikileaks, πολυεθνικός οργανισμός που ιδρύθηκε από τον Τζούλιαν Ασάνζ το 2006, και ειδικεύεται στην ανάλυση και δημοσίευση μεγάλων συνόλων δεδομένων λογοκριμένου ή άλλως περιορισμένου επίσημου υλικού σχετικά με πολέμους, κατασκοπεία και διαφθορά[28]. Σύμφωνα με τον ιδρυτή της «η WikiLeaks είναι μια τεράστια βιβλιοθήκη με τα πιο διωκόμενα έγγραφα στον κόσμο. Δίνουμε άσυλο σε αυτά τα έγγραφα, τα αναλύουμε, τα προωθούμε και λαμβάνουμε περισσότερα»[29]. Αρχικά παρουσιάστηκε ως επέκταση του σύγχρονου φιλελεύθερου εγχειρήματος της δημοσιότητας και ως μια κρίσιμη εξέλιξη της δημοσιογραφίας, μια νέα μορφή πολιτικής ανυπακοής[30] - ή μια νέα περίπτωση αυτοδικίας. Η οργάνωση πάντα προσπαθούσε να παρουσιάζει τις δραστηριότητές της ως οδηγούμενες από την ιδέα ότι η ριζική διαφάνεια θα μπορούσε να βοηθήσει στην αποτροπή καταχρηστικής ή άλλως ανήθικης συμπεριφοράς εκ μέρους ιδρυμάτων και θεσμών, όπως κυβερνήσεις ή εταιρείες – διεκδικώντας έτσι το καθεστώς (και τη νομική προστασία) της δημοσιογραφίας. Αν και έχει πλέον καταστεί σαφές πώς τέτοιες ανώνυμες αποκαλύψεις πληροφοριών μπορούν να παραποιηθούν ή να είναι κατά τα άλλα αναποτελεσματικές ή επιζήμιες, το Wikileaks αποτέλεσε επί μακρό πρότυπο για την προώθηση της αυτορρύθμισης υπό τον φόβο των διαρροών[31].

Συμπεράσματα

Η έννοια της ψηφιακής αυτοδικίας περιλαμβάνει αντιδράσεις σε αδικήματα καθώς και γεγονότα μη αξιόποινα μεν, που υπερβαίνουν τα ηθικά ή κανονιστικά όρια δε. Ενώ οι υποθέσεις υψηλού προφίλ, όπως εκτέθηκαν ανωτέρω ως επιμέρους παραδείγματα, αφορούν αντιδράσεις χρηστών του διαδικτύου σε εγκληματικές πράξεις, τα ίδια εργαλεία και πρακτικές μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε περιπτώσεις όπου η επιδιωκόμενη δικαιοσύνη είναι περισσότερο κοινωνική παρά νομική[32].

Συχνά στους ψηφιακούς τιμωρούς αποδίδονται, πέρα από τυχόν παρανομία της δράσης τους, και μομφές περί παρακώλυσης της δικαιοσύνης και διασάλευσης της ακεραιότητας των ερευνών των επίσημων διωκτικών αρχών και της αξιοπιστίας των αποδεικτικών μέσων[33]. Ωστόσο, δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός πως, σε αρκετές περιπτώσεις, η προστασία συμφερόντων ιδιωτικών ή και δημόσιων, επιβάλλει άμεσες αντιδράσεις, ενώ συχνά, λόγω των ειδικών τεχνολογικών γνώσεων κάποιων εξ αυτών, η συνδρομή τους είναι ζωτικής σημασίας για την εξιχνίαση των εγκλημάτων[34].

Νεοπαγές φαινόμενο, κοινωνικό, νομικό, εγκληματολογικό, αλλά και πολιτικό, χρήζει εκτενέστερης θεωρητικής διερεύνησης και νομοθετικής αντιμετώπισης, σε ό,τι τουλάχιστον αφορά τις ποινικές όψεις εκδήλωσής του[35], ενώ ερώτημα παραμένει αν και πώς θα μπορούσε να υπάρξει συνεργασία των επίσημων και των αυτόκλητων οργάνων απονομής δικαιοσύνης, τουλάχιστον για την αντιμετώπιση αδικημάτων που διαπράττονται σε ψηφιακό περιβάλλον[36].

Γρηγορία Πανταζοπούλου, Δικηγόρος, ΜΔ Ποινικού Δικαίου και Αντεγκληματικής Πολιτικής στην Ευρώπη. Πανεπιστήμιο Paris 1 Panthéon-Sorbonne

*photo by Kaitlyn Baker on unsplash
[1]Ανάρτηση της 24.04.2021 στην σελίδα της οργάνωσης στο Facebook, διαθέσιμη στον παρακάτω σύνδεσμο https://www.facebook.com/DarkJusticeUK/

[2]Πρόκειται για την ομάδα Street Panthers, πληροφορίες στην ιστοσελίδα της στον σύνδεσμο https://www.streetpanthers.gr/

[3] Για παράδειγμα η ομάδα στον παρακάτω σύνδεσμο https://www.facebook.com/ΕΙΜΑΙ-ΓΑΙΔΑΡΟΣ-ΠΑΡΚΑΡΩ-ΟΠΟΥ-ΘΕΛΩ-115090138548330

[4] Βαγιανού Βαρβάρα, Τζάνη Δέσποινα (2019), Τα πολλά πρόσωπα της αυτοδικίας, Crime Times, τεύχος 8ο, διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://www.crimetimes.gr/ τα-πολλά-πρόσωπα-της-αυτοδικίας

[5] K. K. e Silva (2018) Vigilantism and cooperative criminal justice: is there a place for cybersecurity vigilantes in cybercrime fighting?, International Review of Law, Computers & Technology, 32:1, 21-36, DOI: 10.1080/13600869.2018.1418142, διαθέσιμο στον σύνδεσμο  https://doi.org/10.1080/13600869.2018.1418142

[6] Gilles Favarel-Garrigues, Samuel Tanner & Daniel Trottier (2020) Introducing digital vigilantism, Global Crime, 21:3-4, 189-195, DOI: 10.1080/17440572.2020.1750789, διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://doi.org/10.1080/17440572.2020.1750789

[7] Benjamin Loveluck (2020) The many shades of digital vigilantism. A typology of online self-justice, Global Crime, 21:3-4, 213-241, DOI: 10.1080/17440572.2019.1614444, διαθέσιμο (περιορισμένη πρόσβαση) στον σύνδεσμο https://doi.org/10.1080/17440572.2019.1614444. Ο συγγραφέας χρησιμοποίησε πέντε κριτήρια για να διαμορφώσει τους τύπους ψηφιακής αυτοδικίας: ερεθίσματα (triggers), στόχοι (targets), κίνητρα (motives), τακτικές (tactics) και μορφές οργάνωσης (organizational forms). Η απόδοση των σχετικών όρων στα ελληνικά είναι της γράφουσας.

[8] Loveluck, B. οπ.π.

[9]Πληροφορίες από την ιστοσελίδα της ομάδας στον σύνδεσμο https://www.streetpanthers.gr/ποιοι-είμαστε

[10]Πληροφορίες από την ιστοσελίδα της ομάδας στον σύνδεσμο https://www.streetpanthers.gr/είναι-νόμιμο

[11] Πεπόνη Αγγελική (2021), Revenge porn: μία μορφή διαδικτυακού "βιασμού", Crime Times τεύχος 15ο, διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://www.crimetimes.gr/revenge-porn-μία-μορφή-διαδικτυακού-βιασμού

[12] Δελτίο τύπου της 22.11.2021 της ΕΛ.ΑΣ. διαθέσιμο στον σύνδεσμο http://www.astynomia.gr/index.php?option=ozo_content&lang=&perform=view&id=106595&Itemid=2729&lang=

[13]Πληροφορίες από το δημοσίευμα της 22.11.2021 στην ιστοσελίδα της εφημερίδας Έθνος, διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://www.ethnos.gr/greece/article/184258/elasxeiropedesmetatiskataggeliesgiatodiktyoekdikhtikhspornografias

[14] Loveluck, B. οπ.π.

[15] Η υπόθεση είναι εισέτι σε εξέλιξη, ενώ ύστερα από τη δημοσίευση του βίντεο υπήρξαν και άλλες καταγγελίες εις βάρος του συγκεκριμένου ατόμου. Βλ. ενδεικτικά δημοσίευμα της 23.07.2021 στον ιστότοπο της εφημερίδας «Το Βήμα», διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://www.tovima.gr/2021/07/23/society/nea-smyrni-gia-dyo-apopeires-viasmou-dioketai-o-22xronos-epideiksias/

[16] Loveluck, B. οπ.π.

[17] Daniel Trottier (2020) Denunciation and doxing: towards a conceptual model of digital vigilantism, Global Crime, 21:3-4, 196-212, DOI: 10.1080/17440572.2019.1591952, διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://doi.org/10.1080/17440572.2019.1591952

[18] Loveluck, B. οπ.π.

[19] Trottier, D., οπ.π.

[20] Loveluck, B. οπ.π.

[21] Η συγκεκριμένη μορφή έχει «ανθίσει» ιδιαίτερα στην Κίνα, αναφερόμενη κυρίως ως human-flesh search engine, βλ. Loveluck, B. οπ.π. και Trottier, D., οπ.π.

[22]Βλ. ενδεικτικά δημοσίευμα της 03.12.2020 στον ιστότοπο news247.gr, διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://www.news247.gr/koinonia/cancelchatpicorg-aitimata-gia-katevasma-tis-istoselidas-poy-anevazei-gymnes-fotografies-choris-sygkatathesi.9069908.html

[23] Πληροφορίες από την σελίδα της ομάδας στο Facebook, διαθέσιμη στο σύνδεσμο https://www.facebook.com/DarkJusticeUK/

[24]Βλ. δημοσίευμα της 08.04.2017 στον ιστότοπο του The Guardian, διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://www.theguardian.com/society/2017/apr/08/judge-rules-paedophile-hunters-can-continue-posing-as-children-online

[25] Πρόκειται για το Regulation of Investigatory Powers Act 2000 (RIPA), που ρυθμίζει τη χρήση μεθόδων παρακολούθησης από δημόσιους φορείς [συσκευές ηχητικής παρακολούθησης, βιντεοπαρακολούθηση και υποκλοπές ιδιωτικών επικοινωνιών (π.χ. τηλεφωνικές κλήσεις και email), μυστικούς πράκτορες (περιλαμβανομένων ιδιωτών ως πληροφοριοδοτών)], διαθέσιμο στον σύνδεσμο  https://www.legislation.gov.uk/ukpga/2000/23/contents

[26]Η απόφαση διαθέσιμη στα αγγλικά στον σύνδεσμο https://www.judiciary.uk/wp-content/uploads/2017/04/r-v-walters-and-r-v-ali.pdf?LinkSource=PassleApp

[27] Loveluck, B. οπ.π.

[28] Πληροφορίες από την ιστοσελίδα της οργάνωσης στον σύνδεσμο https://wikileaks.org/What-is-WikiLeaks.html

[29] Από τη συνέντευξη του Τζούλιαν Ασάνζ που δημοσιεύτηκε την 20.07.2015 στην  Der Spiegel, διαθέσιμη στον σύνδεσμο https://www.spiegel.de/international/world/spiegel-interview-with-wikileaks-head-julian-assange-a-1044399.html

[30] Theresa Züger. (2013). Re-thinking civil disobedience. Internet Policy Review,[online] 2(4), διαθέσιμο στον σύνδεσμο https://policyreview.info/articles/analysis/re-thinking-civil-disobedience

[31] Loveluck, B. οπ.π.

[32] Trottier, D., οπ.π.

[33] Τα ζητήματα αυτά τέθηκαν εμφατικά στην περίπτωση του Dark Justice και αντιμετωπίστηκαν από το Δικαστήριο στην σχετική απόφαση, βλ. υποσημ.26

[34] K. K. e Silva, οπ.π.

[35] Στα πλαίσια του ελληνικού ποινικού δικαίου, πέραν της υπαγωγής του στο άρθρο 331 ΠΚ περί αυτοδικίας, επιμέρους εκδηλώσεις του που εμπίπτουν στην περιγραφή συγκεκριμένων αδικημάτων (πχ εξύβριση, δυσφήμιση, παραβίαση προσωπικών δεδομένων, απορρήτου επικοινωνιών, παράνομη πρόσβαση σε σύστημα πληροφοριών ή σε δεδομένα κοκ) θα μπορούσαν να αποκρουστούν ως άμυνα, κυρίως υπέρ τρίτου (άρθρο 22 ΠΚ).

[36] K. K. e Silva, οπ.π.