ΤΕΥΧΟΣ #17 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2021

Απ-έναντι και εναντίον

Γιάννης Πανούσης

(για όποιον ενδιαφέρεται και σε όποιον απευθύνεται)

«Χαντάκια, σκουπιδότοποι, μαύρες μανάδες ολολύζοντας ποιόν σκότωσες εσύ, πόσους σκοτώσαμε;»

Τάκης Σινόπουλος, «Νεκρόδειπνος»

Αναρωτιέμαι, όχι ως κοινωνικά ενεργός [πιστεύω και ευαισθητοποιημένος] πολίτης, αλλά ως εγκληματολόγος, ποια μπορεί να είναι η ψυχοσύνθεση νέων κυρίως ανθρώπων, οι οποίοι ζωγραφίζουν μουτζουρωμένα γκράφιτι στις προτομές των ηρώων του 1821 ή αποκεφαλίζουν αγάλματα ηρωίδων της Αντίστασης, που πυρπολούν δημόσια κτίρια, που προπηλακίζουν ανθρώπους-στόχους, που δεν σέβονται τίποτα και δεν τιμούν κανέναν.

Μελετώντας τα εγχειρίδια ορισμένων έγκριτων εγκληματολόγων[1] προσπάθησα να εντοπίσω την αρχή του νήματος της άσκοπης βίας/καταστροφικότητας/δολιο-φθοράς, ίσως και το κρυμμένο νόημά τους.

Πρώτη κόκκινη κλωστή: Γιατί σκέφτονται έτσι;

Η γέννηση και διαμόρφωση της ‘εγκληματικής σκέψης’ εξαρτάται από την εσωτερική ορμή/επιθυμία/ανάγκη/προτροπή και επηρεάζεται από την αίσθηση απουσίας κοινωνικού ελέγχου. Η αδράνεια κι αποδυνάμωση των κοινωνικών αναστολών συνιστά συνειδητή επιλογή του υποκειμένου, είτε πρόκειται για βίαιο άτομο, είτε πρόκειται για ψυχαναγκαστική προσωπικότητα. Πολλοί νέοι ανήκοντες στις μεσαίες/ανώτερες τάξεις επικαλούνται καταστάσεις έντασης (αποστέρησης;διάψευσης;) και ισχυρίζονται ότι η εξέγερση κατά πάντων αποτελεί ένδειξη υγείας αφού η ανοχή/υπακοή στο παλαιό διεφθαρμένο σύστημα τους καταδικάζει σε μία ζωή χωρίς προοπτική. Ακόμα όμως κι αν βιώνεται έτσι η πραγματικότητα, ίσως θα έπρεπε να σκεφτούν το γιατί άλλοι νέοι, σαφώς κατώτερου status από αυτούς, τρέχουν για το μεροκάματο και την πρόοδό τους και δεν ‘εξιδανικεύουν’ τη βία.

Δεύτερη κόκκινη κλωστή: Γιατί εντάσσονται σε συλλογικότητες;

Το μπλέξιμο (trouble) με την Αστυνομία, η παλληκαριά(;), η πανουργία, τα ρίσκα συγκροτούν το πλαίσιο της μη-συμμόρφωσης με κανόνες, της αέναης(;) σύγκρουσης με το Νόμο και την Τάξη. Η ένταξή τους μάλιστα σε ‘ομάδες-οικογένειες’, η αφοσίωσή τους στα λόγια και τις πράξεις ιστορικών (και κατά τη γνώμη τους ηρωικών) μορφών εξεγέρσεων κι επαναστάσεων, τους παρέχει μία (ψευδ)αίσθηση ιδεολογικής  συνέχειας.

Είναι τιμή τους το ετικετάρισμα από τις κρατικές υπηρεσίες (ως ‘νεοτρομοκρατών ή αναρχοαριστεριστών’) γιατί το μόνο που μετράει για εκείνους παραμένει η αποδοχή από την ‘ομάδα-οικογένεια’ (ταύτιση των ομοίων) και η πίστη σε κοινές αξίες. Μέσα σ’ αυτήν τη συλλογικότητα θα εκ-μάθουν τις τεχνικές δράσης, αλλά και θα ‘ζυμωθούν’ με την άποψη ότι η άρνηση (της ανθρώπινης αξίας;) του θύματος και η μη-ευθύνη τους για τις όποιες συνέπειες των πράξεών τους δικαιολογούνται από τα ανώτερα ιδανικά τους (sic). Η επιρροή της συντροφικής επιβεβαίωσης του δίκαιου χαρακτήρα των ενεργειών τους (και του ‘εαυτού τους’ ως ανεξάρτητης οντότητας και φορέα συλλογικής ταυτότητας) κατισχύει οποιωνδήποτε ενδεχόμενων αμφιβολιών ή αμφισβητήσεων.

Η ομαδοποίηση στον ιδιότυπο ’πολιτικό χώρο’ με τα αντικοινωνικά ή ακοινωνικά χαρακτηριστικά, εκτός του ότι ακυρώνει κάθε κοινωνικοηθική αναστολή, επιδρά ευθέως και στην εσωτερική νομιμοποίηση της βίας. Η λεγόμενη υποκουλτούρα της βίας αποτελεί το φαντασιακό ‘θέμα τιμής’ και δικαιώνεται από το κυνηγητό με την Αστυνομία (διαφορική ενίσχυση). Η αγιοποίηση των στόχων και η αποηθικοποίηση των διαδικασιών καταλήγει στην αποθεσμοποίηση των μέσων. Η ‘ηθική ουδετερότητα’ και οι ψυχοτεχνικές δικαιολόγησης δεν εντάσσει τους εν λόγω στους ‘παρασυρμένους’(drifters), αλλά στους συνειδητούς αρνητές προσωπικής ενοχής. Όσο κι αν ορισμένοι αναλυτές (ομοϊδεάτες;) εκλαμβάνουν τη σταδιοδρομία των βίαιων ως (αναρχοαυτόνομη;) decision making υπέρ της κοινωνικής απελευθέρωσης (;0 στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα ‘καρναβάλι υπέρβασης των ορίων της μονότονης (αλλά όχι οικονομικά ανασφαλούς) καθημερινότητας μέσω ακραίων αντι-δράσεων.

Τρίτη κόκκινη κλωστή: γιατί πιστεύουν ότι θ’ αλλάξουν την κοινωνία μ’ αυτόν τον τρόπο;

Πολλοί κινούμενοι στα όρια μιας οιονεί-ηθικο/ιδεοληπτικής παρ-αφροσύνης αισθάνονται, συχνά δια της αυτοπροβολής ή του αυτοθαυμασμού για τα κατορθώματά τους, την ανάγκη να συγ-κινήσουν την κοινή γνώμη. Δεν μπορώ να φανταστώ πως πιστεύουν ότι με τον συναισθηματικά ψυχρό τους τρόπο, τη βιαιότητα των εκ-ρήξεων, το έκδηλο μίσος τους για τους μη-ομοιάζοντες θα πείσουν τον πολίτη να τους ακολουθήσει. Ακόμα κι αν αρκετοί πολίτες αντιλαμβάνονται τα σημάδια της κοινωνικής αποδιοργάνωσης δεν θα ανέθεταν σε ανθρώπους της ανώνυμης (συχνά και ‘κουκουλωμένης’) βίας την αλλαγή –προς το καλύτερο-της ζωής τους. Ουδείς άλλωστε πιστεύει ότι πρόκειται για θύματα της ανομίας, αφού τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούν τη Μερτονική εξέγερση (rebellion) ως ‘στάση κατά της κοινωνίας’. Άρα η οποιαδήποτε προσδοκία η κοινωνία να υιοθετήσει  τη θεωρία και  τις πράξεις τους πέφτει πάντοτε στο κενό.

Δεν γνωρίζω αν για κάποιους η εν λόγω δράση εμπεριέχει στοιχεία αυτοεκπληρούμενης προφητείας. Είμαι όμως βέβαιος ότι ουδείς εξ αυτών έχει προδιαγραμμένη κακή Μοίρα, που υπόκειται σε άκαμπτους νόμους, και στην οποία αντιδρά δια της απορριπτικής βίας. Μάλλον πρόκειται για ένα ελεύθερα επιλεγόμενο νόημα (meaning) ζωής, όπου η τυφλή πίστη στην ‘ηθική ισχύ’(sic) των απόψεών τους δεν αφήνει περιθώρια για εσωτερικό συνειδησιακό έλεγχο ως προς τις βλάβες και τον πόνο που προκαλούν σε τρίτους.

Η παραπάνω -μέσω εμπνεύσεων από βιβλία εγκληματολόγων κι από εγκληματολογικές θεωρίες- σταχυολόγηση  προσεγγίσεων σε παραπλήσια ή όμοια φαινόμενα βίας δεν διεκδικεί αξιωματικά ούτε την απόλυτη αλήθεια, ούτε την πλήρη γενίκευση.

Απλώς επισημαίνει...χωρίς φόβο και πάθος.

*photo on pixabay
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

[1] Οι εμπνεύσεις και οι παραλληλισμοί ή και οι ταυτίσεις προέκυψαν από τα βιβλία  των παρακάτω συγγραφέων [οι οποίοι ‘δεν φταίνε σε τίποτα’ για τον τρόπο που αξιοποίησα τις απόψεις τους]:

Στ. Αλεξιάδης, Εγκληματολογία, Ε’ έκδοση, Σάκκουλας, Θεσσαλονίκη 2011, σελίδες [ενδεικτικά] 48, 49, 58, 60, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 74, 77, 78, 84, 89, 90, 91, 92, 93, 99, 178, 241

Σοφία Βιδάλη, Εισαγωγή στην Εγκληματολογία, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2013, σελίδες [ενδεικτικά] 127, 129, 130, 131, 133, 135, 137, 140, 142, 146, 148, 154, 155, 156, 159, 167, 222, 228, 229, 241, 243, 246

Καλλιόπη Δ. Σπινέλλη, Εγκληματολογία-σύγχρονες και παλαιότερες κατευθύνσεις, 3η έκδοση ανανεωμένη, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2014, σελίδες [ενδεικτικά] 4, 98, 99, 102, 239, 241, 245, 249, 250, 253, 255, 265, 267, 268, 271, 275, 295

Ανθοζωή Χάιδου, Θετικιστική Εγκληματολογία, Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 1996, σελίδες [ενδεικτικά] 65, 88,  90, 109, 115, 131, 151, 155, 160, 163, 178, 182, 193, 203, 215, 241, 243