Μια φορά κλόουν, για πάντα κλόουν (-δολοφόνος)
Φοβάστε τους κλόουν; Ή έστω δεν τους συμπαθείτε και πολύ; Και αν ναι, έχετε αναρωτηθεί από πού πηγάζει αυτό το συναίσθημα;
Το αρχέτυπο του γελωτοποιού υπάρχει εδώ και χιλιάδες χρόνια, από την αρχαία Κίνα, την Αίγυπτο, τους ιθαγενείς Αμερικανούς, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία μέχρι και τις μέρες μας[1]. Κλόουν, παλιάτσους, γελωτοποιούς, αρλεκίνους ή όπως αλλιώς ονομάζουμε τους διασκεδαστές αυτού του τύπου συναντάμε πια όχι μόνο σε παραστάσεις, αλλά και στα παιδικά πάρτυ, στους παιδότοπους, ακόμα και σε φημισμένα ταχυφαγεία.
Παρά τη διαχρονική παρουσία τους στις κουλτούρες της κωμωδίας διαφόρων πολιτισμών σε όλον τον κόσμο, υπάρχει μία όχι αμελητέα μερίδα ανθρώπων που διάκειται αρνητικά απέναντι σε αυτό το κωμικό σύμβολο, κάτι που δεν παρατηρείται με την ίδια ένταση και σε ίδιο βάθος με άλλους αντίστοιχους κωμικούς χαρακτήρες.
Το 2008 το Πανεπιστήμιο του Sheffield διεξήγαγε έρευνα σε 250 ανηλίκους μεταξύ 4-16 ετών και τα πορίσματα φανέρωσαν ότι οι περισσότεροι από αυτούς ένιωθαν αντιπάθεια και φόβο στην εικόνα των κλόουν[2]. Οι λόγοι πολλοί και διαφορετικοί. Ο φόβος εδράζεται κατά μία άποψη στην παιδική ηλικία, όπου η συναναστροφή με ξένους δημιουργεί άγχος και συμπεριλαμβάνεται στον όρο ομπρέλα των «παιδικών φοβιών» που αφορούν ειδικότερα χαρακτήρες με στολές (όπως μασκώτ)[3]. Τα έντονα μόνιμα και μη μεταβαλλόμενα χαρακτηριστικά του προσώπου τους αφενός δημιουργούν μια μη ανθρώπινη μάσκα που δεν μας επιτρέπει να «διαβάσουμε» τι πραγματικά νιώθουν και αφετέρου προκαλούν μια δυσάρεστη αίσθηση που μας κάνει να νιώθουμε άβολα, ακριβώς επειδή έχουμε συνηθίσει μέσω των κοινωνικών συναναστροφών ένα χαμόγελο να μην είναι μόνιμο – ο,τιδήποτε άλλο μας ξενίζει και μας δημιουργεί ανησυχία[4].
Επιπλέον, o Mc Connell Stott, Πρύτανης του Πανεπιστημίου του Buffalo, ειδικός σε θέματα συσχετισμού τρομακτικών κλόουν και κωμωδίας, υποστηρίζει ανατρέχοντας στον χαρακτήρα του “Grimaldi”, όπως τον αποτύπωσε ο νεαρός Charles Dickens, ότι η εικόνα του τρομακτικού κλόουν ενισχύθηκε από τη δημιουργία μια φιγούρας που μπορεί να καταστρέψει την εαυτό της προκειμένου να κάνει το κοινό να γελάσει. Σε μια τέτοια κατάσταση είναι δύσκολο για τον θεατή να μην αποσυνδέσει τον χαρακτήρα από τον ηθοποιό και να μην αναρωτηθεί τί πραγματικά συμβαίνει κάτω από το makeup[5]. Πολλοί δε κλόουν στην υπερπροσπάθειά τους να φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα μπορεί να γίνουν λίγο πιο επιθετικοί και ως εκ τούτου δυσάρεστοι.
Κλόουν και έγκλημα: Η περίπτωση του “Killer Clown” Μέχρι τη δεκαετία του 1960 το κοινό των κλόουν αποτελούσαν κυρίως ενήλικες, όμως από τότε έως και σήμερα απευθύνονται κατά κύριο λόγο σε παιδιά. Διάσημοι κλόουν, όπως ο “Bozo”, έχουν αποκτήσει δικές τους παραστάσεις και εκπομπές σε τηλεοπτικά προγράμματα των Ηνωμένων Πολιτειών και η δημοφιλία τους εκτινάσσεται στα ύψη[6]. Το 1963 τα ταχυφαγεία “ΜcDonald’s” σύστησαν τον κλόουν ”Ronald McDonald” που «κοσμεί» την είσοδο κάθε εστιατορίου της αλυσίδας και έγινε από τότε σύμβολο και «σήμα κατατεθέν» της. Όλα αυτά, βέβαια, μέχρι τις αρχές της επόμενης δεκαετίας, όταν κατέκλυσε τα media ο πιο σκοτεινός κλόουν της ιστορίας - ένας από τους πιο ανατριχιαστικούς serial killers των εγκλήματολογικών χρονικών διεθνώς. Ο Killer Clown! Σύμφωνα με την παρουσίαση από τα media εκείνης της εποχής, η εγκληματική ιστορία έχει ως κεντρική φιγούρα έναν κλόουν που πηγαίνει αφιλοκερδώς σε κοινωνικές εκδηλώσειςκαι πάρτυ, που διασκεδάζει παιδιά και νέους, που έχει αποκτήσει μεγάλη φήμη και εικόνα του έχει γίνει αναγνωρίσιμη στην τοπική κοινωνία. Ο λόγος για τον κλόουν “Pogo” στο Σικάγο των Η.Π.Α. που είχε τον τρόπο του να προσεγγίζει παιδιά, εφήβους και νέους, τους διασκέδαζε, τους παρουσίαζε τα πιο εντυπωσιακά ταχυδακτυλουργικά του κόλπα και συχνά τους φορούσε χειροπέδες για να τους επιδείξει το κορυφαίο τρικ του! Αυτό το κομβικό σημείο σήμαινε την αιφνίδια ολική μεταμόρφωση του κλόουν σε αδίστακτο ανθρωποκτόνο βασανιστή που πρώτα κακοποιούσε σεξουαλικά τα θύματά του, τα σκότωνε μετά από ώρες ή ακόμα και ημέρες και συχνά προέβαινε σε σεξουαλικές πράξεις επ’ αυτών ακόμα και μετά το θάνατό τους. Στη συνέχεια έθαβε τα περισσότερα πτώματα στην αυλή του σπιτιού του στο Norwood Park, στα προάστια του Σικάγο. Η αλήθεια, όμως, ήταν κάπως διαφορετική. Κάτω από το make-up του “Pogo” βρισκόταν ο -εν μέρει συνώνυμος του θρυλικού ηθοποιού- John Wayne Gacy από το Σικάγο, γεννημένος το 1942, ο οποίος πραγματικά μεταξύ του 1968 και του 1978 κακοποίησε (σεξουαλικά και μη) και αφαίρεσε τη ζωή τουλάχιστον 33 εφήβων και νέων ανδρών αλλάζοντας μια για πάντα τη στάση του κοινού των ΗΠΑ και στη δύση γενικότερα απέναντι στους κλόουν. Κατά την παιδική ηλικία του JWG ο αλκοολικός και ευερέθιστος πατέρας του συνήθιζε να κακοποιεί λεκτικά και σωματικά τον ίδιο, τη μητέρα του και τις δύο αδελφές του, δείχνοντας σαφή προτίμηση στο γιο του, που δεν ανταποκρινόταν στις απαιτήσεις του και τον θεωρούσε μαλθακό, με αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου ο Gacy να «αναισθητοποιηθεί» στις συνέπειες της κακοποίησης, αφού ούτε καν έκλαιγε από ένα σημείο και έπειτα[7]. Στο σχολικό περιβάλλον, αν και καλός μαθητής, αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα κοινωνικοποίησης και αργότερα, όταν ανακάλυψε ότι ήταν αμφιφυλόφιλος, η δυσκολία του μεγεθύνθηκε. Ήταν υπέρβαρος από παιδί, καθόλου αθλητικός, χωρίς φαντασία, ασθενικός και αντιμετώπιζε καρδιακά προβλήματα[8]. Από μικρός στράφηκε στον εθελοντισμό για να νιώσει σημαντικός για τους άλλους και να ανυψώσει τη χαμήλή του αυτοεκτίμηση. Μετά την αποφοίτηση από το σχολείο εργάστηκε ως μάνατζερ καταστημάτων του γνωστού εστιατορίου Kentucky Fried Chicken και αργότερα έγινε εργολάβος και αναλάμβανε μικρά τεχνικά έργα. Νυμφεύθηκε δις, διαζεύχθηκε επίσης δις και απέκτησε συνολικά πέντε παιδιά. Έδινε την εικόνα ενός άψογου γείτονα και ενεργού πολίτη της τοπικής κοινωνίας, παρουσίαζε μεγάλη εθελοντική δράση σε διάφορους φορείς και οργανισμούς και στο πλαίσιο αυτό, μετά το 1975, αρεσκόταν στο να ντύνεται κλόουν και να διασκεδάζει παιδιά και νέους σε διάφορες εκδηλώσεις και σε νοσηλευτικά ιδρύματα. Η σκοτεινή πλευρά του JWG είχε αρχίσει να κάνει την εμφάνισή της τουλάχιστον από το 1966 όταν είχε δημιουργήσει στο υπόγειο του σπιτιού του ένα άτυπο κλαμπ χρήσης ναρκωτικών και αλκοόλ, όπου σκοπό του είχε σεξουαλική εκμετάλλευση εφήβων και νέων ανδρών, τους οποίους αλίευε από το επαγγελματικό του περιβάλλον κατά κύριο λόγο[9]. Όταν εκείνοι αντιδρούσαν στις ανήθικες προτάσεις ή χειρονομίες του, ο ίδιος αμυνόταν υποστηρίζοντας ότι απλά αστειευόταν. Μετά την πρώτη καταδίκη του (1968) για σεξουαλική επίθεση εναντίον ενός δεκαπεντάχρονου που συνέβη το 1967, η πρώτη σύζυγός του ζήτησε και έλαβε διαζυγίο και την επιμέλεια των δύο παιδιών τους (τα οποία ουδέποτε ξανασυνάντησαν τον πατέρα τους), ενώ παράλληλα κράτησε την οικογενειακή οικία[10]. Ο Gacy καταδικάστηκε και φυλακίστηκε για την πράξη του αυτή και υπήρξε υποδειγματικός κρατούμενος με αποτέλεσμα να απολυθεί υφ’ όρον το 1970, έπειτα από εγκλεισμό περίπου 18 μηνών[11]. Τότε επέστρεψε στο πατρικό του, για να μείνει με τη μητέρα του (ο πατέρας του είχε ήδη πεθάνει) και μετά από λίγους μήνες ξανανυμφεύθηκε και δημιούργησε νέα οικογένεια στην περιοχή του Noorwod Park, όντας και πάλι ιδιαίτερα ενεργός στις δράσεις της τοπικής κοινωνίας. Η εγκληματική δράση του συνεχίστηκε και βαθμιαία επιδεινώθηκε από το 1972 και έπειτα, όταν ψάρευε εφήβους ή νέους, πάντα λευκούς άρρενες («όχι γυναίκες, όχι μαύρους, όχι Πορτορικάνους» ήταν το μότο του), που προέρχονταν από ευάλωτες ομάδες ή βρίσκονταν υπό συνθήκες που τους έκαναν ευάλωτους (όπως π.χ. νέοι που είχαν εγκαταλείψει την οικογενειακή εστία) και κέρδιζε πρόσκαιρα την εμπιστοσύνη τους. Ύστερα τους έταζε ό,τι εκείνοι ζητούσαν: εργασία, ναρκωτικά, αλκοόλ ή ακόμα και σεξ και τους έπειθε να τον ακολουθήσουν στο σπίτι του. Εκεί μετά από κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων αλκοόλ, ορισμένοι εξ αυτών δέχονταν να τους περάσει χειροπέδες, προκειμένου να τους κάνει επίδειξη του σπουδαίου τρικ«πώς-να-λύνεις-χειροπέδες». Από το σημείο αυτό και μετά, ξεκινούσε η ακραία εγκληματική του δράση: αφού τους έδενε περαιτέρω, τους κακοποιούσε σωματικά και ιδιαίτερα σεξουαλικά και ώρες/ημέρες αργότερα κατέληγε να τους δολοφονεί. Την πρώτη φορά αφαίρεσε τη ζωή ενός νεαρού με αλλεπάλληλα χτυπήματα με μαχαίρι και τις επόμενες άλλαξε τη μεθοδολογία του και επέλεγε τον στραγγαλισμό με χοντρό σκοινί, το οποίο έστριβε συνεχόμενα με ένα ξύλο για να σφίγγει το λαιμό του θύματος. Η δράση τού JWG κορυφώθηκε δε μεταξύ των ετών 1975-1978, όταν διέπραξε και τις περισσότερες ανθρωποκτονίες όντας για δεύτερη φορά διαζευγμένος. Τα 28 από τα 33 θύματα βρέθηκαν θαμμένα στο υπόγειο του σπιτιού του σε θέσεις που αργότερα υπέδειξε ο ίδιος στις Αρχές με χειρουργική ακρίβεια, χωρίς να γνωρίζει την πλήρη ταυτότητα του καθενός, με αποτέλεσμα ακόμα και σήμερα κάποιοι εξ αυτών να μην έχουν αναγνωριστεί/ταυτοποιηθεί[12]. Έπειτα από τη μαρτυρία-κλειδί ενός υπαλλήλου του που κατέθεσε στην Αστυνομία ότι τον πλήρωσε για να σκάψει λάκκους στην αυλή του σπιτιού του δήθεν για να διορθωθούν τα υδραυλικά, ο JWG συνελήφθη τελικώς το 1978, η σύλληψή του και η δράση του έλαβαν τεράστια δημοσιότητα, τα μέσα ενημέρωσης των Η.Π.Α. τον βάφτισαν “Killer Clown” και η εμμονή του κοινού με τους κλόουν, όπως ήταν αναμενόμενο, γιγαντώθηκε. |
Ο ρόλος των media
Μια ψύχραιμη, αποστασιοποιημένη, ουδέτερη και σε βάθος προσέγγιση, όπως οφείλει να είναι κάθε επιστημονική προσέγγιση, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο “Killer Clown” ήταν κατασκευή των media. Killer ναι, serial killer ναι, Killer Clown, όμως, όχι. Η αλήθεια είναι ότι ο Gacy όντως ντυνόταν κλόουν περιστασιακά για καλό σκοπό, όμως αυτή του η πλευρά δεν τον χαρακτήριζε, δεν τη συνήθιζε, παρά μόνο σπάνια και δεν σχετιζόταν με τα εγκλήματά του, όπως υπονοούσαν ή ευθέως διέδιδαν τα ΜΜΕ και όπως συνεχίζει να αναφέρεται ακόμα και σήμερα, σχεδόν σαράντα χρόνια αργότερα. Χαρακτηριστικό είναι ότι δημιούργησε τον χαρακτήρα “Pogo”(και τον λιγότερο γνωστό και περισσότερο σοβαρό “Patches”) το 1975, όταν είχε ήδη διαπράξει αρκετά από τα εγκλήματά του[13].
Απλά ήταν η τέλεια ευκαιρία των ΜΜΕ να εκμεταλλευτούν τον φόβο μερίδας του κοινού για τους κλόουν και να δημιουργήσουν την καρικατούρα ενός κλόουν serial killer, λες και η δράση του δεν ήταν εκ των πραγμάτων αρκετό μέγεθος για να τραβήξουν την προσοχή και να προβάλλουν το λατρεμένο τους δίπτυχο «αίμα-σπέρμα». Χαρακτηριστικά σε πλήθος πολυσέλιδων σοβαρών βιογραφιών ή και μονογραφιών σχετικά με τον Gacy οι αναφορές στον Pogo αρκούνται σε μερικές αράδες. Εντελώς εσφαλμένα και σκόπιμα, λοιπόν, δημιουργήθηκε ο τρομακτικός χαρακτήρας ενός κλόουν δολοφόνου και μάλιστα κατά συρροή, που σκοτώνει εφήβους και φυσικά, κανείς πια δεν ήθελε κλόουν στις εκδηλώσεις του!
Ο αυθαίρετος αυτός χαρακτηρισμός προέκυψε κυρίως λόγω της διαχρονικής στάσης των ΜΜΕ απέναντι στο έγκλημα εν γένει που τους τρέπει να βομβαρδίζουν το κοινό με ειδήσεις ή «ειδήσεις» περί εγκλημάτων και να δυναμιτίζουν την ένταση του φόβου του κοινού απέναντι στα εγκλήματα βίας και στους δράστες τους δημιουργώντας την αίσθηση ότι είμαστε εκτεθειμένοι και ευάλωτοι απέναντι σε αυτό που δε θα βιώσουμε ποτέ[14]. Και φυσικά η περίπτωση ενός serial killer λαμβάνει διαστάσεις ενός αγαπημένου, σχεδόν λατρευτικού, αντικειμένου[15].
Ποινική μεταχείριση και εγκληματολογική προσέγγιση
Ο Gacy δικάστηκε το 1980 και καταδικάστηκε 12 φορές σε θανατική ποινή, για 12 ανθρωποκτονίες που τέλεσε μετά τον Ιούνιο του 1977, όταν καθιερώθηκε νομοθετικά η θανατική ποινή στην πολιτεία Illinois και 21 φορές σε ισόβια κάθειρξη για (τις λοιπές 21) συνολικά 33 ανθρωποκτονίες[16]. Όσο ήταν έγκλειστος συντήρησε και ο ίδιος τη δημοσιότητα που είχε λάβει η υπόθεσή του και αρεσκόταν στο να ζωγραφίζει πίνακες με κλόουν που έδινε στη δημοσιότητα, επιτείνοντας τον αστικό μύθο του Killer Clown, που έδειχνε να απολαμβάνει παραχωρώντας δεκάδες ή και εκατοντάδες συνεντεύξεις σε ειδικούς επιστήμονες και δημοσιογράφους. Η ποινή του τελικά εκτελέστηκε το 1994, όταν του χορηγήθηκε θανατηφόρα ένεση[17]. Λίγο πριν την εκτέλεση ρωτήθηκε, όπως συνηθίζεται, ποια είναι τα τελευταία του λόγια. “Kiss my ass” ήταν η λιτή απάντησή του[18].
Από εγκληματολογική σκοπιά και σύμφωνα με την κατηγοριοποίηση των serial killers των Holmes και De Burger, η δράση του JWG εντάσσεται στην κατηγορία των επικυρίαρχων/εξουσιαστών serial killers[19]. Γενικότερα, στον εσωτερικό κόσμο του ανθρωποκτόνου υπάρχουν κίνητρα που εντάσσονται στη λογική του δράστη και έχουν νόημα για τον ίδιο, που κατευθύνουν την ανθρωποκτόνο δράση του και παρέχουν την απαραίτητη αιτιολογική βάση για την εκλογίκευση της ανθρωποκαταστροφικής βίας που περικλείεται στην πράξη του[20]. Σκοτώνει συχνά και χωρίς να αισθάνεται τύψεις (στοιχεία ψυχοπαθητικής προσωπικότητας) και χωρίς αυτό να σημαίνει κατά ανάγκη ψυχική νόσο ή διαταραχή, αλλά περισσότερο να γίνεται αντιληπτό ως χαρακτηρολογικό ελάττωμα του δράστη τόσο βαθύ που προκαλεί ένα κενό στην ηθική του συνείδηση και προκαλεί μια απάθεια για τους συνανθρώπους του[21]. Ειδικότερα, ο επικυρίαρχος ανθρωποκτόνος κατά συρροή φονεύει με τα κίνητρα του να επικεντρώνονται στην ανάγκη του για απόλυτη ισχύ και κυριαρχία∙ αντλεί αυτοεπιπεβέβαιωση από την απόλυτη κυριαρχία και έλεγχο που ασκεί πάνω στο θύμα του[22]. Γι’ αυτόν η μεγαλύτερη ικανοποίηση προέρχεται από τη δυνατότητα που έχει μόνος του, ως άλλος «θεός»[23], να λάβει μία απόφαση ζωής και θανάτου επί του θύματός του, να καθορίσει δηλαδή τη μοίρα του[24]. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι από την ανθρωποκτόνο δράση του απουσιάζουν στοιχεία σεξουαλικής απόχρωσης, μόνο που στην περίπτωση αυτή η ικανοποίηση των σεξουαλικών ορμών του δράστη είναι διαφορετικής υφής σε σχέση πάντα με τον τύπο του ηδονιστή ανθρωποκτόνου κατά συρροή (lust serial killer & thrill serial killer)[25].
Πιο συγκεκριμένα, ο συγκεκριμένος τύπος πολυανθρωποκτόνου δεν εισπράττει τόσο ικανοποίηση υλοποιώντας τις σεξουαλικές φαντασιώσεις του πάνω στο θύμα του, όσο κατά τα διάφορα στάδια του σχεδίου του (από την «αλίευση»[26] του θύματος έως και τις ενέργειες του μετά τη θανάτωση του θύματός του) να αποκτά, να διατηρεί και να επιβάλλει τον πλήρη έλεγχο επί της «τύχης» του θύματος, επί της ανθρώπινης ζωής[27].
Συμπερασματικά, ο JWG ανήκει στην ανώτατη βαθμίδα τέτοιου τύπου εγκληματιών τόσο όσον αφορά στις ΗΠΑ όσο και διεθνώς. Ο τρόπος δράσης του, η οργάνωσή του, η υποδομή που είχε σχηματίσει, ο μεγάλος αριθμός των θυμάτων, αλλά και η ιδιαίτερη κατηγορία τους, όσο και ο συστηματικός τρόπος εξαφάνισης των ενοχοποιητικών στοιχείων τον καθιστούν πολύ ιδιαίτερη περίπτωση, χωρίς να αγνοείται το στοιχείο της κοινωνικής προσφοράς του στο Σικάγο, όπου αποτελούσε αναγνωρισμένο και αναγνωρίσιμο εργάτη στο πεδίο του εθελοντισμού. Η εξήγηση των ειδικών βρίσκεται στη δίψα του για αναγνώριση, κάτι που δεν είχε λάβει από τον ίδιο του τον πατέρα και στην ανάγκη του να ικανοποιήσει το αίσθημα του «ανήκειν», κάτι που επίσης δεν απόλαυσε κατά την παιδική του ηλικία σε οικογενειακό ή σχολικό επίπεδο. Σκότωνε νεαρά αγόρια που συμβολικά αντιπροσώπευαν τον ομοφυλοφιλικό εαυτό του, που τόσο είχε κακοποιηθεί, λοιδωρηθεί και καταπιεστεί από τον πατέρα του[28]. Και βέβαια, η εξουσία που ασκούσε πάνω στα θύματά του του έδινε βαθιά ικανοποίηση, μεγαλύτερη ίσως και από τον αφανισμό τους.
Πρόσφατα οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές κατάφεραν, χρησιμοποιώντας νέες επιστημονικές μεθόδους, να ταυτοποιήσουν δύο ακόμα θύματα του Gacy με δύο νέους που επισήμως παρουσιάζονταν ως αγνοούμενοι, κάτι που σημαίνει ότι ακόμα και σαράντα χρόνια μετά τη δράση του αποτελεί ορατό ενδεχόμενο να αυξηθεί κι άλλο ο κατάλογος των εγκλημάτων τού - εκτελεσθέντος πλέον- ανθρωποκτόνου.
Κλόουν και έγκλημα στη λογοτεχνία και στην οθόνη
Όταν έγινε γνωστή η δράση τού JWG, ο φόβος για τον επικίνδυνο ξένο (stranger danger) έλαβε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις και οι γονείς απέφευγαν πια όχι μόνο τους κλόουν αλλά κάθε είδους διασκεδαστή, προκειμένου να προστατεύσουν τα παιδιά τους[29]. Σαν να μην έφταναν οι ενδόμυχοι φόβοι για τους κλόουν που προϋπήρχαν σε ποσοστό του κοινού, λες και δεν ήταν αρκετή η εμμονή του κοινού κατά των κλόουν που γέννησε η περίπτωση του Gacy, ήρθε το 1986 και ο διάσημος συγγραφέας έργων τρόμου Stephen King να προσθέσει το λιθαράκι του στην καταστροφή της οπτικής μας για αυτούς με το διαχρονικό πλέον βιβλίο του “It” («Το Αυτό»[30]), που μεταφέρθηκε στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη το 1990 και το 2017 αντίστοιχα με τεράστια επιτυχία.
Ο King βασίστηκε εν μέρει στα αληθινά περιστατικά της υπόθεσης Gacy και δημιούργησε έναν τρομακτικό «ήρωα» στα όρια του αρχέτυπου ανθρώπινου φόβου, έναν κλόουν που κυνηγά ευάλωτα παιδιά, ορισμένα εκ των οποίων τελικά κατασπαράζει, που ζει στους υπονόμους όπου όλα επιπλέουν (και μεταφορικά στο υποσυνείδητό ή και το ασυνείδητό μας, όπου επίσης όλοι μας οι φόβοι «επιπλέουν»). Η νέα κινηματογραφική παραγωγή του “It” (2017) γνώρισε και γνωρίζει τεράστια εισπρακτική επιτυχία τόσο στις Η.Π.Α.[31] όσο και διεθνώς και ξαναφέρνει στην επιφάνεια τον τρόμο για τους κλόουν. Μάλιστα η νέα τάση σε χώρες όπως η Βρετανία είναι οι τρομακτικές φάρσες σε περαστικούς από απόκοσμους κλόουν που τους επιτίθενται δήθεν για να τους βλάψουν. Ο ίδιος ο συγγραφέας υποστηρίζει: «Οι κλόουν είναι τσατισμένοι μαζί μου. Λυπάμαι, οι περισσότεροι είναι καταπληκτικοί. ΑΛΛΑ... τα παιδιά πάντοτε τρόμαζαν με τους κλόουν. Μη σκοτώνετε τον αγγελιοφόρο για το μήνυμα»[32].
Το παράδειγμα του King ακολούθησαν μετά το 1986 και άλλοι συγγραφείς και σεναριογράφοι και πλέον δεν είναι λίγοι οι ψυχολόγοι που υποστηρίζουν ότι οι αρνητικές εικόνες των κλόουν έχουν πλέον αντικαταστήσει τις θετικές στη συνείδηση του κοινού. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τον περίφημο “Joker” που διώκει ο “Batman” (ειδικά στην εκδοχή που υπηρέτησε άριστα ο Heath Ledger αλλά και παλαιότερα ο Jack Nickolson), τον “Crusty the Clown” της σειράς κινουμένων σχεδίων "The Simpsons” και τόσους άλλους.
Ενα κατακλείδι, παρά τις ταραγμένες σχέσεις τους με το κοινό, κλόουν, παλιάτσοι, τζόκερ, γελωτοποιοί υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν από όσο φαίνεται. Και ανθρωποκτόνοι, επίσης...
________________________________________________________________________
Ο Διονύσης Χιόνης είναι Αντιπρόεδρος του ΚΕ.Μ.Ε., δικηγόρος, ΜΔΕ Εγκληματολογίας Νομικής Σχολής Αθηνών.
[1] Julia Jacobo, 29/10/2016, Not Clowning Around: How Clowns Went From Funny to Scary, http://abcnews.go.com/US/clowning-clowns-funny-scary/story?id=43137276
[2] Linda Rodriguez McRobbie, The History and Psychology of Clowns Being Scary, https://www.smithsonianmag.com/arts-culture/the-history-and-psychology-of-clowns-being-scary-20394516/
[3] Ό.α.
[4] Ό.α.
[5] Ό.α.
[6] Julia Jacobo, 29/10/2016, Not Clowning Around: How Clowns Went From Funny to Scary, http://abcnews.go.com/US/clowning-clowns-funny-scary/story?id=43137276
[7] Christopher Berry-Dee, Serial killers: Up Close and Personal, σελ. 289 επ., Ulysses Press, 2007
[8] Christopher Berry-Dee, ό.α., σελ. 290
[9] Catherine Townsend, Crime history, A look back at “killer clown” serial killer John Wayne Gacy, 13/3/2017, http://crimefeed.com/2017/03/29082/
[10] Christopher Berry-Dee, ό.α., σελ. 309
[11] Christopher Berry-Dee, ό.α., σελ. 309
[12] Christopher Berry-Dee, ό.α., σελ. 348
[13] Christopher Berry-Dee, ό.α., σελ. 315
[14] Μ. Λεμπέση, Αποδομώντας 3+1 μύθους για τους serial killers. (Μέρος Α΄), CrimeTimes, τεύχος 3, https://www.crimetimes.gr/%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CE%BC%CF%8E%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-31-%CE%BC%CF%8D%CE%B8%CE%BF%CF%85%CF%82-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-serial-killers-%CE%BC%CE%AD%CF%81%CE%BF%CF%82/#_ftn10
[15] Φ. Τσαλίκογλου, (1996). Μυθολογίες Βίας και Καταστολής, 2η έκδ., Αθήνα: εκδόσεις Παπαζήση, σ. 53.
[16] Christopher Berry-Dee, ό.α., σελ. 349
[17] John Kifner, New York Times, 11/5/1994, http://www.nytimes.com/1994/05/11/us/gacy-killer-of-33-is-put-to-death-as-appeals-fail.html
[18] Christopher Berry-Dee, ό.α., σελ. 350
[19] Holmes R. M. & De Burger J., (1988). Serial Murder, 2nd ed, London: Sage, σελ..41-44
[20] Holmes R. M. & De Burger J., (1988), ό.α., σελ. 130
[21] Godwin J., (1978). Murder USA: The ways we kill each other, New York: Ballantine, σ. 300.
[22] Holmes R. M. & Holmes S. Τ., (1998) ό. π. σσ. 129-131.
[23] Όπως ο –κατά τη Μary Shelley- χαρακτήρας του Δρ. Φρανκενστάϊν είχε παθιαστεί να δημιουργήσει έναν άνθρωπο από νεκρά ανθρώπινα μέλη, έτσι και ορισμένοι από τους πλέον περιβόητους επικυρίαρχους serial killer αναζητούν θεόμορφη εξουσία πάνω στα θύματά τους, επιχειρώντας να «δημιουργήσουν» αρρωστημένες αναπαραστάσεις ζωής μέσα από τα μακάβρια αποτελέσματα των φόνων τους. Βλ. Παπαϊωάννου Π., (2013). Ανθρωποκτόνοι Κατ΄ εξακολούθηση και Κατά συρροή. Το ελληνικό παράδειγμα, Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη, σσ. 42-43.
[24] Michaud S. & Aynesworth H., (1983). The Only Living Witness, New York: Signet.
[25] Holmes R. M. & Holmes S. Τ., (1988). Contemporary Perspectives on Serial Murder, Thousand Oaks: Sage σελ. 13-14.
[26] Norris J., (1988). Serial Killers, N.Y./London: Anchor Books, Doubleday, σσ. 23-35.
[27] Παπαϊωάννου Π., (2013) ό. π. σ. 38.
[28] Παπαϊωάννου Π., (2013) ό. π. σ. 304
[29] The Story Of The Serial Killer Who Made Clowns Scary, 4/9/2017, http://www.refinery29.com/2017/09/170780/john-wayne-gacy-serial-killer-clown-pogo
[30] Stephen King,”It”, Viking, 1986, στα ελληνικά: «Το αυτό», εκδόσεις Λιβάνη-Νέα Σύνορα, 1994
[31] Εισπράξεις πάνω από 320 εκατομμύρια δολλάρια σε διάστημα μόλις 7 εβδομάδων, http://www.imdb.com/chart/boxoffice
[32] Courtney Smith, ό.α.