ΤΕΥΧΟΣ #4 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2017

Ενδοοικογενειακή βία: μύθοι και αλήθειες για το φαινόμενο της διπλανής πόρτας

Βαρβάρα Βαγιανού, Δέσποινα Τζάνη

Η εισαγγελία του Αρείου Πάγου και η Ένωση Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων διοργάνωσαν στις 21 Οκτωβρίου ημερίδα με θέμα «Ενδοοικογενειακή βία: κακοποιημένες γυναίκες και παιδιά». Δικηγόροι, εισαγγελείς, επαγγελματίες ψυχικής υγείας και δημοσιογράφοι βρήκαν βήμα για να μιλήσουν και να προσεγγίσουν διεπιστημονικά το πολύπλοκο αυτό φαινόμενο, καταθέτοντας προβληματισμούς για τις διαστάσεις του, τη σχετική νομοθεσία και θίγοντας ορισμένες από τις αθέατες και για πολλούς παράδοξες, πλευρές του. Μελετώντας τα πολύωρα πρακτικά της ημερίδας συγκεντρώσαμε έξι «αστικούς μύθους» για το θέμα-ταμπού της διπλανής πόρτας.

  • Η ενδοοικογενειακή βία αφορά μόνο την άσκηση σωματικής βίας

Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί ένα περίπλοκο και διαχρονικό κοινωνικό φαινόμενο, αφού υπήρχε πάντα και συνεχίζει να απασχολεί. Ένας ολοκληρωμένος ορισμός αυτού του φαινομένου εμπεριέχεται στο άρθρο 3, εδάφιο β’ της Σύμβασης της Κωνσταντινούπολης, όπου ο όρος «ενδοοικογενειακή βία» συνίσταται σε «κάθε πράξη φυσικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής ή οικονομικής βίας, η οποία συμβαίνει εντός της οικογένειας ή οικογενειακής μονάδας, ή μεταξύ πρώην ή νυν συζύγων ή συντρόφων, ανεξάρτητα ή όχι του κατά πόσο ο δράστης μοιράζεται ή έχει μοιρασθεί την ίδια κατοικία με το θύμα»[1].

Αυτό που θα πρέπει, όμως να διευκρινιστεί είναι ότι ο όρος αυτός δεν περιλαμβάνει μόνο την άσκηση σωματικής βίας, όπως λανθασμένα θεωρείται από πολλούς. Όπως επισήμανε η κα Αθηνά Γλύκα-Χαρβαλάκου, δικηγόρος Πειραιά, «περιλαμβάνει μια σειρά, από διαφορετικής ποινικής βαρύτητας, εγκληματικές συμπεριφορές, τη λεκτική, σωματική, ψυχολογική, σεξουαλική βία, τη μορφή βίας διά της παραμελήσεως, την έλλειψη φροντίδας, τη στέρηση ιατρικής περίθαλψης, ή εκπαίδευσης». Στα είδη βίας η κα Παναγιώτα Παντελεάκη, δικηγόρος Αθηνών, πρόσθεσε και την οικονομική και εκβιαστική μορφή.

Η σοβαρότερη μορφή ενδοοικογενειακής βίας, όμως, δεν εκδηλώνεται μόνο με εξωτερικά τραύματα. Τη σοβαρότερη έκφανση της την συναντάμε στα τραύματα της ψυχής, που ενώ δεν είναι εμφανή, καθίστανται βαθύτερα, μακρόχρονα και συχνά… ανεξίτηλα. Δυνατές φωνές, βρισιές, απειλές, προσβολές, συκοφαντικές δηλώσεις και απομόνωση αποτελούν μερικές μόνο όψεις της άσκησης ψυχολογικής βίας. «Οποιαδήποτε πράξη περιλαμβάνει περιορισμό, λεκτική προσβολή, εκφοβισμό ή οποιαδήποτε άλλη συμπεριφορά που μειώνει την αίσθηση του εαυτού, της αξιοπρέπειας, της αυτοαξίας και έχει ως στόχο να ελέγξει και να καθυποτάξει τον άλλον» αποτελεί ενδοοικογενειακή βία, όπως την όρισε η κλινική ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια, κα Ίλια Θεοτοκά. Από νομικής πλευράς η  κα Χάιδω Κούρτη, δικηγόρος Αθηνών όρισε ως ψυχολογική βία την «πρόκληση ψυχικού πόνου, ο οποίος δημιουργεί κίνδυνο διαταραχής της ισορροπίας του ατόμου. Είναι η ανακοίνωση ενός περιοδικού κακού, η επέλευση του οποίου φαίνεται να ελέγχεται από τον δράστη».

Μορφές ενδοοικογενειακής βίας δεν αποτελούν μόνο τα παραπάνω. Ακόμα, «σε περίπτωση διαζυγίου η βίαιη αποκοπή των ανηλίκων από το συγγενικό περιβάλλον του γονέα που δεν έχει την επιμέλεια τους και η χρησιμοποίηση του κακοποιημένου παιδιού ως μάρτυρα», μπορούν σύμφωνα με την κα Βιολέττα Κριτσιλή, δικηγόρο Αθηνών, να αποτελέσουν εκφάνσεις αυτού του φαινομένου.

  • Όλα τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας καταγγέλλονται στους επίσημους φορείς κοινωνικού ελέγχου.

«Στην Πορτογαλία τρεις γυναίκες δολοφονούνται κάθε τέσσερις μέρες, στην Γαλλία μία κάθε πέντε μέρες και εκατό το χρόνο στην Ισπανία». Τα ποσοστά που ανέφερε η κα Ξένη Δημητρίου, εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, καθίστανται επίφοβα και ανησυχητικά. Ωστόσο, αν και έχουν προκύψει από επίσημες έρευνες, ανταποκρίνονται στα πραγματικά μεγέθη του φαινομένου; Η άσκηση ενδοοικογενειακής βίας και συγκεκριμένα η κακοποίηση γυναικών και ανηλίκων υπόκεινται στην κατηγορία των εγκλημάτων με τον μεγαλύτερο σκοτεινό αριθμό. Αυτό σημαίνει πως μεταξύ της καταγεγραμμένης και της πραγματικής εγκληματικότητας παρεμβάλλεται η αφανής εγκληματικότητα, η οποία οφείλεται κατά βάση στην μη καταγγελία των συμβάντων από τα θύματα.

Το ενυπάρχον πλέγμα συγγενικών σχέσεων σε αυτά τα περιστατικά, συχνά αναστέλλει το θύμα από το να καταγγείλει στην αστυνομία ένα μέλος της οικογενείας του. Το πρόσωπο που θεωρητικά έχει το ρόλο να προστατεύει ηθικά και νομικά τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας του, καταλήγει να στρέφεται εναντίον τους και να τα φοβίζει. Το ήδη συναισθηματικά τραυματισμένο θύμα βρίσκεται μπροστά στην ιδέα της εμπλοκής με τις μακροχρόνιες και απρόσιτες διαδικασίες των επίσημων φορέων κοινωνικού ελέγχου και τελικά προτιμά να σιωπήσει, διαιωνίζοντας το φαινόμενο.

Από την άλλη, ο στιγματισμός και η ενδεχόμενη διαπόμπευση -ιδιαίτερα σε μικρές κοινωνίες- που πρόκειται να ακολουθήσουν ύστερα από την δημοσίευση των υποθέσεων τους, πάντοτε αποτελούν ισχυρούς ανασταλτικούς παράγοντες για τη μη καταγγελία των περιστατικών. Το σύνδρομο της «μαθημένης αβοηθησίας»[2] καθίσταται μια ακόμη μεταβλητή που επηρεάζει τη σιωπή των θυμάτων. «Το άτομο, δηλαδή, αισθάνεται πως είναι αβοήθητο, έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και νιώθει πως είναι άξιο της μοίρας του, επομένως δεν απευθύνεται ούτε σε ψυχολόγο ούτε σε αστυνομία ή εισαγγελία», εξήγησε η κα Ίλια Θεοτοκά.

Ακόμα και στην περίπτωση της καταγγελίας, οι υποθέσεις αυτές συνεχίζουν να παρουσιάζουν κωλύματα. Ιδιαίτερα με την ιατροδικαστική πραγματογνωμοσύνη, που συνοδεύει τις καταγγελίες: «τι γίνεται στην περίπτωση που δεν υπάρχουν εξωτερικές κακώσεις; Αυτό σημαίνει πως το περιστατικό αυτό δεν έχει λάβει χώρα; Ή πως το άτομο δεν υπέστη κακοποίηση;», διερωτήθηκε η ιατροδικαστής κα Αστερία Παπαβδή. Πολλών τύπων κακώσεις δεν αποδεικνύονται από κάποιο εξωτερικό τραύμα, όπως για παράδειγμα το τράβηγμα των μαλλιών ακόμα και αν είναι βίαιο και επίπονο. Τέτοιες περιπτώσεις ελαφριών κακώσεων αποτελούν νομικά πταίσματα, ενώ θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνονται ως μεμονωμένα περιστατικά, που χρήζουν ποινικής αντιμετώπισης.

  • Τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας αφορούν μόνο τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα.

«Η ενδοοικογενειακή βία είναι φαινόμενο που υπερβαίνει οικονομικές, κοινωνικές, μορφωτικές διακρίσεις και απλώνεται σε πολλαπλές μορφές», διευκρίνισε η Γενική Γραμματέας Ισότητας των Φύλων κα Φωτεινή Κούβελα. Το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας δεν διακρίνει τάξεις και κοινωνικά στρώματα, είναι αταξικό.

Η δημοσιογράφος και δικηγόρος κα Μαίρη Μπενέα παρουσίασε τρεις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας από την εκπομπή της «Δικογραφίες», οι οποίες αφορούσαν περιστατικά από τρεις διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, θέλοντας να τονίσει ότι το φαινόμενο αυτό δεν κοιτάζει φύλο, ηλικία, εθνική προέλευση και οικονομική κατάσταση. Η πρώτη ιστορία έλαβε χώρα σ’ έναν καταυλισμό ρομά. Μία νεαρή κοπέλα έχασε τη ζωή της μετά από την κακοποίηση που υπέστη από τον άντρα της, ο οποίος κατηγορήθηκε για τον άγριο ξυλοδαρμό της.

Η δεύτερη υπόθεση αφορούσε μια 22χρονη κοπέλα, για τον θάνατο της οποίας είχε κατηγορηθεί ο σύζυγός της, αστυνομικός. Όπως αποκάλυψε ο ιατροδικαστής, είχε δεχτεί κλωτσιές με δύναμη στην περιοχή της κοιλιάς, προκαλώντας της αιμορραγική βλάβη στο λεπτό έντερο, ενώ στην συνέχεια κάλυψε το πρόσωπό της με ένα σεντόνι, πιέζοντάς το με δύναμη. Όμως σύμφωνα με την εισαγγελέα, «από την αποδεικτική διαδικασία και τις ιατροδικαστικές εκθέσεις, δεν προέκυψε ο ακριβής μηχανισμός θανάτου και τα αίτια θανάτου της 22χρονης», οπότε και αθωώθηκε ο σύζυγός της. Η τρίτη υπόθεση αφορούσε μια κοπέλα, η οποία βρήκε απροσδόκητο θάνατο μετά τον τοκετό στο μαιευτήριο, όπου διαπιστώθηκε ότι είχε υποστεί εσωτερική αιμορραγία, η οποία είχε προκληθεί από ξυλοδαρμό που δέχθηκε από τον σύζυγό της.

Και στις τρεις υποθέσεις οι νεαρές κοπέλες βρήκαν άσχημο θάνατο και κατηγορούμενοι ήταν οισύζυγοι-σύντροφοί τους. Από τις φτωχικές συνοικίες των ρομά μέχρι τα μεσαία και ανώτερα κοινωνικά στρώματα η ενδοοικογενειακή βία βρήκε έδαφος για να καλλιεργηθεί και να ριζώσει. Οι τρεις αυτές υποθέσεις παρουσιάζουν δύο διδάγματα: αφενός ότι το φαινόμενο αυτό είναι αταξικό, αφετέρου ότι η προγενέστερη καταγγελία τους, ενδεχομένως θα έσωζε τα θύματα και θα τιμωρούσε τους δράστες.

  • Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί ιδιωτική υπόθεση.

«Τα εν οίκω μη εν δήμω», έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες, υποστηρίζοντας πως τα οικογενειακά θέματα δεν πρέπει να γίνονται δημόσια. Ισχύει, όμως, αυτό στις περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας; «Όταν μέσα σε μια οικογένεια υπάρχει οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης, δεν θα πρέπει να αποτελεί μυστικό ή ταμπού», απάντησε η δημοσιογράφος κα Γιώτα Κηπουρού, παρουσιάζοντας μάλιστα μια υπόθεση ενδοοικογενειακής βίας στην Ελλάδα του 2016.

Η ιστορία αφορά ένα ζευγάρι μεσήλικων βρετανών, που είχε υιοθετήσει πέντε παιδιά και τα τελευταία χρόνια ζούσαν όλοι μαζί σ’ ένα χωριό στα Χανιά. Όπως αποδείχτηκε, ο θετός πατέρας κακοποιούσε σεξουαλικά τις δύο από τις τρεις κόρες και ασκούσε σωματική και λεκτική βία σε όλα τα παιδιά, τα οποία κυκλοφορούσαν εμφανώς κακομεταχειρισμένα, χτυπημένα και συχνά με ξυρισμένα κεφάλια. Το 2014 δύο άνδρες που έμεναν δίπλα, έστειλαν επιστολές στην κοινωνική υπηρεσία του Λιντς καταγγέλλοντας το ζευγάρι, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Δύο χρόνια μετά, οι δύο από τις θετές κόρες βρήκαν τη δύναμη και διηγήθηκαν σε δύο γειτόνισσές τους όλα όσα βίωναν και ύστερα οι μαρτυρίες από τους ίδιους τους γείτονες διαδέχονταν η μία την άλλη. Άραγε, αν είχαν μιλήσει και επιμείνει νωρίτερα θα χρειαζόταν να περάσουν σχεδόν δέκα χρόνια για να αποκαλυφθεί η φρίκη που βίωναν τα πέντε παιδιά; «Όσο τα στόματα μένουν κλειστά, η βία θα διαιωνίζεται. Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να ζει ελεύθερος, χωρίς φόβο για ενδεχόμενη κακοποίηση», τόνισε η δημοσιογράφος από την Ρόδο κα Ελευθερία Πέλλου. Το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας δεν αποτελεί ιδιωτική υπόθεση αλλά κοινωνική παθογένεια.

  • Το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας αφορά μόνο γυναίκες και ανηλίκους.

Αν η ενδοοικογενειακή βία εναντίον γυναικών και ανηλίκων αποτελεί θέμα ταμπού, τότε η κακοποίηση των ανδρών από τις συζύγους τους μπορεί να θεωρηθεί ως και ανέκδοτο. Η εξέταση του φαινομένου από αυτή τη σκοπιά σίγουρα δεν είναι συνήθης και έρχεται κόντρα στα στερεότυπα περί αδύνατου και δυνατού φύλου. Ωστόσο, υφίσταται. «Υπάρχουν περιπτώσεις που τα θύματα είναι καταγγελλόμενοι κακοποιημένοι άντρες από γυναίκες, οι οποίες χρησιμοποιούν κάθε μορφή βίας (λεκτική, ψυχολογική και φυσική), είτε για λόγους οικονομικούς, είτε για λόγους αντεκδίκησης», εξήγησε η δικηγόρος κα Κατερίνα Μαυροειδή.

Σύμφωνα με την έρευνα του καθηγητή κοινωνιολογίας κου Ευστράτιου Παπάνη, όπως παρουσιάστηκε στην ημερίδα από την δικηγόρο κα Μάγδα Πλεμένου, «το 34,7% των παντρεμένων, το 37,6% των διαζευγμένων και το 48,1% των σε διάσταση συζύγων έχουν πέσει θύματα σωματικής βίας από τις συζύγους τους». Επομένως, όχι μόνο παρουσιάζεται το φαινόμενο της βίας στο αντρικό φύλο, αλλά έρχεται και κόντρα στο στερεότυπο περί σωματικής τους υπεροχής. Παράλληλα, ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αποτελέσματα σχετικά με την δικαστηριακή πρακτική περί επιμέλειας και επικοινωνίας των ανηλίκων τέκνων σε περίπτωση διαζυγίου όπου «η μητέρα αναλαμβάνει στο 87,1% των περιπτώσεων την επιμέλεια των παιδιών». Τι γίνεται όμως με τα δικαιώματα του πατέρα προς τα τέκνα; Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, «το 68,3% των κοριτσιών και το 38.1% των αγοριών παύουν να έχουν οποιαδήποτε επαφή με τον πατέρα, μετά το διαζύγιό των γονέων τους». Η γονική αποξένωση, λοιπόν, στις περισσότερες περιπτώσεις έχει αρνητικές επιπτώσεις στον άντρα-θύμα και αποτελεί μία από τις εκφάνσεις της ψυχολογικής βίας που δύναται να του ασκηθεί.

Τέλος, τα κοινωνικά στερεότυπα του «ισχυρού» φύλου θα αποτρέψουν τον κακοποιημένο άνδρα από το να καταγγείλει το γεγονός, αναλογιζόμενος το σαρκασμό, τα πειράγματα και τη γελοιοποίηση που θα υποστεί. «Είναι καιρός η κοινωνία μας να απαγκιστρωθεί από τα στερεότυπα όσον αφορά τα δύο φύλα και να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο τους με πιο ορθολογικά κριτήρια και λιγότερες υστερικές φωνές», καταλήγει στην έρευνα του ο κ. Παπάνης, όπως την παρουσίασε η δικηγόρος.

  • Η υπάρχουσα νομοθεσία περί ενδοοικογενειακής βίας είναι επαρκής.

Για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας θεσπίστηκε ο νόμος 3500/2006 - ΦΕΚ 232/Α'/24.10.2006[3], ο οποίος την ορίζει ως τέλεση αξιόποινης πράξης, σε βάρος μέλους της οικογένειας, σύμφωνα με τα άρθρα 6, 7, 8 και 9 του παρόντος και τα άρθρα 299 και 311 του Ποινικού Κώδικα. Στόχος του δεν είναι να επιδιώξει απλά να δημιουργήσει «ένα προστατευτικό πλέγμα απέναντι στις γυναίκες, στις οποίες το φαινόμενο αυτό εκδηλώνεται συχνότερα, αλλά να προστατεύσει πέραν αυτών, έναν ευρύτερο κύκλο προσώπων, παιδιά, ηλικιωμένους, ανήμπορους, χωρίς να παρεμβαίνει στην ιδιωτική ζωή των μελών της οικογένειας», τόνισε η κα Γλύκα-Χαρβαλάκου, δικηγόρος Πειραιά.

Ο νόμος 3500/2006 προϋποθέτει ένα καινοτόμο μέτρο, αυτό της ποινικής διαμεσολάβησης. Όπως ανέφερε η αντιεισαγγελέας πρωτοδικών Ηρακλείου Κρήτης κα Θεοδώρα Μανιώτη, ο θεσμός αυτός προσφέρει ευκαιρίες συμφιλίωσης και δυνατότητα αποκατάστασης της οικογενειακής ειρήνης, με στόχο την αποφυγή του στιγματισμού από την δικαστική διένεξη.

Η εκκίνηση της όλης διαδικασίας γίνεται από τον αρμόδιο εισαγγελέα. Προϋπόθεση αποτελεί «ο φερόμενος ως δράστης να δηλώσει ότι δεν θα τελέσει άλλο αδίκημα ενδοοικογενειακής βίας στο μέλλον, ενώ θα παρακολουθήσει ειδικό συμβουλευτικό θεραπευτικό πρόγραμμα», εξήγησε η κα Γλύκα-Χαρβαλάκου, δικηγόρος Πειραιά.

Όμως, η ποινική διαμεσολάβηση έχει δεχθεί κριτικές σε σχέση με την εφαρμογή της. Όπως ανέφερε η αντιεισαγγελέας πρωτοδικών Ρόδου κα Μαρία Αγγελούδη, ο ρόλος της ποινικής διαμεσολάβησης έχει ναυαγήσει. «Υπάρχουν στοιχεία στο νόμο που δημιουργούν πρόβλημα στην προστασία που μπορούμε να εξασφαλίσουμε στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας». Η κα Αγγελούδη τόνισε, ακόμα, ότι αδίκημα ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης αποτελούν και οι συνεχόμενες σωματικές κακώσεις ακόμα και αν είναι ελαφριές. Αυτές, όμως, σπάνια φτάνουν στον ιατροδικαστή γι’ αυτό και δημιουργούν πρόβλημα στο να διαγνωστούν και να πάρουν τον δρόμο της ποινικής διαμεσολάβησης.

Τι ισχύει στην περίπτωση που τελικά η ποινική διαμεσολάβηση εφαρμόζεται; Σύμφωνα και με την κα Μανιώτη, ανακύπτουν προβλήματα στην εφαρμογή της ποινικής διαμεσολάβησης, καθώς μπορεί να εμπλακούν μέχρι και τέσσερις εισαγγελικοί λειτουργοί. «Όταν εκτελείται η αυτόφωρη διαδικασία, σε άλλον εισαγγελέα θα γίνει η προσαγωγή, άλλον εισαγγελέα θα δούμε πάνω στην έδρα, ένας τρίτος θα εκδώσει τις διατάξεις και σε περίπτωση που δεν τηρηθούν οι όροι της ποινικής διαμεσολάβησης ένας τέταρτος θα ανακαλέσει». Ακόμα, προκύπτει το ζήτημα του κατά πόσο θεωρούνται όλα τα περιστατικά κατάλληλα, ώστε να περιληφθούν στον θεσμό της ποινικής διαμεσολάβησης. Επίσης, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις όπου ο θεσμός χρησιμοποιείται καταχρηστικά, ώστε να αποφύγει ο δράστης τις άμεσες συνέπειες των πράξεών του. Παράλληλα, η έλλειψη υποδομών σε επαρχιακές πόλεις έχει σαν αποτέλεσμα ο θεσμός να πέφτει σε αχρηστία.

Μία ακόμη αστοχία του νόμου αφορά τα δικαιώματα και την προστασία των εκπαιδευτικών. Σύμφωνα με την δικηγόρο Καλαμάτας κα Έβελυν Μουτεβελή, «ο νόμος προβλέπει ότι αν ο εκπαιδευτικός της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης πληροφορηθεί ή διαπιστώσει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος μαθητή έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, έχει υποχρέωση να ενημερώσει τον διευθυντή του σχολείου, ο οποίος με τη σειρά του θα το αναφέρει στον αρμόδιο εισαγγελέα». Στην περίπτωση, όμως, που το περιστατικό δεν αποδειχθεί, η νομοθεσία παρουσιάζει κενό. Ο εκπαιδευτικός δεν προστατεύεται και συχνά γίνεται αποδέκτης μηνύσεων από τους εμπλεκόμενους γονείς.

«Όταν μια γυναίκα κακοποιείται, γεννιέται ένας ανήλικος παραβάτης. Όταν ένα παιδί κακοποιείται, πεθαίνει ο πολιτισμός». Με αυτό το δίδαγμα έκλεισε την ομιλία της εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κα Ξένη Δημητρίου, το οποίο συνοψίζει και όλο το νόημα της ημερίδας. Μέσα από τις αναλυτικές εισηγήσεις των διαφόρων επιστημόνων, δόθηκε τροφή για σκέψη γύρω από την ενδοοικογενειακή βία. Το φαινόμενο αυτό αποτελεί ένα θέμα - ταμπού, που όμως οφείλει να μας προβληματίσει και να μας απασχολήσει όλους. Η βία απ’ όποιον κι αν προέρχεται, όποια μορφή κι αν παίρνει, αποτελεί αγκάθι του πολιτισμού μας. Κι ο πολιτισμός, ως γνωστόν, είναι ο καθρέφτης της κοινωνίας μας.

 


Η Βαρβάρα Βαγιανού είναι πτυχιούχος του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ.

Η Δέσποινα Τζάνη είναι μεταπτυχιακή φοιτήτρια Εγκληματολογίας Παντείου.

[1]Πρόκειται για την Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας. http://www.isotita.gr/wp-content/uploads/2017/04/Convention_violence-against-women_2011_el_edited.pdf
[2]Πρόκειται για τον αγγλικό όρο «Learnedhelplessness» που εισήγαγε τις αρχές του ’70 ο πατέρας της θετικής ψυχολογίας (positivepsychology), MartinE.P. Seligman, περιγράφοντας την συναισθηματική κατάσταση που είχαν περιέλθει τα πειραματικά του υποκείμενα(σκύλοι), την οποία συνέδεσε με τα συμπτώματα που παρουσιάζει η κλινική χρόνια κατάθλιψη (απόσυρση, παραίτηση κτλ).Seligman, M. E. P. (1972). "Learned helplessness". Annual Review of Medicine. 23(1): 407–412, ανακτήθηκε από: doi:10.1146/annurev.me.23.020172.002203.
[3]Αναλυτικά ο νόμος 3500 για την ενδοοικογενειακή βία: http://www.dsanet.gr/Epikairothta/Nomothesia/n3500_06.htm