"Αγία Ζώνη ΙΙ" και περιβαλλοντική Εγκληματολογία
Με αφορμή το γεγονός της βύθισης του δεξαμενόπλοιου «Αγία Ζώνη ΙΙ» στις 10 Σεπτεμβρίου του 2017 στο Σαρωνικό, ήρθαμε σε επαφή με έναν Αξιωματικό του Λιμενικού Σώματος της Σαλαμίνας με βαθμό Πλωτάρχη, προκειμένου να αντλήσουμε ορισμένες σχετικές πληροφορίες. |
Ας ξεκινήσουμε όμως με τα βασικά στοιχεία που πλαισιώνουν το άνωθεν περιστατικό: ο κ. Θεόδωρος Κουντούρης είναι ο ιδιοκτήτης του πλοίου, ο οποίος, όπως ισχυρίστηκε, το «Αγία Ζώνη ΙΙ» ήταν ανασφάλιστο, αλλά είχε πάρει μια μικρή παράταση. Μετά το συμβάν, ο πλοιοκτήτης με τον Α’ Μηχανικό συνελήφθησαν για πρόκληση ναυαγίου από αμέλεια, αλλά αφέθηκαν προσωρινά ελεύθεροι. Το φορτίο του πλοίου αποτελούταν από 2.570 τόνους μαζούτ, αξίας σαφώς ανεκτίμητης. Το τελευταίο είχε ως αποτέλεσμα, μετά το ναυάγιο, να διαχυθεί στη θάλασσα και να προκληθεί, σύμφωνα με επιστήμονες, χρόνια ρύπανση, να προσβληθεί το οικοσύστημα και να επηρεαστεί η βιοποικιλότητα. Το μέγεθος της καταστροφής είναι άγνωστο έως ότου εξαχθούν οι απαντήσεις από τις έρευνες ειδικών επιστημόνων.
Ποιοι έχουν, ωστόσο, την ευθύνη γι’ αυτό που συνέβη; Ο πλοιοκτήτης, ο οποίος δεν είχε επίγνωση της κακής -όπως επιβεβαίωσαν οι δύτες- κατάστασης του πλοίου του, με αποτέλεσμα να φύγουν από αυτό εκατοντάδες τόνοι μαζούτ; Το Λιμενικό Σώμα με τον ελλιπή εξοπλισμό και εν γένει ο κρατικός μηχανισμός αντιμετώπισης που δεν καθίστατο έτοιμος να δώσει άμεση λύση στο πρόβλημα; Ο κ. Παναγιώτης Κουρουμπλής, Υπουργός Ναυτιλίας, δήλωσε ότι η ευθύνη βαραίνει την πλοιοκτήτρια εταιρεία και την ασφαλιστική που την καλύπτει. Επίσης, δήλωσε ότι σε λίγες μέρες θα μπορούμε να κολυμπήσουμε στις κυριολεκτικά μαύρες θάλασσες, την ίδια στιγμή που ο Καθηγητής Δημήτρης Κουρέτας, Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίεας Τοξικολογίας, ανέφερε ότι απαγορεύεται, όχι μόνο το κολύμπι στη θάλασσα, αλλά και το περπάτημα στις ακτές. Ο Υπουργός συνέχισε να προτρέπει τους πολίτες να κολυμπήσουν ελεύθερα, καθώς να υποστηρίζει ότι η κατάσταση βελτιώνεται μέρα με τη μέρα, ενώ οι μαύρες κηλίδες είχαν φτάσει ήδη μέχρι τη Σαρωνίδα και το Λαγονήσι!
Ο Αξιωματικός του Λιμενικού Σώματος της Σαλαμίνας αναφέρει ότι το Λιμενικό Σώμα ενημερώθηκε περίπου στις 2:00 τα ξημερώματα για το ναυάγιο, ήτοι έφτασε έγκαιρα στο πρόβλημα και ανέλαβε την ανάλογη ευθύνη. Πρόσθεσε ότι όσο το Λιμενικό Σώμα τόσο και οι ιδιωτικές εταιρείες είχαν την ευθύνη να δράσουν, γεγονός που το Λιμενικό Σώμα πραγματοποίησε όσο το δυνατό αμεσότερα χρησιμοποιώντας όλα τα κατάλληλα μεν και διαθέσιμα μέσα δε. Τόνισε, ότι δεν υπήρχαν τα απαραίτητα μέσα σε ποσοτικό επίπεδο ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα από το Λιμενικό Σώμα, αλλά ούτε και τον επαρκή εξοπλισμό. Παρόλα αυτά, οι Λιμενικοί έπραξαν ό,τι ήταν δυνατό. Αναφορικά με το ποιος, εν τέλει, οφείλει να αναλάβει την ευθύνη για το περιστατικό αυτό και τις συνέπειές του είπε ότι από πολιτικής πλευράς, η κακή κατάσταση του πλοίου όπως αποδείχθηκε και το γεγονός ότι δεν ήταν αξιόπλοο, θα έπρεπε να αποτελέσουν το βασικό λόγο ώστε να μη δοθεί στο «Αγία Ζώνη ΙΙ» άδεια αξιοπλοΐας. Από πλευράς πλοιοκτήτη, αλλά και του πλοιάρχου, η ευθύνη τους βαραίνει στο ότι δεν είχαν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας και δεν υπήρχε ο απαιτούμενος αριθμός πληρώματος ασφαλείας στο πλοίο την ώρα του ναυαγίου. Ερωτηθείς εάν θεωρεί ότι πίσω από όλο αυτό κρύβονται τα κίνητρα ορισμένων με σκοπό το κέρδος και τα οικονομικά συμφέροντα αυτών, επεσήμανε ότι «εάν πραγματοποιηθεί η ανέλκυση του σκάφους, θα διαπιστωθεί πιθανή δολιοφθορά». «Αυτή τη στιγμή, δεν εγγυώμαι πως κάτι τέτοιο συνέβη, ούτε τη φερεγγυότητα της πλοιοκτήτριας εταιρείας, ούτε τηn αξιοπλοΐα του σκάφους».
Όπως έγινε αντιληπτό από τα ανωτέρω, πρόκειται για ένα ζήτημα με περιβαλλοντικό περιεχόμενο κι όσο κι αν ισχυρίζονται ορισμένοι ότι το ναυάγιο ήταν ατύχημα, τόσο πιο πολύ εγείρονται ερωτήματα, τα οποία παραμένουν δυστυχώς αναπάντητα. Αν υπήρχε πρόληψη σε ατομικό (ο πλοιοκτήτης) αλλά και σε συλλογικό επίπεδο (το κράτος και οι φορείς του) πιθανά να μην έπαιρνε τόσο μεγάλη έκταση το περιστατικό. Επιπλέον, η οικονομική δυσχέρεια του κράτους και ο ελλιπής εξοπλισμός κρίνεται ότι ενέτειναν το πρόβλημα. Ωστόσο, ένα πολύ σημαντικό ερώτημα είναι εάν καθίσταται δυνατή η προστασία του περιβάλλοντος και η διαφύλαξη τη οικολογικής ισορροπίας μέσω του ελληνικού ποινικού δικαίου.
Είδαμε ότι τα ύδατα μολύνθηκαν και μαζί τους μολύνθηκαν και διάφορα είδη της τροφικής αλυσίδας, όπως τα ψάρια. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα περιβαλλοντικό έγκλημα. Ποιες είναι οι διαστάσεις ενός περιβαλλοντικού εγκλήματος; Με το Νόμο 4042/2012 αρχικά ενισχύεται το πεδίο ευθύνης των νομικών προσώπων, που ήδη προβλέπονταν με το άρθρο 28 του ν. 1650/1986 και προβλέπεται η επιβολή σε βάρος των βαρύτερων ποινικών κυρώσεων. Επιπρόσθετα, αυστηροποιούνται οι ποινικές διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 1650/1986, με σκοπό την αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλλοντος, διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής του Ποινικού Κώδικα και άλλης ποινικής νομοθεσίας με διατάξεις περιβαλλοντολογικής προστασίας, όπως η τέλεση περιβαλλοντολογικών εγκλημάτων στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, η αποστέρηση από έσοδα που αποκτήθηκαν από παράνομες δραστηριότητες και η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, θεσπίζονται, ειδικές δικονομικές διατάξεις και τέλος οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος αποκτούν σοβαρές προανακριτικές αρμοδιότητες, με σκοπό τη διαλεύκανση των περιβαλλοντολογικών εγκλημάτων[1]. Πρόκειται για διατάξεις που καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα της περιβαλλοντικής εγκληματικότητας και μάλιστα όχι μόνο σε κοινοτικό επίπεδο. Αναμφίβολα όμως, δεν αρκεί μόνο η θέσπιση τέτοιων διατάξεων, αλλά και η εφαρμογή του νόμου εν γένει, γεγονός που δυστυχώς δεν είδαμε να συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση.
Επομένως, ένα περιβαλλοντικό έγκλημα μπορεί παράλληλα να εξεταστεί ως νομικό αλλά και ως κοινωνικό φαινόμενο. Η περιβαλλοντική εγκληματολογία ή πράσινη εγκληματολογία (green criminology) έχει ασκήσει κατά διαστήματα σοβαρή κριτική απέναντι στη μη ποινικοποίηση δραστηριοτήτων που επιφέρουν αρνητικά αποτελέσματα στο περιβάλλον.
Επρόσθετα, αυστηροποιούνται οι ποινικές διατάξεις του άρθρου 28 του ν. 1650/1986, με σκοπό την αποτελεσματικότερη προστασία του περιβάλλοντος, διευρύνεται το πεδίο εφαρμογής του Ποινικού Κώδικα και άλλης ποινικής νομοθεσίας με διατάξεις περιβαλλοντολογικής προστασίας, όπως η τέλεση περιβαλλοντολογικών εγκλημάτων στο πλαίσιο εγκληματικής οργάνωσης, η αποστέρηση από έσοδα που αποκτήθηκαν από παράνομες δραστηριότητες και η άρση του απορρήτου των επικοινωνιών, θεσπίζονται, ειδικές δικονομικές διατάξεις και τέλος οι Επιθεωρητές Περιβάλλοντος αποκτούν σοβαρές προανακριτικές.
Δραστηριότητες, δηλαδή, που θεωρούνται παράνομες και για τις οποίες το κράτος οφείλει να εφαρμόσει το νόμο και να αποδώσει τις ευθύνες που αναλογούν στους αρμόδιους για τις καταστροφές που προκλήθηκαν. Διότι, ας μην παραβλέψουμε το γεγονός ότι, η βύθιση του πλοίου προκάλεσε, όπως είδαμε, τη μόλυνση των υδάτων -και ό, τι αυτό συνεπάγεται- ενδεχομένως όμως, το συγκεκριμένο περιστατικό να συνδέεται με μια πιο «οργανωμένη» κατάσταση, ήτοι να ξεφεύγει από το πλαίσιο του περιβαλλοντικού εγκλήματος και να αγγίζει αυτό του οργανωμένου. Το σημαντικότερο όλων, είναι ότι προσβλήθηκε σε μεγάλο βαθμό το περιβάλλον και η ανθρώπινη υγεία και αξιοπρέπεια και παρόλα αυτά δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμα το τοπίο για το ποιοι είναι οι υπεύθυνοι για το ναυάγιο και την έκταση που πήρε. Αυτό στο οποίο πρέπει να επιμείνουμε, είναι ότι το περιβάλλον και η προστασία του, αποτελούν όχι μόνο ένα κοινωνικό φαινόμενο, αλλά και ένα μείζον πολιτικό ζήτημα.
____________________________________________________________________
* Η Παυλίνα Μωραΐτη είναι Κοινωνιολόγος, ΠΜΣ Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου
[1] Δήμητρα Κουρκουλή, Δικηγόρος, όπως βρίσκεται στο: http://www.eanda.gr/nomikos-logos/i-prostasia-toy-periballontos-meso-toy-poinikoy-dikaioy.