ΤΕΥΧΟΣ #1 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2016

Η αναπαράσταση της νεανικής εγκληματικότητας από τα ΜΜΕ

Βαΐα Σιούντα*

Η εγκληματικότητα και η θυματοποίηση των ανηλίκων απασχολεί ιδιαίτερα τις κοινωνικές επιστήμες. Αν και τα αίτια της παραβατικής συμπεριφοράς είναι πολυπαραγοντικά, η διερεύνησή τους, σε συνδυασμό με τις δημογραφικές μεταβλητές, τις στάσεις και τα χαρακτηριστικά των ανήλικων παραβατών, καταγράφονται και μελετώνται από νομικούς και κοινωνικούς επιστήμονες και προβάλλονται (συνήθως με μυθιστορηματική απεικόνιση και υπερβολές) από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τα οποία χρησιμοποιούν συγκεκριμένους τρόπους επιλογής και παρουσίασης των σχετικών ειδήσεων.

Σήμερα οι περισσότεροι επικοινωνιολόγοι αναγνωρίζουν ότι τα μέσα ενημέρωσης ασκούν σημαντικές επιδράσεις στο κοινό κι ότι η συμβολή τους στην κοινωνική κατασκευή της πραγματικότητας είναι μεγάλη. Παρ' όλα αυτά η σχέση μεταξύ περιεχομένου και πρόσληψης είναι σύνθετη, ενώ τα πειράματα που παρακολουθούν μακροπρόθεσμα τις επιδράσεις των μέσων στα ακροατήρια είναι ελάχιστα1. Κατά την αναπαράσταση του εγκληματολογικού φαινομένου από τα μέσα, πάντως, έχει παρατηρηθεί πως συγχέονται με αυξανόμενο ρυθμό τα όρια μεταξύ πραγματολογικής και μυθοπλαστικής παρουσίασης του υλικού και ότι, η τηλεόραση ιδίως, εκμεταλλεύεται δραματικά στοιχεία και γεννά στους θεατές την αίσθηση πως είναι παρόντες και παρακολουθούν το φαινόμενο, όπως εξελίσσεται2.

Η Ζαραφωνίτου (2008) υποστηρίζει περαιτέρω ότι τα Μ.Μ.Ε. διαμορφώνουν τιμωρητικές στάσεις κι ότι για τη μελέτη της σχέσης των μέσων με το εγκληματικό φαινόμενο και την ποινική δικαιοσύνη είναι χρήσιμη η κατάταξη των θεωρητικών προσεγγίσεων σε τρεις κατηγορίες.

Σύμφωνα με την πρώτη, τα Μ.Μ.Ε. συνιστούν την κυριότερη πηγή κατανόησης του εγκλήματος, αλλά η πληροφόρηση που παρέχουν είναι διαστρεβλωμένη. Το κοινό αποδέχεται άκριτα τη διαστρεβλωμένη πληροφόρηση και η έκθεσή του σ' αυτήν οδηγεί σε αντίστοιχες σκέψεις και συμπεριφορές. Πρόκειται για τη λεγόμενη “προσέγγιση των αποτελεσμάτων”, που συνδέεται άμεσα με τη θεωρία περί “κυμάτων εγκληματικότητας” (crime waves), βάσει της οποίας η υπερβολική προβολή της εγκληματικότητας δημιουργεί την εντύπωση της αύξησής της.

Η δεύτερη προσέγγιση είναι αυτή της “κυρίαρχης ιδεολογίας” και σύμφωνα μ' αυτήν τα μέσα ενημέρωσης θεωρούνται μηχανισμός ιδεολογικής αναπαραγωγής και “διατήρησης της ηγεμονίας”. Παράλληλα συμβάλλουν στην εγκαθίδρυση και την επέκταση του κοινωνικού ελέγχου, οδηγώντας αναπόφευκτα στο στιγματισμό και την περιθωριοποίηση συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων.

Η “θεσμική προσέγγιση”, τέλος, έρχεται ως αντίβαρο στην μονοσήμαντη δράση των δυο προηγούμενων προσεγγίσεων και αναδεικνύει αφενός την αλληλεπίδραση πομπού και δέκτη κι αφετέρου το ρόλο του νόμου ως θεσμού, που εμπλέκεται με το περιεχόμενο των Μ.Μ.Ε. Σύμφωνα μ' αυτή την προσέγγιση, τα μέσα ενημέρωσης και οι νόμοι, ως κοινωνικοί θεσμοί, συνδιαμορφώνουν και οριοθετούν τις “πραγματικότητες” του εγκλήματος και των εννοιών της δικαιοσύνης και της κοινωνικής τάξης. 3

Το ποινικό δίκαιο των ανηλίκων επιχειρεί να συγκεράσει την αξιολόγηση της πράξης με το "δίκαιο του δράστη": θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι σε αντίθεση με το ποινικό δίκαιο των ενηλίκων, που περιστρέφεται κατά κύριο λόγο γύρω από την εγκληματική πράξη, το ποινικό δίκαιο των ανηλίκων επιχειρεί να συγκεράσει την αξιολόγηση της πράξης με το “δίκαιο του δράστη”: τούτο σημαίνει πως το είδος και η διάρκεια των κυρώσεων που θα επιβληθούν κατά περίπτωση καθορίζονται με γνώμονα την προσωπικότητα του ανήλικου δράστη. Έτσι η βαρύτητα του τελεσθέντος εγκλήματος συνεκτιμάται με την ανάγκη εξασφάλισης μιας μεταχείρισης, που θα εγγυάται τη διαπαιδαγώγηση και την κοινωνική επανένταξη του δράστη, με την έννοια της αποτροπής μελλοντικών εγκληματικών ενεργειών4. Παρ' όλα αυτά, σποραδικές βαριές άδικες πράξεις των ανηλίκων διογκώνονται ή ερμηνεύονται με στρεβλό τρόπο από τον κίτρινο τύπο, ενώ δίνεται δυσανάλογα μεγαλύτερη έμφαση από τα Μ.Μ.Ε. στην εγκληματικότητα που εκδηλώνεται απ' αυτούς, παρά στη θυματοποίησή τους (Πιτσελά, 1994).

Κι αυτό συμβαίνει διότι ο δημοσιογραφικός λόγος επιτελεί διάφορες λειτουργίες μέσα στο κοινωνικό γίγνεσθαι, όταν κατασκευάζει πραγματικότητες που διαμορφώνουν ατομικές και συλλογικές ιδεολογίες: εμφανίζεται αντικειμενικός, χωρίς όμως να είναι, ενώ συχνά είναι και ιδεολογικά φορτισμένος, ακολουθώντας “τη γραμμή” και τις νόρμες του μέσου από το οποίο εκπέμπεται. Η δομή και ο τόνος μιας είδησης, οι τίτλοι και τα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιούνται κατά την παρουσίασή της, τελούν σε αναλογία προς τη στάση και τα συμφέροντα της διεύθυνσης ή της ιδιοκτησίας του μέσου5. Στα πλαίσια αυτά αναπαράγονται και κυριαρχούν προκαταλήψεις και στερεότυπα, ενώ η κινδυνολογία και η χρήση τεχνικών που στοχεύουν στη συγκινησιακή φόρτιση της κοινής γνώμης οδηγούν στην καλλιέργεια αισθημάτων φόβου και ανασφάλειας. Έρευνες (όπως αυτή που διεξήγαγαν οι Dorfman και Schiraldi το 2001)6 έχουν καταδείξει ότι ορισμένα φυλετικά χαρακτηριστικά συνδέονται αδικαιολόγητα με τα βίαια εγκλήματα, εξυπηρετώντας σκοπιμότητες με την κατασκευή αρνητικής εικόνας και την υπερτόνιση της εγκληματικής συμπεριφοράς συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Η άνω μελέτη κατέδειξε ότι τα μέσα ενημέρωσης παρουσιάζουν το έγκλημα ως μια σειρά μεμονωμένων ενεργειών ή παραλείψεων, δίχως να το εντάσσουν σε ένα γενικότερο κοινωνικό, ιστορικό ή περιβαλλοντολογικό πλαίσιο, προκειμένου να εξηγήσουν την πολυπλοκότητά του. Επιπλέον, εξαιτίας της απορρύθμισης στο χώρο των μέσων και της εμπορευματοποίησης, παρατηρείται ενθάρρυνση των λαϊκίστικων μορφών τηλεοπτικών ειδήσεων, ενώ καθίσταται πιο δύσκολη η συντήρηση προγραμμάτων που αναλύουν σε βάθος τα γεγονότα (Blumler, 1992).

Ανάλυση των ΜΜΕ

Στο άρθρο αυτό θα επιχειρήσουμε να αναλύσουμε υλικό όπως πρωτοσέλιδα εφημερίδων, ρεπορτάζ, τίτλους ειδήσεων κ.ά. που προέρχονται από εφημερίδες και ενημερωτικές ιστοσελίδες σχετικά με μια πρόσφατη εγκληματική ενέργεια (ανθρωποκτονία από πρόθεση), όπου δράστης και θύμα ήταν αμφότεροι ανήλικοι. Με τη μέθοδο της ανάλυσης περιεχομένου θα διερευνήσουμε, μεταξύ άλλων, τον τρόπο παρουσίασης της είδησης, τη μορφολογία των κειμένων, τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του περιεχομένου τους, τις τυχόν μεροληπτικές περιγραφές και την αναπαραγωγή εκφραστικών 'κλισέ' και στερεοτύπων στο δημοσιογραφικό υλικό. Το δείγμα που θα μελετηθεί έχει μεταδοθεί και δημοσιευθεί το χρονικό διάστημα μεταξύ 12 – 14 Ιουνίου 2016. Η ανάλυση περιεχομένου αυτή καθ' εαυτήν οδηγεί μόνο στην ανάδειξη και τη διαμόρφωση κατηγοριών, βάσει των οποίων χαρακτηρίζεται το υπό έρευνα περιεχόμενο και απαιτείται περαιτέρω στατιστική ανάλυση των κατηγοριών για τον έλεγχο θεωρητικών υποθέσεων. Για την ανεύρεση συσχετισμών, κατά συνέπεια, είναι επιβεβλημένη η χρήση και άλλων μεθόδων στο πλαίσιο ενός ευρύτερου ερευνητικού σχεδιασμού7.

Για λόγους συστηματοποίησης η ανάλυση περιεχομένου θα γίνει σε δυο στάδια: αρχικά θα καταγραφούν τα δημοσιεύματα που έλαβαν χώρα πριν την εξιχνίαση του εγκλήματος, δηλαδή όσα φιλοξενήθηκαν στις διαδικτυακές εκδόσεις εφημερίδων και ενημερωτικών ιστοσελίδων, οπότε και ήταν άγνωστα τα δημογραφικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά του δράστη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τον τόπο μετάδοσης της είδησης8. Ακολούθως θα αναλυθούν τα στοιχεία που προκύπτουν από τα δημοσιεύματα και τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων μετά την εξιχνίαση (έλαβε χώρα μόλις μερικές ώρες αργότερα), προκειμένου να αναδειχθεί η επιρροή των άνω χαρακτηριστικών στο γενικότερο τρόπο παρουσίασης του θέματος. Στο σημείο αυτό, ωστόσο, θα πρέπει να γίνει μια επισήμανση: η γλώσσα των Μ.Μ.Ε. χαρακτηρίζεται από κατακερματισμό. Η δημοσιογραφική παράδοση, οι διακρίσεις των μέσων (σε “λαϊκά” και “σοβαρά”, εθνικά και τοπικά, μέσα με αδιαφοροποίητα ή ειδικά ακροατήρια) και ο βαθμός ιδεολογικής τους στράτευσης, μεταξύ άλλων, οδηγούν στην αδυναμία σύνθεσης σχετικά με την ταυτότητα της δημοσιογραφικής γλώσσας. Παρ' όλα αυτά είναι ευδιάκριτες οι γλωσσικές επιλογές των μέσων ενημέρωσης, μέσω των οποίων αναπαριστάται η κοινωνική πραγματικότητα και υπαγορεύονται οι στάσεις και οι κοινωνικοί κανόνες9.

Η μετάδοση της είδησης πριν την εξιχνίαση της δολοφονίας

Λέξεις με συναισθηματική σημασία για την πρόκληση / ανάκληση ψυχολογικών συνειρμών στο θυμικό του κοινού, στερεοτυπικές ονοματικές φράσεις, μεταφορές, είναι μερικές από τις πρακτικές και επιλογές που κυριαρχούν στο λόγο των μέσων ενημέρωσης κατά τη μετάδοση της επίμαχης είδησης. Παρακάτω παρατίθενται ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα από τους τίτλους των τηλεοπτικών ειδήσεων και από τα ειδησεογραφικά κείμενα που αναρτήθηκαν σε ιστοσελίδες πριν από την εξιχνίαση της πράξης.

- “Σοκ από τη δολοφονία: άγνωστος μαχαίρωσε στο λαιμό τον μαθητή” / “τραύματα που του έκοψαν το νήμα της ζωής” / “το θρίλερ άρχισε να ξετυλίγεται χτες το βράδυ με δραματική κατάληξη” 10

- “Πάγωσε όλη η Ελλάδα από τη δολοφονία 14χρονου μαθητή”11

- “Σοκ στο πανελλήνιο προκαλεί η άγρια δολοφονία 14χρονου” / “πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα έγκλημα” / “κάτοικος του χωριού βρήκε το παιδί σε αυτό εδώ το σημείο”12

- “Φρικτό έγκλημα με θύμα ανήλικο αγόρι” / “με κομμένη την ανάσα παρακολουθούν το πρωτοφανές περιστατικό” / “ο αδίστακτος δολοφόνος έκοψε πρόωρα το νήμα της ζωής”13

- “Ανατριχιαστικό έγκλημα” / “συγκλονισμένοι οι κάτοικοι”14

- “Το τραγικό τέλος της ιστορίας δόθηκε σήμερα όταν εντοπίστηκε το πτώμα”15

- “Στυγερή δολοφονία”16

- “Φριχτό έγκλημα” / “ανάστατη είναι η τοπική κοινωνία”17

- “Σοκ από τη δολοφονία του 14χρονου” / “έχουμε πέσει από τα σύννεφα”18.

Η είδηση μετά την εξιχνίαση της δολοφονίας

Η εξιχνίαση του εγκλήματος αποτυπώθηκε στα σχετικά ρεπορτάζ με βαθμό αφηγηματοποίησης που κυμαίνεται από τη γραμμική καταγραφή των συμβάντων, μέχρι την πλήρη αφηγηματοποίηση. Με συγκεκριμένη δομή και με τις ελλειμματικές τους διαστάσεις υποβλήθηκαν τα δεδομένα στα δελτία ειδήσεων σε ένα αφηγηματικό σχήμα με αρχή, μέση και τέλος. Κι επειδή “γεγονός χωρίς εικόνα δεν υπάρχει”, η αναπαραγωγή της είδησης από τους τηλεοπτικούς σταθμούς συνοδεύτηκε από πλάνα του τόπου του εγκλήματος, φωτογραφίες του θύματος, δηλώσεις συγγενών και πολιτών και τίτλους δελτίων που προκαλούσαν τη φυσική αγανάκτηση ή τη συμπόνοια των θεατών. Η οπτική προβολή των τίτλων, η προφορική αφήγηση των ρεπόρτερ με χρήση του σκηνικού ενεστώτα ως τεχνική λαϊκής προφορικής αφήγησης και ο φορτισμένος λόγος που οδηγεί στη συναισθηματική χειραγώγηση του κοινού είναι ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του δημοσιογραφικού υλικού που εξετάζουμε. Ακολουθούν ενδεικτικά παραδείγματα:

  • “Συγκλονιστικές λεπτομέρειες έρχονται στο φως αναφορικά με τον τρόπο τέλεσης της αποτρόπαιης πράξης, η οποία “πάγωσε” την κοινή γνώμη”/ “ο ανήλικος βρίσκεται σε κατάσταση σοκ και δηλώνει μετανιωμένος για την πράξη του”19
  • “Συγκλονισμένοι οι συγγενείς και φίλοι του 14χρονου θύματος και του συνομήλικου δράστη” / “κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι ένα 14χρονο παιδί έφτασε στο σημείο να βάψει με αίμα τα χέρια του, κόβοντας το νήμα της ζωής του φίλου του για ασήμαντη αφορμή”20
  • “Σε ψυχολογικό σοκ ο 14χρονος δράστης”21
  • “Ασύλληπτη η διπλή τραγωδία” / “απέδωσε την πράξη του σε συσσωρευμένη οργή” / “συμβάν που ξεπερνάει και την πιο νοσηρή φαντασία'22
  • ““Φίλος” ήταν ο δολοφόνος του 14χρονου” / “υπό το βάρος των στοιχείων φαίνεται ότι λύγισε, ομολογώντας την ενέργειά του και προβάλλοντας ως αιτία για την πράξη του την οργή του για το θύμα”24- “Σκοτεινό χωριό” / “αδιανόητο έγκλημα”23
  • “Δεχόταν συστηματικό εκφοβισμό ο δράστης” / “φυλακή ... θα είναι οι τύψεις του”25.

Μετά την απολογία του ο ανήλικος δράστης αφέθηκε ελεύθερος με επιβολή των αναμορφωτικών μέτρων της ανάθεσης της υπεύθυνης επιμέλειας τους γονείς του, της απαγόρευσης μετάβασης και διαμονής στον τόπο τέλεσης της πράξης και της υποχρέωσης παρακολούθησης ειδικού ψυχολογικού προγράμματος, καθώς δεν είχε συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του. Πρόκειται για τις κατεξοχήν χαρακτηριστικές κυρώσεις του δικαίου των ανηλίκων που έχουν ειδικοπροληπτικό και όχι ποινικό χαρακτήρα, καθώς διαπνέονται από πνεύμα αγωγής και μέριμνας (βλ. άρ. 122επ. Ποινικού Κώδικα).

Η υφολογικά σημαδεμένη γλώσσα των ΜΜΕ

Γλώσσα “υφολογικά σημαδεμένη” και “σημειωτικά πριμοδοτημένη” κοσμεί τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, τα ρεπορτάζ και τους τίτλους των τηλεοπτικών δελτίων που μετέδωσαν την είδηση της δολοφονίας. Στο υλικό που εξετάστηκε παρατηρούμε αυτό που εξηγεί εύστοχα ο Πολίτης26: οι εφημερίδες (έντυπες και διαδικτυακές εκδόσεις) επιδιώκουν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των δυνητικών αναγνωστών τους χρησιμοποιώντας ελλειπτικές προτάσεις, λαϊκό λεξιλόγιο, αλλά παράλληλα και εμβληματική γλώσσα, μεταφορές κ.ο.κ., που στοχεύουν στη δημιουργία οικειότητας και στη συναισθηματική φόρτιση. Στις τηλεοπτικές ειδήσεις, από την άλλη μεριά, χρησιμοποιούνται τίτλοι που εντυπώνονται στο υποσυνείδητο των θεατών, χειραγωγώντας τους στερεοτυπικές αντιλήψεις και αξίες. Ο λόγος χαρακτηρίζεται από την προφορικότητα, δηλαδή την ενσωμάτωση στοιχείων της άτυπης καθημερινής γλώσσας. Τα νοήματα κωδικοποιούνται σε συναισθηματικές λέξεις, ενώ παρατηρείται επιπλέον μια κατάχρηση της συγκινησιακής γλώσσας και μια τάση δραματοποίησης. Επιπλέον ενισχύεται η ενημερωτική προκατάληψη της προσωποποίησης, καθώς το κοινό παίρνει το μέρος ή αποδοκιμάζει τους πρωταγωνιστές της είδησης και καλείται να βρει σ' αυτήν προσωπικές και συναισθηματικές έννοιες, αντί ν' αναζητά μια βαθύτερη ανάλυση του προβλήματος της νεανικής εγκληματικότητας. Στο υλικό εντοπίζεται δηλαδή μια από τις προκαταλήψεις της ενημέρωσης, οι λεγόμενες “προσωποποιημένες ειδήσεις”, που δίνουν προτεραιότητα στον ατομικό παράγοντα και την προβολή του ανθρώπινου ενδιαφέροντος μέσα από τα γεγονότα. Και καθώς το δράμα είναι το ιδανικότερο μέσο για την απεικόνιση των ανθρώπινων συγκρούσεων, οι σχετικές ειδήσεις πλαισιώνονται από ανάλογη αφήγηση, δραματικές εικόνες και ένταση.

Ο Μπένετ υποστηρίζει ότι το έγκλημα είναι ειδικά φτιαγμένο για υπερδραματοποίηση. Οι σχετικές ειδήσεις, ωστόσο, σπάνια συνοδεύονται από μια θεματική ανάλυση που να παρέχει τα εργαλεία για τον εντοπισμό της ουσίας του προβλήματος, ενώ προβάλλονται μόνο τα προσωπικά κίνητρα και διακηρύξεις για τους πρωταγωνιστές στην καρδιά των δραματικών επεισοδίων. Έτσι το ζήτημα της εγκληματικότητας θάβεται με δραματικές κινήσεις και με εξίσου δραματικό τρόπο επανέρχεται, για να πάρει τη θέση του κάτω από το φως της δημοσιότητας.27

Μια βασική συνισταμένη στην υπόθεση που εξετάζουμε είναι τα δημογραφικά και ατομικά χαρακτηριστικά του θύτη και του θύματος: πρόκειται για δυο ημεδαπούς του ίδιου φύλου και της ίδιας ηλικίας, με ίδιο τόπο διαμονής και κοινό σχολικό περιβάλλον. Τα χαρακτηριστικά αυτά ασκούν αναμφίβολα επιρροή στον τρόπο μετάδοσης της είδησης. Τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά αν, για παράδειγμα, ο θύτης ήταν αλλοδαπός, καθώς έχει παρατηρηθεί ότι η εγκληματικότητα των αλλοδαπών διογκώνεται από τα μέσα ενημέρωσης, που διαμορφώνουν μια στερεοτυπική εικόνα επικινδυνότητας κι ενισχύουν τις ξενοφοβικές τάσεις με τη δημιουργία προκαταλήψεων. Αρκετές φορές άλλωστε παρουσιάζονται από τα μέσα ενημέρωσης ως ένοχοι οι απλοί ή συνήθεις ύποπτοι πριν καταδικαστούν, ενώ συμβαίνει συχνά να μεταδίδονται οι πληροφορίες με τρόπο που απηχεί τις κοινωνικές, φυλετικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις των δημοσιογράφων. Με βάση τα δεδομένα της υπό εξέταση περίπτωσης μπορεί να υποστηριχθεί ότι η πλειοψηφία των μέσων επέδειξαν σχετική διακριτικότητα κι ευαισθησία, αλλά είναι αμφίβολο αν τηρούσαν ίδια στάση στην περίπτωση διαφορετικών δημογραφικών και κοινωνικών χαρακτηριστικών του θύματος ή του δράστη.


* Η Βαΐα Σιούντα είναι Δικηγόρος, ΜΔΕ Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ.

1. Livingstone, S. (2008) “Για το ανεπίλυτο πρόβλημα των επιδράσεων των μέσων” στο Curran, J. & Gurevitch, M. (2008). “Μ.Μ.Ε. και Κοινωνία”. Αθήνα. Εκδόσεις Πατάκη, σελ. 427επ.

2. Geraghty, C. (2008). “Αναπαράσταση και λαϊκή κουλτούρα” στο ως άνω, σελ. 373επ.

3. Ζαραφωνίτου, Χ. (2008). “Τιμωρητικότητα. Σύγχρονες τάσεις, διαστάσεις και εγκληματολογικοί προβληματισμοί”. Αθήνα. Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 85επ.

4. Πιτσελά, Α. (1994). “Δίκαιο των Ανηλίκων”. Θεσσαλονίκη. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Υπηρεσία Δημοσιευμάτων, σελ. 21.

5. Manning, P. (2007). “Κοινωνιολογία της ενημέρωσης. Ειδήσεις και πηγές ειδήσεων”. Αθήνα. Καστανιώτης.

6. Βλ. Dorfman, L. & Schiraldi, V. (2001). “Off Balance: Youth, Race & Crime in the News”, στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.justicepolicy.org/uploads/justicepolicy/documents/off_balance.pdf (ημερομηνία προσπέλασης 12/8/2016).

7. Κυριαζή, Ν. (2009). “Η κοινωνιολογική έρευνα. Κριτική επισκόπηση των μεθόδων και των τεχνικών”. Αθήνα. Ελληνικά Γράμματα.

8. Σύμφωνα με τη θεωρία της πλαισίωσης (framing), η δημιουργία ενός πλαισίου από τα Μ.Μ.Ε. επηρεάζει τον τρόπο σκέψης του δέκτη. Ως πλαίσια ορίζονται τα κυρίαρχα σχήματα νόησης, ερμηνείας και παρουσίασης ή επιλεκτικότητας και έμφασης, τα οποία κατορθώνουν να οργανώσουν την πραγματικότητα με τέτοιον τρόπο, ώστε ν' αποκτά νόημα για τους δημοσιογράφους και το κοινό. Η πλαισίωση έγκειται στην επιλογή ορισμένων πτυχών και απόψεων μιας αντιληπτής πραγματικότητας, οι οποίες καθίστανται άμεσα αναγνωρίσιμες μέσα σε ένα επικοινωνιακό περιεχόμενο με τέτοιο τρόπο ώστε να προωθήσουν ένα συγκεκριμένο ορισμό του προβλήματος, μια ορισμένη αιτιώδη ερμηνεία, ηθική αξιολόγηση ή και λύση για την αντιμετώπισή του (Kinder & Sanders, 1996 στο Πλειός, Γ. (2013). “Η Κρίση και τα Μ.Μ.Ε.”. Αθήνα, Παπαζήση).

9. Πολίτης, Π. (2001). “Μέσα μαζικής ενημέρωσης: το επικοινωνιακό πλαίσιο και η γλώσσα τους”. Δημοσιευμένο

στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.greek-language.gr/greekLang/studies/guide/thema_b10/index.html

(ημερομηνία προσπέλασης 12/8/2016)

10. Απογευματινό δελτίο ειδήσεων του σταθμού Antenna, 12/6/2016

11. Δελτίο ειδήσεων του σταθμού Mega, 12/6/2016

12. Δελτίο ειδήσεων του σταθμού Alpha, 12/6/2016

13. Πρώτο Θέμα, 12/6/2016

14. Iefimerida, 12/6/2016

15. Εφημερίδα των Συντακτών, 12/6/2016

16. Tvxs, 12/6/2016

17. Zougla, 12/6/2016

18. Antenna, 12/6/2016

19. Το Βήμα, 13/6/2016

20. Δελτίο ειδήσεων του σταθμού Mega, 13/6/2016

21. CNN Greece, 13/6/2016

22. Thetoc, 13/6/2016

23. Πρωτοσέλιδο εφημερίδας Espresso, 13/6/2016

24. Εφημερίδα των Συντακτών, 13/6/2016

25. Εφημερίδα των Συντακτών, 14/6/2016

26. Πολίτης, Π. (2001). “Η λειτουργία των τίτλων (headlines) στον τύπο και την τηλεόραση” στο “Μέσα μαζικής ενημέρωσης: το επικοινωνιακό πλαίσιο και η γλώσσα τους”, δημοσιευμένο στην ηλεκτρονική διεύθυνση http://www.greek-language.gr/greekLang/studies/guide/thema_b10/07.html (ημερομηνία προσπέλασης 12/8/2016).

27. Μπένετ, Λ. (1999). “Ειδήσεις. Η πολιτική των ψευδαισθήσεων”. Αθήνα. Δρομέας, σελ. 123.