Η αποτελεσματικότητα της αυστηροποίησης των ποινικών κυρώσεων στη σύγχρονη ελληνική ποινική δικαιοσύνη
Ο χαρακτήρας της ποινής ως τιμωρία
Η ποινή αποτελεί ένα αναγκαίο κακό που επιβάλλεται από την πολιτεία και στοχεύει στη γενική και ειδική προληπτική δράση των παραβατικών πράξεων (Βλάχου, 2020) προς επίτευξη της εύρυθμης κοινωνικής λειτουργίας (Χαραλαμπάκης, 2005, σ. 7). Ο ποινικός κώδικας αποτελεί ένα σύνολο νομοθετημάτων που προστατεύουν τα έννομα αγαθά με γνώμονα ένα ολόκληρο σύστημα κοινωνικών αξιών και πεποιθήσεων. Στόχος λοιπόν της ποινικής δικαιοσύνης είναι να επαναφέρει την κοινωνική ισορροπία που διαταράσσεται από την τέλεση παραβατικών πράξεων και δημιουργεί επιπλέον δυσχέρειες και προστριβές (Σταματίου, 2023). Το πνεύμα της επανορθωτικής δικαιοσύνης μάλιστα αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες ιδεολογικές εγκληματολογικές προσεγγίσεις των τελευταίων δεκαετιών που προσπαθεί να καταπολεμήσει το έγκλημα χωρίς να θεωρεί πανάκεια τις τιμωρητικές λογικές (Γιαννούλης, 2024, σ. 126).
Η δικαστική επιβολή της ποινής ως έκφραση αποδοκιμασίας μιας αντικοινωνικής πράξης είναι ένα ιδιαίτερα δύσκολο έργο που καλούνται να επιτελέσουν οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί (Κουράκης, 2005, σ. 7). Πρωτίστως, πρέπει να στηρίζεται στη βασική αρχή της αναλογικότητας ή της δίκαιης ανταμοιβής (principle of proportionality), καθώς και της ορθής κατάγνωσης της ποινής σε συσχετισμό με την ηθική απαξία της υφιστάμενης παράνομης πράξης (Ανδρουλάκης, 2017). Η αρχή αυτή άλλωστε, σύμφωνα με τον Andrew von Hirsch, απορρέει από την αρχή της ενοχής (Γιαννούλης, 2010, σ. 151), ερειδόμενη στις επιταγές του φιλελεύθερου ποινικού δικαίου για την επιβολή δίκαιων ποινών πέρα από κάθε χαρακτήρα τιμωρητικού λαϊκισμού (Γιαννούλης, 2024, σ. 29). Για τον Hirsch δηλαδή η ποινή ενέχει μια μορφή αποδοκιμασίας (censure) προς περαιτέρω επεξεργασία από το δράστη, ώστε να επανορθώσει τα λάθη του με αυτόνομο και αυτόβουλο τρόπο (Γιαννούλης, 2024, σ. 66). Η αρχή αυτή αποτελεί τη βάση στη μεθοδολογία της ποινής μέσα στο δικανικό σύστημα, καθώς επικεντρώνεται στην ηθική διάσταση της προσωπικότητας του δράστη και στην ελευθερία της βούλησής του να παραμείνει ή όχι παραβατικός, αξιολογώντας και σταθμίζοντας τα οφέλη και τις συνέπειες των πράξεών του (Γιαννούλης, 2024, σ. 136).
Ο σκοπός της απόδοσης ποινών στο δικανικό σύστημα
Ο σκοπός μιας δίκαιης ποινής σε κάθε παράνομη πράξη έχει αποδειχθεί διαχρονικά ότι δεν επιτυγχάνεται από την αυστηροποίηση των πλαισίων της ποινής αλλά μέσα από τη λογική της «δίκαιης ανταμοιβής» στην τιμωρία που «αξίζει» (desert) κάθε παραβάτης του νόμου (Γιαννούλης, 2024, σσ. 23, 30). Σύμφωνα μάλιστα με το πρότυπο της ανάλογης επιβολής ποινικών κυρώσεων και τον φιλελεύθερο τρόπο ποινικής καταστολής, η ποινή δεν πρέπει να έχει μόνο τιμωρητικό χαρακτήρα, αλλά να χαρακτηρίζεται από επιπλέον αποτρεπτική και προληπτική δράση (Πανούσης, 2014, σ. 20). Ο Tittle μάλιστα θεωρεί ότι η αύξηση των ποινών ενέχει τον κίνδυνο να προαχθεί μια δευτερογενής απόκλιση των δραστών και κατ’ επέκταση μια περαιτέρω ανάπτυξη της εγκληματικότητας (Γιαννούλης, 2024, σ. 157).
Ωστόσο, τα τελευταία έτη διαφαίνεται ως κρατική επιλογή μια διαχειριστική λογική του εγκλήματος με στροφή σε αυστηρότερες και μεγαλύτερης διάρκειας ποινές, θεωρώντας τη φυλακή χρήσιμη και αποτελεσματική (Πανούσης, 2024). Με τις αλλαγές που επέφερε ο ν. 5090/2024, στα πλαίσια μιας τιμωρητικής ιδεολογίας, γίνεται μετάβαση από την αυστηροποίηση των ποινών στην αυστηροποίηση της έκτισης της ποινής. Μια τέτοια μάλιστα βραχυχρόνια ποινή ενός «σύντομου οξέος σοκ» (Γιαννούλης, 2024, σ. 33) φαίνεται ότι δεν πρόκειται να επιδράσει θετικά στην προσωπικότητα των κρατουμένων με αποτέλεσμα να υπερφορτώνονται οι φυλακές και να δημιουργείται ένας «υποπολιτισμός» εκμάθησης παραβατικών συμπεριφορών μέσα στο εγκάθειρκτο περιβάλλον (Βλάχου, 2020). Έτσι, γίνεται σοβαρότερο το πρόβλημα του υπερπληθυσμού των φυλακών, καταλήγοντας στη σώρευση ατόμων μέσα στις φυλακές, χωρίς ουσιαστική στόχευση στο σωφρονισμό τους. Με αυτές τις λογικές άλλωστε υποβαθμίζεται η προσωπικότητα του ατόμου μέσα στο αξιακό σύστημα του ποινικού δικαίου. Επιπλέον, καταπατώνται θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα που εδράζονται πρωτίστως στην κοινωνική αξιοπρέπεια (Τσουκαλά, 2016, σ. 293).
Αναμφίβολα, η ποινή τελικά αποτελεί έναν θεσμικό κανόνα στο κοινωνικό γίγνεσθαι αλλά και ένα εργαλείο ελεγκτικής δράσης απέναντι στην παραβατικότητα (Γιαννούλης, 2024 σσ. 5, 15). Η διασφάλιση μιας δίκαιης δίκης σε κάθε κατηγορούμενο είναι απαραίτητο στοιχείο μιας δημοκρατικής ποινικής διαδικασίας με σεβασμό στην αξιοπρέπεια του ατόμου (Ashworth & Zedner, 2008, p. 22). Η επανένταξη των παραβατών στην κοινωνία (rehabilitation) πρέπει να διενεργείται κάτω από την ομπρέλα μιας αποκαταστατικής δικαιοσύνης (Robinson, 2008, p. 441) και όχι μέσω δρακόντειων νομοθετικών μέτρων. Όπως πολύ ορθά συνέστησε ο Baratta, η πραγματική επανένταξη των παραβατών συνίσταται στην υπέρβαση του ποινικού δογματισμού και στην ισόνομη μεταχείριση και διαχείριση του εγκλήματος (Γιαννούλης, 2024, σ. 178).
Είναι σημαντική η αποκλιμάκωση της ποινικής καταστολής με διάλογο ανάμεσα στις ποινικές και εγκληματολογικές θεωρίες, ώστε να επιτευχθεί η αναλογία ποινής και εγκλήματος μέσα από συγκεκριμένες μεθοδολογικές διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται (Γιαννούλης, 2024, σ. 178). Οι ανταποδοτικές θεωρίες της ποινής δε χωρούν πλέον στο σύγχρονο φιλελεύθερο ποινικό σύστημα, ενώ επικρατούν οι εκφραστικές - επικοινωνιακές θεωρίες ποινής που προσανατολίζονται στο ρόλο της επικοινωνίας με τους παραβάτες, ώστε να επανενταχθούν ομαλά στην κοινωνία (Γιαννούλης, 2024, σσ. 172-173, 175). Σύμφωνα με το επανεντακτικό μοντέλο, οι καταδικασθέντες είναι φορείς αυτοτελών δικαιωμάτων κατά την έκτιση της ποινής τους και πρέπει να προστατεύονται ακόμη και κατά την επανένταξή τους στην κοινωνία (Γιαννούλης, 2024, σσ. 42-43). Σύμφωνα με τον Frank von Liszt άλλωστε στόχος της τιμωρίας πρέπει να προτάσσεται η βελτίωση και επανακοινωνικοποίηση των παραβατών (Γιαννούλης, 2024, σ. 174), με βάση τη θεωρία της ποινής ως μέσου πρόληψης κάθε παραβατικής παρέκκλισης (Κανελλοπούλου, 2008).
Τα αποτελέσματα της αυστηροποίησης των ποινών
Η «βουλιμία εγκλεισμού» όπως την αποκαλεί ο Wacquant (2007, p. 107), ως ένα είδος εκδικητικής αντιτιμωρίας, μόνο υπεραύξηση των κρατουμένων στις φυλακές μπορεί να επιφέρει, χωρίς κανένα ίχνος ορθολογικής αντεγκληματικής δράσης και εξανθρωπισμό στις συνθήκες των καταστημάτων κράτησης. Η νέα κοινωνική άμυνα επιβάλλει μια ορθολογική αντίδραση στο έγκλημα χωρίς το κράτος να διαφαίνεται παντοδύναμο να επιβάλει την ισχύ του, αδιαφορώντας για την προσωπικότητα του δράστη (Ancel, 2004, σ. 450). ‘Αλλωστε, έχει διαπιστωθεί από διεθνείς έρευνες ότι δεν υπάρχει αυτόματη σύνδεση μεταξύ της εγκληματικής δράσης και του έγκλειστου πληθυσμού, αφού τα μεγέθη αυτά αναπτύσσονται ξεχωριστά και αυτόνομα μεταξύ τους (Palma et al, 2019).
Η ασφάλεια δικαίου στο νομικό πολιτισμό μιας ορθής αντεγκληματικής πολιτικής για το δικαίωμα των παραβατών για επανακοινωνικοποίηση τους ως αντίβαρο στα δεινά του εγκλεισμού, όπως αναφέρει ο Edgardo Rotman (Γιαννούλης, 2024, σσ. 35, 41), δεν επιτυγχάνεται μέσα από την αυστηροποίηση των ποινών, αλλά μέσα από έναν αλτρουιστικό τρόπο εξατομικευμένης επιμέτρησης ποινών με στόχευση στην κοινωνική επανένταξη των παραβατών. Η σθεναρή πολιτική βούληση για ένα φιλελεύθερο ποινικό σύστημα δε χωρεί αντανακλαστικά με λαϊκισμούς και κυρίως δε συνάδει με αυστηρά πλαίσια τιμωρητικής ιδεολογίας, που μόνο αποτέλεσμα έχουν το κράτος να διαφαίνεται ανεπαρκές στην κάλυψη του φόβου των πολιτών απέναντι στο έγκλημα (Ζαραφωνίτου, 2023, σ. 90) Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται ψυχραιμία και διατήρηση των ισορροπιών από την πλευρά της κρατικής εξουσιαστικής διαχείρισης των ποινών, ώστε να ικανοποιείται το περί δικαίου αίσθημα, χωρίς υπερβολές και εντάσεις. Είναι απαραίτητο μάλιστα να διατηρείται αλώβητο το κύρος της πολιτειακής δράσης στην καταπολέμηση του εγκλήματος, ώστε ακώλυτα να επιτυγχάνεται και ο στόχος της αντεγκληματικής πολιτικής γενικότερα (Φαρσεδάκης, 1996, σ. 61)
- Η Χρυσούλα Κοτίνη είναι Δικηγόρος, ΠΜΣ «Εγκληματολογικές και Ποινικές Προσεγγίσεις της Διαφθοράς, του Οικονομικού και του Οργανωμένου Εγκλήματος» ΕΑΠ
Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία
Ανδρουλάκης, Ν. Η επιταγή της αναλογικότητας. The Art of Crime, τεύχος 2. Ανακτήθηκε 14 Απριλίου, 2024, από https://theartofcrime.gr/%CE%B7-%CE%B5%CF%80%CE%B9%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%AE-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B1%CE%BD%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%84%CE%B7%CF%84%CE%B1%CF%82/
Βλάχου, Π. (2020). …οι βραχυχρόνιες ποινές μπορεί να μην οδηγούν απαραίτητα στο σωφρονισμό; Crime Times, 12. Ανακτήθηκε 11 Απριλίου, 2024, από https://www.crimetimes.gr/%CE%BF%CE%B9-%CE%B2%CF%81%CE%B1%CF%87%CF%85%CF%87%CF%81%CF%8C%CE%BD%CE%B9%CE%B5%CF%82-%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CE%AD%CF%82-%CE%BC%CF%80%CE%BF%CF%81%CE%B5%CE%AF-%CE%BD%CE%B1-%CE%BC%CE%B7%CE%BD/
Γιαννούλης, Γ. (2024). Οι θεωρίες ποινής και η σχέση τους με τις εγκληματολογικές θεωρίες. Νομική Βιβλιοθήκη.
Γιαννούλης, Γ. (2017). Η επικινδυνότητα του δράστη και η εκτίμηση των κινδύνων από δικαιοκρατικής σκοπιάς. Τόμος Ι. Π.Ν. Σάκκουλας.
Ζαραφωνίτου, Χ. (2023) Ο φόβος του εγκλήματος, Ανάλεκτα, Νομική Βιβλιοθήκη.
Κανελλοπούλου, Δ. (2008). Franz von Liszt. The art of crime, 6. Ανακτήθηκε 20 Απριλίου, 2024, από https://theartofcrime.gr/old/oldartofcrime/old.theartofcrime.gr/index7283.html?pgtp=1&aid=1214220634
Κουράκης, Ν. (2005). Ποινική καταστολή, 4η έκδοση. Σάκκουλας.
Πανούσης, Γ. (2024). Η φυλακή περικλείει τη φυλακή; Crime Times, 19. Ανακτήθηκε 11 Απριλίου, 2024, από https://www.crimetimes.gr/i-fylaki-perikleiei-ti-fylaki/
Πανούσης, Γ. (2014). Το προληπτικό ποινικό δίκαιο (ανάμεσα στους εγκληματικούς κινδύνους και τις δικαιοπολιτικές διακινδυνεύσεις), Εγκληματολογία, 1-2/2014 (Έτος 4ο ), (σσ. 12-20).
Σταματίου, Ε. (2023). Θανατική ποινή: δικαιοσύνη ή έγκλημα; Crime Times, 21. Ανακτήθηκε 11 Απριλίου, 2024, από https://www.crimetimes.gr/thanatiki-poini-dikaiosyni-i-egklima/
Τσουκλά, Α. (2016). Η θεμελιώδης ασυμβατότητα των σύγχρονων τάσεων αστυνόμευσης με τις Αρχές του Κράτους Δικαίου. Στο Γασπαρινάτου, Μ. (επιμ), Έγκλημα και ποινική καταστολή σε εποχή κρίσης. Τιμητικός Τόμος για τον καθηγητή Νέστορα Κουράκη (σσ. 285-296). Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα.
Φαρσεδάκης, Ι. (1996). Στοιχεία εγκληματολογίας. Νομική Βιβλιοθήκη.
Χαραλαμπάκης, Α. (2005). Σύνοψη ποινικού δικαίου. Γενικό Μέρος I. Το έγγκλημα, «Δίκαιο & Οικονομία». Π.Ν. Σάκκουλας.
Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία
Ancel, M. (2004). Η νέα κοινωνική άμυνα. Νομική Βιβλιοθήκη.
Ashworth, A. & Zedner, L. (2008). Defending the Criminal Law: Reflections on the Changing Character of Crime, Procedure, and Sanctions. Crim Law and Philos, 2, pp. 21–51. DOI 10.1007/s11572-007-9033-2
Garland, D. (2013). Penality and the penal state. Criminology, 51(3), pp. 475-517. https://doi.org/10.1111/1745-9125.12015
Palma, M. ,Snacken, S., Theis, V., Carbunaru, I. (2019). Αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα του υπερπληθυσμού στις ελληνικές φυλακές, The Art of Crime. Ανακτήθηκε 20 Απριλίου, 2024, από https://theartofcrime.gr/a%CE%BD%CF%84%CE%B9%CE%BC%CE%B5%CF%84%CF%89%CF%80%CE%AF%CE%B6%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CF%82-%CF%84%CE%BF-%CF%80%CF%81%CF%8C%CE%B2%CE%BB%CE%B7%CE%BC%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%85%CF%80%CE%B5%CF%81/
Robinson, G. (2008). Late-modern rehabilitation, The evolution of a penal strategy. Punishment and society, 10(4), pp. 429–445. DOI: 10.1177/1462474508095319