Θεόφιλος Σεχίδης: Επιστροφή στην «ελεύθερη κοινωνία» το 2017;
8 Αυγούστου 1996 και το μικρό νησί της Θάσου έμελε να μονοπωλήσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης μετά την αποκάλυψη της πενταπλής ανθρωποκτονίας του μαζικού δολοφόνου Θεόφιλου Σεχίδη. Ο 24χρονος τότε φοιτητής Νομικής συλλαμβάνεται και ομολογεί το αποτρόπαιο έγκλημα που διέπραξε τρεις μήνες πριν και συγκλόνισε όλη την Ελλάδα. Στις 19 και 20 Μαϊου 1996 σκότωσε πέντε μέλη της οικογένειάς του, το θείο του, τον πατέρα του, τη μητέρα του, την αδελφή του και τη γιαγιά του.
Δίκη και ετυμηγορία
Με τη δικογραφία που σχηματίσθηκε σε βάρος του, ο Θεόφιλος Σεχίδης οδηγήθηκε στην Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Καβάλας και του ασκήθηκε ποινική δίωξη για ανθρωποκτονίες κατά συρροή, οπλοφορία, οπλοχρησία και οπλοκατοχή, όπως επίσης και για περιύβριση νεκρού. Παρόλο που ο Σεχίδης είχε υποβάλλει έφεση, στις 2 Ιουνίου 1998, την απέσυρε, δηλώνοντας: «Δεν έχω τίποτα καινούριο να παρουσιάσω στο δικαστήριο… Όταν υπάρχουν πέντε πτώματα από πίσω, τι ρόλο μπορεί να παίζει ο πρότερος έντιμος βίος; Ασφαλώς θα με ενδιέφερε να μειωθεί η ποινή. Αλίμονο. Αλλά, η υπόθεση είναι εσχάτως σοβαρή. Τι μπορεί να γίνουν οι πέντε φορές ισόβια; Είτε τρις, είτε δις ισόβια, μια ζωή στη φυλακή είναι πάλι». Η υπόθεση του Θεόφιλου Σεχίδη, αλλά και η αμφιλεγόμενη προσωπικότητά του, απασχόλησαν διάφορα επιστημονικά πεδία στο πέρασμα των χρόνων.
Η σχιζότυπη διαταραχή που εξελίχθηκε σε σχιζοφρένεια
Επί πέντε μήνες ο καθηγητής ψυχιατρικής Γιώργος Καπρίνης, μαζί με τον ψυχίατρο Χρήστο Σκαρόπουλο παρακολούθησαν το Θεόφιλο Σεχίδη και συνέταξαν σχετική πραγματογνωμοσύνη. Σύμφωνα με αυτή, στον 24χρονο φοιτητή καταλογίστηκε πλήρης ευθύνη και επίγνωση των πράξεών του, καθώς ήταν «άτομο προσανατολισμένο στο χώρο, το χρόνο και τον εαυτό του και έχει καλά οργανωμένο λόγο, απαντά με ευθύτητα, έχει χιούμορ, απουσιάζει όμως το συναίσθημα». Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξαν ήταν πως δεν πάσχει από σχιζοφρένεια, αλλά από σχιζότυπη διαταραχή, η οποία θα μπορούσε να αναπτυχθεί σε σχιζοφρένεια, όμως δεν συνέβη κάτι τέτοιο. «Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι στην περίπτωσή του είχε μειωμένες αντιστάσεις στην ιδέα διάπραξης των εγκλημάτων. Πάντως, δε χρήζει θεραπευτικής αγωγής. Στις συζητήσεις που κάναμε μάς είπε ότι είχε τη γνώμη πως είναι νόθο παιδί και γι’αυτό ήθελε να τους εξοντώσει». Πέρα από την κατάσταση τού ίδιου του Θεόφιλου, όμως, σημασία δόθηκε και στην οικογενειακή κατάσταση, καθώς όπως δήλωσε ο Χρήστος Σκαρόπουλος: «η οικογένεια Σεχίδη είχε πολλές ιδιομορφίες και ο Θεόφιλος διαβίωσε σε εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες».
Επιπλέον, και ο ακτινολόγος-ειδικός νευρακτινολόγος Χρήστος Παπαγιάννης (τέως επιμελητής του Atkinson Norley’s Hospital του Λονδίνου) σε αξονική τομογραφία του εγκεφάλου του Θ. Σεχίδη, που έγινε στις 2 Ιουνίου 1992, γνωμάτευσε πως υπήρχαν κάποιες εγκεφαλικές ανωμαλίες. Ωστόσο, οι Γιώργος Καπρίνης και Χρήστος Σκαρόπουλος το διέψευσαν. «Προκειμένου να αποκλεισθεί κάθε συμμετοχή οργανικού παράγοντα έγινε πλήρης νευρολογική εξέταση. Παράλληλα, υπεβλήθη σε ηλεκτροεγκεφαλικό έλεγχο και χαρτογράφηση του εγκεφάλου, όπου δε διαπιστώθηκε τίποτε το παθολογικό, καθώς επίσης και σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, όπου επίσης τα ευρήματα ήταν φυσιολογικά». Παρόλα αυτά, όταν μεταφέρθηκε στον Κορυδαλλό, υποβλήθηκε σε νέα αξονική τομογραφία εγκεφάλου, στην οποία προέκυψαν κάποια μη φυσιολογικά ευρήματα, καθώς παρουσίασε κάποιες ψυχολογικές διαταραχές και δυσκολευόταν στην επικοινωνία με το περιβάλλον του.
2010. Ο ψυχίατρος στον ΟΚΑΝΑ του Αττικού Νοσοκομείου, Γεώργιος Τζεφεράκος, ο οποίος προσέφερε τις υπηρεσίες του στα καταστήματα κράτησης της ψυχιατρικής πτέρυγας Κορυδαλλού εκείνη την περίοδο, εξέφρασε την άποψή του για το αν τελικά είναι ψυχικά υγιής ο Θεόφιλος Σεχίδης ή όχι. «Ο Θεόφιλος Σεχίδης πάσχει από σχιζοφρένεια. Μερικές φορές, ειδικά στις αρχικές φάσεις της ψυχικής νόσου, είναι δύσκολο να τεθεί μια οριστική διάγνωση. Στις ψυχιατρικές διαγνώσεις ο παράγοντας ‘’χρόνος’’ παίζει πολύ σημαντικό ρόλο, γιατί η κλινική εικόνα του ασθενούς εμπλουτίζεται ή και αλλάζει».
Μιλώντας για τα χαρακτηριστικά της σχιζοφρένειας ο κ. Τζεφεράκος δηλώνει: «Η σχιζοφρένεια χαρακτηρίζεται από παραληρητικές ιδέες, τις οποίες πιστεύει με απόλυτη βεβαιότητα ο ασθενής, και ψευδαισθήσεις, η αίσθηση δηλαδή ότι υπάρχει ένα αισθητηριακό ερέθισμα, χωρίς αυτό να υπάρχει στην πραγματικότητα. Η σχιζοτυπική διαταραχή είναι διαφορετική από τη σχιζοφρένεια. Πρόκειται, δηλαδή, για διαταραχή προσωπικότητας, που μοιάζει με τη σχιζοφρένεια, όμως δεν είναι».
Σχετικά με την ετυμηγορία της δίκης ο κ. Τζεφεράκος σχολιάζει: «Οι δικαστές στηρίζονται κυρίως στις γνωματεύσεις των ειδικών, επομένως όταν υπάρχουν πολλές διαφορετικές γνωματεύσεις μπορούν να τους μπερδέψουν. Αυτή είναι όμως και η θέση των δικαστών να κρίνουν, μαζί με αλλά στοιχεία, και να βγάλουν μια απόφαση».
«Έχασε τον έλεγχό του και δεν τον έχασε ως τρελός»Η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί ένα όλο και συχνότερο φαινόμενο, με διάφορες εκφάνσεις, από τη λεκτική βία μέχρι τη σωματική βία και με την ακραία μορφή του εγκλήματος. Η συγκεκριμένη υπόθεση είναι από τις πιο ιδιαίτερες στα ελληνικά χρονικά, καθώς υπάρχει μια κλιμάκωση βίας αφού «μετά τον ένα φόνο ερχόταν ο επόμενος, γιατί κάποιος εμφανιζόταν εκείνη την ώρα, κάποιος γινόταν μάρτυρας κι έτσι δημιουργήθηκε αυτή η κλιμάκωση» αναφέρει ο καθηγητής εγκληματολογίας Γιάννης Πανούσης. «Είναι άλλο πράγμα ένας που πάει και σκοτώνει πέντε άτομα σε ένα δωμάτιο κι άλλο πράγμα όταν μέσα από μία σειρά ‘’κακών συγκυριών’’ αναγκάζεται ο θύτης να σκοτώσει τον έναν μετά τον άλλον», οπότε και έχουμε έναν γιο πατροκτόνο, μητροκτόνο και αδελφοκτόνο, θέλοντας να εξαφανίσει οποιαδήποτε σύνδεση με τις ρίζες του. «Με το αίμα του σκοτωμένου αρνούμαστε τη συγγένεια αίματος, με το θάνατο αναιρούμε τη ζωή που δώσαμε ή πήραμε, με τη θυσία του άλλου αφανίζουμε στην ουσία ‘’τον άλλο μας τον εαυτό’’, δηλαδή αυτό-κτονούμε», σχολιάζει ο κ. Πανούσης και υποστηρίζει πως το έγκλημα αυτό δεν ήταν κάτι προσχεδιασμένο, καθώς κάθε θύμα εμφανιζόταν περίπου τη στιγμή που ο θύτης είχε τελειώσει με το προηγούμενο. «Κάποια στιγμή μπορεί να δημιουργήθηκε μέσα του ένα ψυχικό αμόκ, ένα ανθρωποκτόνο αμόκ. Όταν, όμως, αρχίζεις να σκοτώνεις έναν-δύο, αρχίζεις από εκεί και πέρα να μην καταλαβαίνεις το περιεχόμενο και την ηθική της πράξης σου». Ο Θεόφιλος Σεχίδης αποφάσισε να μείνει μόνος του γνωρίζοντας καλά πως ως τελευταίος επιζών θα είναι και ο πρώτος ύποπτος. «Εγκληματίες τέτοιου είδους πάντα θέλουν να συλληφθούν», υποστηρίζει ο κ. Πανούσης και συμπληρώνει: «Είναι μέσα στην ανακουφιστική πλευρά μιας τέτοιας πράξης με την οποία δεν είναι εύκολο να ζήσεις. Τη θεωρία πως υπάρχουν άνθρωποι-τέρατα και άνθρωποι-μηχανές που σκοτώνουν χωρίς καμία επίδραση στη ζωή τους δεν την πιστεύω. Η σύλληψή τους είναι και η ολοκλήρωση της τραγωδίας». Τα μέσα δε μπορούν να αποτυπώσουν αιτίες, συναισθήματα και καταστάσεις, που βιώνονταν εντός της οικογένειας. Επιπλέον, ο άνθρωπος αποτελεί μια σύνθεση πολλών πραγμάτων: κοινωνικών, πολιτισμικών, εκπαιδευτικών, οικογενειακών, όμως είναι δύσκολο να προσδιοριστεί το ποιος από αυτούς τους παράγοντες εν τέλει κινητοποιεί τη δράση κι έτσι η πρόγνωση τέτοιων εγκλημάτων καθίσταται αδύνατη. Όσον αφορά την ετυμηγορία του δικαστηρίου, ο κ. Πανούσης σχολιάζει: «δικαίως του καταλογίστηκε πλήρης ευθύνη των πράξεών του. Έχασε τον έλεγχό του και δεν τον έχασε ως τρελός. Έχει διαφορά να έχεις το ακαταλόγιστο από το να χάσεις τον έλεγχο», θεωρώντας πως το συγκεκριμένο έγκλημα ανήκει στη δεύτερη περίπτωση. Το «μετά» του εγκλήματος, και στη συγκεκριμένη περίπτωση ο διαμελισμός, ισχυρίζεται πως «δε μπορεί να δείξει χαρακτήρα, γιατί μετά επικρατεί πανικός και στη συνειδητοποίηση του εγκλήματος μπορεί να έχουμε παράλογες ενέργειες. Είναι αφελές να θεωρείς πως μπορείς να καλύψεις τέτοια εγκλήματα». |
Θα αποφυλακιστεί ο Σεχίδης;
2016. Ο Θεόφιλος Σεχίδης έχει ήδη υποβάλει αίτηση αποφυλάκισης για το 2017, την οποία δικαιούται σύμφωνα με το νόμο 4322. Όπως μας ενημερώνει ο δικηγόρος -εγκληματολόγος Διονύσης Χιόνης, ο Ποινικός Κώδικας ορίζει ότι σε περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά δύο ή τρεις ποινές ισόβιας κάθειρξης, ο κρατούμενος πρέπει για κάθε μία από αυτές να παραμείνει πραγματικά 15 χρόνια στην φυλακή. Για να απολυθεί, υπό όρους ο κατάδικος αυτός, πρέπει να έχει εκτίσει το άθροισμα των ποινών αυτών, όχι όμως πάνω από 25 χρόνια.
Από τα 25 χρόνια πρέπει να έχει εκτίσει πραγματικά τα 19 χρόνια και για τα υπόλοιπα 6 χρόνια μπορεί να χωρήσει ευεργετικός υπολογισμός, δηλαδή κάθε ημέρα στη φυλακή να υπολογίζεται ευεργετικά ως 2 ημέρες εκτιόμενης ποινής, εφόσον ο κατάδικος εργάζεται ή δε μπορεί αιτιολογημένα να εργαστεί, επειδή για παράδειγμα πάσχει από ιδιαίτερα βαριά ασθένεια (AIDS, κακοήθη νεοπλάσματα, νεφρική ανεπάρκεια, κ.λπ.), είναι ανάπηρος ή συντρέχει στο πρόσωπό του μία από τις παρεμφερείς προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 105 του Ποινικού Κώδικα.
Ο Σεχίδης, λοιπόν, εφ’ όσον έχει συμπληρώσει 19 έτη εγκλεισμού και εφ’ όσον δύναται να αιτηθεί ευεργετικό υπολογισμό άλλων 6 ετών, τότε έχει δικαίωμα να υποβάλει αίτηση απόλυσης υπό όρους. Ο κ. Χιόνης, ωστόσο, σημειώνει ότι αυτό δε σημαίνει αυτόματα ότι η αίτηση θα γίνει δεκτή από το αρμόδιο δικαστικό Συμβούλιο, ειδικά αν αντιμετωπίζει ακόμα προβλήματα ψυχιατρικής φύσης. «Δεν πιστεύω ότι υπάρχει ψυχίατρος που θα υπογράψει για την αποφυλάκιση», δηλώνει ο αρχιφύλακας της ψυχιατρικής πτέρυγας των φυλακών Κορυδαλλού, Αντώνης Αραβαντινός. Ο αρχιφύλακας εξηγεί ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη διαδικασία για τη λήξη της ποινής των κρατουμένων. Πρέπει να δοθεί παραγγελία από τον εισαγγελέα-είτε με δική του πρωτοβουλία, είτε με πρωτοβουλία της υπηρεσίας-, διότι μπορεί οι ίδιοι οι κρατούμενοι να μην έχουν αντιληφθεί ότι ήρθε η ώρα να αποφυλακιστούν.
«Επικοινωνεί κανονικότατα. Δε βρίσκεται στην απομόνωση. Αν με δει εδώ θα μου πει ‘’Αντώνη δώσε μου ένα τσιγαράκι’’. Θέλει πολλά τσιγάρα», συμπληρώνει ο κ. Αραβαντινός. Για ένα μεγάλο διάστημα ο Θεόφιλος ήταν εκτός αγωγής. «Από το 2011 παίρνει αγωγή σε ένεση. Αλομπερτίνη ντεκανουάζ. Αυτά είναι τα φάρμακά του», προσθέτει. Από το Νοέμβριο του 2016 κάνει μία ένεση με τριπλή δόση του συγκεκριμένου φαρμάκου κάθε 31 μέρες. «Χάπια έχει να πάρει από το 2010. Τα παίρνει, όμως, σε ένεση. Από το 2010, λοιπόν, αυτός ζει στην αυταπάτη ότι παίρνει βιταμίνες. Ο ίδιος το ξέρει ότι λέει ψέματα. Άμα τον κουβεντιάσεις, σε μια άλλη φάση, θα σου πει ‘’φάρμακα μου δίνουν και αυτοί μου λένε έτσι και εγώ τα παίρνω’’».
Αν αποφυλακιστεί ο Σεχίδης…
Ο κ. Αραβαντινός αναφέρει: «Έχει μία ξαδέρφη στη Θάσο και λέει ότι θα πάει να μείνει σε αυτή, καθώς δεν του έχει μείνει κανένα περιουσιακό στοιχείο». Πέραν από τον εναπομείναντα περίγυρό του υπάρχει και μία κοινωνία που θα πρέπει να τον δεχτεί σε περίπτωση που ο Θεόφιλος αποφυλακιστεί. Είναι έτοιμη η κοινωνία να τον εντάξει; «Γιατί να είναι έτοιμη η κοινωνία να τον δεχτεί; Αυτός είναι έτοιμος; Γιατί αν είναι έτοιμος μπορεί να ενταχθεί. Εγώ θεωρώ ότι η κοινωνία δεν είναι υποχρεωμένη να είναι έτοιμη για κανέναν». Ο κ. Χιόνης σημειώνει επίσης ότι ο Σεχίδης, όποτε κι αν αποφυλακιστεί, είναι βέβαιο ότι θα αντιμετωπίσει ιδιαίτερες δυσκολίες. «Οι δεδομένες κοινωνικές αγκυλώσεις, τα στιγματιστικά στερεότυπα του «αποφυλακισμένου» και του «ψυχασθενή», αλλά και η σοβαρή δυσλειτουργία ικανών κρατικών ψυχιατρικών θεραπευτικών δομών εμποδίζουν την ομαλή κοινωνική επάνοδο οποιουδήποτε ατόμου με αυτά τα χαρακτηριστικά». Ας προστεθεί ότι και η έλλειψη υποστηρικτικού οικογενειακού περιβάλλοντος είναι καταλυτική σε παρόμοιες περιπτώσεις. Επιπλέον, όμως, λόγω της αρνητικής διασημότητάς του, είναι βέβαιο ότι ο Σεχίδης θα έχει να αντιμετωπίσει ένα ιδιότυπο εντονότερο κοινωνικό στίγμα, που θα αποτελέσει σημαντικό ανασχετικό παράγοντα της ολοκληρωμένης ενσωμάτωσής του, εάν και εφόσον μπορέσει τελικά να την υποστηρίξει».
Όσοι ειδικοί και αν σπεύσουν να ερμηνεύσουν, όσες έρευνες κι αν γίνουν, όπως είχε δηλώσει και η Φωτεινή Τσαλίκογλου, καθηγήτρια ψυχολογίας και ψυχαναλύτρια, «τα κίνητρα της πράξης θα μείνουν θαμμένα στα ερέβη του ταραγμένου του νου». Οι σκέψεις και τα συναισθήματα του δράστη, από τη σύλληψη μέχρι την εκτέλεση του εγκλήματος, θα μείνουν ες αεί στην ιστορία του. Η ανθρώπινη δράση, ακόμη και η εγκληματική, δε μπορεί να μπει σε καλούπια, σε κανονικότητες και λογικότητες, δε μπορεί να προβλεφθεί μαθηματικά, ούτε να ενταχθεί μέσα στα πλαίσια μιας περιχαρακωμένης σκέψης.
Τα αποτρόπαια εγκλήματα με δράστες ψυχικά ασθενείς είναι εξαιρετικά σπάνια και κατ’ επέκταση προσελκύουν την προσοχή και σοκάρουν. Η ψυχική ασθένεια είναι η μοναδική υπαίτιος του αποτρόπαιου εγκλήματος και ο «τρελός» εγκληματίας κυκλοφορούσε τόσο καιρό, ανενόχλητος, ανάμεσα στους «φυσιολογικούς» ανθρώπους. Στο μεταξύ, ένα πλήθος επίσημα διαγνωσμένων ψυχικά ασθενών παραμένει σιωπηλό, προσπαθώντας να επιβιώσει στην κοινωνία, χωρίς ποτέ να ενοχλήσει κανέναν. Οι ιστορίες αυτών των ανθρώπων ποτέ δε θα έρθουν στην επιφάνεια. «Αυτοί, όμως, θα υφίστανται καθημερινά στο πετσί τους τη βία μιας κοινωνίας, που είναι έτοιμη, ανά πάσα στιγμή, να τους θεωρήσει ικανούς να προβούν στο έγκλημα».
Συνοψίζοντας τις απόψεις των διαφόρων ειδικών, πολλοί είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν τόσο την ενδεχόμενη αποφυλάκιση του Σεχίδη όσο και την επανένταξη του. Η κλειστή κοινωνία της Θάσου και όπως κάθε κλειστή κοινωνία δυσκολευόταν ήδη να αντιμετωπίσει την διαγνωσμένη με ψυχική ασθένεια, αδελφή του Θεόφιλου και πιθανότατα να παρέβλεπε και διάφορες συμπεριφορές του δεύτερου. Σίγουρα, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι συνέβαινε στην οικογένεια αυτή, όταν η πόρτα του σπιτιού έκλεινε, όμως αν η πόρτα της φυλακής ανοίξει για τον Θεόφιλο, θα είμαστε έτοιμοι να τον αντιμετωπίσουμε ως ένα νέο μέλος της κοινωνίας μας;
*Βαρβάρα Βαγιανού, φοιτήτρια του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Δέσποινα Τζάνη, φοιτήτρια του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Μαρία Ροδίτη, Πτ. Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ, Μαίρη Φωσκόλου, Μεταπτυχιακή φοιτήτρια Εγκληματολογίας Παντείου, Χρήστος Καρώνης, φοιτητής του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ.