Εκπαιδεύοντας τον Έλληνα αστυνομικό για φίλο και προστάτη. Νέες προσεγγίσεις.
Μεγάλος στόχος είναι ο ανεκπλήρωτος στόχος
Όταν τον κατορθώνεις,παύει να είναι μεγάλος
Στ.Σταυρόπουλος, Πιο νύχτα δεν γίνεται
Επειδή τόσο η εγκληματικότητα όσο και η διαχείρισή της συνιστούν κρίσιμα προβλήματα της κοινωνίας αλλά και της ίδιας της Δημοκρατίας, θεωρoύμε αναγκαίο να αποσυνδέσουμε το θέμα αυτό από τος πολιτικές/κομματικές αντι-παρα-θέσεις και να διαμορφώσουμε κλίμα και θεσμούς εθνικής συνεννόησης. Ας αρχίσουμε λοιπόν από το κρίσιμο ζήτημα της εκπαίδευσης των αστυνομικών. Η Αστυνομία ως θεσμός της ίδιας της Δημοκρατίας πρέπει να τύχει ιδιαίτερης πολιτικής προσοχής και επιστημονικής προσέγγισης. |
Ανεξάρτητα με το αν η χώρα μας υιοθετεί συγκεντρωτικό ή αποκεντρωτικό σύστημα, με το αν η Τοπική ή η Δικαστική Αστυνομία γίνουν πραγματικότητα, θεωρούμε ιδιαίτερα κρίσιμη τη «μετουσίωση» του κατασταλτικού χαρακτήρα της Αστυνομίας (και) σε φορέα πρόληψης. Κάτι τέτοιο σημαίνει πρωτίστως αλλαγή στάσεων και αντιλήψεων, εκπαίδευσης κλπ. Η εκπαίδευση έχει παιδευτικό και χειραφετικό χαρακτήρα με την έννοια ότι παρέχει γνώσεις, διαμορφώνει συνειδήσεις, προβάλλει αξίες, εγκαθιδρύει κώδικες επικοινωνίας, απελευθερώνει από στερεότυπα και προκαταλήψεις, εντάσσει στο κοινωνικό σύνολο. Η εκπαίδευση είναι ανοικτή και ελεύθερη στις δημοκρατικές κοινωνίες.
Ο εξευρωπαϊσμός ή εξαμερικανισμός της αστυνομίας συνιστά το δίλημμα καθώς η ιστορία, ο πολιτισμός και τα διωκτικά συστήματα των Κρατών δυσχεραίνουν ακόμα και τη μεταξύ τους εναρμόνιση και συνεργασία. Η πολιτική ενοποίηση/ολοκλήρωση (integration) των ευρωπαϊκών αστυνομικών, ως οιονεί – ομοσπονδιακή Αστυνομία, αναζητεί τη χρυσή τομή των δύο τάσεων. Η πιο κρίσιμη όμως παράμετρος παραμένει το αν οι παρεχόμενες σπουδές θα έχουν το χαρακτήρα της εκπαίδευσης (education) ή της κατάρτισης (training). Η άποψή μας είναι ότι πρέπει να έχουν διφυή χαρακτηριστικά.
Η επαγγελματική κατάρτιση καλλιεργεί τις δεξιότητες και τα προσόντα, επιτρέπει την κινητικότητα, θέτει τις νέες τεχνολογίες στην υπηρεσία της οργάνωσης της εργασίας, αξιοποιεί τους ανθρώπινους πόρους. Η επαγγελματική μαθητεία διαρκεί όσο και η ενεργός ζωή. Κάθε Αστυνομία – για να μην πούμε κάθε αστυνομική μονάδα – προσφέρει εκπαίδευση, κατάρτιση, επιμόρφωση, ειδικά σεμινάρια.
Το εκπαιδευτικό πρόγραμμα πρέπει να καλύπτει τις ανάγκες της υπηρεσίας, τις προσδοκίες των εκπαιδευομένων αλλά και της ευρύτερης κοινότητας όπου λειτουργεί η μονάδα. Οι ιδιομορφίες του χώρου και οι ιδιότητες των κατοίκων (π. χ. πολυεθνική προέλευση) καθιστούν το «υπηρετείν» (serve) και «προστατεύειν» (protect) αντικείμενο ειδικής ανάλυσης. Οι σπουδές εκτός από ομιλίες, συζητήσεις, επιδείξεις, πρέπει να περιλαμβάνουν και «εθισμούς σε ρόλους» (roleplaying) καθώς και «προσομοιώσεις» (simulations). Μαθαίνουμε πράττοντας και όχι απλώς ακούγοντας.
Τα σαράντα "κύματα" της ελληνικής εκπαίδευσης
Αναγκαία βέβαια κρίνεται και η (αυτο)αξιολόγηση του συστήματος μέσα στα πλαίσια μιας σταθερότητας αρχών αλλά και μιας ευκαμψίας δομών (ρεαλιστικός ιδεαλισμός). Στην Ελλάδα η εκπαίδευση των αστυνομικών έχει περάσει σαράντα "κύματα". Τον απολογισμό και την αξιολόγηση του ισχύοντος, ή των κατά καιρούς ισχυσάντων συστημάτων, τον έχουν κάνει πολλές φορές τόσο η πολιτική ηγεσία όσο και οι ίδιοι οι αστυνομικοί. Πριν από το 2000 είχαμε προτείνει τα παρακάτω:
Βασικές αρχές
α) η εκπαίδευση, η κατάρτιση και η ειδίκευση πρέπει να βρίσκονται σε μια σχέση αρμονίας/ισορροπίας.
β) κάθε μάθημα πρέπει να περιλαμβάνει τρία μέρη: 1) θεωρία (1/3), 2) πρακτική (casestudies, groupstudies) (1/3), 3) διάλογο (1/3).
γ) η διδασκαλία κρίσιμων μαθημάτων πρέπει να διεξάγεται σε μικρές ομάδες 20-25 ατόμων (εν είδει σεμιναρίου).
δ) η μελέτη πρέπει να γίνεται σε χώρους αναγνωστηρίου μέσα σε σύγχρονες βιβλιοθήκες.
ε) το διδακτικό προσωπικό θα ορίζεται/επιλέγεται (ίσως και εκλέγεται) από το Επιστημονικό Συμβούλιο του Σώματος, στο οποίο θα συμμετέχουν αποκλειστικά καθηγητές των ΑΕΙ.
στ) το διδακτικό προσωπικό θα έχει επακριβώς προσδιοριζόμενες από νόμο (όπως συμβαίνει με το Νόμο για τα ΑΕΙ) υποχρεώσεις (διδακτικές, ερευνητικές, διοικητικές, επικοινωνίας).
ζ) η βαθμολόγηση των κρίσιμων μαθημάτων πρέπει να συνεκτιμάει τρεις συντελεστές: 1)ερευνητική εργασία, 2) πρωτοβουλίες, 3) γραπτό διαγώνισμα.
η) οι διοικητικές ικανότητες και οι ψυχοκοινωνικές ιδιότητες των αστυνομιών πρέπει να ελέγχονται – επιστημονικά και αντικειμενικά – κατά τακτά χρονικά διαστήματα.
θ) ευκταίο θα ήταν το θεωρητικό μέρος ορισμένων μαθημάτων να διεξάγεται σε ειδικά προγράμματα των Νομικών Σχολών ή – το άριστο – σε κατεύθυνση Τμήματος Εγκληματολογίας, που κάποτε πρέπει να ιδρυθεί και στην Ελλάδα.
ι) οι εβδομαδιαίες ώρες υποχρεωτικής παρακολούθησης δεν πρέπει να υπερβαίνουν τις 20-22.
ια) κανένα σύστημα δεν έχει προϋποθέσεις επιτυχίας αν δεν εναρμοστούν ο νόμος, η υποδομή, το προσωπικό και οι αντιλήψεις μας για την αξία/ρόλο του.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι πλέον αν πρέπει να αναβαθμιστούν οι αστυνομικές σπουδές. Αυτό με πολύ κόπο και χρόνο λύθηκε, τουλάχιστον ως αντίληψη. Το κρίσιμο είναι πού και πώς θα γίνει αυτή η ανωτατοποίηση. Η μία άποψη, την οποία βρίσκουμε πολύ ορθή και μελετημένη είναι αυτή που αναλύει με πολύ μεθοδικό τρόπο ο Επίκουρος Καθηγητής Βασ. Γραμμάτικας. Το σχήμα: Σχολή Αξιωματικών – Σχολή Αστυφυλάκων – Σχολή Μεταπτυχιακών Σπουδών – Σχολή Δια Βίου Μάθησης. Όλες οι δομές αυτές να υπάγονται στην Αστυνομική Ακαδημία ως οιονεί - Αστυνομικό Πανεπιστήμιο.
Από ΕΥΠ σε Υπηρεσία Προστασίας της Ελληνικής ΔημοκρατίαςΗ άλλη άποψη, η δική μας, την οποία πρώτη φορά ανακοινώνουμε είναι η εξής: • Απόφοιτοι σχολών ελληνικών ΑΕΙ (όπως Νομικής, Πολιτικής Επιστήμης, Κοινωνιολογίας, Ψυχολογίας κ. α) στο 5ο εξάμηνο σπουδών τους μπορούν να επιλέξουν ειδική κατεύθυνση «Αστυνομικές Σπουδές» ή ειδικό κύκλο μαθημάτων που αναφέρονται στο αστυνομικό σώμα. Μετά τη λήψη του πτυχίου (και μέσα από ειδικούς συντελεστές βαρύτητας σε ορισμένα μαθήματα αλλά και ψυχοτεχνικές εξετάσεις) εγγράφονται στην Αστυνομική Ακαδημία για εκπαίδευση 6 μηνών που αφορά στις ιδιαίτερες πτυχές άσκησης του αστυνομικού έργου. Από τους εγγραφέντες (τον αριθμό των οποίων, όπως και τις αναγκαίες κατά περιόδους επιστημονικές ειδικότητες θα ορίζουν τα όργανα της Ακαδημίας) ορισμένοι μπορούν να επιλέξουν να ενταχθούν στο πολιτικό προσωπικό. Αυτά ως προς τους Αστυνόμους. (Μπορεί και να ιδρυθεί ειδικό τμήμα εγκληματολογικών σπουδών). • Ίδρυση ΤΕΙ Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης. Ίδια διαδικασία θα αφορά (6 μήνες εκπαίδευση μετά το πτυχίο) και τους Αστυφύλακες. • Ανοικτή η δυνατότητα κατατακτηρίων εξετάσεων για να εισέλθει ένας αστυφύλακας στη σχολή αστυνομικών. • Δημιουργία Ερευνητικού Ινστιτούτου Αστυνομικών Σπουδών, ενταγμένου στο Ινστιτούτο Αντεγκληματικής Πολιτικής για ανάπτυξη τεχνολογικών και πληροφοριακών εφαρμογών (τύπου CSI). • Ειδικά ΚΕΚ και ΙΕΚ της Αστυνομικής Ακαδημίας όπου οι σπουδαστές θα ενημερώνονται για ζητήματα ΜΜΕ (π. χ. ίδρυση Ρ/Σ: «Ο μπλε φίλος»), Διεθνών Σχέσεων, Οικονομίας, Μεταναστευτικής Πολιτικής, Σωφρονιστικής και θα μαθαίνουν Ξένες Γλώσσες. • Ειδικό Τμήμα Εκπαίδευσης ατόμων που προέρχονται από ειδικές κοινωνικές ομάδες (όπως αθίγγανοι, πομάκοι, ελληνοπόντιοι, πολιτογραφηθέντες). Τρεις προτάσεις που μπορεί να φαίνονται ότι δεν εντάσσονται ακριβώς στο θέμα μας αλλά οι οποίες για εμάς έχουν τη δική τους σημασία: • Πέραν της ιδρύσεως του Ινστιτούτου Αντεγκληματικής Πολιτικής και Αστυνομικών Σπουδών είναι αναγκαία η ίδρυση Εθνικού Συμβουλίου Πολιτικής για την Ασφάλεια (με συμμετοχή πολιτικών, δικαστών, συνηγόρου πολίτη, δικηγόρων κ. α). • Μετονομασία της ΕΥΠ σε Υπηρεσία Προστασίας της Ελληνικής Δημοκρατίας ή του Δημοκρατικού Πολιτεύματος. • Συγχώνευση των Υπουργείων Δικαιοσύνης και Προστασίας Πολίτη σε Υπουργείο Δικαιοσύνης, Δημόσιας Ασφάλειας και Προστασίας των Ελευθεριών. |
Το κοινωνικό προφίλ του αστυνομικού
Τίποτα όμως δεν μπορεί να πετύχει αν δεν αλλάξει το κοινωνικό προφίλ του Έλληνα Αστυνομικού. Όπως δεν μπορούμε να έχουμε εκπαίδευση χωρίς εκπαιδευτές κατά τον ίδιο τρόπο δεν μπορούμε να έχουμε Αστυνομία χωρίς αστυνομικούς με υψηλό αίσθημα αυτοεκτίμησης, με κοινωνική αναγνώριση και με εξασφαλισμένο status. Ο σύγχρονος αστυνόμος δεν παίζει κρυφτούλι με τους κλέφτες στις γωνίες της αλάνας ή της αυλής αλλά έχει ν’ αντιμετωπίσει την αυτοκρατορία του εγκλήματος, τον Killer Kapitalismus.
Για να τον έχουμε φίλο και προστάτη (στο δρόμο, στο σχολείο, στην επιχείρηση) πρέπει αφενός να του εμπιστευτούμε «στρατηγικό ρόλο» (κι όχι απλώς εκτελεστικό) κι αφετέρου να τον εκπαιδεύσουμε κατάλληλα. Ίσως αυτή νάναι η αρχή μιας νέας εποχής στις σχέσεις Αστυνομίας – Πολίτη αλλά και στην ορθή, σύγχρονη, αποτελεσματική και εντός των ορίων του Συντάγματος και του πολιτισμού μας, αντιμετώπιση του εγκλήματος.
*Καθηγητής Γιάννης Πανούσης,πρώην Υπουργός Προστασίας του Πολίτη.
**Δημήτρης Αναγνωστάκης, Γενικός Γραμματέας Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη.
***Βασίλης Μαστρογιάννης, Διδάκτωρ Δημόσιας Διοίκησης Παντείου Πανεπιστημίου.