In memoriam Καλλιόπης Σπινέλλη και Ιάκωβου Φαρσεδάκη
Το 2024 ήταν μια χρονιά απωλειών για την επιστήμη της Εγκληματολογίας στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς, καθώς έφυγαν από τη ζωή με διαφορά μερικών μηνών δύο σπουδαίοι άνθρωποι και κορυφαίοι επιστήμονες: η Ομότιμη Καθηγήτρια Καλλιόπη Σπινέλλη και ο Ομότιμος Καθηγητής Ιάκωβος Φαρσεδάκης. Όλοι/ες εμείς που είχαμε την τιμή να είματε φοιτητές/ριες τους και αργότερα συνεργάτες/ιδές τους είμαστε βέβαιοι ότι το σπουδαίο και πλούσιο διδακτικό, συγγραφικό και εν γένει ακαδημαϊκό έργο τους αποτελεί τεράστια παρακαταθήκη για την Εγκληματολογία και για τις επόμενες γενιές νέων επιστημόνων και στο Κέντρο Μελέτης του Εγκλήματος θα κάνουμε ό,τι είναι δυνατόν, ώστε η μνήμη τους να παραμείνει ζωντανή.
Σε αυτό το πλαίσιο, το CrimeTimes αναδημοσιεύει δύο παλαιότερες συνεντεύξεις τους στον Διονύση Χιόνη η πρώτη (2006) και στους Διονύση Χιόνη και Αναστασία Χαλκιά ο δεύτερος (2008), οι οποίες φιολοξενήθηκαν στο ηλεκτρονικό περιοδικό του Εργαστηρίου Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με τίτλο "the art of crime" στον ιστότοπο www.theartofcrime.gr.
ΚΑΛΛΙΟΠΗ ΣΠΙΝΕΛΛΗ
Συνέντευξη στον Διονύση Χιόνη
(Περιοδικό "the art of crime", τεύχος 2, Ιούλιος 2006)
- Tί ήταν αυτό που σας ώθησε να ασχοληθείτε με την εγκληματολογία
Η ερώτηση επιδέχεται μια σειρά από διαχρονικές λήψεις αποφάσεων:
Στο αρχικό στάδιο, πριν αποφοιτήσω από το Αρσάκειο είχα ήδη επιλέξει την θεωρητική κατεύθυνση, και ιδίως την Επιστήμη της Θέμιδος, παρά το γεγονός ότι με γοήτευαν τα μαθηματικά, και ιδίως η άλγεβρα, το σχέδιο, και η αρχιτεκτονική.
Το δεύτερο στάδιο απόφασης έχει να κάνει με τη φοίτησή μου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στο πρώτο έτος, διδασκόμασταν, μεταξύ άλλων, εισαγωγή στις ποινικές επιστήμες. Η εξεταστέα ύλη περιλαμβανόταν σε ένα κείμενο λιγοστών αλλά μεστών σελίδων, του αείμνηστου Νικολάου Χωραφά. ΄Ήταν το κείμενο που μου μίλησε στο νου και την καρδιά. Το κείμενο αναφερόταν σε ένα γνωστικό αντικείμενο που είχε ανθρωπιά, φιλοσοφικές προεκτάσεις και κοινωνικούς προβληματισμούς. Ήταν το μόνο σύγγραμμα, που για μένα, την πρωτοετή φοιτήτρια με τις περιορισμένες ειδικές γνώσεις και τις ειδικότερες ευαισθησίες για τον άνθρωπο και την κοινωνία, μπορούσε να διαβαστεί ξανά και ξανά. Και η γοητεία της μελέτης αυτής βρισκόταν ιδίως στο ότι ήταν αυθόρμητη και δεν αποσκοπούσε σε συμμετοχή σε γραπτή άσκηση, που δίναμε εκείνη την εποχή, κατά το πρότυπο της νομικής εκπαίδευσης σε πολλά γερμανικά Πανεπιστήμια – πρακτική που ακόμα ισχύει εκεί - προκειμένου να μας επιτραπεί να παρουσιαστούμε για εξετάσεις σε κάθε συγκεκριμένο μάθημα.
Το τρίτο στάδιο απόφασης χαρακτηρίζεται από τη θητεία μου ως επιστημονικής βοηθού στο Ινστιτούτο Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου, όπου είχα επιλεγεί από τον αείμνηστο καθηγητή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Πέτρο Βάλληνδα. Εκεί άρχισα να παρακολουθώ τα βιβλία και περιοδικά που παρελάμβανε το Ινστιτούτο. Έτσι διαπίστωσα ότι κάθε μέρα έβαζα στην άκρη για διάβασμα κυρίως ό,τι συναρτάτο με τις ποινικές επιστήμες, την κοινωνιολογία, τη φιλοσοφία του δικαίου, τους ανηλίκους και το οικογενειακό δίκαιο.
Το τέταρτο στάδιο - ή αν προτιμάτε ένας σημαντικός συντελεστικός παράγων στην επιλογή της εγκληματολογίας πλέον - ήταν η σύντομη, εθελοντική προσφορά συμβουλευτικής (counseling) στο Ίδρυμα Αγωγής Θηλέων. Εκεί διαπίστωσα, ιδιαίτερα (α) τις προσωπικές μου ελλείψεις – η αποφοίτηση από τη Νομική δεν με είχε εφοδιάσει με τα απαραίτητα για τη διαδικασία αυτή προσόντα - αλλά και (β) τις ελλείψεις του κλάδου της Σωφρονιστικής.
Το πέμπτο και τελευταίο στάδιο προέκυψε από την απόφαση να επισκεφθώ ιδρύματα στις ΗΠΑ και να αντλήσω γνώσεις για τη μεταχείριση των κρατουμένων. Η Εγκληματολογία, στην ευρεία της έννοια, με είχε κατακτήσει. Η εξάμηνη παραμονή μου, σύμφωνα με το αρχικό σχεδιασμό, μού έδειξε ότι οι απλές επισκέψεις στα ιδρύματα και οι συζητήσεις με ειδικούς, όσο καλά οργανωμένες και αν ήταν, δεν οδηγούσαν στην απόκτηση εμπεριστατωμένης γνώσης.
Γι αυτό , με το πτυχίο της Νομικής επεδίωξα και έγινα δεκτή στο Πανεπιστήμιο Loyola, όπου ο καθηγητής-σύμβουλος σ κατάρτισε, ειδικά για μένα, ένα πρόγραμμα παρακολούθησης και εξετάσεων σε μαθήματα διάφορων τομέων, όπως στην κοινωνιολογία, την ψυχολογία, τη συμβουλευτική, και την ψυχιατρική.
Ένας χρόνος κύλησε έτσι και οι ανάγκες για περισσότερη εμβάθυνση στο αντικείμενο της εγκληματολογίας, ένα από τα μαθήματα που μου είχαν συστήσει στο πλαίσιο της κοινωνιολογίας, έγινε αισθητή. Έτσι, έκανα αίτηση στο Πανεπιστήμιου του Σικάγου – γνωστό για τη Σχολή του Σικάγου ή την οικολογική θεωρία της εγκληματογένεσης που αναπτύχθηκε σε αυτό – και έγινα δεκτή στη Νομική Σχολή για το πρώτο μεταπτυχιακό τίτλο (Master in Comparative Law). Το πτυχίο αυτό θα μου το χορηγούσε η Νομική Σχολή, αλλά θα ήταν διατομεακό: δηλαδή θα μου ενέκριναν ορισμένα μαθήματα στο Τμήμα της Κοινωνιολογίας, της Ψυχολογίας και της Διοίκησης Κοινωνικών Υπηρεσιών που θα παρακολουθούσα και θα εξεταζόμουν σε αυτά προκειμένου να αποκτήσω τις απαιτούμενες διδακτικές μονάδες. Τόσο η Νομική Σχολή, όσο και οι άλλοι τομείς είχαν ξεχωριστούς καθηγητές, γνωστούς και στη διεθνή βιβλιογραφία, όπως ο Max Rheinstein (Συγκριτικό Δίκαιο και Οικογενειακό), o Karl Llwelyn (Εισαγωγή στο Δίκαιο και Φιλοσοφία του Δικαίου), o James Short (εγκληματολόγος ερευνητής), ο Robert Hess (ψυχολόγος ερευνητής), ο Jim Shireman (Προϊστάμενος Επιμελητής Ανηλίκων), η Margaret Keeny Rosenheim (Δίκαιο Ανηλίκων), ο Bruno Bettelheim (ψυχίατρος- ψυχοθεραπευτής) κ.ά.
Τη συνέχεια τη μαντεύετε! Το Master, που ολοκληρώθηκε με μια διπλωματική εργασία με θέμα το θεσμό της δοκιμασίας με επιτήρηση, αποτέλεσε, απλώς την πρόγευση της εγκληματολογικής μου γνώσης. Έτσι άνοιξε ο δρόμος για τις διδακτορικές μου σπουδές....
- Πόσο δύσκολο ήταν να ασχοληθείτε με την εγκληματολογία, όταν ως επιστήμη στην Ελλάδα βρισκόταν στα πρώτα στάδια της σύγχρονης εξέλιξής της;
Πράγματι, η επιστροφή στην Ελλάδα έμοιαζε με ανώμαλη προσγείωση, ιδιαίτερα επειδή περιμένοντας την Τριμελή Επιτροπή να διαβάσει τη διατριβή μου , είχα ήδη προσληφθεί ως ερευνήτρια αρχικά και στη συνέχεια ως Διευθύντρια Πληροφόρησης σε θέματα απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους παραβάτες από το « Εθνικό Συμβούλιο Δικαστών Ανηλίκων»που έδρευε στον Αμερικανικό Δικηγορικό Σύλλογο – το Σύλλογο δηλαδή όλης της Αμερικής και όχι μιας Πολιτείας. Είχα λοιπόν στη διάθεσή μου μια τεράστια βιβλιοθήκη και απίθανες ερευνητικές διευκολύνσεις, Η «πληροφόρηση» συνίστατο στην παροχή νομικών απαντήσεων σε ερωτήματα σχετικά με τη νομοθεσία και νομολογία, όπως παρουσιαζόταν στα βιβλία και στην πράξη (law in the books and law in action) . Τις ερωτήσεις απηύθυναν προς το Συμβούλιό μας δικαστές, νομοπαρασκευαστικές επιτροπές κλπ. και αυτές αφορούσαν την έννομη τάξη μιας συγκεκριμένης Ευρωπαϊκής χώρας, μιας ηπείρου (π.χ την Αυστραλία, η οποία έχει αναπτυγμένη εγκληματολογία και θεσμούς αντεγκληματικής πολιτικής) ή μιας πολιτείας των ΗΠΑ.
Όταν ολοκληρώθηκε η διαδικασία για την απονομή του διδακτορικού τίτλου, μού χορήγησαν μια εξάμηνη άδεια να διερευνήσω δυνατότητες εργασίας στην Ελλάδα. Πίστευαν ότι δεν θα έβρισκα κάτι ικανοποιητικό και ότι θα επέστρεφα. Και δεν είχαν άδικο. Τελικά, χρειάστηκε να μου χορηγήσουν μια δεύτερη εξάμηνη άδεια. Η επιλογή ήταν δύσκολη. Είχα να διαλέξω ανάμεσα στην εγκατάλειψη της ερευνητικής, επαγγελματικής . εγκληματολογικής όασης των ΗΠΑ και στην εγκατάσταση στην ερευνητική, διδακτική και επαγγελματική έρημο της Ελλάδας. Νίκησε η Ελλάδα. Αποφάσισα να βάλω ένα ακόμη λιθαράκι σε όσα προϋπήρχαν.
- Πώς έχει διαμορφωθεί η κατάσταση στο χώρο της επιστήμης της εγκληματολογίας σήμερα;
Για την εξέλιξη της εγκληματολογίας στην Ελλάδα, ιδίως τα τελευταία χρόνια, έχουν γράψει διάφοροι συνάδελφοι αλλά και εγώ στη νέα έκδοση της Εγκληματολογίας μου που κυκλοφόρησε φέτος. Εδώ αρκεί να επισημάνω ότι σήμερα το γνωστικό αντικείμενο της Εγκληματολογίας στην ευρεία του έννοια, διδάσκεται σε έξη πανεπιστήμια της χώρας (Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Πάντειο, Θράκης, Αιγαίου, Πελοποννήσου), σε ΤΕΙ Κοινωνικής Εργασίας, στην Αστυνομική Ακαδημία και αλλού. Στα ιδρύματα αυτά διεξάγονται, φυσικά, και έρευνες. Την εγκληματολογική έρευνα προωθεί εξάλλου, και το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών. Ιδιαίτερα οι σχετικές εκδοτικές του δραστηριότητες συντέλεσαν ουσιαστικά στην καθιέρωση και εξέλιξη της Εγκληματολογίας στη χώρα μας. Αυτόν τον καιρό μάλιστα βρίσκεται στη διαδικασία ολοκλήρωσης επεξεργασίας των συλλεγέντων δεδομένων μια μεγάλη έρευνα για την ποιότητα ζωής των παιδιών στα σχολεία της περιφέρειας του Δήμου Αθηναίων. Η έρευνα διεξάγεται σε συνεργασία με την Αντιδήμαρχο κυρία Βαλσαμάκη και θίγει καίρια ζητήματα, όπως την επιθετικότητα των μαθητών, τη βία στα σχολεία, την διάδοση εξαρτησιογόνων ουσιών σε αυτά κλπ.
Σήμερα, υπάρχουν πλέον αρκετοί, καλά καταρτισμένοι, εγκληματολόγοι στην Ελλάδα. Οι εγκληματολόγοι συμμετέχουν σε νομοπαρασκευαστικές επιτροπές των Υπουργείων, σε συμβούλια που καθορίζουν την εγκληματοπροληπτική πολιτική, στο Συνήγορο του Πολίτη –Τμήμα Δικαιωμάτων του Παιδιού (δυο διδάκτορες του Τομέα μας της εγκληματολογικής κατεύθυνσης). Επίσης, υπάρχουν ήδη θεσμοθετημένες θέσεις εγκληματολόγων σε καταστήματα κράτηση: Ένας υποψήφιος διδάκτοράς μας υπηρετεί ήδη στο Κέντρο Απεξάρτησης Κρατουμένων στη Θήβα, και ένας εγκληματολόγος -παλιός φοιτητής και μετέπειτα συνεργάτης μας στα εγκληματολογικά μαθήματα-, στον Κορυδαλλό). Τονίζω, ότι στη σχετική νομοθεσία αναφέρεται ρητά η θέση και η ειδικότητα του εγκληματολόγου. Αυτές όλες είναι πρόσφατες κατακτήσεις και αναδεικνύουν την αναγνώριση του κλάδου, ο οποίος πλέον έχει και τον επιστημονικό-επαγγελματικό του σύλλογο: την Ελληνική Εταιρεία Εγκληματολογίας που αποτελεί ελληνικό παράρτημα της Διεθνούς Εταιρίας Εγκληματολογίας, η οποία εδρεύει στο Παρίσι και έχει συμβουλευτική ιδιότητα σε όλους τους μεγάλους διεθνείς οργανισμούς.
- Είστε ικανοποιημένη από το επίπεδο της χώρας μας σε σχέση με το αντίστοιχο ευρωπαϊκό ή διεθνές;
Ύστερα από όσα προανέφερα, θα έπρεπε να σας ομολογήσω ότι είμαι ικανοποιημένη, Ωστόσο, επειδή το ερώτημα βάζει την παράμετρο σύγκρισης, πρέπει να είμαι συγκρατημένη στην απάντησή μου.
Η Εγκληματολογία στην Ελλάδα σαφώς και δυστυχώς δεν βρίσκεται στο ίδιο υψηλό επίπεδο που βρίσκεται η θεραπεία και η αξιοποίηση του γνωστικού αυτού αντικειμένου στην Ευρώπη των 15 ή στις ΗΠΑ ή την Αυστραλία (Στην Ευρώπη των 25 τα πράγματα αλλάζουν).
- Ποιος είναι ο ρόλος του εγκληματολόγου σήμερα;
Η ερώτηση αυτή εν μέρει αφορά τα πιο πάνω παραδείγματα επαγγελματικής σταδιοδρομίας των εγκληματολόγων. Πέρα από αυτά, σημειώνω τους τομείς (α) της έρευνας, και (β) της διδασκαλίας σε ΑΕΙ, ΤΕΙ και άλλες σχολές. Επίσης είναι δυνατή η αξιοποίηση της εγκληματολογικής γνώσης, από εργαζόμενους στο Σύστημα Ποινικής Δικαιοσύνης (αστυνομία, εισαγγελία, δικαστήρια, επιμελητές ανηλίκων επιμελητές αρωγής ενηλίκων, δηλ. σε φορείς εκτέλεσης εξω-ιδρυματικών κυρώσεων, καθώς και σε καταστήματα κράτησης κάθε είδους.. Τέλος, παράπλευρα οι εγκληματολόγοι διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε γνωμοδοτικές, συμβουλευτικές κλπ. επιτροπές και συμβούλια που χαράσσουν την αντεγκληματική πολιτική της χώρας μας.
- Πώς λειτουργεί στη διαμόρφωση της επιστήμης το γεγονός ότι οι εγκληματολόγοι προέρχονται από διάφορους επιστημονικούς κλάδους, π.χ. νομική, κοινωνιολογία, ψυχολογία;
Η εγκληματολογική επιστήμη είναι από τη φύση της διεπιστημονική. Ο αείμνηστος θεμελιωτής της Εγκληματολογίας στην Ελλάδα, Κ.Γαρδίκας, έγραφε ότι η Εγκληματολογία βασίζεται στα πορίσματα άλλων επιστημών, όπως της βιολογίας, της ανθρωπολογίας, της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας, της στατιστικής, της ιατρικής, της ψυχιατρικής, της νομικής ακόμη και της αρχιτεκτονικής (για τα καταστήματα κράτησης).Κατά συνέπεια, το ότι οι Εγκληματολόγοι προέρχονται από διαφορετικούς κλάδους είναι απόρροια της φύσης της. Το γεγονός αυτό δεν είναι ανασχετικό, και δεν δημιουργεί ανυπέρβλητες επιστημονικές έριδες ή αντιφάσεις. Αντίθετα, αποβαίνει συχνά σε στοιχείο εμπλουτισμού και η σύμπραξη ή συνέργια επιστημόνων με διαφορετικό επιστημονικό υπόβαθρο λειτουργεί εποικοδομητικά.
- Τί προσδοκάτε να αλλάξουν στο χώρο οι νέοι εγκληματολόγοι και ποιά συμβουλή θα τους δίνατε;
Από ό,τι προηγήθηκε προκύπτει η ύπαρξη ενός γενικότερου και ενός ειδικότερου ελλείμματος.
Το γενικότερο έλλειμμα αφορά :
- την έρευνα,
- τη διεκδίκηση επαρκών ερευνητικών κονδυλίων για τη συμμετοχή της Ελλάδος σε Ευρωπαϊκές και διεθνείς - στο πλαίσιο του ΟΗΕ - έρευνες (π.χ. έρευνες θυματοποίησης) και
- την κατάρτιση συγκρίσιμων με τη Eurostat και έγκαιρα διαθέσιμων εγκληματολογικών στατιστικών.
Το ειδικότερο έλλειμμα σχετίζεται με τον Τομέα Ποινικών Επιστημών. Απαιτείται:
- η ενίσχυση και αναγνώριση της εγκληματολογικής κατεύθυνσης στο πλαίσιο του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών και
- η καλύτερη κατάρτιση των εγκληματολόγων μας στη μεθοδολογία και τη βασική στατιστική ανάλυση.
- Η εγκληματολογία στη Νομική Σχολή Αθηνών είναι επιλεγόμενο μάθημα. Νομίζετε ότι είναι ορθό αυτό;
Σε πολλά Ευρωπαϊκά πανεπιστήμια αλλά και σε όλα, αν δεν κάνω λάθος, τα Αμερικανικά, τα υποχρεωτικά μαθήματα είναι ελάχιστα. Υποχρεωτικά είναι μόνο αυτά που ονομάζονται ¨προαπαιτούμενα¨ δηλαδή είναι απαραίτητα προκειμένου να επιλέξει κανείς κάποιο εξειδικευμένο μάθημα ή να πάρει το πτυχίο του. Η πλειονότητα, λοιπόν, των μαθημάτων είναι επιλεγόμενα. Το σύστημα επιλογών έχει πλεονεκτήματα. Το πρώτο είναι ότι δεν συνωθούνται στις αίθουσες διδασκαλίας αδιάφορα άτομα. Το δεύτερο και κύριο είναι ότι ο φοιτητής, με τη βοήθεια του καθηγητή-συμβούλου, καταρτίζει, κάθε εξάμηνο, ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα σπουδών το οποίο ικανοποιεί την κλίση του, τα ενδιαφέροντά του, τις δυνάμεις του για μελέτη και για έρευνα και, φυσικά, τη μελλοντική επαγγελματική του σταδιοδρομία, αν έχει καταλήξει στο τι ακριβώς επιθυμεί να κάνει μετά την αποφοίτησή του. Λ.χ. γιατί πρέπει να γνωρίζει Εγκληματολογία, αν δεν το επιθυμεί, εκείνος που ενδιαφέρεται για το Τραπεζικό Δίκαιο και προορίζεται να εργαστεί σε κάποια Τράπεζα; Και το αντίθετο: Γιατί πρέπει να ασχοληθεί με το Εμπορικό Δίκαιο εκείνος που οραματίζεται τον εαυτό του επιμελητή ανηλίκων ;
Αυτό που πρέπει να διδαχθεί ένας φοιτητής είναι τη μέθοδο της νομικής σκέψης μαζί με τις βασικές δικαιϊκές γνώσεις. Η νομική επιστήμη είναι εν πολλοίς μέθοδος. Είναι μέθοδος : (α) διερεύνησης του εφαρμοστέου δικαίου μέσα από την αναζήτηση της σχετικής νομοθεσίας, νομολογίας και βιβλιογραφίας , (β) συλλογισμών (πρόταση μείζων, ελάσσων, συμπέρασμα), (γ) ανεύρεσης και κατάστρωσης επιχειρημάτων, και (δ) ανάπτυξης και εκφοράς πειστικού και περιεκτικού προφορικού λόγου (ρητορική). Τα παραπάνω αντιλαμβάνεται κανείς καλύτερα, αν έχει υπόψη του ότι π.χ. και το Συγκριτικό Δίκαιο είναι μέθοδος. Δεν είναι ένας συγκεκριμένος κλάδος του Δικαίου, αλλά μέθοδος διαχρονικής ή διατοπικής σύγκρισης εννόμων τάξεων, θεσμών ή επίλυσης ενός νομικού προβλήματος, λ.χ. άλλοτε και τώρα, ή στη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ελλάδα.
- Πώς επιδρά η έλλειψη εγκληματολογικής παιδείας αστυνομικών, δικηγόρων, δικαστών (και λοιπών εμπλεκομένων προσώπων) στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης;
Δεν θα συμφωνούσα ότι υπάρχει τέτοια έλλειψη. Υπάρχει έλλειψη ενδο-υπηρεσιακής επιμόρφωσης. Το ζητούμενο, επομένως, εδώ είναι η οργάνωση και εκτέλεση μέσα στον φορέα εργασίας, σε τακτά χρονικά διαστήματα, ειδικών σεμιναρίων κατάρτισης των νεο-εισερχομένων σε ένα κλάδο αλλά και επανεκπαίδευσης των παλαιοτέρων εργαζόμενων σε αυτόν. Στον ιδιωτικό τομέα ακολουθείται με επιτυχία η πρακτική αυτή και συντελεί στη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των προσφερόμενων υπηρεσιών.
- Σε ποιούς τομείς χρειάζεται άμεσα βελτίωση το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης στη χώρα μας;
Εκτιμώ ότι σε πέντε βασικούς τομείς απαιτείται άμεση παρέμβαση, ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για:
- θεσμοθέτηση και δοκιμαστική εφαρμογή της επανορθωτικής δικαιοσύνης (εξω-δικαστική επίλυση των μικρής απαξίας εγκλημάτων, διαμεσολάβηση, αποζημίωση του θύματος κλπ),
- εφαρμογή των διατάξεων που υπάρχουν από το έτος 1991 και προβλέπουν εξω-ιδρυματικές ποινές ( αναστολή εκτέλεσης της φυλάκισης με επιτήρηση, απόλυση υπό όρο με επιτήρηση, προσφορά κοινωφελούς εργασίας), αλλά που δεν έχουν εφαρμοσθεί για διαφόρους λόγους.
- δοκιμαστική και μη καταναγκαστική, επιβολή της ηλεκτρονικής επιτήρησης σε ορισμένους εγκληματίες,
- υιοθέτηση της αρχής της σκοπιμότητας στην ποινική δίωξη ορισμένων εγκλημάτων,
- αξιολόγηση από ερευνητικά ιδρύματα της χώρας των δικονομικών μεταρρυθμίσεων που έχουν γίνει με σκοπό την ταχύτητα απονομής της ποινικής δικαιοσύνης και την αποσυμφόρηση των δικαστηρίων- γενικά είναι σκόπιμη η αξιολόγηση των όποιων νομοθετικών αλλαγών μετά από δύο χρόνια εφαρμογής τους.
Ποια ήταν η καλύτερη στιγμή που θυμάστε από την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία σας;
Η ακαδημαϊκή σταδιοδρομία δεν έχει «καλύτερη στιγμή» αλλά αλλεπάλληλες, συχνά έντονα θετικά και συναισθηματικά φορτισμένες, στιγμές. Θυμάμαι:
- την επάνοδο στη Νομική Σχολή, μετά τη μεταπολίτευση, του Γ.-Α. Μαγκάκη, καθηγητή του Ποινικού Δικαίου και της Ποινικής Δικονομίας, ύστερα από την εκδίωξή του από Πανεπιστήμιο και τη σύλληψή του από τους συνταγματάρχες όταν πρόφερε τη φράση, κλείνοντας το μάθημά του, ¨θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία¨,
- την επιτυχή υποστήριξη της διατριβής μου για υφηγεσία και το ικανοποιητικό, πρώτο δοκιμαστικό μάθημα ενώπιον της Σχολής,
- το πρώτο μου δημιουργικό μάθημα στο podium της Σαριπόλων, εκεί που άλλοτε βρισκόμουν στα φοιτητικά έδρανα,
- τη συμβολή μου στη δημιουργία του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών του Τομέα μας και την έγκρισή του από το ΥΠΕΠΘ με τη δημοσίευση του Κανονισμού στο ΦΕΚ,
- την ενεργό παρουσία μου, σωστότερα όχι τη δική μου αλλά του Νομικού Τμήματος του ΕΚΠΑ, σε πανεπιστήμια των κρατών-μελών της ΕΕ των 15 ως Προέδρου όλου του Νομικού Τμήματος των Προγραμμάτων Erasmus/Socrates,
- τη σύμπραξή μου σε φράσεις ή κείμενα στο πλαίσιο συναντήσεων του ΟΗΕ, του Συμβουλίου της Ευρώπης ή ελληνικών νομοπαρασκευαστικών επιτροπών , ιδιαίτερα, όταν, μετά τη δημοσίευσή τους, αναγνώριζα τη συγκεκριμένη συμβολή μου.
Θα ήθελα να κλείσω τη συνέντευξη αυτή με τα συγχαρητήριά μου σε όλους όσοι εργάζονται στο Εργαστήριο Ποινικών και Εγκληματολογικών Ερευνών και στο συνάδελφο Ν.Κουράκη που σας εμπνέει. Ακόμη θα ήθελα να παρακαλέσω να διαβάσετε τα παραπάνω έχοντας στο νου σας ότι δεν κατόρθωσα να ξεφύγω από τον παιδευτικό χαρακτήρα στις απαντήσεις μου. Ίσως αυτό οφειλόταν στις προκλήσεις που περιείχαν οι ενδιαφέρουσες ερωτήσεις σας. Ίσως γιατί ενδόμυχα, επιθυμούσα να μεταφέρω στις νεότερες γενιές, τον τρόπο λειτουργίας της Νομικής Σχολής μας τον ...προηγούμενο αιώνα!
ΣΥΛΛΥΠΗΤΗΡΙΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ (ΙΟΥΛ. 2024)
Η Καλλιόπη Σπινέλλη άφησε ανεξίτηλο το στίγμα της στην Εγκληματολογία και αναμφίβολα επηρέασε, επηρεάζει και θα συνεχίσει να επηρεάζει πρόσωπα και καταστάσεις με το σύνολο του σπουδαίου ακαδημαϊκού έργου της. |
ΙΑΚΩΒΟΣ ΦΑΡΣΕΔΑΚΗΣ

Συνέντευξη στους
Διονύση Χιόνη - Αναστασία Χαλκιά
(Περιοδικό "the art of crime", τεύχος 8, Μάιος 2008)
1) Ποιες είναι οι σπουδές σας και ποια η σημερινή σας θέση;
Σπούδασα Νομικά, Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Μετεκπαιδεύτηκα στο εξωτερικό, στον Καναδά, στην Γερμανία, στην Ολλανδία, αλλά, κυρίως, στην Γαλλία στην Εγκληματολογία, στην Φιλοσοφία και στην Κοινωνιολογία του Δικαίου, στην Ιστορία των Θεσμών, στο Συγκριτικό Δίκαιο και στις Ευρωπαϊκές Σπουδές. Έλαβα τρία Μεταπτυχιακά Διπλώματα (Diplômes d’Études Supérieures) και το κρατικό διδακτορικό Δίπλωμα στο Δίκαιο ( Doctorat d’État en Droit) με την ανώτατη διάκριση «Très Honorable avec Éloge spécial du Jury» από τη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.
Σήμερα, μετά από υπερτριακονταετή υπηρεσία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, εικοσαετή διεύθυνση του Τομέα Εγκληματολογίας, και διδασκαλία σε γνωστά ξένα Πανεπιστήμια, είμαι Ομότιμος Καθηγητής και διευθύνω το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Εγκληματολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου.
2) Ξεκινήσατε να ασχολείστε με την εγκληματολογία σε μία περίοδο που στην Ελλάδα δεν ήταν ακόμη τόσο αναπτυγμένη. Πώς προέκυψε η επιλογή σας αυτή;
Δεν είναι πολύ γνωστό, όμως, η χώρα μας ήταν κάποτε πρωτοπόρος στη διδασκαλία της Εγκληματολογίας, κυρίως λόγω του αειμνήστου δασκάλου μου Κωνσταντίνου Γαρδίκα. Όταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος επισκέφθηκε ως Πρωθυπουργός το 1929 την Ελβετία του γνώρισαν τον Γαρδίκα, διαπρέποντα Υφηγητή (όχι Εγκληματολογίας) στο Πανεπιστήμιο της Γενεύης, ένα εκ των τότε αποκαλουμένων τεσσάρων «σοφών» που είχαν συντάξει το 1923 το Καταστατικό της μετέπειτα αποκληθείσας Ιντερπόλ. Μόλις επέστρεψε στην Ελλάδα ο Βενιζέλος, (μετά από εισήγηση του συνοδεύοντος αυτόν παλαιού του φίλου από την εποχή του Θερίσου και την ίδρυση του Κόμματος των Φιλελευθέρων, γερουσιαστή και εγκρίτου ποινικολόγου και εγκληματολόγου, στον οποίο οφείλουμε την μονογραφία «Η εγκληματούσα γυναίκα» του εκδοτικού οίκου Ελευθερουδάκη», την μετάφραση του σημαντικού για την εποχή του έργου του Guilhermet «Το εγκληματικό περιβάλλον» του ίδιου εκδοτικού οίκου, την προετοιμασία και σύνταξη της Εισηγητικής Έκθεσης στην Γερουσία για τα «Παιδικά Δικαστήρια»,κ.α Ευστρατίου Φωτάκη), ίδρυσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ειδική Έδρα Εγκληματολογίας και λίγο αργότερα το 1932 στο Πάντειο (όπου ο Φωτάκης ήταν Μέλος της πρώτης εξαμελούς Διοικούσας Επιτροπής) αντίστοιχη Έδρα «Ανακριτικής και Εγκληματολογίας» με πρώτο Καθηγητή τον Κωνσταντίνο Γαρδίκα. Εκείνη την εποχή μόνο το Βέλγιο διέθετε ξεχωριστή Έδρα Εγκληματολογίας. Όλες οι άλλες χώρες, που στη συνέχεια μας προσπέρασαν και ίδρυσαν Σχολές Εγκληματολογίας, Ινστιτούτα Εγκληματολογίας κλπ., μόνο μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο προχώρησαν σε κάτι τέτοιο.
Όλα αυτά για να απαντήσω στο ερώτημά σας και να σας πω πως, όπως φαίνεται, τίποτε δεν είναι πλήρως τυχαίο. Συμβαίνει ο Ευστράτιος Φωτάκης να ήταν θείος μου, αδελφός της γιαγιάς μου συγκεκριμένα και να συνεχίζω το δικηγορικό του γραφείο που ιδρύθηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα, με την ενδιάμεση διαδοχή του άλλου θείου μου, εγκρίτου δικηγόρου αλλά όχι εγκληματολόγου, Ευστρατίου Βίγλη. Όταν, ακμαίος ακόμη, ο Ευστράτιος Φωτάκης απεβίωσε, ήμουν δώδεκα ετών. Κληρονόμησα ένα μέρος της μεγάλης του Βιβλιοθήκης στην οποία τα εγκληματολογικά βιβλία, σε ξένες κυρίως γλώσσες, ήταν πάμπολλα. Κι επειδή είχα από πολύ νωρίς μια σχετική άνεση με τις ξένες γλώσσες, εξ απαλών ονύχων, θα μπορούσε να πει κανείς, άρχισα να μυούμαι στα της Εγκληματολογίας. Και ξέρετε ποια σημασία έχουν οι επιδράσεις στην παιδική-εφηβική ηλικία. Δεύτερο σημαντικό παράγοντα για την ενασχόλησή μου με την Εγκληματολογία αποτέλεσε η διδασκαλία στη Νομική Σχολή του Κωνσταντίνου Γαρδίκα και, στη συνέχεια, εκείνη του Jacques Léauté στη Νομική Σχολή του Στρασβούργου και οι έρευνες μαζί του στο Ινστιτούτο Εγκληματολογίας του ίδιου Πανεπιστημίου.
3) Με αφορμή τη συμπλήρωση 75 χρόνων διδασκαλίας της Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και κάνοντας έναν απολογισμό των όσων επιτεύχθηκαν, ποιες είναι οι άμεσες προσδοκίες στη συνέχεια;
Εκκρεμεί η δημιουργία αυτοτελούς Τμήματος Εγκληματολογίας. Η πρωτοπόρος κάποτε Ελλάδα δεν μπορεί να παραμένει ουραγός. Το σχετικό αίτημα, μετά από σχετική ομόφωνη απόφαση της Συγκλήτου βρίσκεται στο Υπουργείο Παιδείας. Ήδη από το 1956, με την σχετική Έκθεση της UNESCO, τέθηκαν σε σωστές βάσεις οι προϋποθέσεις ορθής διεπιστημονικής εγκληματολογικής εκπαίδευσης, μέσα σε ανεξάρτητα Τμήματα ή Ινστιτούτα, μέσα στα πλαίσια Σχολών Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. Τις προϋποθέσεις που θέτει η Έκθεση πληροί μόνο το Πάντειο στη χώρα μας. Πρώτες εφαρμογές της υπόδειξης αυτής της Έκθεσης ήταν η ταυτόχρονη δημιουργία το 1960 της περίφημης Σχολής Εγκληματολογίας του Μόντρεαλ και του Ινστιτούτου Εγκληματολογίας του Καίμπριτζ.
4) Ποιος θα πρέπει να είναι ο ρόλος και η συμμετοχή του εγκληματολόγου στη διαμόρφωση της αντεγκληματικής πολιτικής στη σύγχρονη Ελλάδα και μέσα από ποιους βασικούς θεσμικούς φορείς μπορεί να επιτευχθεί;
Ο ρόλος αυτός έπρεπε να είναι νευραλγικός, αλλά δεν ξέρω αν μπορεί να είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι. Συνήθως, και όχι μόνο στη χώρα μας, οι εγκληματολόγοι δεν εισακούονται ή δεν καλούνται καν να εκφέρουν τις απόψεις τους, παρότι είναι εξαιρετικά χρήσιμη, για να μην πω απολύτως απαραίτητη, η συμμετοχή τους στις Υπηρεσίες που εξαρτώνται από τα Υπουργεία Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Κοινωνικής Αντίληψης, Παιδείας κλπ.
5) Με βάση την εμπειρία σας από τη συμμετοχή σας σε ευρωπαϊκούς και διεθνείς οργανισμούς, ποιες από τις δράσεις τους αξιολογείτε θετικότερα ως προς τη συμβολή τους στην αντεγκληματική πολιτική;
Παρακολουθώντας τα τελευταία σαράντα χρόνια συστηματικά τις σχετικές δραστηριότητες και μετέχοντας στα οργανούμενα από τους μεγάλους διεθνείς οργανισμούς συνέδρια, συμπόσια, ημερίδες, κλπ(έχω παραστεί σε πάνω από τριακόσια), μπορώ με ασφάλεια να πω πως το έργο που έχουν επιτελέσει είναι σημαντικό. Έχουν βοηθηθεί σε μεγάλο βαθμό και από τις πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν εκάστοτε και τις πιέσεις που ασκούν ορισμένες εξαιρετικά δραστήριες μη κυβερνητικές οργανώσεις. Δυστυχώς, συχνά οι προτάσεις τους, οι Συστάσεις τους, ακόμη και οι Αποφάσεις τους, δεν εφαρμόζονται από τις εθνικές κυβερνήσεις.
6) Εναλλακτικοί θεσμοί πρόληψης του εγκλήματος, όπως τα Τοπικά Συμβούλια Πρόληψης της Εγκληματικότητας (ΤοΣΠΕ), αλλά και εναλλακτικοί τρόποι έκτισης της ποινής, όπως η κοινωνική εργασία, συνεχίζουν να παραμένουν σχεδόν ανενεργοί στη χώρα μας. Πού πιστεύετε ότι οφείλεται αυτό;
Σε ότι αφορά τα πρώτα, στο γεγονός ότι δεν ακολουθήθηκαν τα επιτυχημένα πρότυπα κάποιων ξένων χωρών, ενώ δεν υπάρχει πυραμιδοειδής οργάνωση(Εθνικό, Περιφερειακά, τοπικά), ούτε κεντρική διυπουργική επιτελική στελέχωση.
Σε ότι αφορά τα υπόλοιπα, στο γεγονός ότι δεν έχουν δημιουργηθεί οι αναγκαίες υποστηρικτικές υπηρεσίες, ενώ υπάρχει και πρόβλημα δικαστών.
7) Στην ιστορική εξέλιξη της Εγκληματολογίας ποιες από τις επιστημονικές προσεγγίσεις θεωρείτε ότι συνέβαλαν σημαντικά στη σύγχρονη διαμόρφωσή της;
Λίγο-πολύ όλες οι γνωστές. Καθεμιά συνεισέφερε, έστω και σε μικρό βαθμό. Ακόμη και οι εμφανιζόμενες ως ακραίες και ως αρνητές της ίδιας της Εγκληματολογίας, είχαν και κάποιες θετικές πλευρές, αφού μας ανάγκασαν να ξανασκεφθούμε ορισμένα πράγματα που θεωρούσαμε ως δεδομένα και να διορθώσουμε την πορεία μας.
8) Ποιες είναι οι βασικές θεωρητικές τοποθετήσεις που κληρονόμησε η εγκληματολογία από την αρχαία ελληνική σκέψη;
Το θέμα είναι τεράστιο. Αντί άλλης απάντησης παραθέτω όσα σημείωσε ο Maurice Jodelet στην διδακτορική διατριβή του με τίτλο «La conception de la peine chez Platon»: «δεν υπάρχει καμιά ιδέα συγχρόνων ποινικολόγων και εγκληματολόγων που να μη βρίσκεται όχι μόνο σε σπέρμα, αλλά με μια τελειότητα τέτοια που αρκεί να τη μεταφέρουμε, προσαρμόζοντάς την στις περιστάσεις, για να της δώσουμε μια σύγχρονη εμφάνιση, που να μην καλύπτεται από τις σχετικές θεωρίες των Ελλήνων».
Τόσο ο Γαρδίκας, αλλά και άλλοι, και εγώ ο ίδιος έχουμε αφιερώσει μονογραφίες και άρθρα, σε ελληνικά και ξένα επιστημονικά περιοδικά σε αυτήν την επίδραση. Νομίζω πως όλοι οι νέοι εγκληματολόγοι καλό θα είναι, αν δεν το έχουν ήδη κάνει, να συμβουλευθούν σχετικά τα όσα αναφέρονται στο βιβλίο μου «Η εγκληματολογική σκέψη. Από την αρχαιότητα ως τις μέρες μας». Δεν θα πρέπει να αγνοούν την σημαντική κληρονομιά μας.
9) Οι νέοι εγκληματολόγοι στην Ελλάδα αυξάνονται. Τι θα τους συμβουλεύατε και ποιες αλλαγές προσδοκάτε να φέρουν στο χώρο;
Έχοντας άμεση επαφή, κυρίως λόγω του μεταπτυχιακού, με τους νέους εγκληματολόγους, είμαι βέβαιος πως θα φέρουν μιαν αναγέννηση των εγκληματολογικών σπουδών και ερευνών στη χώρα μας. Έχουν τεράστια πλεονεκτήματα έναντι των ξένων συναδέλφων τους, αρκεί οι αρμόδιοι, με την δημιουργία κατάλληλου εκπαιδευτικού πλαισίου, την ίδρυση πολλών ερευνητικών κέντρων σε όλα τα Υπουργεία, τους Οργανισμούς και τις Υπηρεσίες που τα έχουν ανάγκη, να αξιοποιήσουν το ανθρώπινο δυναμικό που διαθέτουμε. Και να το χρησιμοποιήσουν στις πολλές υπηρεσίες κατ΄ αποκλειστικότητα, όπως γίνεται στον Καναδά.
Θα τους συμβούλευα να συνεχίσουν με τον ίδιο ενθουσιασμό, να προσεγγίζουν τα ζητήματα με καλόπιστη κριτική διάθεση και να έχουν μια έντιμη στάση απέναντι στο αντικείμενο που μελετούν, έχοντας πάντα υπόψη πως κανείς άνθρωπος δεν είναι κάτοχος της αλήθειας. Αυτήν ψάχνουμε να βρούμε. Να μην απογοητεύονται εύκολα και να προσπαθούν συνεχώς να ενημερώνονται, παρακολουθώντας συστηματικά τόσο τις θεωρητικές εξελίξεις, όσο και ακόμη περισσότερο τα πορίσματα των εμπειρικών ερευνών, εκείνων τουλάχιστον που διεξάγονται με την απαραίτητη αυστηρή μεθοδολογία.
10) Ποια ήταν η καλύτερη στιγμή που θυμάστε από την ακαδημαϊκή σταδιοδρομία σας;
Είναι πολλές οι καλές στιγμές. Από τις καλλίτερες η εκλογή σε θέση καθηγητή Εγκληματολογίας κάποιου παλιού μου μαθητή. Ευτυχώς υπάρχουν αρκετοί πλέον σε διάφορα Πανεπιστήμια της χώρας. Επίσης η γνωριμία και συνεργασία, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό με σημαντικές προσωπικοτήτες του χώρου, με κορυφαία την γνωριμία και αδιατάρακτη επί δεκαετίες συνεργασία και φιλία με την Αλίκη Γιωτοπούλου-Μαραγκοπούλου.
ΣΥΛΛΥΠΗΤΗΡΙΑ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ (ΙΑΝ. 2024) «Περισσότερα από εκατό χρόνια έχουν περάσει από τότε που ένας γάλλος εγκληματολόγος, από τους μεγαλύτερους στην ιστορία της επιστήμης μας, ο Gabriel Tarde, όριζε το έγκλημα ουσιαστικά ως την προσβολή των δικαιωμάτων του ανθρώπου […] Αυτό δείχνει, όχι μόνο την επικαιρότητα των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλλά και τον ενοποιητικό ρόλο που μπορούν να παίξουν και στον χώρο της Εγκληματολογίας. Είναι και αυτό ένα, επιπλέον, δείγμα της αξίας τους.» |