ΤΕΥΧΟΣ #8 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2019

Ρεπορτάζ από το 4o Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχιατροδικαστικής

Βασιλική Σταθοπούλου, Αλεξάνδρα Ζαχαροπούλου
Την Παρασκευή 30 μέχρι την Κυριακή 2 Δεκεμβρίου πραγματοποιήθηκε στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Υγείας το 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχιατροδικαστικής της Ελληνικής Ψυχιατροδικαστικής Εταιρίας με τη συνεργασία του Κλάδου Βίαιων Συμπεριφορών & του Κλάδου Ψυχιατροδικαστικής της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρίας. Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε υπό την αιγίδα της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και της Ελληνικής Ψυχιατρικής Εταιρίας. Οι Στρογγυλές Τράπεζες ήταν πάρα πολλές, καθώς ταυτόχρονα διαδραματίζονταν σε δύο αίθουσες διαφορετικά θέματα, ενώ στην Τρίτη αίθουσα γίνονταν Κλινικά Φροντιστήρια και Workshops.

Την πρώτη ημέρα του συνεδρίου, μεταξύ άλλων θεμάτων μεγάλου ενδιαφέροντος συζητήθηκε στα πλαίσια της 3ης στρογγυλής τράπεζας το θέμα των αντιλήψεων και στάσεων που επικρατούν αναφορικά με τη σεξουαλική βία. Η κ. Β. Αρτινοπούλου, Καθηγήτρια Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, έθεσε πολύ εύστοχα τα προβλήματα που ανακύπτουν όσον αφορά την αντιμετώπιση των θυμάτων σεξουαλικής βίας από την αστυνομία, οδηγώντας πολλές φορές τα θύματα σεξουαλικών εγκλημάτων σε ενοχοποίηση και δεύτερη θυματοποίηση. Σύμφωνα με την ομιλήτρια, υπάρχει ανάγκη για διεύρυνση του ρόλου της αστυνομίας, ώστε πέρα από τις μέχρι τώρα αρμοδιότητες της αντιμετώπισης του εγκλήματος και της σύλληψης του δράστη να είναι σε θέση να αξιολογεί την κατάσταση του θύματος και να ενεργεί υποστηρικτικά προς αυτό. Η πρωτοβουλία αυτή υλοποιείται μέσα από το πρόγραμμα «Protasis» (www.protasis-project.eu/) το οποίο εναρμονίζεται πλήρως με την Οδηγία 2012/29/ΕΕ για την προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων, η οποία ενσωματώθηκε στο ελληνικό δίκαιο με το ν. 4478/2017. Στη συνέχεια, η κ. Α. Κουφούλη, Κλινική Ψυχολόγος και υποψήφια Διδάκτωρ στο Πάντειο Πανεπιστήμιο πήρε το λόγο και παρουσίασε το εκπαιδευτικό εγχειρίδιο με τίτλο «Towards a victim-centered police response» που συνέταξε μαζί με την κ. Αρτινοπούλου στα πλαίσια του προγράμματος «Protasis». Το εγχειρίδιο (το οποίο βρίσκεται αναρτημένο στην ιστοσελίδα του προγράμματος) απαρτίζεται από έξι κεφάλαια με τις εξής θεματικές ενότητες: αρχικά αποσαφηνίζεται το περιεχόμενο της Οδηγίας για τα Θύματα και η κατανόηση της θυματοποίησης, κατόπιν αναφέρονται ζητήματα σχετικά με το φύλο και τους ανηλίκους, την αλληλεπίδραση με τα θύματα και τις επικοινωνιακές δεξιότητες που πρέπει να αναπτύξουν οι αστυνομικοί, την ατομική αξιολόγηση και ιεράρχηση των αναγκών των θυμάτων κατ’ άρθρο 22 την Κοινοτικής Οδηγίας και την ανάπτυξη διόδων παραπομπής των θυμάτων στις διαθέσιμες υπηρεσίες υποστήριξης, τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο. Η επιτυχής εκπαίδευση της αστυνομίας για όλα τα παραπάνω ζητήματα θα ωφελήσει αναμφίβολα τόσο την ίδια όσο και τα θύματα, αλλά και την κοινωνία στο σύνολό της.

Την ίδια ημέρα, αναλύθηκε από τους ομιλητές της 4ης στρογγυλής τράπεζας το θέμα «Ασθενείς με διπλή διάγνωση». Συγκεκριμένα, το «Ιστορικό χρήσης ναρκωτικών σε κρατουμένους των ελληνικών φυλακών» αναπτύχθηκε από τον Ψυχίατρο και συνεργάτη Β’ Ψυχιατρικής Κλινικής Ε.Κ.Π.Α., ΟΚΑΝΑ-ΠΓΝ «Αττικόν», κ. Α. Αποστολόπουλο. Η ομιλία του χωρίστηκε σε δύο σκέλη: α) Αττικό Νοσοκομείο και Φυλακές και β) διπλή διάγνωση της επίδρασης ναρκωτικών στον παράγοντα της ψύχωσης. Η έρευνα που παρουσιάστηκε φανερώνει ότι το 15% του δείγματος κρατουμένων είναι ανθρωποκτόνοι, ενώ αυτοί που έκαναν χρήση ναρκωτικών είχαν κατά 65% λιγότερες πιθανότητες να διαπράξουν ένα βίαιο έγκλημα και 57% μικρότερη πιθανότητα να έχουν διαπράξει ανθρωποκτονία σε σύγκριση με τους συμμετέχοντες που δεν έκαναν χρήση. Τα είδη ναρκωτικών που ήταν πιο διαδεδομένα ήταν τα χάπια, η ηρωίνη και η κάνναβη. Παρ’ όλα αυτά, αυτό που τονίστηκε από τον κ. Αποστολόπουλο είναι πως δεν έχει καμία σχέση το ιστορικό χρήσης με την χρήση περί την ώρα του εγκλήματος. Όσο αφορά τον δεύτερο άξονα συζήτησης επισημάνθηκε ότι οι αμφεταμίνες μαζί με την κάνναβη προκαλούν ψυχωσική συμπεριφορά και ψευδαισθήσεις, επιθετικότητα, αυτόματη επανεμφάνιση βιωμάτων, καθώς και ψυχωσικά επεισόδια. Το LSD προκαλεί αύξηση έντασης χρωμάτων και καταστροφική συμπεριφορά, ενώ το χειρότερο ψευδαισθησιογόνο είναι το PCP. Τέλος, τονίστηκε ότι τα ναρκωτικά δεν συνδέονται άρρηκτα και μόνο με την παραβατική-εγκληματική συμπεριφορά.

Η 6η στρογγυλή τράπεζα με θέμα «θάνατοι από ναρκωτικά» θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελεί συνέχεια του παραπάνω θέματος. Αυτό που διαφέρει είναι το γεγονός ότι η ανάλυση έγινε από ψυχιατροδικαστική σκοπιά. Στο νόημα και τη σημασία του χώρου και του τόπου θανάτου αναφέρθηκε ο κ. Χ. Πουλόπουλος, Καθηγητής Κοινωνικής Εργασίας και Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Εργασίας και Πολιτικής Επιστήμης ΔΠΘ, τονίζοντας πως ο χρόνος, ο τόπος και οι συνθήκες σχετίζονται με την κοινωνική θέση. Σε έρευνα 5.467 ιατροδικαστικών φακέλων μεταξύ 2012-2016 διαπιστώθηκε ότι 178 είχαν πάρει εξαρτησιογόνες ουσίες. Ειδικότερα, 9 στους 10 ήταν άνδρες κάτι που ισχύει και στις αιτήσεις θεραπείας στα θεραπευτικά προγράμματα. Ο μέσος όρος θανάτου είναι 42 έτη στην ηλικιακή ομάδα 25-54. Στα αίτια θανάτου αναφέρθηκε η αυτοκτονία από την επίδραση ναρκωτικών, η δηλητηρίαση (overdose) και τα οργανικά αίτια από επιβαρυμένη υγεία. Σε μεγάλο ποσοστό έμεναν με την πατρική οικογένεια ή με σύζυγο, φίλο και παιδί, ενώ συχνός τόπος θανάτου ήταν η οικία, το νοσοκομείο και τέλος ο δρόμος. Ακόμα, έμφαση δόθηκε στο γεγονός ότι ο εξαρτημένος ακόμα και νεκρός κουβαλάει το στίγμα ο ίδιος και η οικογένειά του. Το πιο σημαντικό όμως, στο οποίο και επικεντρώθηκε ο κ. Πουλόπουλος με την εισήγησή του είναι η σημασία της πρόληψης στην εκπαίδευση και της έγκαιρης παρέμβασης του αιφνίδιου θανάτου. Στην πρώτη γραμμή βοήθειας βρίσκεται η οικογένεια, ενώ ακολουθούν οι ομότιμοι, οι φορείς, η αστυνομία, αλλά και τα ίδια τα πανεπιστήμια μέσω της ευαισθητοποίησης των φοιτητών.

Το Σάββατο 1 Δεκεμβρίου έλαβε χώρα Debate αναφορικά με την πολύκροτη υπόθεση Breivik, που απασχόλησε έντονα την κοινή γνώμη το 2011, όταν ο Νορβηγός Anders Breivik σκότωσε συνολικά 77 ανθρώπους, 8 σε βομβιστική επίθεση στο Oslo και 69 σε μαζική σφαγή στο νησί Utøya. Διχογνωμία επικρατεί αναφορικά με την ψυχιατρική εκτίμηση του Breivik, καθώς διενεργήθηκαν δύο πραγματογνωμοσύνες οδηγούμενες σε δυο διαφορετικές διαγνώσεις, η μεν πρώτη οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι ο Breivik πάσχει από σχιζοφρένεια παρανοϊκού τύπου, ενώ η δεύτερη ότι πάσχει από ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας. Το debate έγινε μεταξύ δύο ομάδων, οι οποίες κλήθηκαν να υπερασπιστούν τις δυο αυτές αντικρουόμενες θέσεις. Η πρώτη ομάδα, απαρτιζόμενη από τον κ. Γ. Τζεφεράκο, Ψυχίατρο, Επιστημονικό συνεργάτη της Β’ Ψυχιατρικής Κλινικής Ε.Κ.Π.Α. και Διευθυντή ΜΟΘΕ ΟΚΑΝΑ και την κ. Β. Ψάρρα, Επιμελήτρια Α’ του 3ου Ψυχιατρικού τμήματος του του ΨΝΑ «Δαφνί», υποστήριξε ότι ο Breivik είναι ψυχωτικός. Προς επίρρωση του επιχειρήματος αυτού, αναφέρθηκαν σε συμπτώματα που εμφάνιζε ο Breivik και που υποδηλώνουν την ύπαρξη παρανοϊκής ψύχωσης όπως οι παραληρητικές ιδέες, οι παράδοξες συμπεριφορές, το αίσθημα φόβου και κινδύνου από υποτιθέμενη καταδίωξη, η κοινωνική απόσυρση και απομόνωση που προηγήθηκε της επίθεσης και η απουσία μετάνοιας ή ενοχών για τις πράξεις του, καταλήγοντας στο ότι έπασχε από πλήρη διατάραξη των πνευματικών λειτουργιών και της συνείδησης και δεν είχε αντίληψη ούτως ώστε να αντιληφθεί τον άδικο χαρακτήρα της πράξης του. Η δεύτερη ομάδα, απαρτιζόμενη από τον Ψυχίατρο και Διευθυντή ΕΣΥ κ. Χ. Τσόπελα και την Ψυχίατρο κ. Δ. Καραδήμα, η οποία λόγω αδυναμίας να παραστεί αναπληρώθηκε από την Κλινική ψυχολόγο στο ΠΓΝ «Αττικόν» κ. Γ. Καλέμη, υποστήριξε τη θέση ότι ο Breivik πάσχει από ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας. Οι ισχυρισμοί που προτάθηκαν ήταν ότι ψυχωτικά συμπτώματα και παραληρητικές ιδέες ενδέχεται να εκδηλωθούν από άτομο με διαταραχή προσωπικότητας χωρίς να το καθιστούν ψυχωτικό, ότι ο Breivik χαρακτηριζόταν από σταθερότητα κατά την οργάνωση και την εκτέλεση του σχεδίου του και δεν ήταν αποδιοργανωμένος και ότι έφερε αμιγώς ναρκισσιστικά χαρακτηριστικά όπως η βαθιά ριζωμένη αντίληψη μεγαλείου, η ενασχόληση με φαντασιώσεις θαυμασμού και η αλαζονική – υπεροπτική στάση που διαφάνηκε έντονα και μέσα από το μανιφέστο που είχε συντάξει. Στάθηκε αδύνατο να συναχθεί κάποιο τελικό συμπέρασμα, καθώς και οι δυο ομάδες ανέπτυξαν τις θέσεις τους πολύ πειστικά και με άρτια ψυχιατρική τεκμηρίωση, προβληματίζοντας έντονα το κοινό.

Το απόγευμα της ίδιας ημέρας και συγκεκριμένα στη δεύτερη διάλεξη ο κ. Κ. Φουντουλάκης, Καθηγητής Ψυχιατρικής στο Τμήμα Νευροεπιστημών της Ιατρικής Σχολής του ΑΠΘ αναφέρθηκε στους Παγκόσμιους και Ευρωπαϊκούς δείκτες αυτοκτονικότητας και ¨ανθρωποκτονικότητας¨, την σχέση μεταξύ τους, καθώς και με το κλίμα, τους οικονομικούς παράγοντες και την καταγωγή. Τόνισε πως είναι διαφορετικές οι αυτοκτονίες από την σκέψη και την απόπειρα. Η έρευνα που παρουσίασε κάλυπτε τα έτη 2000-2015 και έκανε φανερό ότι από το 2011 και μετά έχουμε αριθμητική αύξηση στις αυτοκτονίες, βέβαια αναλογικά μεγαλύτερη στις γυναίκες. Μέχρι το 2008 η ανεργία και η αυτοκτονία χαρακτηρίζονταν από μία «μη σχέση» μεταξύ τους. Έτσι, 2005-2010 οι περισσότερες γυναίκες που αυτοκτονούσαν ήταν ηλικίας 15-19 και οι άνδρες 55-59, πράγμα που βεβαιώνει ότι δεν ήταν συμβατές οι πράξεις με τον οικονομικό παράγοντα. Στην Ελλάδα, η Κρήτη είναι αυτή που είχε τα μεγαλύτερα ποσοστά αυτοκτονικότητας και στην Ιταλία, η Σικελία. Παίρνοντας υπόψιν όλους τους δείκτες θανάτου συμπεραίνουμε ότι υπάρχει σχετική μείωση βίαιων θανάτων, παρ’ όλα αυτά υπάρχει 20% αύξηση μόνο στην αυτοκτονικότητα, χωρίς να υπολογίσουμε την κρυμμένη αυτοκτονικότητα. Η χώρα μας έχει τα μικρότερα ποσοστά τόσο σε Ευρώπη, όσο και σε Παγκόσμιο επίπεδο. Πριν την κρίση και με 3,5% ανάπτυξη, οι απόπειρες ήταν στο 2%, η σκέψη στο 3,5%, ενώ σχέδια έκανε το 6%. Για κάθε 8 απόπειρες είχαμε ως χώρα 1 αυτοκτονία, ενώ κάθε 59 απόπειρες από γυναίκες είχαμε 1 θάνατο. Το 75% επιτυγχάνει με την πρώτη, ενώ το 90% έχει αποδειχθεί επιστημονικά ότι πάσχει ψυχικά. Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο η Φιλανδία βρίσκεται στα ύψη, καθώς και η Μοντάνα των Η.Π.Α., το Μεξικό και η Ουάσιγκτον. Χαμηλά ποσοστά στην Αμερική παρουσιάζουν η Νέα Υόρκη, το Πουέρτο Ρίκο και η Καλιφόρνια. Συμπερασματικά, η θρησκεία δε διαδραματίζει κανένα ρόλο στην αυτοκτονία, σε αντίθεση με το κλίμα. Περιοχές των Η.Π.Α. που διαμένουν διαφορετικής καταγωγής άνθρωποι χαρακτηρίζονται ως ζώνες υψηλής αυτοκτονικότητας, ενώ σχετικά με την ανθρωποκτονία στην Αμερική τονίστηκε πως δεν σχετίζεται με την αυτοκτονία, κάτι που βρίσκεται σε αντίθεση με την Ευρώπη. Τέλος, αναδείχθηκε από τον Καθηγητή η ιστορία της υπόθεσης Hemingway, όπου σε 3 γενιές έγιναν 8 αυτοκτονίες.

Το πρόβλημα της εξάρτησης ανέκυψε προς συζήτηση σε πολλές στρογγυλές τράπεζες, με κύρια αναφορά στις εξαρτήσεις από αλκοόλ και ναρκωτικές ουσίες. Μια αξιοσημείωτη και «διαφορετική» προσέγγιση στο θέμα τον εξαρτήσεων πραγματοποίησε η Δ. Φρ. Σορβατζιώτη, Αναπληρώτρια καθηγήτρια του τμήματος Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, αναφερόμενη στο πρόβλημα της εξάρτησης από τον τζόγο. Πρόκειται για μια σοβαρή εξάρτηση που συνήθως δεν έχει εμφανή σημάδια και γι’ αυτό πολλές φορές αγνοείται ακόμα και από το στενό οικογενειακό περιβάλλον των πασχόντων. Οι εθισμένοι στον τζόγο καταφεύγουν σε μορφές εγκληματικότητας που αποφέρουν γρήγορο κέρδος (πλαστογραφίες, απάτες, υπεξαιρέσεις) με σκοπό να πληρώσουν τα υπέρογκα χρέη τους. Η εξάρτησή τους είναι εξαιρετικά βλαπτική όχι μόνο για τους ίδιους αλλά πολύ περισσότερο για το περιβάλλον τους, καθώς στα πλαίσια του εθισμού τους υποθηκεύουν όλα τους τα περιουσιακά στοιχεία, οδηγώντας την οικογένειά τους στα όρια της φτώχειας. Η ομιλήτρια τόνισε το πρόβλημα της στερεοτυπικής αντιμετώπισης των εθισμένων στον τζόγο και ανέδειξε την ανάγκη αντιμετώπισής τους από τα δικαστήρια κατά το παράδειγμα των τοξικοεξαρτημένων, δηλαδή με μείωση της επιβαλλόμενης ποινής. Σε συνέχεια του ίδιου θέματος, η Δ. Φρ. Σορβατζιώτη παρουσίασε την περίπτωση των Drug Treatment Courts, ειδικών μονομελών δικαστηρίων για ουσιοεξαρτημένους που λειτουργούν με εθελοντές δικαστές και προβλέπουν εξατομικευμένο μοντέλο θεραπείας προς τον χρήστη. Τα δικαστήρια αυτά απευθύνονται κυρίως σε πολυεξαρτημένους και πολυυπότροπους, οι οποίοι μπορούν με αίτηση να ζητήσουν την υπαγωγή τους στο θεραπευτικό πρόγραμμα. Κατόπιν αυτού, αξιολογούνται από θεραπευτή και τους επιβάλλονται περιοριστικοί όροι, μέσα στους οποίους ενσωματώνονται και οι όροι της θεραπευτικής κοινότητας. Ακολουθεί διαρκής παρακολούθηση και εβδομαδιαίες συναντήσεις κατά τις οποίες ο θεραπευόμενος δίνει αναφορά στον δικαστή για την εξέλιξή του, μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος και την επαναφορά του θεραπευμένου και λειτουργικού πλέον ατόμου στην κοινωνία. Το ανωτέρω μοντέλο έχει εφαρμοσθεί με επιτυχία στην Αυστραλία, τον Καναδά, τη Νέα Ζηλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ και έχει αποδειχθεί ότι παρουσιάζει πολλαπλά οφέλη τόσο για τον ίδιο τον εξαρτημένο που θεραπεύεται από τον εθισμό του, όσο και για την πολιτεία που επωφελείται οικονομικά από την αποσυμφόρηση των φυλακών και τη μείωση της υποτροπής των υπαχθέντων στο πρόγραμμα. Κλείνοντας την ομιλία της, η Δ. Φρ. Σορβατζιώτη εξέφρασε την ευχή να εφαρμοσθεί πιλοτικά το θεραπευτικό αυτό πρόγραμμα και στη χώρα μας, ούτως ώστε να εκτιμηθούν τα πολλαπλά πλεονεκτήματα που αυτό προσφέρει.

Δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε από το άρθρο την σημαντική συμβολή της πρόληψης και πόσο μάλλον όταν αυτή σχετίζεται με την εφηβική παραβατικότητα. Το συγκεκριμένο θέμα λοιπόν, ξετυλίχθηκε από την κ. Π. Μπαλή, MSc Ψυχολόγο και Υποψήφια Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Τμήματος Ψυχιατροδικαστικής, ΠΓΝ «Αττικόν» στα πλαίσια της 22ης στρογγυλής τράπεζας. Αρχικά, αναφέρθηκε στα χαρακτηριστικά της ανήλικης παραβατικότητας, αλλά και στα αρνητικά αισθήματα που αντιμετωπίζουν οι έφηβοι. Χώρισε την πρόληψη σε πρωτοβάθμια (προληπτικές τεχνικές για την αποφυγή παραβατικής συμπεριφοράς), δευτεροβάθμια (έγκαιρη παρέμβαση σε ευάλωτους εφήβους και τριτοβάθμια (παρέμβαση μετά την εκδήλωση με σκοπό την αποφυγή υποτροπής). Προγράμματα που συμβάλλουν στην πρόληψη είναι: α) το Life Skills Training, β) το School Transitional Environmental Program, γ) το Program Development Education και δ) το Promoting Alternative Thinking Strategies. Επιπλέον, ως πιο σημαντική χαρακτηρίζεται η πρόληψη στο πλαίσιο της οικογένειας μέσω της εκπαίδευσης στο γονεϊκό ρόλο σχετικά με την ανατροφή των παιδιών, ενώ ακολουθεί το σχολείο με την συμμετοχή σε προγράμματα πρόληψης αντικοινωνικής και παραβατικής συμπεριφοράς, αλλά και η κοινότητα με τις αποτελεσματικές παρεμβάσεις της στην πρόληψη της εγκληματικότητας.

Το 4ο Πανελλήνιο Συνέδριο Ψυχιατροδικαστικής ολοκληρώθηκε το μεσημέρι της Κυριακής, 2 Δεκεμβρίου, αφήνοντας τις καλύτερες εντυπώσεις καθώς οι πολυάριθμες ομιλίες που έλαβαν χώρα κάλυψαν ένα τεράστιο φάσμα θεματολογίας που άπτεται όχι μόνο της ψυχιατροδικαστικής αλλά και πολλών συναφών επιστημών και ειδικοτήτων. Ενδεικτικά, αναλύθηκαν ζητήματα ουσιοεξαρτήσεων, ηλεκτρονικού εγκλήματος, επιθετικότητας ανάλογα με το φύλο και την ηλικία, ενώ προσεγγίστηκε ολιστικά το θέμα της παραβατικότητας τόσο στο στάδιο της πρόληψης όσο και σε αυτό της αντιμετώπισης μέσω θεραπευτικών και κοινοτικών παρεμβάσεων. Δεδομένης της αδυναμίας να αναφερθούν εκτενώς όλα τα θέματα που παρουσιάστηκαν από τους ομιλητές, επισυνάπτεται το αναλυτικό επιστημονικό πρόγραμμα του συνεδρίου.