ΤΕΥΧΟΣ #14 ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2020

Σύντομη επισκόπηση της αποκαταστατικής δικαιοσύνης σε ποινικές υποθέσεις στην Ευρώπη

Κατερίνα Σούλου, υπ. Διδάκτωρ Παν/μίου Aix-Marseille
Το παρόν αποτελεί σύντομη απόδοση της έρευνας της συγγραφέως με τίτλο "A brief European overview of restorative justice (RJ) in criminal cases: Current developments and challenges" το οποίο είναι διαθέσιμο στον παρακάτω σύνδεσμο: http://ejournals.lib.auth.gr/projustitia/article/view/7823/7590 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το κίνημα της αποκαταστατικής δικαιοσύνης (ΑΔ) στην Εγκληματολογία παρέχει έναν κριτικό και καινοτόμο προβληματισμό σχετικά με το ζήτημα της αντιμετώπισης του εγκλήματος και τον προσανατολισμό των εγκληματικών πολιτικών σε λιγότερο τιμωρητικές πρακτικές, προκειμένου να εξισορροπηθούν οι ανάγκες των θυμάτων, των παραβατών και των σύγχρονων κοινωνιών.[1] Παρά την επιρροή του κινήματος από την καταργητική τάση στην Εγκληματολογία,[2] οι υποστηρικτές του σύγχρονου αποκαταστατικού κινήματος, κινούμενοι σε μια περισσότερο πραγματιστική βάση, επιδιώκουν να συνεργαστούν με τις υπηρεσίες των παραδοσιακών συστημάτων δικαιοσύνης για την αντιμετώπιση των εγκλημάτων. Συνεπώς, οι προτάσεις του κινήματος κυριαρχούν σε όλες τις διεθνείς και εθνικές ατζέντες σχετικά με τον εκσυγχρονισμό των εγκληματικών πολιτικών.[3] Στην Ευρώπη, η εμφάνιση της νομοθεσίας και η εφαρμογή πρακτικών που σχετίζονται με την αποκαταστατική δικαιοσύνη (κυρίως με τη μορφή διαμεσολάβησης δράστη θύματος) ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980 και ιδίως του 1990, επηρεασμένη από ποικίλους σκοπούς: την αποκατάσταση και την επανένταξη των παραβατών (rehabilitation), την ενίσχυση των δικαιωμάτων των θυμάτων και του ρόλου τους στις ποινικές διαδικασίες (victims’ rights movement), την αποσυμφόρηση της δικαιοσύνης κτλ.[4]

Δεδομένης της αυξανόμενης ανάπτυξης της θεωρίας και της πρακτικής της ΑΔ παγκοσμίως, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και το Συμβούλιο της Ευρώπης έχουν υιοθετήσει σχετικές νομοθετικές πολιτικές τα τελευταία είκοσι χρόνια.[5] Το 2015, δημοσιεύθηκε η μεγαλύτερη μέχρι στιγμής συγκριτική μελέτη σχετικά με την ΑΔ σε ποινικές υποθέσεις στην Ευρώπη, με βάση τις εξελίξεις και την εμπειρία 36 ευρωπαϊκών χωρών.[6] Αυτή η μελέτη κατέστησε σαφές ότι η ανάπτυξη της ΑΔ στην ευρωπαϊκή ήπειρο διαφέρει σημαντικά από χώρα σε χώρα. Το παρόν άρθρο στοχεύει σε μια σύντομη επισκόπηση της τρέχουσας εικόνας της ΑΔ στην Ευρώπη σε νομοθετικό και πρακτικό επίπεδο καθώς και σκέψεις σχετικά με ορισμένες από τις προκλήσεις για την περαιτέρω ανάπτυξή της.

1. Νομοθετικές προβλέψεις σχετικές με την ΑΔ σε ευρωπαϊκά κράτη και ποινική δίκη

Παρότι νομοθεσία σχετική με την ΑΔ ανιχνεύεται στα δικαιϊκά συστήματα σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών χωρών, τόσο το νομικό πλαίσιο όσο και η θέση που κατέχει στις εθνικές νομοθεσίες διαφέρουν. Πράγματι, δεν υπάρχει γενική σύγκλιση σχετικά με το αν η ΑΔ ανήκει στο ουσιαστικό ή στο δικονομικό δίκαιο. Υπάρχουν ευρωπαϊκές χώρες που έχουν εισαγάγει σχετικές διατάξεις στον Ποινικό τους Κώδικα (ΠΚ) όπως η Βουλγαρία και η Ισπανία, στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (ΚΠΔ) όπως η Αυστρία, η Γαλλία και η Σλοβενία και τέλος χώρες όπως η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ουγγαρία και η Πολωνία, οι οποίες έχουν εισαγάγει σχετικές διατάξεις τόσο στο ουσιαστικό όσο και στο δικονομικό τους δίκαιο. Επιπλέον, πολλές χώρες έχουν συμπληρώσει τις νομοθετικές τους προβλέψεις σχετικά με την ΑΔ με άλλες πράξεις νομικής ή οιονεί νομικής ισχύος, όπως εγκύκλιοι (Γαλλία), δημοτικοί εγκύκλιοι (Αυστρία, Φινλανδία) ή κοινοβουλευτικά ψηφίσματα (Πολωνία).

Σε γενικές γραμμές, για την επίτευξη αποκατάστασης ή / και συμφιλίωσης, οι εθνικές νομοθεσίες των ευρωπαϊκών χωρών αναγνωρίζουν δύο πιθανά «σημεία πρόσβασης» μέσω των οποίων οι πρακτικές της ΑΔ μπορούν να «εισέλθουν» σε ποινικές διαδικασίες είτε μέσω διατάξεων σχετικά με την απόκλιση από την άσκησης ποινικής δίωξης, δίνοντας στον εισαγγελέα μια «τρίτη επιλογή» είτε μέσω διατάξεων σχετικών με τον μετριασμό της ποινής από τα δικαστήρια. Σε πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως και στην Ελλάδα[8], στη Λιθουανία, στο Μαυροβούνιο, στη Σερβία και στη Σλοβακία, υπάρχουν νομικές διατάξεις για άλλες διαδικασίες «συμφιλίωσης» στις οποίες ένας εισαγγελέας ή δικαστής βοηθά το θύμα και τον δράστη προκειμένου να επιτευχθεί μια «άτυπη» λύση συμφιλίωσης. Ωστόσο, τέτοιες πρακτικές δεν πρέπει να συγχέονται με την διαμεσολάβηση έτσι όπως προτείνεται από το αποκαταστατικό κίνημα, καθώς δεν διαθέτουν ένα σημαντικό χαρακτηριστικό, αυτό της αμεροληψίας του «διαμεσολαβητή».[9] Τέλος, για να έχει η ΑΔ πραγματική επιρροή σε μια αντεγκληματική πολιτική, η δυνατότητα να ληφθεί υπόψη το αποτέλεσμα μιας αποκαταστατικής διαδικασίας από τον ποινικό δικαστή είναι ζωτικής σημασίας. Ενώ οι νομοθετικές διατάξεις ορισμένων χωρών προσφέρουν αυτήν την ευκαιρία, όπως στο Βέλγιο, στην Κροατία, στη Δανία, στην Ισπανία, στην Εσθονία, στην Ολλανδία, στην Πορτογαλία, στη Φινλανδία, στη Σουηδία και στην Ελβετία, υπάρχουν χώρες όπου αυτή η επιλογή δεν είναι δυνατή ή απαγορεύεται ρητά.[10]

2. Πρακτικές ΑΔ σε ευρωπαϊκά κράτη: η διαμεσολάβηση ως κυρίαρχο μοντέλο

Η νομοθετική αναγνώριση της ΑΔ στις χώρες της Ευρώπης συνέβαλε σημαντικά στη γενική ανάπτυξη της στην πράξη. Πράγματι, η ΑΔ είναι σήμερα όλο και περισσότερο αποδεκτή από τις δικαστικές αρχές και τους νομικούς επαγγελματίες. Επιπλέον, εφαρμόζεται σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, όπως ανθρωποκτονία, πολιτική βία, σεξουαλική βία, κτλ.[11] ή / και ως πρόσθετο εργαλείο στο συμβατικό σύστημα δικαιοσύνης. Ωστόσο, η εφαρμογή των αποκαταστατικών πρακτικών είναι εξαιρετικά ετερογενής στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Επιπλέον, παρά την ύπαρξη της νομικής αναγνώρισης, η χρήση της ΑΔ έχει ακόμη περιορισμένο αντίκτυπο στην αντεγκληματική πολιτική των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών.[12]

Η πιο συνήθης πρακτική ΑΔ, σε μορφή συνάντησης εμπλεκόμενων σε ένα αδίκημα προσώπων, η οποία εφαρμόζεται σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρώπης, είναι αυτή της διαμεσολάβησης δράστη θύματος.[13] Η πρακτική αυτή, τουλάχιστον στην ευρωπαϊκή ήπειρο φαίνεται ότι εφαρμόζεται περισσότερο θυματοκεντρικά, εστιάζοντας δηλαδή περισσότερο στις ανάγκες των θυμάτων. Παρόλα αυτά, άλλες μορφές αποκαταστατικών πρακτικών, όπως για παράδειγμα αποκαταστατικές συνεδρίες (conferencing) έχει αναφερθεί ότι λαμβάνουν χώρα, όμως μόνο σε δεκατρία κράτη: στη Γερμανία, στην Αγγλία και την Ουαλία, στην Αυστρία, στο Βέλγιο, στην Ουγγαρία, στη Σκωτία, στην Ιρλανδία και στη Βόρεια Ιρλανδία, στη Λετονία, στη Νορβηγία, στην Ολλανδία, στην Πολωνία και στην Ουκρανία.

Επιπλέον, η διαμεσολάβηση δράστη θύματος είναι διαθέσιμη ως καθιερωμένη γενική υπηρεσία σε κάθε στάδιο της ποινικής διαδικασίας και για κάθε είδος εγκληματικής πράξης μόνο σε πέντε χώρες: στο Βέλγιο, στη Δανία, στην Ολλανδία, στην Φινλανδία και στη Σουηδία. Σε ορισμένες χώρες όπως η Αυστρία, το Βέλγιο, η Ουγγαρία, η Φινλανδία, η Πολωνία κ.α. οι πρακτικές αυτές χρηματοδοτούνται από δημόσιους φορείς, ωστόσο αυτό δεν είναι ο κανόνας στην Ευρώπη. Πράγματι, η έλλειψη κρατικής χρηματοδότησης για την εφαρμογή της ΑΔ αποτελεί έναν από τους λόγους της σποραδικής της διαθεσιμότητας σε ορισμένες χώρες. Ανάμεσα στις χώρες στις οποίες η διαμεσολάβηση δράστη θύματος είναι διαθέσιμη (με η χωρίς κρατική χρηματοδότηση) σε ολόκληρη την επικράτεια είναι η Γερμανία, η Αυστρία, το Βέλγιο, η Δανία, η Ουγγαρία, η Τσεχική Δημοκρατία, η Φινλανδία, η Πολωνία, κ.α., ενώ σε άλλες η αποκαταστατική αυτή πρακτική είναι διαθέσιμη μόνο σε ορισμένες περιοχές της επικράτειας, όπως στη Βουλγαρία, στην Κροατία, στην Ιρλανδία, στη Σερβία, στην Ουκρανία αλλά και στη χώρα μας.[14] Σε ορισμένες χώρες όπως η Γερμανία, το Βέλγιο, η Ισπανία, η Φινλανδία, η Νορβηγία η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Νορβηγία και η Ιταλία, υπάρχει η δυνατότητα εφαρμογής πρακτικών ΑΔ μετά το πέρας της ποινικής διαδικασίας, κατά την έκτιση της ποινής, ακόμα και μέσα στις φυλακές.[15]

Τέλος, ο υπεύθυνος θεσμός για την παραπομπή ποινικών υποθέσεων σε υπηρεσίες ΑΔ επίσης παρουσιάζει μεγάλη ποικιλία στην Ευρώπη. Μπορεί να είναι η αστυνομία, ο εισαγγελέας, διάφορες κοινωνικές υπηρεσίες, υπηρεσίες προστασίας θυμάτων ή δικαστικής επιτήρησης (probation services) ακόμα και μη κυβερνητικές οργανώσεις των οποίων το αντικείμενο σχετίζεται με ποινικές υποθέσεις, όπως οργανώσεις επανένταξης φυλακισμένων. Για παράδειγμα στο Βέλγιο μια υπόθεση μπορεί να παραπεμφθεί σε υπηρεσία ΑΔ μέσω της επιλογής της ποινικής διαμεσολάβησης αντί άσκησης ποινικής δίωξης από τον εισαγγελέα, στην Αυστρία και στην Τσεχική Δημοκρατία η παραπομπή στην ΑΔ μπορεί να προταθεί από υπηρεσίες δικαστικής επιτήρησης, στη Νορβηγία, τη Φινλανδία και την Σουηδία από τους τοπικούς δήμους και τέλος στη Γαλλία και το Βέλγιο από μη κυβερνητικές οργανώσεις.

3. Το μέλλον της ΑΔ στην Ευρώπη: διακυβεύματα και ευκαιρίες

Οι έρευνες δείχνουν ότι η ΑΔ παρέχει πολύτιμες ευκαιρίες τόσο θεωρητικές όσο και πρακτικές για τον εκμοντερνισμό των αντεγκληματικών πολιτικών.[16] Ωστόσο, προκειμένου να επιτευχθεί μια πραγματική μεταρρύθμιση στα συστήματα ποινικής δικαιοσύνης, όπως άλλωστε καλεί και η Σύσταση CM / Rec (2018) 8, υπάρχουν προκλήσεις και ζητήματα που χρειάζεται να ληφθούν υπόψη. Τόσο η βασική θεωρία όσο και οι πιο προηγμένες πρακτικές της ΑΔ έχουν αναπτυχθεί σε συστήματα common, law των οποίων το modus cogitandi (και συνεπακόλουθα το modus operandi) διαφέρει  από τη νομική παράδοση της ρωμανο-γερμανικής κληρονομιάς, γνωστή και ως νομική κουλτούρα ηπειρωτικού δικαίου, η οποία κυριαρχεί στην Ευρώπη. Η θεμελιώδης διαφορά των δύο συστημάτων έγκειται στη σημασία που αποδίδεται στον γραπτό νόμο (επικράτηση της αρχής της νομιμότητας) από τους νομικούς του ηπειρωτικού δικαίου.[17] Η θετικιστική παράδοση της ρωμανο-γερμανικής νομικής κληρονομιάς καθιστά τις ποινικές διαδικασίες λιγότερο ευέλικτες και, επομένως, πιο γραφειοκρατικές, πράγμα που εμποδίζει τόσο την αποδοχή όσο και την εφαρμογή πρακτικών ΑΔ. Ενώ σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης[18] οι επαγγελματίες της ποινικής δικαιοσύνης (δικαστές, δικηγόροι, αστυνομικοί κ.λπ.) φαίνεται να είναι θετικοί απέναντι στην ΑΔ,[19] η θεσμοποίησή της προκάλεσε επίσης δυσπιστία, απορίες και αντιδράσεις σε νομικούς άλλων χωρών.[20] Για το λόγο αυτό και παρά την νομοθετική αναγνώριση, η ΑΔ ως πρόταση απάντησης στην εγκληματικότητα δεν αξιοποιείται  στο μέγιστο των δυνατοτήτων της[21] κι αυτό διότι εφαρμόζεται συχνά με επιφύλαξη.  Για να ενισχυθεί η συχνότερη εφαρμογή της και κυρίως σε πιο σοβαρά αδικήματα, χρήσιμο θα ήταν, μεταξύ άλλων, να εντατικοποιηθεί η από νομικής άποψης έρευνα πάνω στο ζήτημα[23] Προς αυτή τη κατεύθυνση και τη γενικότερη έρευνα πάνω στην ΑΔ κινείται και η χώρα μας τα τελευταία χρόνια.[24]

Πέρα από την θεωρητική γνώση και εμβάθυνση ωστόσο, υπάρχουν και περισσότερο πρακτικά ζητήματα προκειμένου η ΑΔ να αναπτυχθεί περισσότερο στην Ευρώπη. Πράγματι, η έρευνα του 2015 κατέστησε σαφές ότι μια από τις μεγαλύτερες δυσκολίες είναι η έλλειψη κεντρικής κρατικής χρηματοδότησης για τις πρακτικές της ΑΔ. Επιπλέον, παρά το γεγονός ότι υπάρχει κάποια σημαντική και ενθαρρυντική ποιοτική έρευνα σχετικά με την αποτελεσματικότητα της ΑΔ παγκοσμίως, υπάρχουν ανεπαρκή δεδομένα ποσοτικής έρευνας, κάτι που εμποδίζει τη σαφή εικόνα μας για το πόσο και πώς εφαρμόζεται η ΑΔ, ειδικά στην Ευρώπη. Πράγματι, το αποκαταστατικό κίνημα πρέπει να εμβαθύνει, να βελτιώσει και να εντείνει την εμπειρική έρευνα, διότι ο ρόλος της βασισμένης στην τεκμηρίωση πολιτικής είναι ζωτικής σημασίας για την προώθηση της ΑΔ.[25] Επίσης, η ευαισθητοποίηση και η ενημέρωση της κοινωνίας των πολιτών στις ευρωπαϊκές χώρες για τη δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες ΑΔ καθώς και τα πιθανά οφέλη είναι επίσης πολύ σημαντική, δεδομένου του ότι «οι πολιτικοί είναι απίθανο να προωθήσουν την ΑΔ εάν δεν υπάρχει γενική ζήτηση για αυτή.”[26]

Κατερίνα Σούλου, Υποψήφια διδάκτωρ, Πανεπιστήμιο Aix-Marseille, Μέλος του ΔΣ του European Forum for Restorative Justice

* Εικόνα άρθρου: Image by Sajjad Saju from Pixabay

[1] Zehr, H. (1990) Changing Lenses: Restorative Justice for Our Time, Heald Press: Scottdale, PA.

[2] Christie, N. (1977), “Conflicts as Property”, British Journal of Criminology, 17:1, 1-15.

[3] Για παράδειγμα η πολιτική των United Nations πάνω στο θέμα: ECOSOC Resolution 2002/12 entitled “Basic principles on the use of restorative justice programmes in criminal matters”. Μια νέα Resolution 2016/17 υιοθετήθηκε από την ECOSOC το 2016 ”Restorative Justice in Criminal Matters”, και συμπληρώθηκε από την Resolution 27/6 (2018) της Commission of Crime Prevention and Criminal Justice. Επίσης το UNODC Handbook on Restorative Justice Programmes του 2006, αναθεωρημένο προσφάτως, το 2020.

[4] Aertsen, I., Pali, B. (2004) “Victim-Offender Mediation with Serious Offences”, in Council of Europe (ed.), Crime Policy in Europe: Good Practices and Promising Examples, Council of Europe Publishing: Strasbourg, p.75-86

[5] Συγκεκριμένα το Συμβούλιο της Ευρώπης πρόσφατα αντικατέστησε την Σύσταση αριθ. R (99) 19 σχετικά με τη «διαμεσολάβηση σε ποινικές υποθέσεις» με τη Σύσταση CM / Rec (2018) 8 σχετικά με την αποκαταστατική δικαιοσύνη σε ποινικές υποθέσεις. Η Ευρωπαϊκή νομοθετική πολιτική δεσμευτικής ισχύος σχετικά με την αποκαταστατική δικαιοσύνη εντάσσεται στην γενικότερη πολιτική για τη στήριξη και την προστασία των θυμάτων και εμπεριέχεται στο άρθρο 12 της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση ελάχιστων προτύπων σχετικά με τα δικαιώματα, την υποστήριξη και την προστασία θυμάτων της εγκληματικότητας και για την αντικατάσταση της απόφασης-πλαισίου 2001/220/ΔΕΥ του Συμβουλίου.  Σημειώνουμε ότι ακόμη και πριν τεθούν σε ισχύ οι δεσμευτικές νομικές διατάξεις στην ΕΕ, σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες ανιχνεύεται προηγμένη σχετική νομοθεσία, όπως ο νόμος διαμεσολάβησης 2006 (Mediation Act 2006) στη Φινλανδία, ο νόμος περί δημοτικής διαμεσολάβησης 1991 (Municipal Mediation Service Act 1991) στη Νορβηγία, με την ίδρυση εθνικής υπηρεσίας διαμεσολάβησης τόσο για αστικούς όσο και για ποινικούς υποθέσεις και ο νόμος για τη δικαιοσύνη ανηλίκων 2006 (Youth Justice Act 2006) στο Βέλγιο, ο οποίος αναγνωρίζει τη δυνατότητα τόσο για διαμεσολάβηση όσο και για τους κύκλους προσδιορισμού της ποινής (sentencing circles) για ανηλίκους. Willemsens, J. (2008) Restorative Justice: An Agenda for Europe. The Role of the European Union in the Development of Restorative Justice, European Forum for Restorative Justice: Leuven.

[6] Dünkel, F., Grzywa-Holten, J. and Horsfield, P. (2015), Restorative Justice and Mediation in Penal Matters. A Stock-taking of Legal Issues, Implementation Strategies and Outcomes in 36 European Countries, Forum Verlag Godesberg: Mönchengladbach. Πρόκειται για μια διετή συγκριτική μελέτη καθοδηγούμενη από το Τμήμα Εγκληματολογίας του Πανεπιστημίου Greifswald στη Γερμανία, με τη χρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

[7] Μάλιστα στη Γαλλία οι σχετικές με την ΑΔ διατάξεις έχουν μια συμβολική και κεντρική θέση στον ΚΠΔ (γενικές διατάξεις). Βλ. Cario R., Sayous B. (2018)“Restorative Justice in France: Some Reflections on its Current Development by the French Institute for Restorative Justice” The International Journal of Restorative Justice, 2018 Issue1, p. 122-131.

[8] Στη χώρα μας, ακόμη και πριν από την ευρωπαϊκή οδηγία, οι διαδικασίες «διαλόγου» ανάμεσα σε πρόσωπα που συνδέονται μέσω μιας εγκληματικής πράξης έχουν αναγνωριστεί νομικά. Πράγματι, μετά την απόφαση-πλαίσιο 2001/220 / ΔΕΥ του Συμβουλίου, η δυνατότητα ποινικής διαμεσολάβησης είναι διαθέσιμη στην Ελλάδα από το 2007 για ενήλικες (θύματα και παραβάτες) ενδοοικογενειακής βίας (άρθρα 11-14 του ν. 3500/2006). Επιπλέον, η δυνατότητα μιας διαδικασίας διαλόγου για νεαρά θύματα και παραβάτες έχει εισαχθεί από το 2003 στον ΠΚ (άρθρο 122 παράγραφος 1) μεταξύ των δώδεκα «εκπαιδευτικών μέτρων» για ανηλίκους παραβάτες με την ορολογία «συμφιλίωση» με σκοπό την «έκφραση συγγνώμης» και την «εξωδικαστική διευθέτηση των συνεπειών του αδικήματος». Από το 2010, μια διαδικασία «ποινικής συμφιλίωσης» μπορεί να ζητηθεί από ενήλικες παραβάτες ορισμένων μη βίαιων οικονομικών εγκλημάτων (προηγούμενο άρθρο 308Β ΚΠΔ). Ο νέος ΚΠΔ (Νόμος 4620/2019) εισήγαγε ένα νέο κεφάλαιο με τίτλο «Ποινική συνδιαλλαγή-Ποινική διαπραγμάτευση» και αναγνωρίζει τη διαδικασία της «ποινικής συνδιαλλαγής» για οικονομικά εγκλήματα σε όλα τα στάδια πριν από την καταδίκη (άρθρα 301 - 302 ΚΠΔ). Η «ποινική διαπραγμάτευση» του άρθρου 303 ΚΠΔ είναι ωστόσο πιο κοντά στη λογική του plea bargain παρά σε αυτή της ΑΔ. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει μεταφέρει το άρθρο 12 της Οδηγίας 2012/29 / ΕΕ σχετικά με το δικαίωμα διασφαλίσεων στο πλαίσιο των υπηρεσιών αποκαταστατικής δικαιοσύνης (άρθρο 63 του νόμου 4478/2017). Είναι επίσης σημαντικό ότι το άρθρο 104Β παρ. 2 του νέου ΠΚ (Νόμος 4619/2019) αναγνωρίζει ρητά την δυνατότητα μιας διαδικασίας αποκατάστασης μεταξύ του θύματος και του δράστη σε ποινικές υποθέσεις ως λόγο μη επιβολής ποινής στον υπαίτιο πλημμελήματος.

[9] Dünkel, F., Grzywa-Holten, J. and Horsfield, P. (2015), σελ.1036-1037.

[10] Για παράδειγμα στη Γαλλία, η εγκύκλιος της 15ης Μαρτίου 2017 σχετικά με την εφαρμογή της ΑΔ, ως συμπλήρωμα της διάταξης του άρθρου 10-1 του γαλλικού ΚΠΔ που προβλέπει την ΑΔ, λαμβάνει σαφή θέση απαγόρευσης στους δικαστές να λάβουν υπόψη τα αποτελέσματα των αποκαταστατικών πρακτικών σε ποινικές υποθέσεις.

[11] Βλ. Umbreit et al.(2002), Executive Summary: Victim Offender Dialogue in Crimes of Severe Violence. A Multi-Site Study of Programs in Texas and Ohio, Center for Restorative Justice & Peacemaking, Liebmann M.(2007), Restorative Justice: how it works, London: Jessica Kingsley Publishers, Robinson, G., & Shapland, J. (2008). « Reducing Recidivism. A Task for Restorative Justice? » British Journal of Criminology, 48, 337-358

[12] Dünkel, Grzywa-Holten and Horsfield (2015), σελ. 1059-1061.

[13] Ibid, σελ. 1055.

[14] Στην Ελλάδα πρόσφατες μελέτες [βλ. Giovanoglou, S. (2015). Greece. In: Dünkel, F., Grzywa-Holten, J., Horsfield, P. (Eds.): Restorative Justice and Mediation in Penal Matters – A stocktaking of legal issues, implementation strategies and outcomes in 36 European countries. Mönchengladbach: Forum Verlag Godesberg, σελ. 331-366, Artinopoulou, V. (2013), “Restorative Justice in Greece” in Pitsela, A., Symeonidou-Kastanidou, E., Restorative Justice in  Criminal Matters: Towards a new European Perspective. Comparative Research in 11 European Countries, Athens, Thessaloniki: Sakkoulas, σελ. 101-124] έχουν πράγματι επιβεβαιώσει ότι η ΑΔ δεν είναι διαθέσιμη σε ολόκληρη την επικράτεια, αποκλείοντας συνεπώς έναν μεγάλο αριθμό δραστών και θυμάτων από την δυνατότητα μιας τέτοιας υπηρεσίας. Βέβαια, ανεπίσημες προσπάθειες συμφιλίωσης μεταξύ δραστών και θυμάτων ακολουθούνται ως τακτική από την ίδια την αστυνομία για ορισμένες περιπτώσεις ήδη από την δεκαετία του 1990, κάτι που ωστόσο δεν έχει μελετηθεί επαρκώς (Giovanoglou, S. (2015), σελ. 358, Artinopoulou, V. (2013), σελ. 115). Οι επίσημες διαδικασίες διαλόγου και διαμεσολάβησης στην Ελλάδα γίνονται κυρίως από το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΕΚΚΑ) και άλλες μη κυβερνητικές οργανώσεις. Για τους ανηλίκους, υπεύθυνοι για την εφαρμογή του μέτρου της «συνδιαλλαγής» είναι η Επιμελητές ανηλίκων, βλ. Πανάγος Κ. (2017), «Συνδιαλλαγή δράστη και θύματος στο ποινικό δίκαιο των ανηλίκων. Η αναγκαιότητα εκπόνησης ενός διαδικαστικού πλαισίου», Ποινική Δικαιοσύνη, τ. 8-9, σ. 728 επ., Πανάγος Κ. (2012), «Ο ρόλος του επιμελητή ανηλίκων στη συνδιαλλαγή ανήλικου δράστη και θύματος», Νέοι Έγκλημα και Κοινωνία, τ. 6, σ. 55 επ. Τέλος, σημειώνουμε ότι παρά τα προαναφερθέντα θετικά και ενθαρρυντικά επιτεύγματα σχετικά με την ΑΔ στην χώρα μας, στην πράξη, όταν πραγματοποιούνται διαδικασίες συμφιλίωσης και διαμεσολαβήσεις δραστών θυμάτων, οι νομικοί επαγγελματίες και οι εισαγγελείς αναλαμβάνουν κεντρικό ρόλο στη συμφιλίωση, ενώ δεν έχουν πάντα τις απαραίτητες γνώσεις σχετικά με την αποκαταστατική φιλοσοφία και πρακτικές, βλ. Wasileski, G. (2015), “Prosecutors and Use of Restorative Justice in Courts: Greek Case”, Journal of Interpersonal Violence 32(13). Retrieved from: https://www.researchgate.net/publication/278789090_Prosecutors_and_Use_of_Restorative_Justice_in_Courts_Greek_Case

[15] Πάνω στο ειδικό αυτό ζήτημα της εφαρμογής της ΑΔ μέσα στη φυλακή βλ. Johnstone, Gerry (2014), Restorative Justice in Prisons: Methods, Approaches and Effectiveness, Council of Europe Publishing: Strasbourg.

[16]  Shapland, J., Robinson, G., & Sorsby, A. (2011). Restorative Justice in Practice: Evaluating what works for victims and offenders. Abingdon, Oxon: Routledge, Vanfraechem, I., Aertsen, I., & Willemsens, J. (2010) Restorative Justice Realities. Empirical Research in a European Context. The Hague: Eleven International Publishing, Van Camp, T. (2017), Understanding victim participation in restorative practices: Looking for justice for oneself as well as for others. European Journal of Criminology, 14(6), 679-696, Latimer, J., Dowden, C., & Muise, D. (2005). The Effectiveness of Restorative Justice Practices: A MetaAnalysis. Prison Journal, 85(2), 127-144

[17] Cuniberti, Gilles (2014), “Les caractéristiques prêtées classiquement à la tradition juridique continentale”,Revue de l’ERSUMA,.

[18] Όπως στο Βέλγιο και στις βόρειες κυρίως χώρες.

[19] Vanfraechem, Inge, Ivo Aertsen and Jolien Willemsens (2010) Restorative Justice Realities. Empirical Research in a European Context, Eleven International Publishing: The Hague, p. 77

[20] Για παράδειγμα στη Γαλλία. Βλ. Rabut-Bonaldi Gaëlle (2015), «La mesure de justice restaurative, ou les mystères d'une voie procédurale parallèle », Recueil Dalloz, σελ. 97.

[21] Βλ. Dünkel, Grzywa-Holten and Horsfield (2015), σελ. 1064. Η ΑΔ στην Ευρώπη σχεδόν ταυτίζεται με την διαμεσολάβηση δράστη θύματος και εφαρμόζεται κυρίως σε μικρής βαρύτητας αδικήματα ενώ άλλες αποκαταστατικές πρακτικές που εμπεριέχουν μέλη του οικογενειακού περιβάλλοντος των άμεσα εμπλεκομένων καθώς και πολίτες (συνεδρίες, κύκλοι) δεν εφαρμόζονται ευρέως.

[22] Δεδομένου του ότι η ΑΔ ερευνάται κυρίως από εγκληματολόγους, κοινωνιολόγους, ψυχολόγους κτλ.

[23] Όπως έχει επισημανθεί “the literature of restorativism needs not yet greater enthusiasm but more reflection”, Von Hirsch, Andrew (1998), “Penal Theories” in Michael Tonry (ed.) The Handbook of Crime and Punishment, Oxford University Press: New York and Oxford, 659-682.

[24] Giovanoglou, S. (2015), p. 362. Σημειώνεται ότι η Ελλάδα έχει συμμετάσχει ήδη σε διεθνή ερευνητικά προγράμματα σχετικά με την ΑΔ, όπως το AGIS Project του the European Forum for Restorative Justice (EFRJ), βλ. Papadopoulou, P., Panagiotopoulos P. (2008), “Greece” In Casado Coronas, C. alii, Restorative justice: an agenda for Europe Supporting the implementation of restorative justice in the South of Europe, Final report of AGIS Project JLS/2006/AGIS/147, Leuven: European Forum for Restorative Justice, pp. 10-15, καθώς και την περίοδο 2011-2013, το πρόγραμμα “3E Model for a Restorative Justice Strategy in Europe: The Geographic Distribution of Restorative Justice in 11 European Countries and the Configuration of an Effective – Economic – European Strategy Model for its further Diffusion” στο οποίο το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ) ήταν επικεφαλής, βλ. Pitsela, A., Symeonidou-Kastanidou, E. (2013), Restorative Justice in Criminal Matters: Towards a new European Perspective. Comparative Research in 11 European Countries, Athens, Thessaloniki: Sakkoulas. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι η χώρα μας συμμετέχει σε ένα φιλόδοξο τρέχον ευρωπαϊκό πρόγραμμα μέσω του ΑΠΘ και της Εθνικής Σχολής Δικαστών, το πρόγραμμα RE-JUSTICE (2019-2021). Ο στόχος αυτής της χρηματοδοτούμενης από την ΕΕ πρωτοβουλίας είναι να προωθήσει και να ευαισθητοποιήσει γύρω από την ΑΔ το δικαστικό σώμα, μέσω της κατάρτισης, της ανάπτυξης γνώσεων και της ανάπτυξης δεξιοτήτων σχετικά με το ζήτημα για δικαστές και εισαγγελείς. Το π΄ρογραμμα RE-JUSTICE αναπτύσσεται επί του παρόντος με τη συνεργασία τριών ευρωπαϊκών χωρών (Ελλάδα, Ισπανία και Ιταλία) και πρόκειται να προωθηθεί και σε άλλα κράτη μέλη της ΕΕ.

[25] Προκειμένου να ενισχυθεί η πολιτική βούληση για καλύτερη νομοθετική πλαισίωση και προώθηση της ΑΔ στις ευρωπαϊκές χώρες, το  EFRJ σύστησε το 2018 το European Restorative Justice Policy Network (ERJPN) που αποτελείται από εκπροσώπους των Υπουργείων Δικαιοσύνης διάφορων ευρωπαϊκών χωρών. Σκοπός του εν λόγω εγχειρήματος είναι η ετήσια συνάντηση των εθνικών εκπροσώπων προκειμένου να ευαισθητοποιηθούν και να ενημερωθούν  σχετικά με τις εξελίξεις της ΑΔ ώστε να υποστηριχθεί και να οργανωθεί καλύτερα η εφαρμογή της ΑΔ στις συμμετέχουσες χώρες. Μέχρι στιγμής, η χώρα μας έχει εκπροσωπηθεί μόνο στην πρώτη συνάντηση του  (ERJPN) το 2018 από την κ. Σοφία Γιοβάνογλου.

[26] Dünkel, Grzywa-Holten and Horsfield (2015), σελ.1077.