ΤΕΥΧΟΣ #4 ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2017

Θρησκευτικοί πόλεμοι την περίοδο της παγκοσμιοποίησης

Δημήτρης Τσιατσιάνης

 

Αντικείμενο της παρούσας κριτικής είναι το επιστημονικό έργο του θεολόγου Hans G. Kippenberg με τίτλο ''Η βία ως θεία λειτουργία: Θρησκευτικοί πόλεμοι την περίοδο της παγκοσμιοποίησης'' (Hans G. Kippenberg, Gewalt als Gottesdienst: Religionskriege im Zeitalter der Globalisierung, Verlag C.H. Beck ohG, Muenchen 2008, ISBN: 978 3 406 ,49466 6).

Σημείο εκκίνησης του βιβλίου είναι η παρουσίαση των ευεργετημάτων του σύγχρονου φιλελεύθερου πολιτικού μοντέλου υπέρ των θρησκευτικών ομάδων, ιδιαίτερα μέσω της παροχής σε αυτές πολλαπλών νομικών δυνατοτήτων οργάνωσης τους σε σωματεία, ιδρύματα και λοιπούς οργανισμούς, στα πλαίσια της θρησκευτικής ελευθερίας και της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι. Οι ελευθερίες αυτές στην συγκεκριμένη περίπτωση βάλλουν το μονοπώλιο της Εκκλησίας και προωθούν συλλογικά εγχειρήματα θρησκευτικής πίστης και δράσης. Η θρησκεία παύει να είναι αποκλειστικά ένα φαινόμενο της αυστηρά οριοθετημένης ιδιωτικής σφαίρας, καθώς και της Εκκλησίας και λαμβάνει σταδιακά μέρος στο δημόσιο βίο μέσω εναλλακτικών θρησκευτικών ενώσεων, οι οποίες συνιστούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου.

Το κέντρο βάρος του παρόντος βιβλίου εντοπίζεται επομένως στην ύπαρξη και την λειτουργία της ''θρησκευτικής ομάδας''. Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ως εργαλείο στην έρευνα του τις κοινωνιολογικές μελέτες του Max Weber σε σχέση με τις κοινωνικές ομάδες γενικά και τις θρησκευτικές ομάδες ειδικότερα. Ειδικότερα, ο Weber συμπεραίνει ότι η θρησκεία και η πίστη υπάρχουν λόγω της δυσκολίας των κοινωνών να βρουν κάποιο νόημα στην πολύπλοκη πραγματικότητα που τους περιβάλλει. Η θρησκευτική ομάδα είναι φορέας του νοήματος αυτού, αναλαμβάνει το καθήκον να το μορφοποιήσει υπέρ των μελών της και κατόπιν να υποδείξει τις κατάλληλες ενέργειες για την πραγμάτωσή του. Η μορφοποίηση του νοήματος προϋποθέτει αναγκαία μια πρόσθετη ερμηνεία της πραγματικότητας, η οποία με συνέπεια υποδεικνύει τη διενέργεια συγκεκριμένων πράξεων εκ μέρους των μελών της ομάδας. Χωρίς την υλοποίηση των πράξεων αυτών καθ' υπόδειξη της τελευταίας το ιερό νόημα δεν είναι βιώσιμο. Στις περισσότερες θρησκευτικές ομάδες, η ερμηνεία αυτή επιβάλλει τουλάχιστον την πραγμάτωση των ηθικών προταγμάτων της αδελφοσύνης προς τα μέλη της ομάδας και της αναγκαίας θυσίας υπέρ της ομάδας, όποτε εκείνη απειλείται, με αποτέλεσμα στην τελευταία περίπτωση τη μαρτυροποίηση του νεκρού.

Η ερμηνεία της πραγματικότητας εκ μέρους της θρησκευτικής ομάδας καθορίζεται από την ίδια την πραγματικότητα στην μοναδική  κάθε φορά ιστορική έκφανση της τελευταίας κατόπιν σύμπραξης πλήθος πολιτικών, κοινωνικών και οικονομικών παραγόντων. Με άλλα λόγια, αν η ιστορική πραγματικότητα δεν εξελισσόταν τόσο πολύπλοκα και δυναμικά δεν θα υπήρχε το αδιέξοδο του παραλόγου, το οποίο τώρα έχει αναλάβει να άρει η θρησκευτική ομάδα. Ειδικότερα, η πραγματικότητα της περιχαράκωσης, της προπαγάνδας και της ανέχειας ενός ολόκληρου πληθυσμού, μιας μειονότητας ή και μιας θρησκευτικής ομάδας, για τις οποίες ευθύνονται συχνά έτεροι συντελεστές, όπως εξωτερικές πολιτικές κρατών και Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, δημιουργεί μια ενισχυμένη ανάγκη εύρεσης ενός νοήματος μέσα στο χάος, εγγυητής του οποίου είναι η θρησκευτική ομάδα.

Καθοριστικός παράγοντας επικινδυνότητας της δράσης μιας θρησκευτικής ομάδας αποδεικνύεται συχνά η κοινωνική δομή της. Την κοινωνική δομή των θρησκευτικών ομάδων διέπει η σταθερά του ''κοινωνικού κεφαλαίου''. Το κοινωνικό κεφάλαιο συνίσταται, στην βασική του μορφή, στην διασύνδεση ατόμων από διαφορετικά κοινωνικά στρωματα, την παροχή βασικών αγαθών, όπως εκπαίδευση και υγεία, την δημιουργική ανάληψη πρωτοβουλιών, την ανάθεση εργασιών και γενικά την καλλιέργεια δεσμών εμπιστοσύνης. Από εκεί και έπειτα υπάρχουν για κάθε θρησκευτική  ομάδα παρεκκλίσεις ως προς την βασική αυτή έκφραση του κοινωνικού κεφαλαίου, οι οποίες οφείλονται εν μέρει στα άτομα που στελεχώνουν την ομάδα και εν μέρει στο ιστορικό- κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο αυτή δρα. Συνεπώς, άλλες θρησκευτικές ομάδες είναι εξωστρεφείς, προωθούν την συνεργασία και την γεφύρωση κοινωνικών και ταξικών χασμάτων μέσα από τις πρωτοβουλίες τους. Άλλες είναι εσωστρεφείς, διέπονται από αυστηρή ιεραρχία με μικρές πιθανότητας ανέλιξης των μελών, οριοθετούνται ανταγωνιστικά απέναντι σε άλλες θρησκευτικές ομάδες και το κοινωνικό τους κεφάλαιο προορίζεται μόνο για τα μέλη τους. Η δικαιολογημένη ή μη αντιπαράθεση μιας ομάδας με μεγέθη όπως η έννομη τάξη, ή άλλες θρησκευτικές και ευρύτερα κοινωνικές ομάδες τονίζει την αυτοκατάφαση της ομάδας στον χωροχρόνο. Η ομάδα σε μια τέτοια περίπτωση επιδιώκει την αυτάρκεια και την αποστασιοποίηση από το κρατούν οικονομικό και πολιτισμικό μοντέλο. Ο ανταγωνισμός σε ζητήματα εξουσίας είναι πιθανός, καθώς η ομάδα συχνά επιδιώκει να προσαρτήσει έδαφος για την αποτελεσματικότερη εδραίωσή της, υποσκάπτοντας την κρατική κυριαρχία.

Πρόκειται για ένα επιστημονικό έργο με ισορροπημένη δομή: Την αρχική θεωρητική προσέγγιση  της διάρθρωσης, της λειτουργίας και της σύγχρονης πρόκλησης των θρησκευτικών ομάδων εν γένει ακολουθεί μια ικανοποιητική παράθεση ιστορικών παραδειγμάτων βίαιης δράσης συγκεκριμένων θρησκευτικών ομάδων της πρόσφατης ιστορίας, με αποτέλεσμα την εμπειρική επαλήθευση της θεωρίας. Τα ιστορικά παραδείγματα  αφορούν γνωστές θρησκευτικές ομάδες της Μέσης Ανατολής, όπως τη Hezbollah, τη Hamas, την πανεθνική θρησκευτική ομάδα Al Qaeda, την εναλλακτική ομάδα του Jim Jones, την αποκαλυπτικών σεναρίων ομάδα του David Koresh στο Waco του Τέξας, τις θρησκευτικού χαρακτήρα εποικιστικές αποστολές του Ισραήλ, καθώς  και την θρησκευτική επένδυση της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ.

Βασική ιδέα της συγκεκριμένης επιστημονικής ανάλυσης είναι οτί τα αίτια της θρησκευτικής βίας δεν είναι ποτέ αποκλειστικά και μόνο θεολογικής φύσεως. Η θρησκευτική βία είναι φαινόμενο πολυπαραγοντικό: η ιστορική πραγματικότητα καθορίζει την ερμηνεία της θρησκευτικής ομάδας. Η πραγματικότητα και οι συγκυρίες δεν είναι μεγέθη στατικά, αλλά υπόκεινται σε διαρκείς ζυμώσεις πολιτικού και οικονομικού χαρακτήρα οι οποίες πυροδοτούν τα ερμηνευτικά φίλτρα της βίαιης θρησκευτικής ομάδας, με συνέπεια τις τυχόν επιθετικές (ή για πολλούς και αμυντικές) διαθέσεις των κοινωνών της. Στο αυτό μήκος κύματος, το θρησκευτικό κείμενο όσα περιστατικά βιβλικής βίας και να περιέχει είναι νεκρό αν νοηθεί χωριστά από μια ιστορική συγκυρία, από τις πολιτικές επιλογές αυτής και από εσκεμμένες ερμηνείες των χωρίων του που είτε προωθούν είτε εξορκίζουν αυτές τις επιλογές. Στο σύστημα λοιπόν αυτό των διάφορων παραγόντων και υποκειμένων είναι αφελής αν όχι επικίνδυνη μια μονοδιάστατη εχθρική αντιμετώπιση της βίας μιας θρησκευτικής ομάδας χωρίς παράλληλη ανάλυση του συνολικού πλαισίου δράσης της.

Ο Δημήτρης Τσιατσιάνης είναι ασκ. δικηγόρος