ΤΕΥΧΟΣ #8 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2019

“THE STREET ART PROJECT”: “Walls and Streets - NYC Meets Athens”, Alibi Gallery

Δρ. Ευδοξία Φασούλα, Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου

Το “The Street Art Project” επισκέφτηκε μία από τις καλύτερες ομαδικές εκθέσεις των τελευταίων ετών για τη Street Art στην “Alibi Gallery” συνδιοργανωμένη με τη συνδρομή της Melissa McCaig - Welles η οποία, όπως αναφέρεται στο Δελτίο Τύπου της έκθεσης, «είναι ανεξάρτητη επιμελήτρια και ιδιοκτήτρια της McCaig - Welles Gallery και ειδικεύεται σε καταξιωμένους καλλιτέχνες που αναδείχθηκαν σε πρωταγωνιστικούς ρόλους στο καλλιτεχνικό στερέωμα των πόλεων των Ηνωμένων Πολιτειών τις δεκαετίες του ‘90 και 2000. Τελευταία οργανώνει και επιμελείται διεθνείς εκθέσεις street art ανά τον κόσμο». Η διάρκεια της έκθεσης ήταν από τις 12/10 έως τις 12/12 αρχικά, λαμβάνοντας παράταση μέχρι τον Ιανουάριο του 2019, και είχε τον τίτλο “Walls & Streets - NYC meets Athens”.

Η ομαδική έκθεση επικεντρώθηκε στο κυρίαρχο χαρακτηριστικό της τάσης / του κινήματος της  Street Art ως φαινομένου, αυτό της «παγκόσμιας γλώσσας», μίας κωδικοποιημένης γλώσσας που ταυτόχρονα ομιλείται από όλους τους ανθρώπους σε όλες τις γειτονιές, πόλεις, χώρες και που πρώτα απ’ όλα οράται από αυτούς.

Υπό αυτό το πλαίσιο, σε αυτήν την έκθεση, συνεργάστηκαν καταξιωμένοι καλλιτέχνες από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από τη Νέα Υόρκη -  Indie184, Logan Hicks, Shepard Fairey και Swoon - με Έλληνες καλλιτέχνες που έχουν αποδείξει με τα έργα τους (εκ των οποίων τα περισσότερα με αντίκτυπο φήμης, γνωστοποίησης είναι pieces και murals) στους δρόμους της Αθήνας, κυρίως, πως πρόκειται για ανθρώπους που εκπροσωπούν την ίδια (Ελλάδα) με τον καλύτερο δυνατό τρόπο όσον αφορά τη Street Art. Αναφέρουμε ονόματα όπως Cacao Rocks, N_Grams, STMTS, Ιάκωβο Βολκώβ, Βαγγέλη Χούρσογλου (Woozy), Fikos και Disgusto.

Σαφώς, η επιλογή της πόλεων, της Νέας Υόρκης και της Αθήνας, δεν θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως ήταν τυχαία. Η Νέα Υόρκη ήταν η γενέτειρα το κινήματος του Graffiti τη δεκαετία του ’70, όπως άλλωστε, έχουμε υποστηρίξει στη θεωρητική ενότητα περί ιστορικής αναδρομής στο Project μας, και αυτό το γεγονός συνδέεται άμεσα με την εξέλιξη του ίδιου στη νέα τάση, αυτή της Street Art. Από την άλλη πλευρά, η Αθήνα, ίσως «το νέο Βερολίνο», με τις καλύτερες δημόσιες τοιχογραφίες της Ευρώπης και του κόσμου, έχει αποδείξει ότι οι καλλιτέχνες της εκτός από πρωτότυπη τεχνοτροπία, διαθέτουν και προσωπικότητα εάν κρίνουμε από τη θεματολογία των έργων τους – τα κοινωνικά μηνύματα που εκπέμπουν.

Ο διάλογος που έχει δημιουργηθεί ούτως ή άλλως στο προσκήνιο της Street Art από το 2015 και έπειτα πιο έντονα, επιβεβαιώνεται με την παρούσα έκθεση, με συμβολικό τρόπο «ανταλλαγής»[1] απόψεων μέσω των έργων τόσο για την ίδια την τάση και τα συναισθήματα των καλλιτεχνών όσο και για την παγκόσμια κατάσταση σε διάφορα ζητήματα που άπτουν προσοχής της κοινής γνώμης. Βάσει προσέγγισης του μεγάλου θεωρητικού της Κοινωνιολογίας, Simmel, η ίδια η κοινωνία λειτουργεί με την πλέον ξεκάθαρη διαδικασία αλληλόδρασης μεταξύ των μελών της που είναι η ανταλλαγή. Η πιο αναπτυγμένη διαχρονική διαδικασία / μορφή αλληλεπίδρασης μεταξύ των ατόμων. Η ανταλλαγή του 21ου αιώνα, ως μορφή, διακρίνεται από το δίκτυο σχέσεων που επιζητά ή και κατέχει η εκάστοτε αλληλεπίδραση. Η ανάγκη έκφρασης για επικοινωνία, ανάμεσά τους, θεωρούμε, πως στέφθηκε με επιτυχία.

Πιο αναλυτικά, όπως διενεργήσαμε στο Φεστιβάλ της περιοχής του Αλίμου, “Old School Meeting Graffiti” το φετινό καλοκαίρι, έτσι και σε αυτό το report, ακολουθούν σύντομες αναλύσεις ορισμένων έργων που, λόγω της τεχνοτροπίας και των κοινωνικών μηνυμάτων που εκπέμπουν, δεν μας άφησαν αδιάφορες ως προς τη θέασή τους με σκοπό την καλύτερη γνωριμία του κοινού με τους καλλιτέχνες και κατ’ επέκταση με τη Street Art.

(Fikos, “Illusions”, 2018, Acrylics on canvas, 62x82 cm – Φωτογραφία: Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου)

Ο “Fikos” είναι ένας από τους καλλιτέχνες (και) της δημόσιας τοιχογραφίας που δεν αφήνει κανέναν περαστικό να προχωρήσει στον δρόμο προς τα εμπρός εάν τύχει και συναντηθεί με ένα έργο του. Ο εν λόγω καλλιτέχνης, πιο πολύ, πλησιάζει με την επιλογή της τεχνοτροπίας του στην κλασική Ζωγραφική, με την έννοια του κλασικού εικαστικού τρόπου αναπαράστασης εικόνας αγγίζοντας και τη χριστιανική θεολογία – αγιογραφία σήμερα, ειδικευόμενος και πιο γνωστός παράλληλα για τη Βυζαντινή περίοδο[2].

Στον παρόν έκθεμα “Illusions” του Fikos, εντοπίζεται το «στερεότυπο» της πορείας αναπαραστατικής απεικόνισης αυτού του είδους: η αγιογραφία εκεί όπου έχουμε συνηθίσει να τη βλέπουμε, σε κλειστούς χώρους εκκλησιών, ξαφνικά, μετατοπίζεται έξω από αυτούς με την ίδια «αυτοπεποίθηση» ως παρουσία σε τοίχους των πόλεων. Το «στερεότυπο», λοιπόν, έγκειται σε αυτήν ακριβώς τη συχνή μετατόπιση και προέρχεται από τη βυζαντινή ζωγραφική των παλαιών χρόνων συγκριτικά με τον δυτικό τρόπο σκέψης και εγκαθίδρυσης αυτού στη βυζαντινή ζωγραφική. Ουσιαστικά, το ύφος και ο τρόπος προσέγγισης μίας εικόνας τη στιγμή της δημιουργίας της είναι εκείνο που απασχολεί και φαίνεται πως θεωρείται το πρώτο πράγμα που κοιτά κάποιος σε τέτοιου είδους τοιχογραφίες. Είναι αντιγραφή ή μία εκ νέου δημιουργία[3];

Για το συγκεκριμένο, λοιπόν, έργο, ο Fikos έγραψε στην επίσημη σελίδα του στα κοινωνικά δίκτυα:

«Αυτό που ανεβαίνει γρήγορα πέφτει γρήγορα.

Κανένας άνθρωπος δεν ζει για πάντα και όλοι οι άνθρωποι έχουν όρια. Ακόμη και οι μύθοι. Αυτές είναι οι σκέψεις μου όταν διαβάζω την ιστορία, στην περίπτωση αυτή την ελληνική ιστορία.

Ο Μέγας Αλέξανδρος πέθανε μεταξύ 10 και 11 Ιουνίου, 323 π.Χ. σε ηλικία 32 ετών. Το δικό του όριο ήταν μάλλον τυφοειδής πυρετός, προκαλώντας τον σοβαρό κοιλιακό πόνο, τον καρφωμένο στο κρεβάτι του, αδύναμο και σίγαλο μετά από άλλο τραυματισμό στο λαιμό του από την πολιορκία της Κυρόπολης.

Τον χρειάστηκε μόνο δώδεκα χρόνια για να φτιάξει τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία που η ανθρωπότητα είχε δει ακόμη και μόνο λίγες μέρες να καταρρεύσει και να περάσει μακριά. Αυτή είναι μια από τις σπανιότερες απεικονίσεις ενός ευάλωτου Μεγάλου Αλεξάνδρου που έχει ψευδαισθήσεις στις τελευταίες του στιγμές».

Η επιλογή σχεδιασμού μίας κορυφαίας στιγμής της ιστορικής – μυθικής καθημερινότητας ενός προσώπου που έχει γίνει αιτία πάμπολλων μύθων, που έχει εμπορευματοποιηθεί στο βωμό της θυσίας εξαγωγής, μιμητικής διάστασης πολιτισμικών πρακτικών της Ελλάδας σε άλλες χώρες, επιβεβαιώνει το προαναφερθέν στερεότυπο το ότι η ελληνική μυθολογία, η βυζαντινή περίοδος κ.ο.κ. θεωρούνται δύσκολα θέματα (επανα)δημιουργίας κατά τεχνο – τροπικό πλαίσιο.

Το κοινωνικό μήνυμα που εκπέμπει είναι έκδηλο για τη σημερινή κατάσταση των ανθρώπινων σχέσεων υπό μετανεωτερική προσέγγιση (όλα είναι ρευστά, συνεχώς μεταβαλλόμενα γεγονότα επηρεάζουν την κοινωνική ζωή) και για την ματαιοδοξία του ανθρώπου να μείνει στην ιστορία ως δρων υποκείμενο που επιθυμεί να επηρεάσει την εξέλιξή της κατά τρόπο θετικιστικό μέχρι τον 20ο αιώνα (λόγω αιτίας, το αποτέλεσμα θα είναι το δείνα) και κατά τρόπο δημιουργικό αποζητώντας το νόημα της ζωής, πατώντας σε βάσεις άλλων από τα μισά του 20ου αιώνα μέχρι σήμερα[4].

(Logan Hicks, “Textures of the City”, 2018, 30x48 inches, Aerosol on Canvas – Φωτογραφία: Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου)

O Logan Hicks, όπως αναφέρεται για την τεχνοτροπία του, είναι ένας καλλιτέχνης που χρησιμοποιεί πολλά μέσα, την τεχνική του πολυστρωματικού stencil. Δηλαδή, κόβοντας και οριοθετώντας τις μεμβράνες τη μία πάνω στην άλλη, τις ψεκάζει από πάνω με ξεχωριστές αποχρώσεις χρωμάτων που έχει επιλέξει. Το έργο του επικεντρώνεται, κυρίως, στα αστικά τοπία. Κάποιος μπορεί να συμφωνήσει στο ότι το αποτέλεσμα είναι εκείνο που φαίνονται οι απαιτήσεις της συγκεκριμένης τεχνικής.

Το συγκεκριμένο έργο αποτυπώνει τη σύγχρονη μορφή της πόλης με τα υψηλά κτίρια το ένα δίπλα στο άλλο να δημιουργούν την αίσθηση – όντως – ενός κέντρου που επιβεβαιώνει θεωρητικά τα χαρακτηριστικά της πόλης. Ως χώρος κατοικίας, ως τρόπος ζωής των ανθρώπων και ως ένα μέρος συνάντησης και οικειοποίησης μεταξύ αγνώστων – γνωστών[5]. Τα χρησιμοποιηθέντα χρώματα και η τρισδιάστατη απεικόνιση υποβοηθούν στο να αντιληφθεί κανείς τα παραπάνω χαρακτηριστικά.

Η εν λόγω θεματολογία του καλλιτέχνη αποσκοπεί στην προσδοκία του ίδιου να πετύχει μία τόσο (υπερ)ρεαλιστική απεικόνιση της καθημερινής ζωής όσο και μία ποιητικής διάστασης αποδίδοντας στον τίτλο με τη λέξη “textures”, το νόημα των «υφών»: πόσα ανθρώπινα νοήματα, προσωπικά και κοινωνικά κατασκευασμένα[6], συγκροτούν την ίδια τη δομή της πόλης ή ακόμη – ακόμη την αίσθηση του ανήκειν και του κατοικείν; Πώς «υφαίνουν» την καθημερινή κοινωνική αλληλεπίδραση;

Shepard Fairey, “Fragile Peace”, 2018, [silkscreen on wood panel], (φώτο Ευδοξία Ζ. Φασούλα)

Σε μικρή απόσταση μεταξύ τους. Συνυπήρξαν αυτοτελώς και προς τον σκοπό της έκθεσης σε ΜΑΤΙΑ (τόνος κατά βούληση) πολυποίκιλων ακροατών. Με ελεύθερη μετάφραση θα μπορούσαν να (συν)εννοηθούν ως «ελευθερώστε την εύθραυστη ειρήνη». Shepard Fairey και STMTS (κατά κόσμον Σταμάτης), “Fragile Peace” και “Let it free” αντίστοιχα. Απ’ τον πρώτο κρατάμε την υπογραφή, απ’ τον δεύτερο τη «χαρακιά». Κι είναι εντυπωσιακό που συναντώνται σε σταυροδρόμι οξύληκτου «νήματος», ρωμαλέου αλλά κι ευαίσθητου, αποφασιστικού, ωστόσο, μ’ ένα σίγουρο θάρρος / θράσος στο κινητήριο βήμα.

Η υπογραφή του Fairey συμβολικού – μονογραφικού τύπου συνοψίζει μότο ζωής που δίνει προβάδισμα στην κίνηση και την ενέργεια σε βάρος κάθε περιττής φορμαλιστικής λεπτομέρειας, που θα καθυστερούσε την παρόρμηση αιματώδους σωματότυπου και νου (συνδέσμωση των χαράξεων σε έναν γραφικό χρόνο, «μονοκοντυλιά», μορφολογική διάλυση / αποδόμηση). Ξεχύνεται με τσαμπουκά στο γραφικό πεδίο (γραμμές εκτεινόμενες προς τα δεξιά), προτάσσοντας δελτίο δημιουργικής ταυτότητας, όχι ως άλλοθι, αλλά ως ανάγκη ενός Εγώ σε κατάσταση συνεχούς κατεπείγοντος. Το μαρτυρά άλλωστε η υπερανάπτυξη στον κάθετο άξονα των υπογραφικών μορφωμάτων σε κατάσταση ταχείας ρυθμικά ροής. Θρυλική ισχυρογνωμοσύνη σε αντίληψη και πράξη (οξείες άνω γωνίες), όχι δίχως ικανότητα πειθούς ηγέτη, υπαρκτή ή ισοβίως σκοπούμενη, (κάθετοι άξονες σε δεξιά κλίση). Ευρυμάθεια και φιλαναγνωσία του περιβάλλοντος τούτη η διάχυση της χάραξης στο γραφικό πεδίο, περιφρονητικό βλέμμα στο φόβο της τάξης, «θα φέρω τούτον τον κόσμο στα μέτρα μου» / «θα σας επιβάλλω τη θέαση στο troubleshooting μου»  (υψηλός βαθμός προσωπικής επεξεργασίας, δεξιά κλίση).

Εντυπωσιάζει, πάντως, η αντίθεση (και συνακόλουθη αντίφαση) της υπογραφής του με το φορμαλισμό της street τέχνης του (της indoor included) και τεχνικής του (φίνος ρεαλισμός μεταξοτυπίας και φωτογραφική αποτύπωση). Μοιάζει σαν εκτόνωση αναπνοής ενός εαυτού που μπορεί επι_τέλους να’ ναι ο εαυτός του.

H υπογραφή του Shepard Fairey (φωτογραφική λεπτομέρεια, φώτο Ευδοξία Ζ. Φασούλα)

Το «σχεδιάζω μέσα από τις γραμμές» του STMTS μεταβολίζεται αντανακλαστικά σε “reading (him) behind the lines”. Ευέλικτες «μολυβιές» κληροδότημα της χαρακτικής και της τέχνης της γκραβούρας διατηρούν ωστόσο δυναμική γραφικού χαρακτήρα. Άλλοτε αιχμηρές κι άλλοτε ελαφρώς τρομώδεις (εναλλαγή στη διάχυση τρόμου και δυναμισμού) μετουσιώνουν την ίδια τη φυσιολογική αμφιθυμία των αντιδράσεων, των αντοχών. Απ’ το «μπορώ και μάχομαι», στο «φοβάμαι ή / και σκέφτομαι πριν».

Μια ευγενική, καλλίγραφη ευθραυστότητα (λεπτό γραφικό «νήμα»), ή μήπως καλύτερα συγκινητικότητα, με πείσμα παιδικά αισιόδοξο (το Παιδί στο κέντρο της τέχνης του) και διάθεση για δήλωση (πυκνή κάλυψη του γραφικού πεδίου). Οξύνοια, οξυδέρκεια στο βλέμμα (δεν επιλέγεται τυχαία η χαρακτική ως βασική επιδραστική τεχνική), στοχευμένη κίνηση (βλ. λεπτομερής απεικόνιση), ικανή μνημονική ανάκληση ως οδηγός.

Η ακρίβεια της σκέψης έχει τις ρίζες της σε όνειρο πινκ-φλοϊντικό που επιχειρεί υπερπτήση με πλήρη συνείδηση του κόσμου (βλ. τα καλογραμμένα και υπερτονισμένα πουλιά στην άνω ζώνη / εγκεφαλική εν κινήσει). Ο λαιμός είναι η βάση της σύγκρουσης των ενεργειών, των «θέλω», αυτοδιαγράφεται, παλεύει, μάχεται, αποδομεί και αποδομείται χορευτικά (έντονα κινητικές «μολυβιές», αλληλοδιαγραφόμενες, μορφολογικά χονδροειδείς).

Εν συνόλω οι χαρακιές κυριαρχούν λειτουργικά, εμφατικά αλλά διόλου αυτάρεσκα. Αντίθετα απολαμβάνουν διακριτικά το κολύμπι στ’ ακρυλικά και το σπρέι του καμβά. Ένα διαρκές memo, προς τα έσω, προς τα έξω, του αρχικού κι αρχετυπικού του I Love Life”.

STMTS, “Let it free”, 2018, [acrylics & spraypaint on canvas], (φώτο Ευδοξία Ζ. Φασούλα)

STMTS, “Let it free”, 2018, [λεπτομέρεια σε φωτογραφική μεγέθυνση], (φώτο Ευδοξία Ζ. Φασούλα)

Δρ. Ευδοξία Φασούλα, Δικηγόρος, Αναλυτική & Δικαστική Γραφολόγος, Νομικής του Πανεπιστημίου του Μονάχου

Κωνσταντίνα Κωνσταντίνου, Κοινωνιολόγος – ΜΔΕ Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου

[1] Simmel G., Πόλη και ψυχή, μτφ. Γ. Λυκιαρδόπουλος, Αθήνα, Έρασμος, 1993.

Αντωνοπούλου Μ. Ν., Οι κλασικοί της Κοινωνιολογίας – Κοινωνική Θεωρία και Νεότερη Κοινωνία, Αθήνα, Σαββάλας, 2008.

[2] Ο πρώτος που ασχολήθηκε δημόσια με αυτή τη θεματολογία ήταν και είναι ο Στέλιος Φαϊτάκης, ο οποίος έγινε γνωστός στο κοινό το 2008 από τη συμμετοχή του στην 1η Μπιενάλε της Αθήνας με την τοιχογραφία «Ο Σωκράτης πίνει το κώνειο».

[3] Ο Φώτης Κόντογλου είχε ισχυριστεί θεωρητικά τη λειτουργία των βυζαντινών εικόνων με τέτοιο τρόπο που τις εγκλώβισε στην επανάληψη παλαιών προτύπων. Ουσιαστικά, όπως έχει υποστηρίξει ο Fikos για αυτόν τον θεωρητικό εγκλωβισμό, «η δυτικότροπη ζωγραφική εκφράζει την επίγεια σωματική ομορφιά, ενώ η βυζαντινή ζωγραφική την πνευματικότητα. Έτσι, ταυτίζοντας την βυζαντινή ζωγραφική - όπως αυτή είχε εκφραστεί επιλεκτικά από το 14ο μέχρι το 16ο αιώνα - με κάτι τόσο άγιο, αυτομάτως κάθε τι νέο, άρα διαφορετικό, απαγορεύτηκε ως μη πνευματικό».

Παπαδημητρίου Α. και Ε., Μνήμη Κόντογλου, Αθήνα, Αστήρ, 1975.

[4] Ασημάκη Α., Κουστουράκης Γ. & Καμαριανός Ι., «Οι έννοιες της νεωτερικότητας και της μετανεωτερικότητας και η σχέση τους με τη γνώση: μία κοινωνιολογική προσέγγιση», Το Βήμα των Κοινωνικών Επιστημών, Τόμος ΙΕ, 60, 2011, σελ. 99 – 120.

Χρύσης Α. Α., Φιλοσοφία της Ιστορίας. Εισαγωγικές προσεγγίσεις. Από τους Αρχαίους στον Marx, Αθήνα, Κριτική, 2004. 

Craib I., Σύγχρονη κοινωνική θεωρία. Από τον Πάρσονς στον Χάμπερμας, Αθήνα, Τόπος, 2011.

[5] Wirth L., “Urbanism as a Way of Life”, American Journal of Sociology, 18, XLIV, 1938.

[6] Η κατασκευή νοημάτων και η απόδοση αυτών στα φαινόμενα της καθημερινής κοινωνικής ζωής από πλευράς των ατόμων, ωθούν τα τελευταία σε μία πρόχειρη κωδικοποίησή τους που σκοπό έχει την κατανόηση. Έτσι, όταν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, ουσιαστικά, τα νοήματά τους βρίσκονται σε επικοινωνία, η οποία με τη σειρά της, ή ισχυροποιείται ή αποδυναμώνεται αναλόγως τον τύπο της αλληλεπίδρασης – τη σχέση των ατόμων.

Craib I., Σύγχρονη κοινωνική θεωρία. Από τον Πάρσονς στον Χάμπερμας, Αθήνα, Τόπος, 2011.