ΤΕΥΧΟΣ #3 ΙΟΥΛΙΟΣ 2017

Dark web: Το σκοτεινό διαδίκτυο

Θεώνη Σπαθή

Το Διαδίκτυο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της σύγχρονης παγκόσμιας κοινωνίας, όχι μόνο σε προσωπικό αλλά και σε επαγγελματικό επίπεδο κάθε ατόμου. Αποτελεί μία από τις πιο διαδεδομένες υποδομές πληροφόρησης των ημερών μας, καθώς διευκολύνει όχι μόνο την απεριόριστη ανταλλαγή, μετάδοση και αποθήκευση πληροφοριών και ιδεών ανάμεσα σε χρήστες από όλο τον κόσμο, ανώνυμα, σε σύντομο χρονικό διάστημα και με ελάχιστο κόστος, αλλά και την επικοινωνία μεταξύ των ατόμων σε πραγματικό χρόνο. Με προγόνους του το τηλέφωνο και τον τηλέγραφο, που χρονολογούνται από τον 19ο αιώνα, η επείγουσα ανάγκη επικοινωνίας και μετάδοσης δεδομένων μεταξύ περισσότερων από δύο ατόμων σε διαφορετικά μέρη είχε γίνει προφανής αναγκαιότητα. Η πρόσβαση σε ένα ευρύ φάσμα δεδομένων και πόρων, οι ευκαιρίες μακρινής μάθησης, η ανταλλαγή γνώσεων και πληροφοριών, η γρήγορη, αποτελεσματική και ανέξοδη επικοινωνία σε διεθνές επίπεδο, καθώς και η κοινωνική δικτύωση σε εικονικές κοινότητες είναι μερικές από τις σημαντικότερες δυνατότητες που προσφέρει.

Η έννοια της διαδικτυακής δικτύωσης είχε αρχικά προταθεί από τον J.C.R. Licklider του MIT το 1962. Το μοντέλο που οραματίστηκε ήταν παρόμοιο με τις τρέχουσες λειτουργίες του Διαδικτύου: ένα παγκόσμιο διασυνδεδεμένο σύνολο υπολογιστών, το οποίο θα μπορούσε να παρέχει σε κάθε άτομο άμεση πρόσβαση σε δεδομένα και προγράμματα. Ως υπεύθυνος ενός ερευνητικού προγράμματος ηλεκτρονικών υπολογιστών στην Υπηρεσία Προηγμένων Ερευνητικών Έργων Άμυνας (DARPA), έγινε ο ακρογωνιαίος λίθος του πρώτου, αλλά μικρού δικτύου υπολογιστών σε ευρεία περιοχή που χτίστηκε το 1965. Ωστόσο, η ώθηση της διαδραστικής πληροφορικής και της ανταλλαγής δεδομένων πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 1969, όταν ξεκίνησε το παγκόσμιο πρωτόκολλο, προηγμένο, πρωτοποριακό δίκτυο υπολογιστών μεταγωγής πακέτων, το οποίο ονομάστηκε ARPANET με τέσσερεις κόμβους σε τέσσερα διαφορετικά πανεπιστήμια που συνδέονται μεταξύ τους: UCLA, Stanford, UC Santa Barbara και Πανεπιστήμιο της Γιούτα.

Παρόλο που αυτό το πρώτο δίκτυο δεδομένων είχε σχεδιαστεί για να διευκολύνει στρατιωτικούς σκοπούς, μέσω ενός μεγάλου όγκου επιστημονικών εξελίξεων και έρευνας, η ARPANET ενέπνευσε τη χρηματοδότηση μιας πιο έντονης επιστημονικής έρευνας στον τομέα της δικτύωσης υπολογιστών και της ανταλλαγής δεδομένων και ειδικά μετά το 1985, εξελίχθηκε στη σύγχρονη έννοια του Διαδικτύου, μια διεθνής, ευρέως διαδεδομένη, ανοικτή, φιλική προς τον χρήστη και ευπρόσιτη υποδομή πληροφοριών, με συνεχείς τεχνολογικές εξελίξεις που έχουν γίνει αναπόσπαστο μέρος της καθημερινής ζωής κάθε ατόμου στην τρέχουσα κοινωνία των πολιτών. Σύμφωνα με τα Internet Live Stats του 2017 καθώς και με την Παγκόσμια Έκθεση Διαδικτύου, οι ενεργοί χρήστες του Διαδικτύου μέχρι και τις 31 Μαΐου 2017 αυξήθηκαν κατά 10% σε σύγκριση με το 2016, προσεγγίζοντας τα 4 δισεκατομμύρια, 49.7 % του συνολικού πληθυσμού της γης, με το γεωγραφικό κέντρο βάρους να μετατοπίζεται από τις ανεπτυγμένες στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Οι πληροφορίες που παρέχονται μέσω του Διαδικτύου δεν είναι στην ολότητά τους θεατές από τον μέσο χρήστη. Σε παραλληλισμό με την εικόνα ενός παγόβουνου, ένα μικρό ποσοστό της τάξης του 4% είναι φανερό και προσβάσιμο σε όλους από τις κλασικές μηχανές αναζήτησης (Google, Bing Yahoo), όπως ακριβώς η κορυφή ενός παγόβουνου, με τον αληθινό όγκο γνώσεων και δυνατοτήτων να βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια, κρυμμένος και διαθέσιμος προς ανακάλυψη. Ο όρος Dark web ή με άλλα λόγια, το «Σκοτεινό Διαδίκτυο», αποτελεί μέρος της βυθισμένης επιφάνειας του παγόβουνου. Αναφέρεται συγκεκριμένα σε μια συλλογή από ιστοσελίδες, δημόσια ορατές, αλλά με καλυμμένες τις IP addresses των διακομιστών τους για να μη γίνονται ανιχνεύσιμες τόσο από τους χρήστες που επισκέπτονται τις εν λόγω ιστοσελίδες, όσο και από μηχανές αναζήτησης (google etc.). Είναι ένα ανώνυμος διαδικτυακός ιστός που παρέχει κρυφές υπηρεσίες και μπορεί να χρησιμοποιηθεί από άτομα που εσκεμμένα προσπαθούν να ελέγξουν την πρόσβαση είτε επειδή έχουν μια ισχυρή επιθυμία για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, είτε επειδή αυτό που κάνουν είναι παράνομο.

Το σκοτεινό διαδίκτυο είναι σύνηθες πολλές φορές να συγχέεται με τον όρο deep web, μιας και τα δυο ανήκουν στην ίδια πλευρά του παγόβουνου. Το deep web όμως, ή με άλλα λόγια το «Κρυμμένο ή Αόρατο Διαδίκτυο» στην ουσία εμπεριέχει το dark web, καθώς και όλες τις βάσεις δεδομένων χρηστών, σελίδες webmail, web forum που απαιτούν εγγραφή χρήστη καθώς και ιστοσελίδες ασφαλών πληρωμών. Με απλά λόγια για κάθε δράση που λαμβάνει χώρα στο ορατό διαδίκτυο, για κάθε ιστοσελίδα, για κάθε φόρμα επικοινωνίας, για κάθε Online τραπεζικό λογαριασμό προστατευμένο με κωδικό υπάρχει μια αντίστοιχη ανάδραση στο deep web, η οποία είναι αόρατη στο μέσο χρήστη και απαιτεί κωδικούς πρόσβασης, χρήση συγκεκριμένου προγράμματος περιήγησης που συγκαλύπτει την IP address του εκάστοτε χρήστη και ειδική γνώση για να προσπελαστεί. Σύμφωνα με τα τελευταία στατιστικά του 2016 αναφορικά με το μέγεθος και το βάθος του «Αόρατου Διαδικτύου», στο εν λόγω περιέχονται 7500 TB πληροφοριών σε σύγκριση με τις ορατές σε όλους πληροφορίες, οι οποίες δεν ξεπερνάνε τα 19ΤΒ. Πάνω από 200.000 τοποθεσίες Deep Web παρέχουν 400 με 550 φορές περισσότερες δημόσιες πληροφορίες από το «Ορατό Διαδίκτυο (Surface Web)», οι 60 από αυτές περιέχουν περίπου 750 ΤΒ δεδομένων, τα οποία και ξεπερνούν το μέγεθος του Surface Web 40 ολόκληρες φορές. Το 95% του Deep Web είναι προσβάσιμο από το κοινό, χωρίς καμία χρέωση ή συνδρομή, ενώ 550 δισεκατομμύρια ατομικά έγγραφα είναι προσπελάσιμα στο deep Web σε σύγκριση με μόλις 1 δισεκατομμύριο του Ορατού Διαδικτύου.

 

Το σκοτεινό διαδίκτυο, ως υποσύνολο του deep web, αποτελείται από μια σειρά σκοτεινών δικτύων (darknet) τα οποία και είναι συνήθως δίκτυα επικάλυψης. Τα εν λόγω προσεγγίζονται με τη χρήση συγκεκριμένου λογισμικού και αδειών καθώς και μέσω πρωτοκόλλων και θυρών τα οποία και είθισται να αφορούν μη συνήθεις τρόπους επικοινωνίας. Λογισμικά όπως το Freenet, GNUnut, και το Hotspot Shield είναι αρωγοί πρόσβασης στο deep & dark web, ο πιο διαδεδομένος «Δούρειος Ίππος», ο οποίος και βοηθά τους χρήστες να έχουν πρόσβαση σε αυτή την πτυχή του διαδικτύου, είναι το δίκτυο Tor (The Onion Router). Αποτελεί έναν κρυπτογραφημένο μηχανισμό δρομολόγησης που διασφαλίζει ανωνυμία πλοήγησης, μιας και διανέμει κάθε μήνυμα που λαμβάνει μέσω ενός κυκλώματος κρυπτογραφημένων συνδέσεων από ένα πολυάριθμο δίκτυο διαφορετικών υπολογιστών, καθιστώντας αδύνατο τον τελικό εντοπισμό του αρχικής IP διεύθυνσης του διακομιστή της εκάστοτε υπηρεσίας και κατ’ επέκταση της τοποθεσίας δικτύου. Στην ουσία δημιουργεί ένα κατανεμημένο, ανώνυμο δίκτυο για να προστατεύει τους χρήστες από την επονομαζόμενη «traffic analysis» (το ποιος επικοινωνεί με ποιον) σε ένα δημόσιο δίκτυο. Δημιουργήθηκε για πρώτη φορά το 2002 από το Εργαστήριο Ναυτικών Ερευνών των ΗΠΑ, ενώ σύμφωνε με μετρήσεις από το Project Tor για το 2017, οι ΗΠΑ έχουν το μεγαλύτερο αριθμό χρηστών Tor (20% του μέσου αριθμού χρηστών), με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (12.07%) τη Ρωσία (10.71%), και τη Γερμανία (8.72%) να ακολουθούν.

Το σκοτεινό Διαδίκτυο, από τη μια μεριά, έχει αποτελέσει καταφύγιο της δημοκρατίας έχοντας χρησιμοποιηθεί για νόμιμους σκοπούς ενάντια στη διαφθορά, την καταπίεση και την ανάγκη για ίση και απρόσκοπτη ενημέρωση όλων των πολιτών. Μέσω του ανώνυμου διαδικτύου άτομα που βιώνουν τη βία και την καταπίεση, τόσο σε προσωπικό επίπεδο με και σε επίπεδο κράτους, μπορούν να βρουν μια αχτίδα ελπίδας και βοήθειας αρωγής: η απόκρυψη της ταυτότητας θυμάτων-κατηγόρων οικογενειακής κακοποίησης ή η μετάδοση δημοσιογραφικών ρεπορτάζ που καταδείκνυαν περιπτώσεις κυβερνητικής επιβολής σε χώρες με αυταρχικά καθεστώτα και πιθανότατα να αντιμετώπιζαν λογοκρισία είναι μερικά τέτοια παραδείγματα.

Δυστυχώς όμως, από την άλλη μεριά ως επί το πλείστον χρησιμοποιείται για παράνομες και κακόβουλες δραστηριότητες, έχοντας δημιουργήσει πολυποίκιλες ευκαιρίες για εγκληματική δράση. Το εγγενές χαρακτηριστικό της ανωνυμίας που προσφέρει στον εκάστοτε χρήστη δημιουργεί ένα αίσθημα ελευθερίας και ασφάλειας τελέσεως παραβατικών συμπεριφορών από μη νόμιμο downloading μουσικής και ταινιών, οικονομικές απάτες πιστωτικών καρτών και παράνομη διακίνηση απόρρητων πληροφοριών, μέχρι και διανομή υλικού παιδικής πορνογραφίας, hacking, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος, υπηρεσίες πρόσληψης δολοφόνων, αγοραπωλησία ναρκωτικών ουσιών και λαθρεμπόριο όπλων.

Οι πληρωμές κάθε συναλλαγής γίνονται συνήθως με τη χρήση Bitcoins, ενός ψηφιακού κρυπτονομίσματος που επιτρέπει την πραγματοποίηση κρυφών συναλλαγών, με τις τελευταίες να εκτελούνται απευθείας μεταξύ των χρηστών, χωρίς τη μεσολάβηση του τραπεζικού τομέα. Τα ποσά πληρωμών για παράνομες δραστηριότητες στο dark web, είναι εξωπραγματικά. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του dark web site διακίνησης παράνομων ουσιών, ο Δρόμος του Μεταξιού (Silk Road) που μεταξύ Ιανουαρίου 2011 και ως το κλείσιμό του το 2013,  είχε περίπου 1,2 δισεκατομμύρια δολάρια σε πωλήσεις ανάμεσα σε πάνω από 100.000 αγοραστές. Λόγω έλλειψης επίσημων στατιστικών χρήσης σελίδων dark web για παράνομες δραστηριότητες, τα πιο πρόσφατα στοιχεία από τον Tor (Tor Metrics) κατέδειξαν ότι από τον Μάρτιο του 2016 έως τον Μάρτιο του 2017 υπήρχαν καθημερινά 50.000 έως 60.000 κρυφές υπηρεσίες μοναδικών dark web sites που θα μπορούσαν να συνδεθούν με παράνομες δραστηριότητες.

Η αθέατη πλευρά του Διαδικτύου έχει απασχολήσει και συνεχίζει να απασχολεί όχι μόνο τους επιστημονικούς ερευνητές αλλά και τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής, τις μονάδες επιβολής του νόμου και τους απανταχού αξιωματούχους, εργαζομένων όλων προς ένα κοινό σκοπό: την κατανόηση και αποκωδικοποίηση αυτής της νέας τεχνολογίας και τη δημιουργία ανανεωμένων εργαλείων με στόχο την πρόληψη, ενημέρωση και εκπαίδευση τόσο για την έγκαιρη και έγκυρη αντιμετώπιση κάθε παράνομης δραστηριότητας όσο και για την αξιοποίηση των θετικών στοιχείων που πηγάζουν από αυτή.


*Η Θεώνη Σπαθή είναι Εγκληματολόγος, υπ. Διδάκτωρ Ποινικών Επιστημών της Νομικής Αθηνών